Η Begum και το δίκτυο που κινείται στο Χαϊντεραμπάντ
«Εκείνη την νύχτα με πήρε μαζί του. Μου έκανε πράγματα με το ζόρι. Εγώ έκλαιγα. Μου είπε: Σε έχω αγοράσει και μπορώ να σε κάνω ότι θέλω. Έχω δώσει στους γονείς σου χρήματα και μπορώ να σε χρησιμοποιώ για όσο θέλω. Απλώς κράτα το στόμα σου κλειστό» δήλωσε η 19χρονη Muneera Begum, κάτοικος του Χαϊντεραμπάντ της Ινδίας και θύμα των κυκλωμάτων που οργανώνουν ψεύτικους γάμους.
Η ίδια προσθέτει πως ήταν μόνο 12 χρονών όταν οι γονείς τις την πούλησαν σε έναν 70χρονό άνδρα από το Ομάν, ο οποίος και την παντρεύτηκε. Η Begum αποκαλεί αυτόν το γάμο ένα «μαρτύριο».
«Δεν ήμουν μορφωμένη οπότε δεν μπορούσα να καταλάβω όλα όσα γίνονταν. Είχα μια παιδικότητα μέσα μου», αφηγείται η νεαρή Ινδή και αποκαλύπτει πως για δύο μήνες κρατούταν κλειδωμένη σε ένα δωμάτιο και πως ο άνδρας της την χρησιμοποιούσε μονάχα για σεξουαλικούς λόγους.
«Αν έπρεπε να πάει κάπου, θα με κλείδωνε μέσα και όταν ερχόταν αργότερα θα ξεκίναγε πάλι το βασανιστήριο», λέει.
Η αστυνομία αναφέρει πως υπάρχουν εκατοντάδες υποθέσεις σαν αυτή της Begum στην παλιά πόλη του Χαϊντεραμπάντ.
Πιο συγκεκριμένα λένε πως σε αυτήν την περιοχή είναι σύνηθες οι φτωχότερες οικογένειες να πουλάνε τα νεαρά κορίτσια τους δίχως την συναίνεση τους σε γηραιότερους τουρίστες που έρχονται εκεί γυρεύοντας για σεξ.
Στο Χαϊντεραμπάντ, οι ιστορίες που έχουν να κάνουν με φυσική και σεξουαλική κακοποίηση είναι πλέον αμέτρητες. Αυτό το φαινόμενο μάλιστα, υποστηρίζεται και διατηρείται από ένα ευρύ δίκτυο εγκληματιών. Διακινητές ανθρώπων, πράκτορες, μεσάζοντες και κληρικοί παίρνουν όλοι μέρος σε αυτό το μεγάλο κόλπο.
Οι φτωχές οικογένειες είναι η εύκολη λεία
Οι πράκτορες βρίσκονται σε διάφορες χώρες της Μέσης Ανατολής και της Αφρικής. Γνωρίζουν κάποιους μεσάζοντες στο Χαϊντεραμπάντ (που είναι η πόλη με το μεγαλύτερο ποσοστό Μουσουλμάνων στην Ινδία), οι οποίοι προσεγγίζουν φτωχές οικογένειες και τις πείθουν να πουλήσουν τις ανήλικες κόρες τους ώστε να διασφαλίσουν κάποια χρηματικά ποσά που χρειάζονται επειγόντως.
Οι πράκτορες με την σειρά τους έχουν πολλούς πελάτες, συνήθως ηλικιωμένους άνδρες, οι οποίοι είναι έτοιμοι να ταξιδέψουν στο Χαϊντεραμπάντ για να βρουν την μέλλουσα «γυναίκα» τους.
Όταν οι άνδρες φτάνουν στην πόλη, οι μεσάζοντες τους δείχνουν μια πλειάδα από μικρά κορίτσια και ο πελάτης αποφασίζει ποια απ’ όλες θέλει για γυναίκα του.
Στη συνέχεια αναλαμβάνει ένας θρησκευτικός κληρικός, ο οποίος είναι και αυτός μέρος της εγκληματικής οργάνωσης, υπογράφοντας ταυτόχρονα ένα πιστοποιητικό γάμου (το οποίο δεν έχει καμία νομική ισχύ) και ένα πιστοποιητικό διαζυγίου με μελλοντική ημερομηνία.
Αυτό που ακολουθεί είναι όμως το πραγματικό μαρτύριο για τις κοπέλες. Ο άνδρας χρησιμοποιεί το κορίτσι για σεξουαλικούς σκοπούς για μερικές εβδομάδες ή ακόμη και μήνες, και έπειτα την αφήνει και δεν γυρνάει ποτέ πίσω.
Μερικές κοπέλες πέφτουν θύματα ομαδικών βιασμών ενώ δεν είναι λίγες οι καταγγελίες ότι οι άνδρες που τις αγοράζουν τις ναρκώνουν.
Οσο για το πώς μια μάνα αποφασίζει να πουλήσει κατά αυτόν τον τρόπο την κόρη της, η μάνα της Begum εξηγεί πως η 5μελής οικογένειά της ζούσε σε άθλιες συνθήκες σε ένα μικροσκοπικό δωμάτιο σε μια από τις φτωχότερες συνοικίες της πόλης. ο άνδρας της ήταν αλκοολικός και δεν είχαν καθόλου λεφτά, όποτε θεώρησε πως το να πουλήσει την κόρη της θα έφερνε μονάχα καλό στην οικογένεια τους, συμπεριλαμβανομένου και της Begum.
«Πιστεύαμε πως αν το κάναμε θα μπορούσαμε να έχουμε την οικονομική δυνατότητα να πάμε σε ένα μικρό σπίτι και να ζήσουμε εκεί. Πως η ζωή μας και της κόρης μας θα γινόταν καλύτερη. Αυτό πιστεύαμε πως ήταν το σωστότερο να κάνουμε».
«Το όνειρο μου είναι όλα τα κορίτσια να είναι ευτυχισμένα»
Η Begum είναι πλέον μητέρα μιας κόρης που απέκτησε από έναν άνδρα που αναγκάστηκε να παντρευτεί. Όταν αυτή έμεινε έγκυος, ο άνδρας της τήν χώρισε μέσω τηλεφώνου. Η ίδια δηλώνει πως ήταν τόσο θλιμμένη που προσπάθησε ακόμη και να αυτοκτονήσει.
«Συνήθιζα να κλαίω πολύ. Πονούσα τόσο πολύ που πίστευα ότι η ζωή μου είναι μάταιη. Προσπάθησα μέχρι και να κόψω τις φλέβες μου».
Ευτυχώς για την ίδια, την βρήκε ένας τοπικός υπάλληλος μιας μη κυβερνητικής οργάνωσης, ονόματι Shaheen, η οποία κάνει προσπάθειες για να σταματήσει τα κυκλώματα που οργανώνουν τους ψεύτικους γάμους.
Η οργάνωση προσπαθεί επίσης να διασώσει όσες κοπέλες βρίσκονται σε αυτήν την κατάσταση και μετά να αποκαταστήσει την ψυχική τους υγεία. Τους προσφέρουν μαθήματα ραπτικής και χρήσης ηλεκτρονικών υπολογιστών, σε μια προσπάθεια να κάνουν τις κοπέλες οικονομικά ανεξάρτητες.
Η Jameela που είναι μέλος της οργάνωσης εδώ και 20 χρόνια, αναφέρει πως έχει βοηθήσει περισσότερες από 100 κοπέλες με άμεσο τρόπο και περίπου 1.000 εμμέσως: «Το όνειρο μου είναι όλα τα κορίτσια να είναι ευτυχισμένα, να ευχαριστιούνται την ζωή τους στο μέγιστο και να νοιώσουν ελεύθερες» δηλώνει.
Όταν η Begum απευθύνθηκε στην οργάνωση, η αστυνομία συνέλαβε τον μεσολαβητή που ενεπλάκη στην πώληση της.
Η κοπέλα δηλώνει: «Δεν θέλω καμία κοπέλα να πέσει θύμα όπως έπεσα εγώ. Νοιώθω ακόμα μέσ’την καρδιά μου τον πόνο που αντιμετώπισα και δεν θέλω καμία άλλη κοπέλα να νοιώσει κάτι ανάλογο».