Τα στοιχεία του Ευρωπαϊκού Συνδικαλιστικού Ινστιτούτου είναι ενδεικτικά της κατάστασης που βιώνουν οι Ελληνες εργαζόμενοι. Το 2017 οι εργαζόμενοι σε εννέα χώρες της Ευρωπαϊκής Ενωσης κέρδισαν λιγότερα από το 2010 με την Ελλάδα να καταγράφει αρνητική πρωτιά και με απώλειες 19,1%.
Επιπλέον σε έξι χώρεςαπό τις εννέα οι εργαζόμενοι το 2017 βρέθηκαν σε χειρότερη κατάσταση από ότι ήταν το 2016. Τα στοιχεία περιλαμβάνονται σε μία νέα έκθεση με τίτλο «Συγκριτική Αξιολόγηση της εργασίας στην Ευρώπη 2018» που δημοσιεύεται σήμερα Δευτέρα 19 Μαρτίου από το Ευρωπαϊκό Συνδικαλιστικό Ινστιτούτο (ETUI).
Ο υπολογισμός έχει γίνει από ανεξάρτητα δεδομένα που δημοσιεύτηκαν τον Φεβρουάριο του 2018 και αφορούν τους «πραγματικούς μισθούς» - την αξία των μισθών όταν λαμβάνεται υπόψη το κόστος ζωής.
Σύμφωνα με αυτά οι εννέα χώρες της ΕΕ που οι εργαζόμενοι το 2017 κέρδισαν λιγότερα από το 2010 είναι:
- Ελλάδα (-19,1%)
- Κύπρος (-10,2%)
- Πορτογαλία (-8,3%)
- Κροατία (-7,9%)
- Ισπανία (-4,4%)
- Ιταλία (4,3%)
- Ηνωμένο Βασίλειο (2,4%)
- Βέλγιο (1,1%)
- Φινλανδία (1%)
Επιπλέον, οι εργαζόμενοι σε έξι από τις παραπάνω χώρες – Ιταλία, Ηνωμένο Βασίλειο, Ισπανία, Βέλγιο, Ελλάδα και Φινλανδία – κέρδισαν λιγότερα το 2017 από το 2016.
Υπενθυμίζεται ότι με βάση τα στοιχεία της Eurostat οι Ελληνες και οι Ρουμάνοι εργαζόμενοι αντιμετωπίζουν τον μεγαλύτερο κίνδυνο φτώχειας. Η Ελλάδα έχει τη δεύτερη θέση μεταξύ των 28 χωρών της Ευρωπαϊκής Ενωσης με τα υψηλότερα ποσοστά κινδύνου φτώχειας για τους εργαζόμενους άνω των 18 ετών. Η Ρουμανία είναι στην πρώτη θέση με το ποσοστό να φτάνει στο 18,9% και η Ελλάδα στη δεύτερη με ποσοστό 14,1%.
«Παρά την όλη συζήτηση περί οικονομικής ανάκαμψης, οι εργαζόμενοι σε πολλές μεγάλες χώρες παραμένουν σε ακόμη χειρότερη θέση απ’ ότι πριν την κρίση και εξακολουθούν να χάνουν. Δεν αποτελεί έκπληξη το ότι ακόμα και η Κομισιόν και η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα κάνουν έκκληση για μεγαλύτερες αυξήσεις μισθών. Είναι κάτι ουσιαστικό όχι μόνο για την κοινωνική δικαιοσύνη αλλά και για την επίτευξη της ανάπτυξης και τη δημιουργία ποιοτικών θέσεων εργασίας», δήλωσε η Συνομοσπονδιακή Γραμματέας της ΣΕΣ, Esther Lynch.
«Είναι η κατάλληλη στιγμή να εξετάσουμε ισχυρότερες δράσεις για την προώθηση των καλύτερων μέσων προς την επίτευξη δίκαιων και λογικών αυξήσεων των αμοιβών και διαπραγματεύσεων ανάμεσα σε εργοδότες και συνδικάτα. Οι κοινοτικοί κανόνες για τις δημόσιες συμβάσεις πρέπει να απαιτούν να προσφέρονται συμβάσεις μόνο σε εταιρείες που καλύπτονται από συλλογικές συμβάσεις εργασίας».
«Η Ευρωπαϊκή Ένωση και τα κράτη μέλη θα μπορούσαν να θέσουν στόχους για την αύξηση των εργαζομένων που θα καλύπτονται από συλλογικές συμβάσεις. Η Ευρωπαϊκή Ένωση πρέπει να απαιτήσει άμεσα από τα Κράτη - Μέλη να αναφέρουν τα μέτρα που θα λάβουν ώστε να αυξηθεί η κάλυψη των εργαζομένων από συλλογικές συμβάσεις εργασίας».
Πάντως σύμφωνα με την έκθεση η Ελλάδα έχει το υψηλότερο ποσοστό εργαζομένων με ευέλικτες μορφές απασχόλησης και χωρίς να αποτελεί επιλογή των εργαζομένων. Το γράφημα της έκθεσης δείχνει την εξέλιξη της μερικής απασχόλησης σε τρία τρίμηνα από το 2008. Οι μεγαλύτερες αυξήσεις παρουσιάζονται στην Αυστρία, την Ελλάδα και το Βέλγιο.