Εκείνο το ευχάριστα δροσερό βράδυ της Τετάρτης 30 Σεπτεμβρίου 2015 στο ολόφωτο κτίριο της κινεζικής πρεσβείας, στο Παλαιό Ψυχικό, γιορταζόταν με λαμπρή μεγαλοπρέπεια, που σχεδόν υπερέβαινε τους παραδοσιακούς κανόνες της τυπικής ολιγάρκειας του λαού της αχανούς χώρας, η 66η επέτειος από την ίδρυση της Λαϊκής Δημοκρατίας της Kίνας.
Χαμογελαστός ο πρέσβης μαζί με την ευγενική σύζυγό του, κομψοί αμφότεροι στο μαρμάρινο πλατύσκαλο της εισόδου, υποδέχονταν θερμά τους καλεσμένους στην εθνική εορτή αυτής της μεγάλης και φίλης ασιατικής χώρας. Ανάμεσα στο πλήθος των επισήμων, ο υπουργός Nαυτιλίας και Νησιωτικής Πολιτικής, o οποίος έδειχνε να απολαμβάνει τη χαλαρωτική ατμόσφαιρα υπό τους ήχους της ανάλαφρης κινεζικής μουσικής που παλλόταν διακριτικά υπενθυμίζοντας την ισόρροπη απαλότητα της φύσης. Μόλις δέκα ημέρες μετά την εξαντλητική ένταση των εθνικών εκλογών ο επανεκλεγμένος βουλευτής της Α’ Πειραιά βίωνε την ηρεμία των κήπων της πρεσβείας, όταν ξαφνικά ένιωσε να αφυπνίζεται σαν οπαδός του βουδιστικού ζεν. Στην τοποθετημένη στον προαύλιο χώρο της δεξίωσης γιγαντοοθόνη προβαλλόταν εντυπωσιακά βιντεοσκοπημένο το έργο του Σταθμού Eμπορευματοκιβωτίων της Cosco με μουσική υπόκρουση «Τα παιδιά του Πειραιά». Οι ρυθμοί της βραβευμένης με Οσκαρ σύνθεσης του Μάνου Χατζιδάκι έδωσαν ταυτόχρονα το σύνθημα για να ανοίξει ο μπουφές με τα εξαιρετικά εδέσματα της πασίγνωστης κινεζικής γαστρονομίας. Ενδεχομένως, ο ίδιος να προτιμούσε ως συνοδευτική μελωδία το «Κάθε λιμάνι και καημός» των Κατσαρού - Πυθαγόρα, βασικό μοτίβο της ταινίας «Το κάθαρμα» (ή «Η μαρκησία του λιμανιού». Ωστόσο, ο επιδέξιος κινεζικός συμβολισμός παρέπεμπε ευθέως σε ένα παραστατικό μανιφέστο για την περί ορέξεως αισθητική που μπορούσε να καταναλώσει από χελιδονόσουπες μέχρι προβλήτες. Ηταν μάλιστα τόσο ισχυροί οι κινεζικοί σημειολογικοί υπαινιγμοί ώστε ενώπιόν τους ο Θοδωρής Δρίτσας, ως έξυπνος άνθρωπος, δεν μπορούσε πλέον να υποδύεται τον ανυποψίαστο για τον επικρατέστερο μνηστήρα του ΟΛΠ. Ολοφάνερα η κινεζικών συμφερόντων εταιρεία επειγόταν να προστατέψει και την υπόλοιπη επένδυσή της στον Πειραιά. Εκτός πια κι αν ο ίδιος ο αρμόδιος υπουργός απέφευγε να το ομολογήσει, επικαλούμενος μια προσχηματική θεώρηση.
Οι υποσχέσεις πνίγηκαν στο λιμάνι της αγωνίας
«Δεν υπάρχει συμφωνία ΟΛΠ - Cosco», δήλωνε περήφανα ο υπουργός Ναυτιλίας σηκώνοντας, υποτίθεται, ρωμαλέα στους ώμους του τις αλλοτινές κυβερνητικές υποσχέσεις που πνίγηκαν αδιάβαστες στο λιμάνι της αγωνίας. Ο επίμονος Θοδωρής Δρίτσας έψαλε δημοσίως και εμφατικά το τροπάρι της αποστασιοποίησής του από τους κυβερνητικούς χειρισμούς μόλις λίγα 24ωρα αφότου ο πρωθυπουργός, μιλώντας τηλεφωνικά με τον Κινέζο ομόλογό του, είχε κλειδώσει τη συμφωνία παραχώρησης του 67% του μετοχικού κεφαλαίου του ΟΛΠ στον όμιλο της Cosco μετά τον διαγωνισμό του ΤΑΙΠΕΔ. Το ίδιο deal που λίγες ημέρες νωρίτερα στο χιονισμένο Νταβός ο Αλέξης Τσίπρας διαφήμιζε στους συνομιλητές του ως χειροπιαστή απόδειξη ότι η Ελλάδα προχωρά ακάθεκτη στην υλοποίηση του προγράμματος των αποκρατικοποιήσεων - όσων, δηλαδή, αποτελούν δέσμευση της χώρας, βάσει του μνημονίου που ψηφίστηκε από την Ελληνική Βουλή στα μέσα του περασμένου Αυγούστου. Μέσα σε εκείνη τη μεγάλη κοινοβουλευτική πλειοψηφία που υπερψήφισε το πρόγραμμα ιδιωτικοποιήσεων, και για ορισμένες από αυτές με πολύ συγκεκριμένα και σφικτά χρονοδιαγράμματα, συμπεριλαμβανόταν ο τότε αλλά και νυν υπουργός Ναυτιλίας. Εδωσε μάλλον χαλαρά τη συγκατάθεσή του, δίχως να επικαλεστεί τότε κάποια ναυτία από την κυβερνητική κωλοτούμπα. Ο ίδιος, εξάλλου, πριν καλά-καλά ορκιστεί υπουργός της «Πρώτη φορά Αριστερά» κυβέρνησης διαβαίνοντας την πόρτα του ΥΕΝ δήλωνε στο Reuters με την ανυπότακτη ορμή που αντλούσε από την περήφανη λαϊκή εντολή ότι «η ιδιωτικοποίηση του ΟΛΠ σταματά εδώ!». Ηταν η περίοδος της «ελπίδας» που ερχόταν για να πετάξει στα σκουπίδια ως άχρηστη την ήδη από το 2014 συμφωνία της χώρας με τους πιστωτές της να επιλέξει υποψηφίους για την ιδιωτικοποίηση του Οργανισμού Λιμένος Πειραιώς.
Πράξη που στόχευε στην προσέλκυση επενδύσεων για τη γεωπολιτική αναβάθμιση της χώρας σε παγκόσμιο κόμβο μεταφορών. Οσο κι αν υπήρχαν εσωκομματικά σποραδικές φωνές σωφροσύνης που επεσήμαιναν ως ιδεοληπτική, απερίσκεπτη και ακατανόητη την απομονωτική στρατηγική της κυβέρνησης, σε εκείνη την πρώιμη έξαλλα ριζοσπαστική φάση ο Θοδωρής Δρίτσας εκτιμάται ότι ενσάρκωνε τον δυναμικό θεματοφύλακα του δημόσιου χαρακτήρα των λιμανιών. Παρά την εν γένει αποδεκτή διαλλακτικότητά του εμφανιζόταν βλοσυρός σαν το αντίγραφο του μαρμάρινου λιονταριού στην είσοδο του κεντρικού λιμένα του Πειραιά. Και παρέμενε άκαμπτος μέχρι πλήρους ακινησίας, όπως αρμόζει σε ένα άγαλμα που αδιαφορεί για την ηγετική γεωγραφική θέση του Πειραιά στη διεθνή μεταφορική αλυσίδα που χρειάζεται επενδύσεις για να αξιοποιήσει τα συγκριτικά του πλεονεκτήματα.
Είχε ακόμη προλάβει στα τέλη Μαρτίου του 2015 να αδειάσει τον αντιπρόεδρο της κυβέρνησης Γιάννη Δραγασάκη, που κατά την επίσκεψή του στην Κίνα είχε ψελλίσει στο κινεζικό πρακτορείο ειδήσεων κάτι περί πρόθεσης της ελληνικής κυβέρνησης να προχωρήσει στην πώληση του πλειοψηφικού πακέτου που διαθέτει στον ΟΛΠ. Αυτομάτως βρέθηκε αντιμέτωπος με τους «αντι-φιλελέ» κεραυνούς του, κατά τ’ άλλα ήπιας ιδιοσυγκρασίας, υπουργού Ναυτιλίας. Ο οποίος κατήγγειλε δριμύτατα από το ύψος του γραφείου του στον 5ο όροφο της ακτής Βασιλειάδη ότι «τα δημοσιεύματα αυτά δεν μπορούν να επιβεβαιώσουν μεταβολή της θέσης της κυβέρνησης». Εκεί όπου συναθροίζονταν πάσης φύσεως συνδικαλιστές εν μέσω ποικιλίας παρατρεχάμενων που αυτοονομάζονταν υπουργικοί σύμβουλοι, για να ερμηνεύσουν σύσσωμοι τη «θέση της κυβέρνησης», η οποία ήταν τόσο κρυστάλλινη όσο και η μετάφραση διαλόγων αποτυπωμένων σε ιδεογράμματα. Ανεξαρτήτως αν από τις αρχές εκείνου του Μαρτίου οι ελληνικές αρχές είχαν δεσμευτεί στο πλαίσιο του Eurogroup ότι θα σεβαστούν τη διαδικασία όσων διαγωνισμών είχαν ήδη προκηρυχθεί, ο υπουργός Ναυτιλίας επέμενε να εκθέτει την άποψή του σε μια εκδοχή της μανδαρινικής διαλέκτου. Μόνο και μόνο για να εξηγήσει πως αντί για επενδύσεις σε υποδομές και υψηλό τίμημα παραχώρησης θα ήταν προτιμότερο ο Οργανισμός του μεγαλύτερου λιμανιού της χώρας να συνεχίσει να βολεύεται στην εργατοπατερική μιζέρια, παραμένοντας ένα εύφορο κρατικό πεδίο άγονων διορισμών με παχυλούς μισθούς, καλοπληρωμένες κούφιες υπερωρίες και υπέρογκα επιδόματα μετά την απαίτηση κομματικών και δημοτικών παραμάγαζων.
Επιλεκτικές ευαισθησίες...
Εξι μήνες μετά την υπερψήφιση του τρίτου μνημονίου το ιστορικό στέλεχος του ΣΥΡΙΖΑ επιβεβαιώνει με τον τρόπο του εκείνη την τραγωδία της ζωής που θέλει τους ανθρώπους να ωριμάζουν γρήγορα, αλλά να καθυστερούν υπερβολικά να γίνουν σοφότεροι. Παρότι ως μέλος της ομάδας των «53» συμβιβάστηκε με τους συσχετισμούς παραμονής του κόμματος στην εξουσία και διατήρησε το υπουργικό του πόστο - στο οποίο μετ’ επιτάσεως φημολογούνταν προεκλογικά ότι θα παρέμενε ο υπηρεσιακός υπουργός Ναυτιλίας Χρήστος Ζώης- δυναμίτιζε πλέον ρητορικά το project του μεγάλου λιμανιού. Ηδη αποκάλυπτε ότι «το σύνολο της συμφωνίας θα διαμορφωθεί το επόμενο διάστημα». Εχοντας άλλωστε θητεύσει σε μια κυβέρνηση στην οποία πρυτάνευε με απαράμιλλο σθένος και για μεγάλο διάστημα η «δημιουργική ασάφεια», το επόμενο διάστημα μπορεί να αφορά χρονικά για τον ίδιο την ερχόμενη Δευτέρα, την Καθαρή Δευτέρα ή τη Δευτέρα Παρουσία.
Ωστόσο, οι αιχμηρές αποδοκιμασίες από πρώην συντρόφους του κατά την παρουσία του στον Πειραιά προκειμένου να παρευρεθεί στην τελετή καθαγιασμού των υδάτων τα Θεοφάνια θεωρείται ότι τον πλήγωσαν προσωπικά. Με τον ίδιο δυσάρεστο τρόπο τραυματίστηκε, μάλλον ανεπούλωτα, το ακτιβιστικό προφίλ του, όταν με εξίσου ζωηρή κινηματική διάθεση οι παλιοί του συναγωνιστές και ομοϊδέατες γέμισαν τους τοίχους του Πειραιά με αφίσες του προσώπου του πάνω στις οποίες αναγραφόταν «Πούλησες τον ΟΛΠ, θα πουλήσεις και τους συνταξιούχους;». Ως ένδειξη ευθιξίας παρά διαμαρτυρίας, λένε στο λιμάνι, ο ίδιος απουσιάζει πλέον συστηματικά από τη φετινή κοπή πρωτοχρονιάτικων πιτών που διοργανώνουν σωματεία και ενώσεις.
Αντίστοιχη, όμως, ευαίσθητη λεπτότητα κρίνεται ότι δεν έδειξε στο πρωτοφανές για τα μεταπολιτευτικά πολιτικά ήθη γεγονός ότι εκείνος ως αναπληρωτής υπουργός Ναυτιλίας και η σύντροφός του Τασία Χριστοδουλοπούλου ως αναπληρώτρια υπουργός Μετανάστευσης κάθονταν στο ίδιο τραπέζι στο Υπουργικό Συμβούλιο και ταυτόχρονα ως ζεύγος διέμεναν στο ίδιο σπίτι. Δεοντολογική λεπτομέρεια της οποίας οι εντυπώσεις δεν μετριάστηκαν από τη σημερινή θητεία της συζύγου του ως γ’ αντιπροέδρου της Βουλής και την παράλληλη παραμονή στο ίδιο νευραλγικό υπουργικό πόστο του ίδιου. Αυτή η αρχικά υπουργική και κατόπιν θεσμική συγκατοίκηση, ωστόσο, αποτυπώθηκε ως μια χλιαρή αραίωση του στέρεου νοήματος του λεγόμενου πολιτικού ήθους της Αριστεράς. Και υπό μια οπτική, προμήνυε την εκδήλωση οξύτατου κομματικού νεποτισμού με ευρύτερους οικογενειοκρατικούς διακανονισμούς και διορισμούς, αν όχι εφόδους, σε δημόσιες θέσεις ευθύνης. Πρακτική που υπηρετεί δρομολογημένους χειρισμούς της κυβερνητικής υποκρισίας.
...Και επιλεκτική αμνησία
Την ίδια περίπου ανυπόφορη υποκρισία την οποία μερίδα του πολιτικού σκηνικού χρεώνει επικριτικά στον ίδιο τον Θοδωρή Δρίτσα. Εξάλλου ο ίδιος με σχεδόν εξεγερσιακή τόλμη, παράταιρη για το χαμηλόφωνο προφίλ του, καταλόγιζε επί μήνες ευθύνες με προσωπικές βολές κατά του προέδρου του ΤΑΙΠΕΔ Στέργιου Πιτσιόρλα, υπαινισσόμενος ότι το Ταμείο Αξιοποίησης της Δημόσιας Περιουσίας - που, σημειωτέον, κατέχει το 74,14% των μετοχών του ΟΛΠ- σχεδίασε και ενέκρινε αυθαίρετα τη σύμβαση παραχώρησης του Οργανισμού του λιμανιού. Επιδιδόταν με αυτό τον τρόπο στο είδος εκείνης της επιφανειακής πολεμικής που αντιπαραθέτει μια σειρά μερικών ή δευτερευουσών ενστάσεων στη θεμελιακή αλήθεια. Εκτιμάται ότι στην ίδια λογική των προσποιήσεων ολόκληρος αρμόδιος υπουργός ζητούσε στοιχεία για να τοποθετηθεί επί του θέματος, επιμένοντας ότι δεν ήξερε τίποτε για την απόφαση του Ταμείου, ενώ παραπονιόταν ότι ενημερώθηκε μόνο από το δελτίο Τύπου του. Τσάμπα, μάλλον, ο κόπος.
Δεδομένου ότι ήταν πασίγνωστες οι δεκάδες συσκέψεις που είχαν γίνει στο υπουργείο προκειμένου να υποβληθούν παρατηρήσεις επί του προσχεδίου της συμφωνίας που είχε αρμοδίως αποστείλει εκεί το ΤΑΙΠΕΔ. Οι κακές γλώσσες, πάντως, εικάζουν ότι η προβαλλόμενη ως άγνοια του πικαρισμένου υπουργού δεν προέρχεται από την απόρριψη των παρατηρήσεών του, αλλά από την αδυναμία κατανόησης της αγγλικής και των χαμένων στη μετάφραση συνεργατών του. Ουδείς ψόγος επ’ αυτού, διότι και ο πρωθυπουργός, μολονότι την κατανοεί άριστα, προσποιείται κιόλας πως τη μιλάει. Το χειρότερο όμως, όπως ψιθυρίζεται πέριξ του υπουργείου, είναι η επιλεκτική αμνησία του υπουργού, ο οποίος αποκρύπτει ότι η ιδιωτικοποίηση αποτελεί κεντρική πολιτική απόφαση που φέρει φαρδιά πλατιά τις υπογραφές του Αλέξη Τσίπρα καθώς και του Αλέκου Φλαμπουράρη. Παρ’ όλα αυτά και με τους δύο αποφεύγει υποδειγματικά να συγκρουστεί δημοσίως. Κατασιγάζει μάλλον τυχούσες κραυγές ενοχής σε μια κυβέρνηση που δοκιμάζεται στα σύνορα μιας πλουμιστής παράστασης καραόκε και ενός σκυθρωπού ψυχαναλυτικού δράματος. Επιθυμώντας, φυσικά, να διατηρήσει αλώβητη την άγρυπνη αριστερή συνείδησή του.
Αλλωστε ο Θοδωρής Δρίτσας, επικεφαλής ως υποψήφιος δήμαρχος σε τέσσερις εκλογικές αναμετρήσεις και ιδρυτικό μέλος από το 1998 του πειραϊκού δημοτικού δικτύου «Το λιμάνι της αγωνίας», υπολογίζεται ότι σίγουρα θα έχει δει την ομώνυμη ταινία του Ηλία Καζάν. Και εκεί, ενδεχομένως, θα μπορούσε να διαπιστώσει ότι με τη σημερινή στάση του «φέρνει» στην κεντρική περσόνα του φιλμ. Εκεί όπου στην προκυμαία του Χόμποκεν στο Νιου Τζέρσι ο λιμενεργάτης Τέρι Μαλόι, τον οποίο υποδύεται ο Μάρλον Μπράντο, λέει εν μέσω παροξυσμικής σύγχυσης: «Conscience... that stuff can drive you nuts!, μεθερμηνευόμενο ως «Συνείδηση... αυτό το πράγμα μπορεί να σε τρελάνει!». Αρκεί βέβαια, επισημαίνεται από τους επικριτές του υπουργού, αυτή να μην τρελαίνει όλους τους άλλους.
Γέννημα θρέμμα Πειραιώτης
Η αλήθεια είναι ότι ο 69χρονος τελειόφοιτος της Νομικής Αθηνών Θοδωρής Δρίτσας, γέννημα θρέμμα Πειραιώτης και ευρύτερα αποδεκτός στην πόλη του εξαιτίας των χαμηλών τόνων, της εντιμότητάς του στη δημόσια σφαίρα και της αριστερής οικογενειακής του παράδοσης, ανέκαθεν πρωτοστατούσε αταλάντευτα στις καμπάνιες ενάντια στην πώληση του ΟΛΠ. Εκ των κληρονόμων εμβληματικού φαρμακείου στο μεγάλο λιμάνι -όπως πιστοποιούν οι συμπολίτες του-, ουδέποτε θα μπορούσε στο παρελθόν να υιοθετήσει το ανούσιο και τυχοδιωκτικό λογοπαίγνιο του στυλ «αγαπούλα, πούλα!». Με το μαχητικό του πνεύμα είχε ήδη διακριθεί στις κινητοποιήσεις για μην κλείσει το εργοστάσιο του Κεράνη. Από νωρίς, άλλωστε, χάραξε τη δική του αγωνιστική πολιτική ρότα στο μεγάλο λιμάνι και οργανώθηκε στα ζόρικα χρόνια της δικτατορίας στην τεταρτοδιεθνιστικού προσανατολισμού Οργάνωση Σοσιαλιστική Επανάσταση. Στα πρώτα χρόνια της Μεταπολίτευσης κινήθηκε ως ανένταχτος στον χώρο της εξωκοινοβουλευτικής Αριστεράς και βαθμιαία δραστηριοποιήθηκε στα κινήματα των Πειραιωτών για κοινωνικά και οικολογικά θέματα.
Συμπαρατάχτηκε με τον Συνασπισμό το 2004 μαζί με μια μεγάλη ομάδα ανένταχτων προσωπικοτήτων της Αριστεράς. Κατά τη διάρκεια του ρευστού χρόνου διαμόρφωσης του κόμματος, ο Θοδωρής Δρίτσας έχαιρε του σεβασμού παλιών και νεότερων στελεχών εξαιτίας του αριστερού καταγωγικού ίχνους και του αγωνιστικού παρελθόντος του. Με προνομιακό πεδίο εξωστρεφούς δράσης τον Πειραιά, όπου τον ήξεραν και οι πέτρες, πότε με τον αμυντικό και πότε με τον επιθετικό κινηματισμό των δικαιωμάτων, ως βουλευτής από το 2007 κιόλας συσπείρωνε από νεο-πρόθυμους έως παλαιο-βαριεστημένους. Το μοτίβο προσέγγισης, όμως, δεν άλλαζε. Απλώς αναδευόταν στο μίξερ των ιδεολογικών εμμονών, αγκυλώσεων και ιδιορρυθμιών παράγοντας ακατέργαστες πολιτικά προσδοκίες. Μέχρι να γίνει αντιληπτό πως ό,τι πλασαριζόταν για ελπίδα ήταν μια αναβαλλόμενη απογοήτευση. Και έως ότου ο κυνισμός της εξουσίας έκανε το συμβολικό φορτίο των παλαιότερων προβεβλημένων στελεχών του ΣΥΡΙΖΑ χρήσιμο μεν για τη διαμόρφωση εσωκομματικών ή κοινοβουλευτικών συσχετισμών, πεπερασμένης δε πολιτικής αξίας και οριοθετημένης διαχειριστικής επάρκειας. Αναπόφευκτα για τον Θοδωρή Δρίτσα ήταν πολύ αργά να υποστείλει τις παλιές σημαίες που ανέμιζαν γράφοντας «Οχι στις επιταγές των δανειστών, όχι στο ξεπούλημα του λιμανιού».
Και ακόμα πιο δύσκολο να αλλάξει πορεία. Οσο κι αν το προσπάθησε επιστρατεύοντας τεχνάσματα, ελιγμούς και αλχημείες, το παρωχημένο και ερμηνευτικά αμφίσημο σκληρό ροκ του μάλλον προκάλεσε έντονη δυσφορία στον μικρόκοσμο του Μεγάρου Μαξίμου. Ειδικότερα όταν οι δηλώσεις του δεν συνοδεύτηκαν με υποβολή παραίτησης με την οποία θα έκλεινε τον κύκλο της συμμετοχής του στο κυβερνητικό σχήμα και θα πρόσφερε βολικά στο πρωθυπουργό την ευκαιρία να τον αντικαταστήσει. Αν και ποτέ κανείς δεν ξέρει τι ξημερώνει σε μια πρεσαρισμένη, αμήχανη και αντιφατική κυβέρνηση, τα αντανακλαστικά της οποίας ενδεχομένως θα την οδηγούσαν σε ανασχηματισμό αν και εφόσον περάσει στη Βουλή το Ασφαλιστικό και το Αγροτικό. Πιθανόν με το όνομα του υπουργού Ναυτιλίας πρώτο στη λίστα απόσυρσης. Οσο όμως κι αν δεν παχαίνει το να καταπιεί κανείς την περηφάνια του, για τον έμπειρο Θοδωρή Δρίτσα η ταπείνωση μιας κυβερνητικής αποπομπής δεν τρώγεται κρύα. Το μόνο σίγουρο είναι πως το πικρό είναι και χωνευτικό. Ανεξάρτητα αν αυτό, αργά ή γρήγορα, θα διατυπωθεί χιουμοριστικά με εκείνη την παροιμιώδη vintage ατάκα από τις ιταλικές φαρσοκωμωδίες του τέλους της δεκαετίας του ’60 που έλεγε: «Τσίτσο, το λιμάνι φεύγει».