Το 2014, που οι επιστήμονες στις ΗΠΑ ανακοίνωσαν ότι είχαν ανιχνεύσει βαρυτικά κύματα, αποδείχθηκε ότι είχαν κάνει λάθος. Αυτή τη φορά όμως επιμένουν ότι επίκειται μια νέα σχετική ανακοίνωση, που θα ανταποκρίνεται στην πραγματικότητα...
Την προηγούμενη φορά, το 2014, που οι επιστήμονες στις ΗΠΑ ανακοίνωσαν με τυμπανοκρουσίες ότι είχαν ανιχνεύσει βαρυτικά κύματα, αποδείχθηκε ότι είχαν κάνει λάθος. Αυτή τη φορά όμως οι φήμες -που ξεκίνησαν πέρυσι τον Σεπτέμβριο και τις προηγούμενες μέρες εντάθηκαν- επιμένουν ότι επίκειται μια νέα σχετική ανακοίνωση, που θα ανταποκρίνεται στην πραγματικότητα.
Τα βαρυτικά κύματα, που -αντίθετα με την ηλεκτρομαγνητική ακτινοβολία- δεν αλληλεπιδρούν με την ύλη, έχουν προβλεφθεί από τη Γενική Θεωρία Σχετικότητας του Αϊνστάιν πριν από ένα αιώνα, αλλά ποτέ δεν έχουν παρατηρηθεί άμεσα μέχρι σήμερα. Όποιος τα βρεί, έχει εξασφαλίσει το επόμενο Νόμπελ Φυσικής, καθώς θα πρόκειται για μια από τις σημαντικότερες ανακαλύψεις της εποχής μας.
Η αξιοπιστία της νέας φήμης περί ανακάλυψης -και μάλιστα ότι επίκειται η σχετική επιστημονική δημοσίευση στο κορυφαίο περιοδικό "Nature" - ενισχύεται σοβαρά από το γεγονός ότι προαναγγέλθηκε σχετική συνέντευξη Τύπου στην Ουάσιγκτον την Πέμπτη (17:30 ώρα Ελλάδας), την οποία συνδιοργανώνουν επιστήμονες των πανεπιστημίων Caltech (Τεχνολογικού Ινστιτούτου Καλιφόρνια) και ΜΙΤ, της ερευνητικής κοινοπραξίας LIGO του ομώνυμου πειράματος ανίχνευσης βαρυτικών κυμάτων, υπό την αιγίδα - και αυτό είναι το σημαντικό- του πιο επίσημου επιστημονικού φορέα στις ΗΠΑ, του κρατικού Εθνικού Ιδρύματος Επιστημών (NSF).
Σύμφωνα με την ασαφή σχετική ανακοίνωση, οι επιστήμονες «θα κάνουν επικαιροποιημένη αναφορά για την προσπάθεια ανίχνευσης βαρυτικών κυμάτων -των "ρυτιδώσεων" στον ιστό του χωροχρόνου- με τη χρήση του Παρατηρητηρίου Βαρυτικών Κυμάτων Μέσω Συμβολόμετρου Λέιζερ (Laser Interferometer Gravitational-wave Observatory - LIGO)».
Το LIGO αποτελείται από δύο πανομοιότυπους υπερευαίσθητους ανιχνευτές, κατασκευασμένους από ερευνητές του Caltech και του ΜΙΤ με χρηματοδότηση του NSF, οι οποίοι είναι εγκατεστημένοι σε απόσταση περίπου 3.000 χιλιομέτρων μεταξύ τους, ο ένας στο Λίβινγκστον της Λουιζιάνα και ο άλλος στο Χάνφορντ της Ουάσιγκτον. Κάθε ανιχνευτής έχει δύο βραχίονες τεσσάρων χιλιομέτρων σε σχήμα "L", κατά μήκος των οποίων στέλονται συνεχώς ακτίνες λέιζερ.
Το πείραμα προσπαθεί να «πιάσει» τις ανεπαίσθητες δονήσεις που αφήνουν στο πέρασμα τους από τη Γη τα βαρυτικά κύματα, καθώς επί εκατομμύρια έτη αυτά ταξιδεύουν στο σύμπαν με την ταχύτητα του φωτός, έχοντας ως αφετηρία ορισμένα μεγάλης κλίμακας καταστροφικά συμβάντα, όπως η συγχώνευση δύο μαύρων τρυπών ή δύο αστέρων νετρονίων, που «γεννούν» βαρυτικά κύματα. Ένα διερχόμενο από τον πλανήτη μας βαρυτικό κύμα θα μεταβάλει απειροελάχιστα - αλλά μετρήσιμα- την απόσταση που διανύει η ακτίνα λέιζερ στους ανιχνευτές LIGO.
Και άλλες ερευνητικές ομάδες, με άλλα πειράματα, προσπαθούν να ανιχνεύσουν τα βαρυτικά κύματα. Μία από αυτές είναι η BICEP2, που έκανε τη «γκάφα» πρόπερσι.