02 Ιανουαρίου 2018

Ο Τσίπρας θέλει εκλογές αν μπορέσει το ’19 αλλά... κι αν του κάτσει το ’18

Οι παροχές και η προετοιμασία για κάλπες το φθινόπωρο του 2018 ξεκίνησαν, αλλά το μεγάλο παζάρι με τους δανειστές για τη μεταμνημονιακή εποχή (αξιολόγηση, εποπτεία, διορθωτικά μέτρα) θα αρχίσει την άνοιξη  και θα κρίνει τον χρόνο των εκλογών

Το ερώτημα είναι καυτό και στο επίκεντρο όλων των ανά την επικράτεια πολιτικών συζητήσεων: Πότε θα γίνουν εκλογές; Στην πραγματικότητα, ούτε ο ίδιος ο πρωθυπουργός μπορεί να δώσει κατηγορηματική απάντηση. Η απόφαση μπορεί σε μεγάλο βαθμό να είναι δική του, αλλά κυρίως θα εξαρτηθεί από τις συνθήκες. Αυτός είναι και ο λόγος που στο Μαξίμου έχουν επεξεργαστεί σενάρια προκειμένου να είναι έτοιμοι για κάθε ενδεχόμενο.

Επισήμως η κυβέρνηση δεν χάνει ευκαιρία να επαναλαμβάνει σε όλους τους τόνους ότι πρόθεσή της είναι να εξαντλήσει την τετραετία. Ο Αλέξης Τσίπρας  και το επιτελείο του θα ήθελαν να έρθουν έτσι τα πράγματα ώστε να καταφέρουν να φτάσουν στο φθινόπωρο του 2019. Εχουν συνείδηση, ωστόσο, πως αυτό δεν είναι εύκολο.

Το ενδεχόμενο να προκύψουν εκλογές από τη μη συνοχή της κοινοβουλευτικής πλειοψηφίας δεν μπορεί θεωρητικά να αποκλειστεί, αλλά συγκεντρώνει αμελητέες πιθανότητες εάν δεν μεσολαβήσει κάποιο έκτακτο γεγονός. Ν.Δ. και ΠΑΣΟΚ ποντάρουν στη διαφορά που υπάρχει μεταξύ ΣΥΡΙΖΑ και ΑΝ.ΕΛ. για το Μακεδονικό. Οπως μας είπε κυβερνητική πηγή, το πρόβλημα είναι υπαρκτό, αλλά δεν πρόκειται να αφεθεί να ρίξει την κυβέρνηση. Ακόμα και στην περίπτωση που δεν βρεθεί τρόπος να παρακαμφθεί το πρόβλημα, οι διαπραγματεύσεις για την ονομασία θα παραταθούν για μετά το φθινόπωρο.

Αφήνοντας, λοιπόν, στην άκρη την ανατροπή της κυβέρνησης λόγω εσωτερικού ρήγματος, η πρώτη εξωτερική δοκιμασία είναι οι διαπραγματεύσεις με το ευρωιερατείο για τους όρους εξόδου της Ελλάδας από τα μνημόνια. Η κυβέρνηση εδώ και καιρό μιλάει για «καθαρή έξοδο» επειδή ακριβώς δεν είναι δεδομένη. Κι όταν μιλάει για «καθαρή έξοδο» δεν αναφέρεται στις δεσμεύσεις που έχουν ήδη συμφωνηθεί για τη μεταμνημονιακή περίοδο, όπως το ύψος των πρωτογενών πλεονασμάτων.

Οταν θα έχουν ολοκληρωθεί τα εναπομείναντα προαπαιτούμενα και θα κλείσει και η 4η αξιολόγηση, θα αρχίσει η διαπραγμάτευση για τους όρους εξόδου. Υπολογίζεται ότι αυτό θα συμβεί τον ερχόμενο Απρίλιο. Το κρίσιμο ερώτημα που θα τεθεί στο επίκεντρο αυτής της διαπραγμάτευσης είναι η επιβολή ή όχι στην Ελλάδα πρόσθετων δεσμεύσεων, καθώς και η ένταση της δεδομένης μεταμνημονιακής εποπτείας.

Σύμφωνα με αξιόπιστες πληροφορίες, το ζήτημα αυτό δεν απασχολήσει επισήμως και συστηματικά το ευρωιερατείο και πολύ περισσότερο δεν έχει ληφθεί σχετική απόφαση. Από τις πρώτες άτυπες συζητήσεις, ωστόσο, έχει διαφανεί καθαρά ότι υπάρχουν δύο γραμμές στους κόλπους του:

Η πρώτη εκφραζόταν από τον Βόλφγκανγκ Σόιμπλε και τους σκληροπυρηνικούς υπουργούς Οικονομικών που ευθυγραμμίζονταν μαζί του. Σύμφωνα με αυτή τη γραμμή, πρέπει να ζητηθούν από την Ελλάδα «εθνικές εγγυήσεις» με τη μορφή πρόσθετων δεσμεύσεων και ρητρών ώστε να διασφαλιστεί πως δεν θα προκύψει τα επόμενα χρόνια κάποιου είδους δημοσιονομικός εκτροχιασμός.

Το ενδεχόμενο της προληπτικής πιστωτικής γραμμής που προ καιρού επανήλθε στο προσκήνιο από τον διοικητή της Τραπέζης της Ελλάδος Γιάννη Στουρνάρα εντάσσεται σ’ αυτή τη γραμμή, η οποία επικαλείται και πιθανές δυσκολίες δανεισμού της Ελλάδας από τις αγορές.

Η δεύτερη εκφραζόταν από τον επίτροπο Πιερ Μοσκοβισί, τη γαλλική πλευρά, την ιταλική πλευρά και σε σημαντικό βαθμό από τον πρόεδρο της Κομισιόν Ζαν-Κλοντ Γιούνκερ. Στην ίδια πλευρά αναμένεται να ταχθεί και ο νέος πρόεδρος του Eurogroup, o Πορτογάλος υπουργός Οικονομικών Μάριο Σεντένο.

Ολοι οι παραπάνω υποστηρίζουν ότι η Ελλάδα έχει περάσει τις εξετάσεις της και οι δεσμεύσεις που έχει ήδη συμφωνήσει για τη μεταμνημονιακή περίοδο είναι επαρκείς για να αποτραπεί δημοσιονομικός εκτροχιασμός. Ως εκ τούτου, υπάρχουν οι προϋποθέσεις για «καθαρή έξοδο». Οι υποστηρικτές αυτής της γραμμής μάλιστα προβάλλουν το επιχείρημα ότι είναι προς το συμφέρον της Ευρωζώνης να προσδώσει στην ολοκλήρωση του 3ου Μνημονίου τον χαρακτήρα ενός success story, που θα είναι επιτυχία και για την Ελλάδα, αλλά και για την Ευρωζώνη.

Η πείρα μάς διδάσκει πως, όταν στους κόλπους του ευρωιερατείου υπάρχει διάσταση απόψεων, τελικώς προκύπτει συμβιβασμός κάπου στη μέση. Αυτό αναμένεται να συμβεί και στη συγκεκριμένη περίπτωση. Το κρίσιμο ερώτημα είναι ποιο θα είναι το περιεχόμενο αυτού του συμβιβασμού, δεδομένου ότι το Μαξίμου έχει διαμηνύσει πως δεν πρόκειται να δεχθεί πρόσθετες δεσμεύσεις.

Σύμφωνα με καλά πληροφορημένη πηγή, η ελληνική κυβέρνηση έχει αφήσει να εννοηθεί σε Ευρωπαίους συνομιλητές της ότι, εάν πιεστεί, δεν θα διστάσει να προκηρύξει εκλογές πριν από τη λήξη του 3ου Μνημονίου (Ιούνιο). Ο κ. Τσίπρας θα βγει να πει στον ελληνικό λαό πως, παρά τις έντονες διαφωνίες της, η κυβέρνησή του εφάρμοσε στο ακέραιο το 3ο Μνημόνιο και πως δεν είναι διατεθειμένος να αποδεχθεί πρόσθετες δεσμεύσεις που απαιτούν αυθαιρέτως οι δανειστές. Θα καλέσει μάλιστα τον Κυριάκο Μητσοτάκη να ξεκαθαρίσει εάν αυτός τις αποδέχεται ή όχι.

Είναι προφανές πως μια τέτοια πολιτική κίνηση θα φέρει σε δυσχερή θέση τη Ν.Δ. Ο αρχηγός της θα πρέπει ή να απορρίψει τις απαιτήσεις των δανειστών, ευθυγραμμιζόμενος αντικειμενικά με την άρνηση της κυβέρνησης Τσίπρα, ή να εμφανιστεί πως τις αποδέχεται, με ό,τι αυτό συνεπάγεται σε πολιτικό - εκλογικό επίπεδο.

Ο πρωθυπουργός δικαιολογεί όλα τα επώδυνα μέτρα και τις θυσίες επικαλούμενος την ανάγκη εξόδου από τα μνημόνια μέσω της εφαρμογής των προαπαιτούμενων. Γι’ αυτό και έχει προσδώσει στο τέλος της μνημονιακής περιόδου υψηλό πολιτικό συμβολισμό και υπέρμετρες πρακτικές διαστάσεις. Εχει συνείδηση λοιπόν πως, εάν του ακυρώσουν το κεντρικό αφήγημά του, θα πάει πολιτικά γυμνός στις κάλπες. Γι’ αυτό και εάν βρεθεί ενώπιον αυτού του κινδύνου θα προκηρύξει εκλογές, μετατρέποντας σε πολιτικό όπλο την άρνησή του να αποδεχθεί πρόσθετες δεσμεύσεις.

Στο Μαξίμου ελπίζουν πως δεν θα φθάσουν τα πράγματα σ’ αυτό το σημείο. Κυβερνητική πηγή, μάλιστα, μας είπε πως τα μηνύματα που λαμβάνουν από ισχυρούς παράγοντες της Ευρωζώνης είναι ότι ακόμα και εάν ζητηθούν κάποιες πρόσθετες δεσμεύσεις θα είναι δευτερεύουσας σημασίας και πάντως όχι τέτοιες ώστε να ακυρώσουν το αφήγημα του πρωθυπουργού ότι πέτυχε να βγάλει την Ελλάδα από τα μνημόνια. Εάν ξεπεραστεί το εμπόδιο της άνοιξης, η επόμενη δοκιμασία θα είναι το καλοκαίρι.

Στο Μαξίμου έχουν συνείδηση ότι το φθινόπωρο του 2018 προσφέρεται για να στηθούν κάλπες: θα είναι νωπή η έξοδος από τα μνημόνια και δεν θα έχουν ακόμα ληφθεί μέτρα τα οποία θα προσγειώσουν την ελπίδα ότι η Ελλάδα άφησε πίσω τα δύσκολα χρόνια και εισέρχεται σε ανοδική τροχιά.

Στην πραγματικότητα, το μόνο μειονέκτημα του σεναρίου «εκλογές το φθινόπωρο του 2018» είναι ότι οι σημερινοί κυβερνώντες πιθανότατα θα χάσουν έναν χρόνο παραμονής στην εξουσία. Οπως χαρακτηριστικά μας είπε κυβερνητικός παράγοντας, εάν οι δημοσκοπήσεις στο τέλος Αυγούστου - αρχές Σεπτεμβρίου του 2018 δείχνουν πως ο ΣΥΡΙΖΑ έχει ανακάμψει και η εκλογική μάχη θα είναι ντέρμπι, ο Τσίπρας θα στήσει κάλπες. Εάν όμως η Ν.Δ. συνεχίσει να διατηρεί ένα καθαρό δημοσκοπικό προβάδισμα, θα διερευνηθεί το τρίτο σενάριο, που είναι η εξάντληση της τετραετίας.

Τα μειονεκτήματα αυτού του σεναρίου είναι ότι από τις αρχές του 2019 θα εφαρμοστεί η μείωση των συντάξεων και του αφορολόγητου, που θα πλήξει πάρα πολύ μεγάλο αριθμό νοικοκυριών. Αυτό πρακτικά σημαίνει ότι ο εκλογικός αέρας όχι μόνο θα πάψει να είναι ούριος, αλλά θα είναι κόντρα στον ΣΥΡΙΖΑ. Σύμφωνα με αξιόπιστες πληροφορίες, στο Μαξίμου συζητούν αυτό το σενάριο μόνο στην περίπτωση που εξασφαλίσουν συμφωνία με τους δανειστές ότι οι μειώσεις θα μετατεθούν για το 2020.

Κατά τις ίδιες πληροφορίες, ένας από τους λόγους που συγκεντρώνουν υπερπλεονάσματα (μέσω της υπερφορολόγησης) είναι και για να πείσουν τους δανειστές πως δεν θα προκύψει δημοσιονομικό κενό εάν μετατεθεί η μείωση των συντάξεων από το 2019 στο 2020. Το ενδεχόμενο το ελληνικό αίτημα να γίνει δεκτό δεν μπορεί να αποκλειστεί, αλλά δεν συγκεντρώνει πολλές πιθανότητες. Κάποια στελέχη του ΣΥΡΙΖΑ θεωρούν πως, ακόμα και εάν εξασφαλιζόταν η μετάθεση του χρόνου μείωσης των συντάξεων, κάλπες πρέπει να στηθούν νωρίς το φθινόπωρο του 2018. Τα επιχειρήματά τους είναι δύο:

Πρώτον, ότι δεν πρέπει να αφεθούν ανεκμετάλλευτα το θετικό κλίμα και οι προσδοκίες που θα δημιουργηθούν στην ελληνική κοινωνία όταν κηρυχθεί η λήξη των μνημονίων.

Δεύτερον, ότι το 2018 θα είναι εξαιρετικά δύσκολο και σίγουρα εξοντωτικό για την πραγματική οικονομία -για να συγκεντρωθεί πλεόνασμα αρκετά πάνω από τον υπερβολικό στόχο του 3,5% του ΑΕΠ- ώστε να δοθεί χριστουγεννιάτικος «μποναμάς» όπως δόθηκε το 2016 και το 2017. Προσθέτουν, μάλιστα, πως τα κατώτερα εισοδηματικά στρώματα που επωφελούνται τείνουν να θεωρήσουν το έκτακτο επίδομα «θεσμό».

Ως εκ τούτου, η μη καταβολή του θα προκαλέσει δυσαρέσκεια και κατ’ επέκταση εκλογικό κόστος για τον ΣΥΡΙΖΑ, δεδομένου ότι ποντάρει πολύ σ’ αυτά ακριβώς τα στρώματα. Στο Μαξίμου αναγνωρίζουν ότι και τα δύο αυτά επιχειρήματα είναι βάσιμα και γι’ αυτόν ακριβώς τον λόγο -σύμφωνα με πηγή που έχει εικόνα των σχετικών προβληματισμών- το σενάριο «εκλογές το φθινόπωρο του 2018» είναι μακράν το πιθανότερο από τα άλλα δύο. Κι αυτό, παρότι ένας ακόμα χρόνος στις καρέκλες της εξουσίας είναι πειρασμός για τους κυβερνώντες.

Η ίδια πηγή, ωστόσο, μας υπογράμμισε ότι, ακόμα και εάν οι δημοσκοπήσεις δείχνουν πρώτη τη Ν.Δ., το πολιτικά κρίσιμο είναι ο ΣΥΡΙΖΑ να έχει τόσο υψηλό ποσοστό που να εμποδίσει πολιτικά τη Φώφη Γεννηματά να συμπράξει με τον Κυριάκο Μητσοτάκη. Εάν συμβεί αυτό, «οι επόμενες εκλογές θα γίνουν με απλή αναλογική και με άλλους όρους, γεγονός που εκ των πραγμάτων θα ανοίξει άλλους ορίζοντες», όπως χαρακτηριστικά μας ειπώθηκε.

Σταύρος Λυγερός
ΠΡΩΤΟ ΘΕΜΑ