Ερευνα του Πανεπιστημίου του Στάνφορντ, που πραγματοποιήθηκε με δείγμα 18.000 πολιτών από 15 ευρωπαϊκές χώρες, είχε στόχο να περιγράψει και να διευκρινίσει τις τάσεις που κυριαρχούν στην Γηραιά Ήπειρο για το μεταναστευτικό.
Μολονότι η κάθε απάντηση, όπως είναι φυσικό για μία τόσο μεγάλη ήπειρο, διαφέρει σημαντικά η μία από την άλλη, η γενική εικόνα είναι ωστόσο άκρως απογοητευτική εξαιτίας μίας γενικευμένης προκατάληψης για το Ισλάμ, που οι Ευρωπαίοι δεν φροντίζουν ούτε καν να κρύψουν. Έτσι, ένας μουσουλμάνος πρόσφυγας έχει 11 ποσοστιαίες μονάδες μικρότερες πιθανότητες να γίνει αποδεκτός απ’ ό,τι ένας χριστιανός, ακόμη κι όταν το προφίλ τους είναι ακριβώς το ίδιο.
«Ναι, μας εξέπληξαν οι υπάρχουσες αποκλίσεις κατά των μουσουλμάνων από τη μία χώρα στην άλλη, δεδομένων των διαφορών που διαπιστώνουμε στον πολιτικό διάλογο μέσα στις διάφορες και διαφορετικές ευρωπαϊκές χώρες», εξηγεί στον ισπανικό ιστότοπο Materia, ο επικεφαλής της έρευνας Γιενς Χάινμιλερ. «Μολαταύτα, ανακαλύψαμε επίσης πως η κλίση προς τον αντι-ισλαμισμό είναι πολύ πιο έντονη σε εκείνους που τοποθετούνται στα δεξιά άκρα του πολιτικού φάσματος», επισημαίνει ο ερευνητής του Πανεπιστημίου Στάνφορντ. Με βάση τα ευρήματα, όσοι από τους συμμετέχοντες θεωρούν εαυτούς δεξιούς ανεβάζουν την διαφορά αυτή στην αποδοχή ενός μουσουλμάνου έναντι ενός χριστιανού μετανάστη, στις 14 μονάδες, από 7 μονάδες που είναι κατ’ αναλογίαν αυτή που δίνει ένας αριστερός.
Οι ερευνητές υπέβαλαν για μελέτη στους ερωτηθέντες 180.000 υποθετικά προφίλ προσφύγων με διαφορετικά κοινωνικά, δημογραφικά και πολιτιστικά χαρακτηριστικά, με στόχο να εντοπίσουν ποια θα ήσαν τα κριτήρια για μία δυνητική απόρριψη ή αποδοχή παροχής πολιτικού ασύλου. Εξ αυτού προκύπτει ακόμη ένα αναπάντεχο αποτέλεσμα: εκτός του ότι κάποιος αποκλείεται λόγω του απλού γεγονότος ότι είναι μουσουλμάνος, επίσης διαπιστώνεται και μία σαφής κοινωνικο-οικονομική προκατάληψη: ένας γιατρός έχει κατά 13 μονάδες περισσότερες πιθανότητες να γίνει αποδεκτός από έναν άνεργο.
Ένα άλλο καθοριστικό στοιχείο αποτελεί η ανθρωπιστική πλευρά: εάν ο αιτών πολιτικό άσυλο έχει βασανισθεί (επιπλέον 11 μονάδες), ή καταδιώκεται για τις ιδέες του (15 μονάδες) είναι πολύ πιθανότερο να γίνει δεκτός. Στα αρνητικά του αιτήματός του θα μπορούσαν να προστεθούν η άγνοια της γλώσσας της χώρας υποδοχής: έχει κατά 12 μονάδες μικρότερες πιθανότητες να γίνει δεκτός.
«Εν γένει διαπιστώνουμε πως η επίδραση αυτών των γνωρισμάτων προσομοιάζουν αρκετά στις διάφορες υποομάδες. Αυτό εξυπονοεί πως υφίσταται μία συναίνεση—ανάμεσα σε αριστερούς και δεξιούς, νέους και μεγαλύτερους, υψηλού και χαμηλού μορφωτικού επιπέδου, πλούσιους και φτωχούς—για το ποιο είδος αιτούντος άσυλο προτιμούν», συνοψίζει στα καταληκτικά συμπεράσματά της η έρευνα, που δημοσιεύεται στο έγκυρο περιοδικό Science.
Μολονότι μεταξύ των διαφόρων χωρών μικρές λεπτομέρειες υπάρχουν, προκαλεί εντύπωση το γεγονός πως στην συγκεκριμένη περίπτωση των Ισπανών, ο λαός της Ιβηρικής αποδεικνύεται πως είναι μακράν εκείνος που κολλά ετικέτες στους αιτούντες πολιτικό άσυλο. Στην Ισπανία προκύπτει πως το 24% του πληθυσμού θα αποδεχόταν όλους ανεξαρτήτων τους μετανάστες, έναντι του 9% , που είναι ο μέσος όρος στις υπόλοιπες χώρες της έρευνας (Αυστρία, Τσεχία, Γαλλία, Γερμανία, Ελλάδα, Ουγγαρία, Ιταλία, Ολλανδία, Νορβηγία, Πολωνία, Ισπανία, Σουηδία, Ελβετία και Βρετανία), ενώ μακράν ακολουθούν στη δεύτερη θέση οι Ιταλοί. Στον αντίποδα, μόνον το 4% των Ισπανών δηλώνει πως δεν θα δεχόταν κανέναν μετανάστη, έναντι ενός μέσου όρου 9% (που στην περίπτωση της Ουγγαρίας ανέρχεται στο 13% και της Βρετανίας στο 14%). Η διαφορά όμως από τα λόγια στα έργα διαφέρει, έτσι η Ισπανική κυβέρνηση έχει δεχθεί ως τώρα μόλις 500 από τους 17.000 πρόσφυγες που της αναλογούν βάσει της ευρωπαϊκής συμφωνίας για την μετεγκατάστασή τους.
Για τον Χάινμιλερ, το σημαντικό είναι να γνωρίζουμε πως μεγάλη μερίδα των Ευρωπαίων πολιτών διατηρεί συγκεκριμένα κριτήρια αποδοχής, όπως αυτά που εδράζονται στη θρησκεία, το επάγγελμα και τη γλώσσα, που αντίκεινται στα νόμιμα προαπαιτούμενα για το άσυλο. «Δεν μπορούμε να ελπίζουμε πως η κοινή γνώμη, έτσι περίπλοκη και πολύμορφη που είναι, να αντικατροπτρίζει επακριβώς τα διεθνή νομικά ιδεώδη. Όμως τούτες οι προκαταλήψεις καταδεικνύουν μία αυξητική πρόκληση για τη λύση της τρέχουσας κρίσης με την ενσωμάτωση των αιτούντων άσυλο, δεδομένου ότι στην συντριπτική τους πλειοψηφία αυτοί προέρχονται από μουσουλμανικές χώρες κι είναι δυνατόν να στερούνται των επιθυμητών επαγγελματικών δεξιοτήτων και της γλωσσικής επάρκειας», εξηγεί ο ίδιος.