Όσο ενοχλητικό και αν είναι το πρωινό ξύπνημα όταν γίνεται από τους ήχους των μαστόρων που καλουπώνουν στο διπλανό οικόπεδο για να κτίσουν μια καινούργια οικοδομή, η σκέψη και μόνο ότι –επιτέλους!- κάτι κινείται στην οικονομία είναι παρηγορητική.
Η παρηγοριά, ωστόσο, δεν κρατάει πολύ, γιατί καθώς ξεκινάς την ενημέρωση της ημέρας «σκοντάφτεις» πάνω στην είδηση που λέει: «Έπεσε πάλι ο Δείκτης Οικονομικού Κλίματος. Η αβεβαιότητα “ρίχνει” εμπόριο και κατασκευές». Πρόκειται για είδηση που στηρίζει στα στοιχεία του Ινστιτούτου Βιομηχανικού Ερευνών (ΙΟΒΕ), σύμφωνα με τα οποία «μετά την πρόσκαιρη σταθεροποίησή του στις 95,1 μονάδες στην αρχή του τρέχοντος έτους, ο Δείκτης Οικονομικού Κλίματος υποχωρεί σημαντικά τον Φεβρουάριο, στις 92,9 μονάδες, φτάνοντας στο επίπεδο όπου βρέθηκε και τον προηγούμενο Νοέμβριο».
Κι όσο και αν θέλει κάποιος να παρακάμψει αυτό το «καμπανάκι», δεν είναι εύκολο να το κάνει, αφού έρχεται την επομένη από την ανακοίνωση της Τράπεζας της Ελλάδος ότι οι εκροές των καταθέσεων τον μήνα Ιανουάριο έφθασαν στα 1,567 δισ. ευρώ και συνολικά οι αποταμιεύσεις νοικοκυριών και επιχειρήσεων υποχώρησαν στο χαμηλότερο επίπεδο από το 2001. Πίσω στην ίδια χρονιά, δηλαδή στο 2001, πρέπει να πάει κανείς για να βρει τόσο αρνητικό ισοζύγιο στην απασχόληση -απολύσεις έναντι προσλήψεων- όσο σημειώθηκε τον περασμένο Ιανουάριο, σύμφωνα με τα επίσημα στοιχεία της «Εργάνης» που με καθυστέρηση επέτρεψε η κυβέρνηση να ανακοινωθούν τις προηγούμενες ημέρες.
Το πιο ανησυχητικό, όμως, είναι η προσπάθεια της κυβέρνησης να εμφανίσει ως απολύτως τυχαία και εντελώς συμπτωματική την αρνητική τροχιά που πήραν οι τρεις αυτοί τόσο σημαντικοί δείκτες. Με παροιμιώδη αμεριμνησία και απόσταση από αυτό που όλοι οι υπόλοιποι αισθανόμαστε, οι κυβερνητικοί αξιωματούχοι προσπαθούν να μας πείσουν ότι «οσονούπω θα τρίβουμε τα μάτια» από την ανάκαμψη. Επικρίνοντας ως συμμάχους των εχθρών του λαού και της χώρας όλους όσοι δεν συμμερίζονται τις εξακολουθητικές αυταπάτες που καλλιεργεί ο πρωθυπουργός Αλέξης Τσίπρας. Ο ίδιος που πριν από ένα χρόνο (Star 1.3.2016) έλεγε: «Το Πάσχα θα έρθει μαζί με την ανάσταση της ελληνικής οικονομίας».
Βρισκόμαστε ήδη ενόψει του επόμενου Πάσχα, αλλά η… ανάσταση της ελληνικής οικονομίας μοιάζει ακόμη οραματική προοπτική. Και το πιθανότερο είναι ότι έτσι θα μείνει. Για όσο τουλάχιστον η κυβέρνηση και ο πρωθυπουργός εξακολουθούν να διακατέχονται από την ίδια νοοτροπία που είχαν όταν ήταν στην αντιπολίτευση. Την νοοτροπία που τους υπαγορεύει να κάνουν τα περισσότερα από όσα κάνουν μόνον όταν έχουν το πιστόλι στον κρόταφο και το διακύβευμα της άρνησης τους είναι η διακινδύνευση της παραμονής τους στις καρέκλες της εξουσίας.
Ανάμεσα σε πολλά άλλα, δύο γεγονότα από την επικαιρότητα των ημερών, που είχαν ως πρωταγωνιστή τον τέως υπουργό Παιδείας Νίκο Φίλη, μαρτυρούν ότι η απαλλαγή από τις ψευδαισθήσεις του παρελθόντος αργεί. Και ενδεχομένως δεν θα έρθει ποτέ. Πόθεν προκύπτει αυτό το συμπέρασμα; Από το γεγονός ότι οι ιθύνοντες της κοινοβουλευτικής ομάδας του ΣΥΡΙΖΑ οι οποίοι «άναψαν κόκκινο», απαγορεύοντας(!) την κατάθεση ερώτησης για τα εξοπλιστικά που προωθούσε ο κ. Φίλης, δεν είχαν καμία δυσκολία να εγκρίνουν άλλη ερώτηση, με συνυπογράφοντα τον ίδιο, που αφορούσε στις αρχαιολογικές έρευνες που πρέπει να προηγηθούν προτού να αρχίσουν τα έργα ανάπλασης στον χώρο του παλαιού αεροδρομίου του Ελληνικού.
Ο δικαιολογητικός ισχυρισμός πως δήθεν δεν ήταν κυβερνητική επιλογή η απαίτηση να καθυστερήσει και άλλο η έναρξη των εργασιών στο Ελληνικό, κατέρρευσε υπό το βάρος της αποκάλυψης ότι ο κανονισμός της Κοινοβουλευτικής Ομάδας του ΣΥΡΙΖΑ –κόντρα στη ρητή συνταγματική επιταγή σύμφωνα με την οποία «Οι βουλευτές έχουν απεριόριστο το δικαίωμα της γνώμης και ψήφου κατά συνείδηση»- δεν επιτρέπει στα στελέχη της κυβερνητικής παράταξης να καταθέτουν ερωτήσεις χωρίς… άδεια «άνωθεν». Άρα, για ό,τι λένε και ό,τι κάνουν οι βουλευτές του ΣΥΡΙΖΑ, η ευθύνη ανήκει αποκελιστικά στην κυβερνητική ηγεσία που, κατά τα φαινόμενα, είναι εκείνη που δίνει ή δεν δίνει το «πράσινο φως» για τις πρωτοβουλίες των βουλευτών.
Με αυτά και με πολλά άλλα, λοιπόν, η χώρα παραμένει καθηλωμένη. Επειδή η ηγεσία της κυβέρνησης δεν εννοεί να απαλλαγεί από την καλλιέργεια της ψευδαίσθησης πως δήθεν διαπραγματεύεται. Παρόλο που έχει αποδειχθεί περίτρανα ως τώρα ότι ο τρόπος της διαπραγμάτευσης που ακολουθεί μόνον σε ήττες και διαψεύσεις έχει οδηγήσει. Τί να πρωτοθυμηθεί κανείς; Τα διηνεκή capital controls ή το διαβόητο Υπερταμείο αποκρατικοποιήσεων; Τις περικοπές των συντάξεων που έγιναν και αυτές που έρχονται ή τους «κόφτες» και τη διαιώνιση των στόχων για υψηλά πρωτογενή ελλείμματα που αφαιρούν για πολλά χρόνια την δημοσιονομική διαχείριση από την ελληνική πολιτική τάξη;
Βλέπετε, οι… άτιμοι δείκτες που είτε αφορούν στο γενικό οικονομικό κλίμα είτε καταγράφουν το ύψος των καταθέσεων και τα επίπεδα της απασχόληση είναι… ξεροκέφαλοι. Και δεν υπακούουν στις κυβερνητικές εντολές. Ούτε επηρεάζονται από την κυβερνητική προπαγάνδα για το «τέλος της λιτότητας». Γι΄ αυτό και το πιθανότερο είναι ότι, δυστυχώς, τον πρωινό μας ύπνο δεν θα τον διακόπτουν ήχοι μαστόρων. Τουλάχιστον όχι τόσο συχνά όσο απαιτείται για να σταλεί το ειλικρινές μήνυμα ότι η ελληνική οικονομία πήρε και πάλι μπροστά. Με ιδιωτικές επενδύσεις. Και όχι με διορισμούς στο δημόσιο και περισσότερα συσσίτια που φαίνεται να είναι στις κυβερνητικές προτεραιότητες.
Γρηγόρης Τζιοβάρας
ΠΡΩΤΟ ΘΕΜΑ