23 Φεβρουαρίου 2017

Τέσσερις Ινδονήσιοι είναι πιο πλούσιοι και από 100 εκατομμύρια φτωχούς μαζί

Η περιουσία των τεσσάρων πιο πλούσιων ανθρώπων της Ινδονησίας ξεπερνάει αυτή των 100 εκατομμυρίων φτωχών της μεγαλύτερης αυτής οικονομίας της νοτιοανατολικής Ασίας με τις κραυγαλέες ανισότητες, αναφέρει το πόρισμα έκθεσης της βρετανικής μκο Oxfam, η οποία δόθηκε σήμερα στη δημοσιότητα.

Ο πλούτος των τεσσάρων αυτών δισεκατομμυριούχων έφτανε πέρυσι τα 25 δισεκατομμύρια δολάρια (περίπου 23,7 δισεκατομμύρια ευρώ), δηλαδή ξεπερνούσε αυτόν του 40% των κατοίκων της χώρας που θεωρούνται οι πιο φτωχοί, δηλαδή περίπου 100 εκατομμυρίων ανθρώπων σε έναν συνολικό πληθυσμό περίπου 255 εκατομμυρίων, επισημαίνει η μη κυβερνητική οργάνωση στην έκθεσή της.

Σε μια ημέρα, ένας δισεκατομμυριούχος μπορεί να έχει το χιλιαπλάσιο εισόδημα μόνον από την εκμετάλλευση της περιουσίας του από το ποσό που δαπανούν οι πιο φτωχοί κατά τη διάρκεια μιας ολόκληρης χρονιάς για να καλύψουν τις βασικές τους ανάγκες.

Η Ινδονησία κατέχει την 6η θέση στην κατάταξη των χωρών με τις μεγαλύτερες ανισότητες στον κόσμο. Το 2016, το 1% των πιο πλούσιων κατείχε σχεδόν τον μισό (49%) πλούτο της χώρας, σύμφωνα με την έκθεση.

Σε αυτήν την οικονομία που παρουσιάζει μεγάλη ανάπτυξη, ο αριθμός των δισεκατομμυριούχων έφτασε από τον έναν που ήταν το 2002 σε 20 το 2016.

Ο Ινδονήσιος πρόεδρος Τζόκο Ουιντόντο, ο οποίος ανέβηκε στην εξουσία στα τέλη του 2014, έχει θέσει ως μια από τις προτεραιότητες της πολιτικής του για φέτος τη μείωση αυτών των ανισοτήτων.

«Αυτό μπορεί να επιτευχθεί με τον καθορισμό ενός κατώτατου μισθού για όλους τους εργαζόμενους, αυξάνοντας τις δαπάνες για τις δημόσιες υπηρεσίες και υποχρεώνοντας τους μεγάλους ομίλους και τους πλούσιους ιδιώτες να καταβάλουν αυτό που τους αναλογεί σε φόρους», υπογραμμίζει η Oxfam.

«Η αύξηση του χάσματος μεταξύ των πλούσιων και του υπόλοιπου πληθυσμού αποτελεί μια σοβαρή απειλή για την ευημερία της Ινδονησίας στο μέλλον. Αν δεν καταπολεμηθούν οι ανισότητες, ο περιορισμός της φτώχειας θα γίνει ακόμη πιο δύσκολος και η κοινωνική αστάθεια μπορεί να αυξηθεί», καταλήγει στην έκθεσή της η ΜΚΟ.