Η συμμορία φέρεται ότι διέπραξε περισσότερες από 150 ληστείες και διαρρήξεις σε εταιρείες και οικίες, στους νομούς Αττικής, Βοιωτίας, Φθιώτιδας και Ευβοίας, όπως τόνισε ο διευθυντής της Διεύθυνσης Ασφάλειας Αττικής, υποστράτηγος Χρήστος Παπαζαφείρης, κατά τη σημερινή παρουσίαση της πολύκροτης αυτής υπόθεσης.
Συνελήφθησαν, συνολικά, 15 άτομα, μεταξύ των οποίων και τα 4 αρχηγικά μέλη της οργάνωσης. Πρόκειται για 14 Έλληνες ομογενείς από ανατολικές χώρες, ηλικίας από 18 έως 40 ετών, καθώς και έναν 26χρονο Αλβανό. Παράλληλα, ταυτοποιήθηκαν 5 ακόμη μέλη της εγκληματικής οργάνωσης, που είναι, επίσης, ομογενείς από ανατολικές χώρες, ηλικίας από 20 έως 30 ετών. Όπως έγινε γνωστό σήμερα, κατά τη διάρκεια ληστείας, στις 28 Ιανουαρίου 2016, σε γραφεία εταιρείας στον Ασπρόπυργο, ο φύλακας πυροβόλησε και τραυμάτισε έναν από τους δράστες-μέλος της συμμορίας, ηλικίας 31 ετών, ο οποίος πέθανε ένα χρόνον αργότερα στο Αττικό Νοσοκομείο.
Η αστυνομία έχει εξιχνιάσει μέχρι τώρα 145 υποθέσεις, ενώ βρίσκεται σε πλήρη εξέλιξη η έρευνα. Είναι χαρακτηριστικό, μάλιστα, το γεγονός, ότι αρκετές συλλήψεις έγιναν κατά τη διάρκεια του αρραβώνα μέλους της συμμορίας, οπότε εισέβαλαν αστυνομικοί στην εκδήλωση.
Όπως υπογράμμισε ο κ. Παπαζαφείρης, διενεργήθηκαν δεκαπέντε έρευνες σε οικίες και τέσσερις σε κοντέινερ-κατοικίες, κατά τη διάρκεια των οποίων βρέθηκαν και κατασχέθηκαν, μεταξύ άλλων:
- Οκτώ αυτοκίνητα τα οποία χρησιμοποιούσαν για τη διάπραξη των εγκληματικών τους πράξεων, το χρηματικό ποσό των 15.000, περίπου
- πλήθος κοσμημάτων μεγάλης χρηματικής αξίας
- κυνηγητικό όπλο και φυσίγγια διαφόρων διαμετρημάτων
- αυτοσχέδιες μεταλλικές κατασκευές (είδη καρφιών) για το σκάσιμο ελαστικών
- ρούχα που χρησιμοποιούνταν σε περιπτώσεις ληστειών και διαρρήξεων
- καθώς και μεγάλος αριθμός τηλεφωνικών συσκευών, καρτών sim και φορητών ηλεκτρονικών υπολογιστών.
«Λάθη δεν έκαναν οι δράστες. Τους ταυτοποιήσαμε, όμως, με κατάλληλες τεχνικές και ειδικές μεθόδους. Ήταν πολύ δύσκολος ο εντοπισμός τους», τόνισε χαρακτηριστικά ο υποστράτηγος, ενώ υπογράμμισε πως η συμμορία λειτουργούσε στα πρότυπα οργανωμένων διεθνικών εγκληματικών οργανώσεων.
Ειδικότερα, όπως προέκυψε από την αστυνομική έρευνα, η οργάνωση διέθετε κεντρική δομή και ιεραρχική διάρθρωση, λειτουργούσε με καθορισμένο σχεδιασμό και μεθοδολογία, είχε τέσσερις υποομάδες, με διαφορετικούς επιχειρησιακούς συντονιστές, ενώ τα μέλη της είχαν απόλυτη αφοσίωση και προσήλωση στους στόχους της οργάνωσης. Σχετικά με τη μεθοδολογία δράσης της, αρχικά είχαν προμηθευτεί όλα τα απαραίτητα μέσα και διαρρηκτικά εργαλεία (λοστούς, βαριοπούλες, κατσαβίδια, μαχαίρια, τροχούς) για να καταφέρνουν να παραβιάζουν τις πόρτες εισόδου των εταιρειών και τα χρηματοκιβώτια. Παράλληλα, είχαν εφοδιαστεί με οπλισμό, ενώ σε κάποιες περιπτώσεις, ορισμένα από τα μέλη της οργάνωσης, έφεραν πυροβόλα όπλα και Καλάσνικοφ, ενώ στον εξοπλισμό τους είχαν και φορητούς ασυρμάτους για να παρακολουθούν τις συχνότητες της αστυνομίας.
Σε περίπτωση εντοπισμού τους από αστυνομικούς, δεν δίσταζαν να κάνουν χρήση των πυροβόλων όπλων τους. Ενδεικτικά, πυροβόλησαν εναντίον αστυνομικών της Άμεσης Δράσης, στις 9 Ιανουαρίου 2017, στη Μεταμόρφωση μετά από διάρρηξη σε εταιρεία, καθώς και εναντίον οχήματος της ΟΠΚΕ στις 7 Μαρτίου 2017, στα Άνω Λιόσια, έπειτα από διαδοχικές ληστείες σε δύο επιχειρήσεις.
Ορμητήριο της συμμορίας, σύμφωνα πάντα με την αστυνομία, ήταν ο οικισμός του στρατοπέδου Καποτά, στις Αχαρνές, όπου συγκεντρώνονταν πριν, αλλά και μετά από κάθε ενέργεια. Εκεί υπήρχαν κοντέινερ τα οποία χρησιμοποιούσαν ως κρησφύγετα, ενώ σε αυτά έκρυβαν τα μέσα που τους διευκόλυναν στη δράση τους και σε κάποιες περιπτώσεις τα κλοπιμαία. Σημειώνεται, παράλληλα, ότι τα μέλη της οργάνωσης «χτυπούσαν» τους στόχους τους, κυρίως τα ξημερώματα.
Οι δράστες χρησιμοποιούσαν εκατοντάδες τηλεφωνικές συνδέσεις, ενεργοποιημένες σε στοιχεία ανύπαρκτων αλλοδαπών, τις οποίες άλλαζαν συνεχώς. Για να συνεννοούνται μεταξύ τους, χρησιμοποιούσαν κωδικοποιημένες εκφράσεις, ενώ σε όλα τα στάδια των ενεργειών τους, χρησιμοποιούσαν συνεργούς τους, που λειτουργούσαν ως προπομποί και «τσιλιαδόροι», με οχήματα ιδιοκτησίας τους. Όσον αφορά τα οχήματα που χρησιμοποιούσαν, ήταν κλεμμένα ή τα αφαιρούσαν από την εταιρεία ή τον φύλακα, ενώ τοποθετούσαν πλαστές πινακίδες που αντιστοιχούσαν σε ίδιου τύπου, μάρκας και χρώματος αυτοκίνητο, ώστε να είναι αδύνατος ο εντοπισμός τους. Στα αυτοκίνητα που χρησιμοποιούσαν, τοποθετούσαν τα χρηματοκιβώτια που έκλεβαν, ενώ στη συνέχεια τα πυρπολούσαν, ώστε να εξαφανίσουν τυχόν ίχνη που θα οδηγούσαν στον εντοπισμό τους. Επιπλέον χρησιμοποιούσαν καρφιά για να αποτρέψουν πιθανή καταδίωξή τους από αστυνομικά οχήματα.
Επίσης, κατά τη διάπραξη των ληστειών και των κλοπών, κάλυπταν τα χαρακτηριστικά των προσώπων τους με κουκούλες, μαντίλια και κουκούλες των μπουφάν τους, ενώ φορούσαν γάντια, για να μην αφήνουν ίχνη.
Όσον αφορά στο αν βρέθηκαν χρήματα από τα περίπου 10 εκατ. ευρώ που ήταν η συνολική λεία των δραστών, ο επικεφαλής της Υποδιεύθυνσης Δίωξης Εγκλημάτων Κατά Ζωής και Ιδιοκτησίας, Γιώργος Παπασηφάκης, τόνισε ότι σχεδόν όλο το ποσό το δαπάνησαν κάνοντας μεγάλη ζωή.
Ο εκπρόσωπος Τύπου της Ελληνικής Αστυνομίας, Θεόδωρος Χρονόπουλος, από την πλευρά του, ανέφερε, μεταξύ άλλων, ότι η Διεύθυνση Ασφάλειας Αττικής, από τις αρχές Απριλίου έχει καταφέρει: Να εξαρθρώσει 21 εγκληματικές ομάδες, που καλύπτουν το μεγαλύτερο φάσμα του κοινού και οργανωμένου εγκλήματος, να συλλάβει 1.143 δράστες διαφόρων εγκληματικών πράξεων και να εξιχνιάσει 515 σημαντικές υποθέσεις, όπως 10 ανθρωποκτονίες και απόπειρες ανθρωποκτονιών, 454 ληστείες και κλοπές, καθώς και διάφορά άλλα αδικήματα.