Ο ετεροθαλής αδερφός του 27χρονου περιγράφει με τα πιο μελανά χρώματα την περίοδο που ζούσε με τον πατριό του - Περιγράφει σκηνές άγριας κακοποίησης που «όλοι γνώριζαν» αλλά κανείς δεν έκανε κάτι για να σταματήσουν
Τα παιδικά τραύματα που δημιούργησε η κακοποίηση από τον ίδιο του τον πατέρα ήταν εκείνα που ώθησαν τον 27χρονο Αλέξη να οπλίσει το χέρι του και να τον σκοτώσει, όπως ο ίδιος είπε αργότερα στις ανακριτικές αρχές.
Η ιστορία του Αλέξη διαδραματίζεται τον περασμένο Μάιο στη Ζάκυνθο. Ο νεαρός είχε πληροφορηθεί από την ανήλικη ετεροθαλή αδελφή του πως ο 70χρονος πατέρας την κακοποιούσε. Η σκηνή που περιέγραψε το μικρό παιδί στον ετεροθαλή αδελφό της ήταν τόσο σοβαρή που ο Αλέξης έφερε στο μυαλό του όλα όσα είχε βιώσει εκείνος όταν ήταν μικρός, από τον πατέρα του.
Το μυαλό θόλωσε και η οργή ξεχείλισε όπως θα πει αργότερα σε αστυνομικούς και δικαστές.
Μετά το φονικό ο 27χρονος συνελήφθη ενώ, όταν ολοκληρώθηκε η απολογία του, προφυλακίστηκε με εκατοντάδες κόσμου να βρίσκονται έξω από το Δικαστικό Μέγαρο Ζακύνθου για να του συμπαρασταθούν. Σύμφωνα με όσα έχει καταθέσει ο Αλέξης, ο πατέρας του ήταν «κέρβερος που έδερνε συχνά τον ίδιο και τη μητέρα του». Η μητέρα του δεν άντεξε τη βία και χώρισε τον πατέρα του Αλέξη ο οποίος αργότερα ξαναπαντρεύτηκε αποκτώντας δυο ακόμη παιδιά.
Όπως θα πει ο 27χρονος στις αρχές, όταν η εννιάχρονη ετεροθαλής αδερφή του, του παραπονέθηκε πως πονάει στα γεννητικά της όργανα εκείνος κλονίστηκε. Και αποφάσισε να δώσει ένα τέλος στον εφιάλτη που ζούσε η μικρή.
«Με τον Αλέξη είμαστε αδέρφια από την ίδια μητέρα αλλά από διαφορετικό πατέρα. Έτσι, λοιπόν ο πατριός μου και πατέρας του Αλέξη με τον οποίο μεγαλώσαμε μαζί του, ήταν ένας άνθρωπος που μας ασκούσε ψυχολογική, σωματική και λεκτική βία από πολύ μικρή ηλικία. Ήταν ένας βάρβαρος άνθρωπος και το σπίτι στο οποίο μέναμε ήταν ένα κολαστήριο. Ερχόταν στο σπίτι θυμωμένος, μας χτύπαγε, τη μητέρα μου τη σημάδευε με την καραμπίνα και γενικότερα υπήρχε ένα κλίμα βάναυσο. Ζήλευε παθολογικά τη μητέρα μου. Δεν την άφηνε να βγαίνει από το σπίτι κι ούτε άφηνε εμάς να έχουμε παρέες. Ο πατριός μου, μας χτυπούσε ανελέητα χωρίς καμία αφορμή. Απειλούσε τη μητέρα μου ότι θα μας σκοτώσει όλους. Φοβόταν για τη ζωή της και για τις ζωές των παιδιών της, και για αυτό δεν πήγαινε η μητέρα μου στη αστυνομία να τον καταγγείλει» λέει ο αδερφός του Αλέξη, Τάσος.
«Ένα πρωινό, όταν αυτός έφυγε για τη δουλειά του, μας πήρε η μητέρα μου και φύγαμε από το σπίτι για να γλιτώσουμε. Μετά από χρόνια αυτός συνέχισε τη ζωή του, ξαναπαντρεύτηκε και έκανε δυο ακόμη παιδιά, ένα αγοράκι κι ένα κοριτσάκι τα οποία εξακολουθούν να είναι ανήλικα αυτή τη στιγμή. Δυστυχώς η μητέρα τους πέθανε πολύ νωρίς από καρκίνο και τα παιδιά αρχικά τα είχε πάρει η αδερφή της για να τα μεγαλώσει αλλά ο πατριός μου και πατέρας του Αλέξη πήγε και τα πήρε παράνομα και τα έκλεισε μέσα σε ένα σπίτι που έμοιαζε πραγματικά με φυλακή» λέει ο Τάσος και συνεχίζει: «Στην πορεία, ο Αλέξης πήγαινε κι έβλεπε τα μικρότερα αδέρφια του, τα αγαπούσε πολύ και του άρεσε να τους πηγαίνει δώρα, τρόφιμα, ρούχα κι εκείνα με τη σειρά τους τον λάτρευαν. Κάποια μέρα, όμως η μικρή του αδελφή, ήταν προβληματισμένη και του παραπονέθηκε ότι πονάει στα γεννητικά της όργανα. Αμέσως ο Αλέξης το κατάλαβε, γιατί του ήρθαν στο μυαλό όλα εκείνα που είχε βιώσει εκείνος μικρός».
Η ημέρα του φονικού
Την ημέρα του φονικού ο Αλέξης είχε δώσει ραντεβού με τον πατέρα του. Μαζί του πήρε μια καραμπίνα. Ήταν βράδυ και ο πατέρας του που περίμενε μέσα στο αυτοκίνητο δεν αντιλήφθηκε το καμουφλάρισμά του. Τρεις φορές πυροβόλησε ο 27χρονος από το τζάμι της πόρτας του οδηγού. Μια στο πρόσωπο, μια στην καρδιά και μια στον ώμο, και ο 70χρονος έπεσε νεκρός από το χέρι του παιδιού του.
«Ο Αλέξης έδωσε ραντεβού μαζί με τον πατέρα του λίγο έξω από το χωριό για να συζητήσουν για ένα προσωπικό τους θέμα. Κι όταν πήγε ο Αλέξης στο ραντεβού ήταν καμουφλαρισμένος και τον πυροβόλησε τρεις φορές. Μια στο πρόσωπο, μια στην καρδιά και μια στον ώμο. Δεν πρόλαβε να αντιδράσει ο πατέρας του και τον σκότωσε. Εγώ όταν ενημερώθηκα για το φονικό ήμουν στην Αθήνα για δουλειά. Όταν μου είπαν ότι ο Αλέξης ομολόγησε για το έγκλημα, μου κόπηκαν τα πόδια. Λιποθύμησα και προσπαθούσαν να με συνεφέρουν. Όταν συνήλθα από το σοκ, ταξίδεψα στη Ζάκυνθο για να βρεθώ κοντά του. Ποτέ δεν θα επικροτούσα κανένα έγκλημα αλλά ρίχνω πολλά ελαφρυντικά στον αδερφό μου. Είχαν γίνει πολλές καταγγελίες και η κοινωνία γνώριζε αλλά όλοι έκλειναν τα μάτια τους και τα αυτιά τους και δεν μας βοηθούσαν. Δυστυχώς αναγκάστηκε να πάρει το νόμο στα χέρια του ο αδερφός μου» λέει ο Τάσος.
«Όταν είδα τις χειροπέδες στα χέρια του αδερφού μου, γονάτισα»
«Όταν πήγαν τον αδερφό μου στα δικαστήρια, εκείνη την ημέρα είχαν συγκεντρωθεί απέξω και τον περίμεναν πάνω από 100 άτομα, κάτοικοι του χωριού στη Ζάκυνθο για να τον αγκαλιάσουν και να τον στηρίξουν. Όλοι γνωρίζουν ότι ο αδερφός μου είναι ένα διαμάντι. Όταν είδα τις χειροπέδες στα χέρια του αδερφού μου, γονάτισα. Πιστεύω ότι αυτό το παιδί δεν θα έπρεπε να είναι μέσα στη φυλακή ούτε για μια ώρα. Όταν βγήκε από το περιπολικό, έτρεξα κι εγώ μαζί με τον κόσμο που ήταν εκεί, τον αγκάλιασα και του είπα: «αδερφέ μου, σε αγαπάμε και είμαστε εδώ για να σε στηρίξουμε. Δεν είσαι μόνος». Κι αυτός έδειχνε ήρεμος και μου είπε ότι είναι καλά. Η μητέρα μου, τους πρώτους μήνες στεκόταν με φάρμακα. Δεν μπορούσε να πιστέψει αυτό που είχε συμβεί. Κάναμε όνειρα με τον Αλέξη πριν δολοφονήσει τον πατριό μου. Έχουν περάσει πέντε μήνες και λέμε μήπως είναι ένα κακό όνειρο αυτό που ζούμε;» είπε ο αδερφός του Τάσου αποκλειστικά στο protothema.gr και στην εκπομπή «Μετά τα Μεσάνυχτα» του Alpha.
Λίνα Κεκέση
ΠΡΩΤΟ ΘΕΜΑ