Η συνέντευξη του πρωθυπουργού στον τηλεοπτικό σταθμό ΑΝΤ1 με βοήθησε να καταλάβω καλύτερα από ποτέ, νομίζω, γιατί τα μεγάλα ψέματα είναι πάντα πιο αποτελεσματικά από τα μικρά, τα εξωραϊστικά ψεματάκια. Να καταλάβω, δηλαδή, ποιο είναι και πώς λειτουργεί το πλεονέκτημα του χονδροειδούς, του τεράστιου, του ολοκληρωτικού, του οφθαλμοφανούς ψέματος. Τα μικρά ψέματα, βολικές αλλοιώσεις ή βελτιώσεις της πραγματικότητας, εξευτελίζουν εκείνον που τα χρησιμοποιεί, από τη στιγμή που ένας τρίτος τα εντοπίζει.
Δείτε, λ.χ., την περίπτωση του Φιγιόν. Πρώτα η αργομισθία της συζύγου, μετά των δύο παιδιών τους, στο τέλος τα δωρεάν κοστουμάκια. Εξευτελίσθηκε σταδιακά, υπερασπιζόμενος πάντα τη μικροπρέπειά του σε τρεις διαφορετικές εκδοχές της.
Η ατέλεια είναι ρεζιλίκι· αντιθέτως, το τερατώδες ψέμα (του τύπου, π.χ., δεν είναι μαύρο, είναι άσπρο) είναι η τελειότητα. Εκείνος που το εντοπίζει μπορεί μόνο να το αρνηθεί και να το καταγγείλει, πολύ δύσκολα θα καθίσει να το συζητήσει – τι να συζητήσεις όταν σου παρουσιάζουν αντεστραμμένη την πραγματικότητα; Ετσι, για τον τρίτο, τον αδαή παρατηρητή, το τεράστιο ψέμα τίθεται στο ίδιο επίπεδο με την πραγματικότητα, σαν δύο ισότιμες θέσεις· και ο αδαής διαλέγει τη θέση στην οποία τον οδηγεί η προδιάθεσή του. Αν ψήφισες Τσίπρα στις προηγούμενες εκλογές, δεν είναι απίθανο να έχεις πεισθεί από τα τεράστια ψέματα που ξεφούρνισε στη συνέντευξη, π.χ., ότι με λιγότερους φόρους έφερε καλύτερο αποτέλεσμα.
Κατάλαβα, επίσης, πόσο μοιάζουν τελικά ο Τσίπρας με τον Φιγιόν, ως προς την άνεσή τους στον χειρισμό του ψέματος. Αλλά και πόσο διαφέρουν ως προς τις επιδόσεις τους στο άθλημα. Ο Φιγιόν ήταν (διότι, πολιτικά, τον αποχαιρετήσαμε) ένας ψευταράκος, ενώ ο δικός μας είναι ένας καλλιτέχνης!
Και αλήθειες
Ομως, ας είμαι δίκαιος με τον πρωθυπουργό· είπε και αλήθειες στη συνέντευξη. Ισως το καλύτερο σχετικό παράδειγμα ήταν η απάντηση που έδωσε στην ερώτηση για τα χαμηλά ποσοστά του ΣΥΡΙΖΑ στις δημοσκοπήσεις.
Οχι, είπε, δεν απονομιμοποιούν την κυβέρνηση τα χαμηλά ποσοστά – και αν είχε σταματήσει εκεί, κανείς δεν θα μπορούσε να αμφισβητήσει το δίκιο του. Δεν πέφτουν οι κυβερνήσεις από τις δημοσκοπήσεις ή, τουλάχιστον, μόνον από αυτές. Δεν αρκούν οι δημοσκοπήσεις, όσο η κυβέρνηση έχει την κοινοβουλευτική πλειοψηφία. Θα είχε και πάλι δίκιο, ακόμη και αν έλεγε ωμά, όπως είναι το φυσικό του, ότι οι κυβερνήσεις εκλέγονται ανά τετραετία, τελεία και παύλα. Και πάλι, το μόνο που θα μπορούσες να του προσάψεις θα ήταν ότι, ως αντιπολίτευση, έλεγε και έπραττε τα αντίθετα. Εντάξει... Και ποιος δεν το κάνει;
Εκείνος όμως, με τη ροπή που έχει να κοκορεύεται όταν αρπάζεται και λογομαχεί, μας αποκάλυψε κάτι βαθύτερο και πιο αληθινό για το πώς αντιλαμβάνεται ο ίδιος τη δημοκρατία, που τόσο συχνά τη δοξολογεί. Εμένα με έφερε εδώ το πεζοδρόμιο, σιγά μη με ρίξουν οι δημοσκοπήσεις – αυτό είπε επί της ουσίας. Και είναι αλήθεια· το πεζοδρόμιο, ο όχλος, οι φασαρίες και τα συναφή είναι ισχυρότερο επιχείρημα από τις δημοσκοπήσεις. Οι δημοσκοπήσεις απλώς μας δίνουν τις τρέχουσες τάσεις στην κοινωνία, σχετικά με το πώς αντιλαμβάνονται οι πολίτες το συμφέρον τους, βάσει των πολιτικών επιλογών που προσφέρονται. Αν θέλει και στον βαθμό που θέλει, ο εκάστοτε πρωθυπουργός τις λαμβάνει υπ’ όψιν. Αλλωστε, γι’ αυτό τις επινοήσαμε και τις χρησιμοποιούμε: είναι το ασφαλέστερο μέσον για τη μέτρηση των τάσεων και των πεποιθήσεων στις σύγχρονες δημοκρατίες.
Ο πρωθυπουργός δεν τις υπολογίζει – από το απαξιωτικό ύφος της απάντησής του, θα έλεγα μάλιστα ότι «τις γράφει» κανονικά. Ακολουθεί ένα σύστημα διπλών μέτρων και σταθμών: το πεζοδρόμιο, οι δημοσκοπήσεις, τα πάντα έχουν μια σημασία που εξαρτάται από το συμφέρον του κατά την περίσταση. Αυτές οι αντιφάσεις δεν είναι απλώς το προϊόν σύγχυσης, ασυναρτησίας, προχειρότητας, χοντροκοπιάς ή ό,τι άλλο τον χαρακτηρίζει. Είναι μάλλον η βαθιά, εμπεδωμένη πεποίθησή του ότι μόνον αυτοί, ως αριστεροί και δη ριζοσπάστες, μπορούν να ερμηνεύουν αυθεντικά την κοινωνία, τις ανάγκες της, τις τάσεις της, τα συμφέροντά της. Δεν το είπε κιόλας, σε πλήρη αγανάκτηση; Είδε τον λαό να φεύγει για Πάσχα και κατάλαβε ότι ο λαός είναι καλά· αν όχι ευτυχισμένος, πάντως καλά.
Αυτό που περιγράφω παραπάνω δεν είναι τσαβισμός ή, τουλάχιστον, δεν είναι ακόμη. Είναι όμως προϋπόθεση του τσαβισμού. Ας μην παρεξηγηθώ, δεν λέω ότι ο Τσίπρας θα εξελιχθεί σε Τσάβες· λέω το αντίθετο, γιατί δεν μπορεί να εξελιχθεί σε Τσάβες. Μπορεί να το ήθελε ή να το θέλει, μπορεί όλος ο εαυτός του να τείνει προς τα εκεί. Ομως δεν γίνεται, διότι μας προστατεύει η συμμετοχή μας στην Ευρωπαϊκή Ενωση. Παρατηρούνται, βέβαια, σοβαρές φυγόκεντρες τάσεις, σε χώρες όπως η Πολωνία, η Τσεχία και η Ουγγαρία, και το μελλοντικό σχήμα της Ευρώπης είναι υπό διαμόρφωση. Η γενική αναμπουμπούλα θα ευνοούσε το ξεκίνημα μιας ηρωικής πορείας προς το ιδεώδες της Κούβας στο Αιγαίο. Παρ’ όλα αυτά, είναι και πάλι απίθανο. Στο βάθος, δεν το θέλει ο ίδιος πια, αφού δεν το σηκώνει η κοινωνία και, κυρίως, αφού γεύθηκε την εξουσία και τη βρήκε τόσο νόστιμη. Διότι ο Τσίπρας ήλθε για να μείνει, έστω και αν υποχρεωθεί μετά τις εκλογές να αφήσει την εξουσία της κυβέρνησης. Θα έχει την εξουσία της αντιπολίτευσης. Δεν είναι κακό υποκατάστατο για εθισμένους...
ΣΤΕΦΑΝΟΣ ΚΑΣΙΜΑΤΗΣ
ΚΑΘΗΜΕΡΙΝΗ