Mια διδακτική ιστορία για την επικινδυνότητα των απίστευτων γραφειοκρατών στο Δημόσιο ακόμα και ο πιο ευφάνταστος σεναριογράφος δεν θα μπορούσε να έχει συλλάβει την απίστευτη δοκιμασία στην οποία υπέβαλαν οι ελληνικές φορολογικές Αρχές τον επιχειρηματία Αγγελο Μεταξά.
Ο Άγγελος Μεταξάς, κάτοικος Γενεύης από το 2001, έπεσε θύμα ενός ανεξήγητου μένους από πλευράς της ΔΟΥ Κατοίκων Εξωτερικού, της οποίας οι διευθύνοντες αποφάσισαν ότι ο επιχειρηματίας, ο οποίος είναι παντρεμένος από τo 1998 με Βρετανή υπήκοο και έχουν αποκτήσει δύο παιδιά, πρέπει να φορολογηθεί στην Ελλάδα.
Το δε σκεπτικό τους δεν το χωράει ο ανθρώπινος νους. Αποφάσισαν οι εν λόγω υπάλληλοι ότι ο Άγγελος Μεταξάς ο οποίος προσκόμισε όλα τα απαραίτητα δικαιολογητικά, συμπεριλαμβανομένων των πιστοποιητικών γέννησης και των διαβατηρίων των παιδιών του, όπως επίσης και τα πιστοποιητικά του γάμου του, που έγινε σε ορθόδοξη εκκλησία του Λονδίνου, είναι άγαμος και άτεκνος.
Και ως άγαμος και άτεκνος η ΔΟΥ Κατοίκων Εξωτερικού αποφάσισε ότι αφού οι γονείς του και τα αδέλφια του διαμένουν στην Ελλάδα, τότε οι στενοί οικογενειακοί δεσμοί του είναι στην Ελλάδα και οφείλει να φορολογηθεί ως Έλληνας φορολογούμενος!
Η κατάθεση
Ακόμα και η κατάθεση των δεκάδων επισκέψεων στον οδοντίατρο ή οι εκθέσεις του σχολείου της Γενεύης για τα παιδιά του δεν ήταν αρκετά να πείσουν τις Αρχές ότι ο Αγγελος Μεταξάς και παιδιά έχει και στη Γενεύη ζει!
Μόνο που αυτό το σκεπτικό δεν παραβαίνει μόνο τους νόμους και την κοινή λογική, αλλά και τις συμβάσεις αποφυγής διπλής φορολογίας που η Ελλάδα έχει συνάψει με την Ελβετία.
Όταν λοιπόν οι ελβετικές Αρχές έκαναν επίσημο διάβημα στις ελληνικές διαμαρτυρόμενες και ζητώντας εξηγήσεις, οι ελληνικές φορολογικές Αρχές όχι μόνο αρνήθηκαν να απαντήσουν επί της ουσίας, αλλά προφανώς για να εκδικηθούν τον Άγγελο Μεταξά προέβησαν στην εξής απίστευτη παράνομη πράξη, με την οποία παρέσυραν την Εισαγγελία να εκδώσει δύο εντάλματα σύλληψης του επιχειρηματία, τα οποία έγιναν αμέσως διεθνή.
Υπάλληλος του υπουργείου Οικονομικών τηλεφώνησε στην Εισαγγελία και κατήγγειλε ότι οι δικηγόροι του Αγγέλου Μεταξά ψεύδονται ότι ο ίδιος κατοικεί στην Ελλάδα και ότι του επιδόθηκαν στο σπίτι του στο Παλαιό Ψυχικό κάποιες ειδοποιήσεις, τις οποίες παρέλαβε και υπέγραψε αυτοπροσώπως.
Βεβαίως αυτό που αμέλησε να πει ο υπάλληλος του υπουργείου Οικονομικών είναι ότι αυτός που υπέγραψε «αυτοπροσώπως» δεν ήταν ο Άγγελος αλλά ο αδελφός του Ανδρέας Μεταξάς.
Με όχημα την παράλειψη παρέσυραν την εισαγγελέα να εκδώσει ένταλμα σύλληψης λέγοντας ότι ετοιμάζεται να διαφύγει στο εξωτερικό και ότι τα παιδιά του (τα οποία σύμφωνα με το σκεπτικό της υποβολής του προστίμου δεν είχε) φοιτούσαν στο Αρσάκειο!
Έτσι ξεκίνησε ένας απίστευτος Γολγοθάς για τον γόνο της γνωστής οικογένειας του κονιάκ, η οποία είναι από τις πιο γνωστές και σεβαστές οικογένειες της χώρας, όχι μόνο γιατί δημιούργησε την πιο γνωστή ελληνική φίρμα παγκοσμίως αλλά και λόγω της έντονης φιλανθρωπικής δράσης της.
Ο πατέρας και ο θείος του Αγγέλου Μεταξά είναι οι δωρητές του γνωστού αντικαρκινικού Νοσοκομείου Μεταξά στον Πειραιά.
Το όνομα του – κατά κοινή ομολογία ιδιαίτερα χαμηλών τόνων – Αγγέλου Μεταξά έγινε αμέσως πρωτοσέλιδο σε μια περίοδο όπου η οικονομική κρίση και η εμφάνιση της «λίστας Λαγκάρντ» έκαναν τον κόσμο να ψάχνει απεγνωσμένα για ενόχους.
Ο κόσμος ήθελε να «πληρώσουν οι πλούσιοι» ανεξάρτητα αν ήταν ένοχοι ή αθώοι και το πασίγνωστο επίθετο του επιχειρηματία τον έκανε εύκολο στόχο και ιδανικό «σάκο του μποξ».
Ύστερα από περισσότερο από δύο χρόνια, κατά τα οποία ήταν σε ισχύ τα εντάλματα σύλληψης του Αγγέλου Μεταξά, η ελληνική Δικαιοσύνη κατάλαβε την πλάνη της οποίας έπεσε θύμα και όχι μόνο ακύρωσε τα εντάλματα αλλά ο εισαγγελέας Εφετών άσκησε ποινική δίωξη «κατά αγνώστου υπαλλήλου του υπουργείου Οικονομικών» για την παράνομη πρόκληση των ενταλμάτων αυτών.
Η πράξη αυτή είναι σοβαρότατο ποινικό αδίκημα και η Δικαιοσύνη οφείλει να διαλευκάνει την υπόθεση και να φέρει προ των ευθυνών του τον υπάλληλο του υπουργείου.
Είναι προφανές ότι εκτός από το ανθρώπινο δράμα που προκάλεσε η πράξη αυτή εξέθεσε και τη χώρα έναντι των ελβετικών Αρχών αφού η Ελλάδα δεν μπορεί να ζητά βοήθεια από την Ελβετία για την αποκάλυψη «μαύρων» καταθέσεων όταν οι ελληνικές φορολογικές Αρχές δεν σέβονται τις διακρατικές συμβάσεις.
Η εταιρεία CMA
Αυτό που οφείλει πλέον να κάνει το ελληνικό κράτος είναι να παραδεχθεί τον λανθασμένο καταλογισμό φορολογικού προστίμου κατά του Αγγέλου Μεταξά, να τιμήσει τις διακρατικές συμβάσεις με την Ελβετία, να φέρει προ των ευθυνών του τον υπάλληλο που παραπλάνησε τη Δικαιοσύνη στην έκδοση των ενταλμάτων και τέλος να ζητήσει μια τρανταχτή συγγνώμη από τον Άγγελο Μεταξά και την οικογένειά του για την κατάφωρη αδικία και την αδιανόητη ταλαιπωρία και τον πόνο που τους προκάλεσε.
Και σαν να μη ήταν αρκετή αυτή η ταλαιπωρία, μια ανώνυμη καταγγελία που έφτασε στα χέρια της Εισαγγελίας κατηγορούσε τον Άγγελο Μεταξά, τον Σάμπυ Μιωνή και τους συνεργάτες του στη γνωστή διεθνή εταιρία επενδύσεων CMA για σύσταση δήθεν εγκληματικής οργάνωσης, η οποία δήθεν βοηθούσε Έλληνες φορολογουμένους να κρύβουν τις καταθέσεις τους στο εξωτερικό.
Όπως και η υπόθεση της φορολογικής κατοικίας του Αγγέλου Μεταξά έτσι και η υπόθεση αυτή αποδείχθηκε λάθος.
Οι δύο Έλληνες επιχειρηματίες κατάφεραν να κάνουν τη CMA μία από τις πιο γνωστές εταιρίες στον χώρο των hedge funds και διαχειρίζονταν αρκετά δισεκατομμύρια δολάρια για δεκάδες ξένους θεσμικούς επενδυτές προτού την πουλήσουν το 2006 στον διεθνή τραπεζικό όμιλο EFG International.
Δεν είναι ξεκάθαρο αν το σενάριο περί εγκληματικής οργάνωσης είχε στόχο τον Άγγελο Μεταξά, ο οποίος δικαίως αρνούνταν να πληρώσει το άδικο πρόστιμο που του είχε καταλογιστεί, τον Σάμπυ Μιωνή του οποίου, ο ακτιβισμός κατά του αντισημιτισμού και υπέρ του κράτους του Ισραήλ ενοχλούσε πολλούς, ή τον Σταύρο Παπασταύρου, ο οποίος προτού εργαστεί ως σύμβουλος του πρώην πρωθυπουργού Αντώνη Σαμαρά ήταν δικηγόρος τους και όχι συνεταίρος τους όπως λανθασμένα είχε διακινηθεί.
Δυστυχώς μέσα στη θύελλα των δημοσιογραφικών πληροφοριών κρύβονταν τόσο λανθασμένες πληροφορίες όσο και περίεργες ανώνυμες, τις οποίες λανθασμένα επικαλέστηκε και η εφημερίδα “Δημοκρατία”, με αποτέλεσμα το ρεπορτάζ για την υπόθεση να οδηγηθεί σε λάθος κατεύθυνση.