19 Ιανουαρίου 2016

Οι εταιρίες πετρελαιοειδών προσπαθούν να δικαιολογηθούν: Γιατί αν και το πετρέλαιο καταρρέει, η τιμή των καυσίμων δεν πέφτει ανάλογα

Οι λιανικές τιμές των καυσίμων στη χώρα ακολουθούν την πτωτική πορεία των ευρωπαϊκών τιμών και έχουν υποχωρήσει κατά 20,56% , υποστηρίζουν οι εταιρίες πετρελαιοειδών τονίζοντας ότι οι τιμές καθορίζονται ελεύθερα από τους  πρατηριούχους ενώ οι ίδιες προμηθεύονται με συγκεκριμένα περιθώρια κέρδους.

Με ανακοίνωσή του ο Σύνδεσμος Εταιριών Εμπορίας Πετρελαιοειδών επισημαίνει ότι το  επιχείρημα ότι η τελική τιμή των καυσίμων δεν ακολούθησε αντίστοιχη πορεία με την τιμή του αργού πετρελαίου το τελευταίο ενάμιση χρόνο, δεν ευσταθεί και είναι παντελώς αβάσιμο. Το μεγάλο ζήτημα του κλάδου των πετρελαιοειδών δεν είναι τα περιθώρια κέρδους, τα οποία έτσι κι αλλιώς έχουν μειωθεί δραματικά λόγω της οικονομικής κρίσης, αλλά ο συνεχιζόμενος αθέμιτος ανταγωνισμός που υφίστανται εταιρίες και πρατήρια από το λαθρεμπόριο και γενικά από τις παράνομες πρακτικές. Αυτό είναι το πιο επείγον ζήτημα στο οποίο θα έπρεπε να επικεντρώσουν την προσοχή τους όλοι οι φορείς της αγοράς, αναφέρει ο Σύνδεσμος και διευκρινίζει:

  1. Η τιμή του αργού συμμετέχει σήμερα στη διαμόρφωση της τιμής κατά 23% προ ΦΠΑ.
  2. Οι λιανικές τιμές των βενζινών στις αντλίες αποτελούνται κατά περίπου 70% από σταθερούς φόρους σε ευρώ (Φυσικά και λένε μαλ@κίες αφού ο ΦΠΑ είναι μεταβαλλόμενος φόρος και αυξομειώνεται ανάλογα με την τιμή της βενζίνης).
  3. Το αργό πετρέλαιο, όπως και τα τελικά προιόντα πετρελαιοειδών, αποτελούν χρηματιστηριακά εμπορεύματα και ακολουθούν διεθνείς τιμές όπως ορίζονται από τις Διεθνείς τιμές Platts. Οι τιμές των προιόντων δεν μεταβάλλονται ποτέ με το ίδιο ποσοστό που μεταβάλλονται οι διεθνείς τιμές (εδώ -και στα επόμενα τρια σημεία- αρχίζουν οι παπαριές τους αφού δεν τους κατηγορούμε ότι δεν μείωσαν ανάλογα την τιμή της βενζίνης όπως αυτή μειώθηκε στις διεθνείς αγορές την τελευταία βδομάδα... Εμείς μιλάμε για σύγκριση του σήμερα που το βαρέλι κάνει 28$ και πριν 2-3 χρόνια όταν η τιμή του ήταν 110 δολ! Δεν τους λέει κανείς να ενσωματώσουν μειώσεις που έγιναν πριν 1 και 2 εβδομάδες αλλά αυτές που έγιναν συνολικά τα τελευταία 3 χρόνια όπου η τιμή του βαρελιού υποτετραπλασιάστηκε... και το ερώτημα είναι αυτοί υποτετραπλασίασαν την τιμή που πουλάνε πριν τους φόρους; Φυσικά και όχι... αφού διατήρησαν τα κέρδη τους όσο και την εποχή που το πετρέλαιο ήταν ακριβό...).
  4. Οι χονδρικές τιμές στην Ελλάδα επηρεάζονται από τις διεθνείς τιμές Platts των τελικών προιόντων πετρελαιοειδών(ανατολικής Μεσογείου) και όχι από τις τιμές Platts του αργού.
  5. Οι λιανικές τιμές ακολουθούν τις τιμές των τελικών προιόντων διυλιστηρίων και όχι τις τιμές του αργού.
  6. Η μετατροπή των τόνων σε λίτρα και η ισοτιμία ευρώ δολαρίου παίζουν σημαντικό ρόλο στην τελική διαμόρφωση της τιμής, διότι είναι απαραίτητη για τη μετατροπή των διεθνών τιμών των τελικών προϊόντων από $/ΜΤ σε Euro/Μ3.
  7. Οι τιμές αντλίας καθορίζονται ελεύθερα και αποκλειστικά από τους πρατηριούχους. Οι εταιρίες εμπορίας σε καμία περίπτωση δεν καθορίζουν - απαγορεύεται ακόμα και να συστήνουν - λιανικές τιμές αντλίας.
  8. Οι εταιρίες εμπορίας προμηθεύονται από τα Διυλιστήρια και πουλούν στα πρατήρια, με συμφωνίες στην πλειοψηφία των οποίων το περιθώριο κέρδους της εταιρίας είναι ποσό σταθερό, εκπεφρασμένο σε ευρώ και όχι σε ποσοστό επί της Διϋλιστηριακής τιμής. Αυτό σημαίνει ότι μια Εταιρία Εμπορίας δεν μπορεί να αποκομίσει όφελος από την πτώση των τιμών αγοράς αφού πουλάει με κέρδος σταθερό σε ευρώ ανά λίτρο.
  9. Η πρόταση της Πανελλήνιας Ομοσπονδίας Πρατηριούχων Εμπόρων Καυσίμων (ΠΟΠΕΚ) να δημοσιεύονται οι τιμές που πουλάει κάθε εταιρία σε κάθε πρατήριο, οδηγεί στην ισοπέδωση και εξίσωση των τιμών χονδρικής προς τα κάτω, αλλά όχι υποχρεωτικά και των τιμών λιανικής, αφού αυτές θα συνεχίσουν να διαμορφώνονται ελεύθερα από τους πρατηριούχους. Παρόμοιες πρακτικές, οι οποίες επαναφέρουν «από το παράθυρο» τις περίπου ίδιες για όλους, «αγορανομικές τιμές», αποθαρρύνονται ενεργά σε Ευρωπαϊκό επίπεδο.
  10. Σε όλη την Ευρώπη, οι τιμές λιανικής είχαν πτώση σε ποσοστά παρόμοια με αυτά της χώρας μας, δηλαδή από 17% έως 22%, με τη χώρα μας να έχει υποχώρηση κατά 20,5%.