11 Σεπτεμβρίου 2017

Σ. Κασιμάτης: Η σημασία του φόντου

Η​​ πρώτη επίσημη επίσκεψη του Μακρόν στο εξωτερικό ήταν χρήσιμη και για τις δύο πλευρές· τόσο ο επισκέπτης όσο και ο οικοδεσπότης χρειάζονταν ο ένας τον άλλον ως φόντο. Εδώ, όμως, παύει η σύγκλιση των σκοπών και σχεδόν σε όλα τα υπόλοιπα οι δύο πλευρές αποκλίνουν· ακόμη και στην έννοια που έδωσε η κάθε μία στον συγκεκριμένο όρο: ο μεν Μακρόν ήθελε την Πνύκα και τον Παρθενώνα ως φόντο του ευρωπαϊκού σχεδίου του (ο Τσίπρας ήταν, ας πούμε, ο αναπόφευκτος διαχειριστής του χώρου...), ο δε Τσίπρας ήθελε τον Μακρόν αυτοπροσώπως ως φόντο της «ανάκαμψης» που θα εξαγγείλει από το βήμα της ΕΘ (αυτήν που, κακώς, οι περισσότεροι τη λένε από συνήθεια ΔΕΘ).


Το ευρωπαϊκό σχέδιο του Γάλλου προέδρου ήταν γνωστό – το είχε ήδη παρουσιάσει στη Μέρκελ. Με φόντο, όμως, την Πνύκα και τον Παρθενώνα η παρουσίαση απευθυνόταν πια προς όλο τον κόσμο, με την ξεχωριστή επισημότητα της περίστασης να υποβάλλεται από το κύρος των αρχαιότερων συμβόλων της ευρωπαϊκής Δύσης στο φόντο. Oλα αυτά έχουν ιδιαίτερη σημασία για τον Μακρόν: Είναι λάτρης της Ιστορίας και έχει μιλήσει για την ανάγκη να ξαναβρεθεί «το νόημα της ιστορικής αφήγησης» στην ευρωπαϊκή πολιτική και στη συνείδηση των Ευρωπαίων. Αυτό ήταν το διήμερο του Γάλλου προέδρου στην Αθήνα: Ενα «event» στο πλαίσιο της διεθνούς ατζέντας του, για τη διοργάνωση του οποίου δάνεισε την αναμφισβήτητη λάμψη του στην ελληνική κυβέρνηση. Και το έκανε με πολλή προσοχή: Οι θέσεις του Μακρόν για το ελληνικό δράμα ήσαν γνωστές και μάλιστα εναρμονισμένες με τις κατευθύνσεις του Βερολίνου.

Η επίσκεψη Μακρόν ήταν ένα «quid pro quo», απολύτως θεμιτό. Το λυπηρό της υπόθεσης, από την πλευρά μας, ήταν ότι έδειξε για μία ακόμη φορά πόσο αδιάφορη είναι, στο βάθος, η κυβέρνηση για την Ευρώπη στην οποία υποτίθεται ότι ανήκουμε. Η ελληνική αντιφώνηση στα όσα πολύ ενδιαφέροντα είπε από την Αθήνα ο πρόεδρος της Γαλλικής Δημοκρατίας δεν είχε κεντρική ιδέα. Η ελληνική πρόταση –αν υποθέσουμε ότι μπορεί να συντεθεί από τις ομιλίες των Ελλήνων επισήμων– ήταν ένας καταιγισμός ανούσιου βερμπαλισμού, που μόλις κατάφερνε να κρύψει την αδιαφορία της κυβέρνησης του εξυπνότερου λαού του κόσμου για την ένωση των χωρών που δεν έχουν «ήλιο και τσίπουρο», όπως θα έλεγε ο πρωθυπουργός. Ναι στην κοινή οικονομική πολιτική στην Ευρωζώνη, αλλά με περιθώριο και για ανεξάρτητη οικονομική πολιτική, πρότεινε ο Τσίπρας – δηλαδή τίποτε, διότι και το ένα και το άλλο, έτσι γενικώς, δεν γίνεται. Η δε πρόταση για υπουργό Κοινωνικής Συνοχής ήταν της ίδιας βαρύτητας σαν να πρότεινε υπουργό Μακεδονίας-Θράκης στην Ευρωζώνη.

Ανούσια και η ομιλία του Προέδρου της Δημοκρατίας στο δείπνο. Ξεκίνησε με τις απαραίτητες επικλήσεις στις αυθεντίες (Μαλρώ, Ρομιγύ) και, απλώς, περιέγραψε στη συνέχεια τα προβλήματα της Ευρώπης σε υψηλό και μάλλον νεφελώδες ύφος, έντονα επηρεασμένο από τον περιρρέοντα αριστερό λυρισμό – ευτυχώς, όμως, χωρίς Μινώταυρο. Η υπόλοιπη ήταν η πασίγνωστη πια «shopping-list» με τα παράπονα και τις ανασφάλειές μας· τα λεγόμενα εθνικά θέματα: Τουρκία, Κύπρος, αμφισβητήσεις Λωζάννης, Τίρανα, Σκόπια.

Αν ανοίξουμε κάπως την προοπτική της εικόνας μπορούμε να εκτιμήσουμε καλύτερα τη σημασία της συγκεκριμένης γραφικότητας. Eρχεται, στο πρώτο επίσημο ταξίδι του εκτός Γαλλίας, ο νέος και χαρισματικός πρόεδρος της Γαλλίας που θεωρείται από πολλούς ελπίδα της Ευρώπης και χρησιμοποιεί την Ακρόπολη ως πλατφόρμα μια εξαγγελίας ευρωπαϊκού ενδιαφέροντος· κι εμείς του κλαιγόμαστε για τα Σκόπια και τα Τίρανα; Τόση καρμιριά; Oταν αποφεύγουμε τη σκυτάλη που μας προσφέρουν –έστω και ο ρόλος μας στην υπόθεση είναι μικρός– και απαντάμε με τα προαιώνια, τα απαράγραπτα δίκαια του Ελληνισμού και πάει λέγοντας, παίρνουμε μόνοι τη θέση μας στο περιθώριο.

Προσφάτως, με αφορμή άρθρο του Αλ. Παπαχελά, θυμηθήκαμε τον Ελευθέριο Βενιζέλο και τη δύναμή του να λέει στους Eλληνες εκείνο που ο ίδιος θεωρούσε αλήθεια. Eχει σημασία ότι ο Βενιζέλος ως πολιτικός τοποθετούσε τον εαυτό του και τη χώρα του μέσα στον κόσμο...

ΣΤΕΦΑΝΟΣ ΚΑΣΙΜΑΤΗΣ
ΚΑΘΗΜΕΡΙΝΗ