του Επίμονου Δεξιού
Στην υπό πλήρη παρακμή και κατάρρευση πατρίδα μας, που καίγεται, ρυπαίνεται κι ουδενός καρφάκι καίγεται, λαμβάνει αυτές τις μέρες χώρα, όπως κάθε χρόνο η πλέον ελάχιστα Διεθνής, στοιχειωδώς μόνο Έκθεση, αλλά οπωσδήποτε πολύ, στα όρια του φολκλόρ, Θεσσαλονίκης.
Έθος αρχαίο θέλει, στα πλαίσια της συγκεκριμένης Έκθεσης, ο πρωθυπουργός να εξαγγέλει μέτρα που δεν σκοπεύει να υλοποιήσει ή που δεν μπορεί, κι αντιστοίχως ο αρχηγός της αξιωματικής αντιπολίτευσης να υπόσχεται από μαλλιά σε φαλακρούς μέχρι γαμπρούς σε άγαμες κορασίδες. Φυσικά, ο Αλέξης της καρδιάς μας, ξεπέρασε τους πάντες και υπό τις δύο ιδιότητες, αφένος με το Πρόγραμμα Θεσσαλονίκης, όπου μας αποκάλυψε πως επί των ημερών του έρχεται η Τελική Κρίση -αυτό ήταν όντως αληθές- κι ο ερχομός του στην εξουσία θα σημάνει την έγερση των εν τοις μνημείοις και αφετέρου, όταν ως πρωθυπουργός και μετά το θέρος του 2015 εμφανίστηκε με θράσος που νομίζω ουδείς πολιτικός ανήρ από τους χρόνους του Αλκιβιάδη θα διανοείτο να επιδείξει ποτέ. Αλλά σήμερα, δεν θα μας απασχολήσει, ο μοιραίος Αλέξης, όπως τον προσφωνεί εύστοχα ο αγαπητός μου Μάνος Στεφανίδης.
Σήμερα θα ασχοληθούμε με τον Κυριάκο Μητσοτάκη.
Δε θα σταθώ καθόλου στις υποσχέσεις, στις δεσμεύσεις ή στις προτάσεις του. Είπαμε, το αρχαίον έθος της ΔΕΘ, επιτάσσει. Συν τοις άλλοις, ίσως για κάποιους τα όσα είπε να ακούστηκαν σαν ένας φιλελεύθερος λαϊκισμός, που επίσης χαϊδεύει αυτιά, απλώς αυτά ανήκουν σε διαφορετικά κεφάλια πιθανότατα. Ασφαλως και το κυριότερο πρόβλημα των ελληνικών ΑΕΙ και ΤΕΙ δεν είναι οι αφίσες της ΔΑΠ ενώ σήμερα τουλάχιστον, ο ρόλος των φοιτητικών παρατάξεων στη διοίκηση, με βάση τον ισχύοντα νόμο, είναι αρκετά κολοβωμένος έως ασήμαντος αλλά προφανώς όλα αυτά συνδέονται με την παγιωμένη στο φιλελεύθερο χώρο ιδεοληψία πως για το χάλι των ελληνικών ανώτερων και ανώτατων εκπαιδευτικών ιδρυμάτων φταίει το ότι η ΠΑΣΠ πάει στα μπουζούκια και η ΔΑΠ στο Μπάνσκο, μια ιδεοληψία που αφήνει στο απυρόβλητο μάλλον, τους βασικότερους υπευθύνους της κατάστασης που επικρατεί στο χώρο της ανώτατης παιδείας, καθηγητές και πρυτάνεις που ασκούν διδακτικό και διοικητικό έργο και η εξαπόλυση πυρών προς τις -οπωσδήποτε πολλά αμαρτήματα φέρουσες- φοιτητικές παρατάξεις είναι ένας εύκολος τρόπος να αποφευχθεί η συζήτηση για τις δικές τους αβελτηρίες.
Ούτε φυσικά έχει ιδιαίτερη αξία, κατά τη γνώμη μου, το πώς ο Κυριάκος Μητσοτάκης θα πείσει τους εταίρους για μείωση της φορολογίας των Ελλήνων, οικοδομώντας σχέσεις εμπιστοσύνης μαζί τους ή αν όντως και με ποιό τρόπο θα κατορθώσει να μειώσει τον ΕΝΦΙΑ κατά 30% εντός 2 ετών, όπως και πέρσι άλλωστε από το ίδιο βήμα είχε εξαγγείλει. Και δεν έχει αξία, όχι γιατί αμφισβητώ την ειλικρίνεια του ανδρός ή τις αγαθές του προθέσεις αλλά γιατί, όσο να’ ναι, πολλά έχουμε ακούσει, διαβάσει, ζήσει από τη ΔΕΘ του 2009 -και παλαιότερα φυσικά- μέχρι και σήμερα κι όσο να πεις, μια επιφυλακτική διάθεση την έχουμε οι εχέφρονες, καθώς το ουσιαστικό δεν είναι να αλλάξουμε το Μεσσία του κρατικοδίαιτου, με πινελιές ξεθωριασμένου κομμουνισμού, Ελληνισμού με το φιλελεύθερο Ιππότη που θα σκοτώσει το δράκο και θα ελευθερώσει την πριγκίπισσα Αγορά.
Τί έχει αξία και σημασία τότε; Ο λόγος και η παρουσία του Κυριάκου Μητσοτάκη. Δεν αναφέρθηκε ούτε μία φορά στον Αλέξη Τσίπρα. Δεν ανέβασε ούτε μία φορά τον τόνο της φωνής του. Δεν έδειξε οργή και δεν τάισε οργή. Πολλές φορές έχει καταγγείλει την καταστροφική σε όλους τους τομείς πολιτική του τσίρκου τΣΥΡΙΖΑΝΕΛ. Χθες στο Βελλίδειο, όχι. Και γιατί έχει σημασία αυτό; Γιατί επαναφέρει την πολιτική στην πραγματική, την πιο ουσιαστική της διάσταση· την ανάδειξη και την επίλυση των προβλημάτων μιας κοινωνίας, ενός κράτους.
Ο Κυριάκος Μητσοτάκης χθες, δεν ήταν τέλειος ή άψογος. Ίσως οι λύσεις του να μην αρέσουν σε όλους, ίσως να μην είναι απόλυτα εφικτές, ίσως για κάποιους να μην κινούνται καν στη σωστή κατεύθυνση. Αλλά σίγουρα ο πρόεδρος της ΝΔ δεν έδειξε ούτε μια στιγμή να κινείται πάνω στον άξονα του μίσους και του διχασμού που εξέθρεψαν στα χρόνια της κρίσης από το γελοίο μόρφωμα που ο ελληνικός λαός του εμπιστεύθηκε τις τύχες του μέχρι τους νεοναζί που ρυπαίνουν την ελληνική δημοκρατία σχεδόν όσο και η πρόσφατη πετρελαιοκηλίδα τα νερά του Σαρωνικού.
Το παρελθόν δεν υπήρχε πουθενά στην ομιλία του Μητσοτάκη. Ξέρουμε τί έγινε. Ο καθένας έχει την άποψή του, την γνώμη του για τα πράγματα, την οπτική από την οποία βλέπει και κρίνει τα γεγονότα. Ουδέν έχουμε να ωφεληθούμε από το αν ο Κυριάκος Μητσοτάκης κατηγορήσει τον Κώστα Καραμανλή για τη διόγκωση του ελλείμματος (ευθύνη που αναντίρρητα φέρει), αν διακηρύξει την αμέριστη υποστήριξη του στον κ. Γεωργίου, αν ομολογήσει πως Ένας είναι ο Θεός κι ο Γεώργιος Ανδρέα Παπανδρέου, ο Προφήτης Του. Το ζητούμενο είναι, παντού, πάντα, σε κάθε πραγματική πολιτική συζήτηση, το τί κάνουμε τώρα, πώς αντιμετωπίζουμε τα προβλήματα μας σήμερα και αύριο, πώς σχεδιάζουμε το μέλλον μας και το μέλλον της επόμενης γενιάς κι όχι ποιά ήταν η ταυτότητα ανήλικων φονευθέντων στο Μελιγαλά ούτε σύγκριση εγκληματικής αποτελεσματικότητας ανάμεσα στους κομμουνιστές και τους ναζί, θέματα που επί τΣΥΡΙΖΑΝΕΛ σχεδόν μονοπωλούν το δημόσιο λόγο, ώστε να αντικαταστήσουν έτσι την καταφανή απουσία κάθε πραγματικά πολιτικής πρότασης.
Στη χθεσινή ομιλία του Κυριάκου Μητσοτάκη οι Έλληνες δεν ήταν ούτε περιούσιος ούτε καταδιωκόμενος λαός. Ούτε κακοιμοίρηδες που επιζητούν τον οίκτο, ούτε προγονόπληκτοι που τους χρωστούν όλοι οι άλλοι. Μιλούσε για έναν λαό που πέρασε και περνάει μια δύσκολη δοκιμασία αλλά που αν πιστέψει στις δυνάμεις του και τις αξιοποιήσει όπως πρέπει, θα την ξεπεράσει και θα μπορέσει να ευημερήσει και να ευτυχήσει. Κι εμένα προσωπικά, μου άρεσε πάρα πολύ ο ελληνικός λαός που «είδε» και παρουσίασε χθες ο Κυριάκος Μητσοτάκης.