Όσο και αν ορισμένοι υποστηρίζουν ότι ο ΣΥΡΙΖΑ σταδιακά ή και βίαια μετατρέπεται σε νέο ΠΑΣΟΚ, αυτό δεν συμβαίνει ούτε πρόκειται να συμβεί».
Αυτή είναι μία μόνο φράση από το κείμενο τριών στελεχών του ΣΥΡΙΖΑ το οποίο δημοσιεύεται στην ιστοσελίδα commonality.gr, η οποία και απηχεί τις απόψεις της ομάδας των 53+.
Η τάση, που διατηρεί σε πρώτο πλάνο τη δικαιωματική ατζέντα και ζητά αριστερή στροφή του ΣΥΡΙΖΑ, με το κείμενο που υπογράφουν τρία μέλη της και μέλη της Π.Γ (Κ. Κνήτου, Π. Λάμπρου και Μ. Υδραίος), σπεύδει να βάλει «φρένο» σε όσους επιδιώκουν ένα άκρατο πολιτικό «άνοιγμα» του ΣΥΡΙΖΑ προς τον Σοσιαλδημοκρατικό χώρο.
Η προειδοποίηση της «αριστερής πτέρυγας» ωστόσο, έρχεται την ίδια ώρα που ο Αλέξης Τσίπρας έχει θέσει ως στόχο τη «συνάντηση» του κυβερνώντος κόμματος, με τη βάση και τους ψηφοφόρους του ΠΑΣΟΚ οι οποίοι ψήφισαν στις τρεις τελευταίες αναμετρήσεις τον ΣΥΡΙΖΑ και τον εκτόξευσαν από τα μονοψήφια ποσοστά στη διακυβέρνηση της χώρας.
Οι 53 φαντάζουν ως το πολιτικό αντίβαρο -εντός του κόμματος- απέναντι στην υπερ-τάση που ξεκίνησε να διαμορφώνεται από μέρος της «Ενωτικής Κίνησης» και της «Πλατφόρμας 2010», μετά από μια πολιτική εκδήλωση στο ξενοδοχείο CARAVEL.
Πρόκειται για Πασοκογενείς και μέρος των Προεδρικών, που αναζητούν τον τρόπο να «αντιστοιχηθεί ο ΣΥΡΙΖΑ με τον όγκο των ψηφοφόρων που τον ψήφισε» και προς αυτή την κατεύθυνση θεωρούν προϋπόθεση το «άνοιγμα» της Κουμουνδούρου σε στελέχη προερχόμενα από το το ΠΑΣΟΚ.
Κατά πληροφορίες, αυτό είναι το κέντρο που δεν ήθελε τον Πάνο Σκουρλέτη γραμματέα του κόμματος επειδή ίσως δε θα μπορούσε να υπηρετήσει τη γραμμή των ανοιγμάτων ( εκτιμούν ότι είναι αναγκαία) και –κατά κάποιους- προτιμούσαν τον Νίκο Παππά στο οργανωτικό τιμόνι του κόμματος.
Κόντρα σε αυτή την άποψη οι 53 στήριξαν Σκουρλέτη και ο Αλέξης Τσίπρας επέμεινε στην επιλογή του.
Με το τέλος των μνημονίων και αρκετούς μήνες πριν τις εκλογές, ανοίγει η εσωκομματική συζήτηση με θέμα «προς τα που, με ποιόν και με ποιες πολιτικές» η οποία πιθανότατα θα ολοκληρωθεί με την διεξαγωγή ενός προγραμματικού συνεδρίου προκειμένου να ληφθούν οι σχετικές αποφάσεις.
Αυτός είναι και ο λόγος που οι 53 επιλέγουν από νωρίς να τοποθετηθούν σε σχέση με το κομβικό ζήτημα που θα ανοίξει για την Κουμουνδούρου και επιδιώκουν προφανώς να υψώσουν εμπόδια σε μαζική έλευση ΠΑΣΟΚΟΓΕΝΩΝ στελεχών αφού χαρακτηρίζουν «ανιστόρητη» τη μετατροπή του ΣΥΡΙΖΑ σε ένα νέο ΠΑΣΟΚ επειδή όπως αναφέρουν «ο ΣΥΡΙΖΑ έχει τις δικές του κληρονομιές και τη δική του κινηματική διαδρομή, αλλά και γιατί η συγκρότησή του, η δυναμική που ανέπτυξε, προέκυψε από νέα κοινωνικά και πολιτικά δεδομένα.
Συνεπώς, η διεκδίκηση της πασοκικής κληρονομιάς, δεν είναι τίποτα άλλο, από κάλπικη ματιά στο παλιό και φθαρμένο σύστημα, που μόνο σύγχυση μπορεί να προκαλέσει στον κόσμο της αριστεράς, ερωτήματα και αποστασιοποίηση από νέες κοινωνικές δυνάμεις, που αναζητούν, έστω και θολά, ένα νέο αριστερό ριζοσπαστισμό. Άλλωστε, ο κόσμος που ανέδειξε τον ΣΥΡΙΖΑ πρώτο κόμμα, έχει διαρρήξει οριστικά τη σχέση του με το παλιό πολιτικό σύστημα, επομένως καμία ανάγκη δεν υπάρχει για κακόγουστες και ατελέσφορες μιμήσεις».
Μάλιστα για να μην υπάρξουν μπερδέματα, τα στελέχη της τάσης των 53+ επισημαίνουν παθογένειες του που χαρακτήρισαν τη λειτουργία του ΠΑΣΟΚ επί Σοσιαλιστικής διακυβέρνησης. Σε ξεχωριστό απόσπασμα με τίτλο «Λαϊκισμός», αναφέρονται στις παγίδες που αποτέλεσαν για το ΠΑΣΟΚ, η οργανωτική δομή, η περιφρόνηση του μέλους, ο αρχηγισμός, και που συνοδεύτηκαν εκείνη την περίοδο με έναν άκρατο λαϊκισμό, που στα ζητήματα της εξωτερικής πολιτικής μεταλλάσσεται –όπως αναφέρεται- συχνά σε ανεύθυνο εθνικισμό.
Όπως υποστηρίζουν:
«Ποιος δεν θυμάται το ακραίο «βυθίσατε το Χόρα» ή δεν μπορεί να αντιληφθεί την κόκκινη γραμμή που συνδέει το συγκεκριμένο απόφθεγμα με το εμπάργκο στην ΠΓΔΜ; Η διατύπωση του ακραίου λαϊκιστικού λόγου, που στην αρχική περίοδο συμπυκνώθηκε στο ανιστόρητο «ΕΟΚ και ΝΑΤΟ το ίδιο συνδικάτο». Η υιοθέτηση μιας λογικής εθνικής περιχαράκωσης, με ενισχυμένα στοιχεία τριτοκοσμικής αντίληψης, ήταν σε απόλυτη αντίθεση με τις αναλύσεις της ανανεωτικής αριστεράς που από τότε θεωρούσε το ευρωπαϊκό πεδίο, ως το προνομιακό πεδίο των σύγχρονων κοινωνικών και ταξικών αγώνων.
ΧΡΗΣΤΟΣ ΤΣΙΓΟΥΡΗΣ
iefimerida.gr