Παρά τα όποια μηνύματα λαμβάνονται από το Βερολίνο –ότι πολύ πιθανόν να δεχτεί τη μη περικοπή των συντάξεων–, οι Βρυξέλλες επεξεργάζονται μία σειρά από σενάρια που θα είναι έτοιμα σε περίπτωση κωλύματος από τα κράτη-μέλη. Επειδή «σπάνια οι αποφάσεις που παίρνονται στη βελγική πρωτεύουσα είναι άσπρες ή μαύρες», όπως λέει Ευρωπαίος αξιωματούχος στην «Κ», αλλά «συνήθως βρίσκονται στη ζώνη του γκρι», οι Βρυξέλλες επεξεργάζονται σχέδια που ίσως αποτελέσουν τη χρυσή τομή ανάμεσα σε όσα ζητεί η Αθήνα και σε αυτά που μπορεί να δεχτούν τα κράτη-μέλη, όπως να εφαρμοστούν οι περικοπές των συντάξεων αλλά να είναι πολύ μικρότερες σε κλίμακα από ό,τι έχει συμφωνηθεί.
Και ενώ είναι ξεκάθαρο ότι η πλειοψηφία του Eurogroup δεν θα προβάλει αντιρρήσεις στην ελληνική πρόταση –να μην εφαρμοστούν οι περικοπές των συντάξεων αν υπάρχει ο απαραίτητος δημοσιονομικός χώρος– κυρίως γιατί «όλοι στο Eurogroup έχουν κουραστεί τόσο πολύ με την Ελλάδα», όπως αναφέρει Ευρωπαίος αξιωματούχος, ερώτημα παραμένει η στάση της γερμανικής Βουλής. Αλλωστε, πλέον είναι ξεκάθαρο ότι οι υπόλοιποι «σκληροί» του Eurogroup, όπως η Ολλανδία ή η Σλοβακία, δεν ασχολούνται πλέον με την Ελλάδα και θα ακολουθήσουν τη γερμανική στάση.
Ο φόβος της AfD
«Το κόμμα των Σοσιαλδημοκρατών είναι σύμφωνο και ο υπουργός Οικονομικών Ολαφ Σολτς δεν αναμένεται να προβάλει αντιρρήσεις», λέει Ευρωπαίος με γνώση των διεργασιών, αλλά εκεί που μπορεί να υπάρξει πρόβλημα είναι στην επιτροπή προϋπολογισμού και οικονομικών υποθέσεων της γερμανική Βουλής, από όπου και περνάνε τέτοιες αποφάσεις που έχουν σχέση με την ελληνική συμφωνία για τη ελάφρυνση του χρέους. Εκεί επικεφαλής είναι ο Πίτερ Μπόρινγκερ, εκπρόσωπος του κόμματος των ακροδεξιών της AfD, γνωστός για τις σκληρές του θέσεις στο θέμα της Ελλάδας.
Αλλωστε, Ευρωπαίοι τεχνοκράτες δεν ξεχνούν τι είχε γίνει το περασμένο καλοκαίρι όταν ο Ελληνας πρωθυπουργός είχε ανακοινώσει την επέκταση του χαμηλού ΦΠΑ στα νησιά που δέχονται μεταναστευτικές ροές, ύστερα από συμφωνία με το Βερολίνο, όπως έλεγαν τότε οι διαρροές, αλλά τελικά το Eurogroup και συγκεκριμένα ο Γερμανός υπουργός Οικονομικών ήταν αυτός που είχε μπλοκάρει την εκταμίευση εκείνης της δόσης εξαιτίας της παραπάνω απόφασης.
Παρότι το δημοσιονομικό κόστος του μέτρου ήταν μόλις 24 εκατομμύρια, τότε ζητούσε από την ελληνική κυβέρνηση να παρουσιάσει ποια θα είναι τα αντίμετρα που θα το εξισορροπούσαν δημοσιονομικά και ύστερα θα έδινε το πράσινο φως.
Στο επίμαχο θέμα των συντάξεων και ανάλογα με τα νούμερα που θα προκύψουν από τα τεχνικά κλιμάκια που βρίσκονταν στην Αθήνα τις προηγούμενες μέρες, δηλαδή κατά πόσον καλύπτεται ο στόχος του πρωτογενούς πλεονάσματος 3,5% για το 2019 χωρίς την περικοπή τους, οι εναλλακτικές είναι βασικά δύο:
Πρώτον, να συμφωνηθεί μία πολύ χαμηλότερη μείωση των συντάξεων. Δηλαδή, να μειωθεί το ανώτατο πλαφόν μειώσεων στο άθροισμα κύριας και επικουρικής σύνταξης από το 18%, που σήμερα έχει συμφωνηθεί, σε ένα μικρότερο νούμερο ανάλογα με το δημοσιονομικό περιθώριο που θα προκύψει.
Δεύτερο σενάριο είναι να εφαρμοστούν τα μέτρα που έχουν συμφωνηθεί για το 2019 και το 2020, όπως οι περικοπές των συντάξεων και η μείωση του αφορολόγητου ορίου, μαζί το 2019 σε πολύ μικρότερη κλίμακα. Δηλαδή να γίνουν όπως και στο πρώτο σενάριο περικοπές συντάξεων αλλά ακόμα μικρότερες και να μειωθεί το αφορολόγητο, αλλά πολύ λιγότερο από ό,τι έχει αποφασιστεί για το 2020, κάνοντας και τα δύο μέτρα σε συνδυασμό πολύ πιο ανώδυνα.
Αυτό που διαμηνύουν στις Βρυξέλλες είναι, πάντως, ότι έχει ιδιαίτερη σημασία για τις αγορές αλλά και για τα κράτη-μέλη πώς θα παρουσιάσει το αίτημα αυτό η ελληνική κυβέρνηση. Πρέπει να παρουσιαστεί ως η ακύρωση ενός και μόνον μέτρου και όχι η αρχή του «ξηλώματος του πουλόβερ» των μεταρρυθμίσεων, γιατί τότε και οι αγορές, που είναι ήδη σε αναταραχή εξαιτίας της Ιταλίας ,αλλά και τα κράτη-μέλη μπορεί να αντιδράσουν αρνητικά.
Ανησυχία
Γι’ αυτό και οι εξαγγελίες για αύξηση του κατώτατου μισθού από την υπουργό Εργασίας Εφη Αχτσιόγλου έχουν προκαλέσει ανησυχία, όπως και οι δηλώσεις για ενδεχόμενη μη εφαρμογή του αφορολογήτου το 2020 από τον υπουργό Οικονομικών Ευκλείδη Τσακαλώτο. «Η ελληνική κυβέρνηση πρέπει να είναι ιδιαίτερα προσεκτική με τις δηλώσεις που κάνει αυτό το διάστημα», διαμηνύουν από τις Βρυξέλλες.
Αυτό που είναι πάντως ξεκάθαρο είναι ότι δεν συζητείται οποιαδήποτε αναβολή για μερικούς μήνες του μέτρου, γιατί αυτό θα ήταν παρεμβολή στον εκλογικό κύκλο και πολιτικές εξελίξεις στη χώρα και αυτό το κατανοούν πολύ καλά στις Βρυξέλλες. Οι τελικές αποφάσεις αναμένονται στο Eurogroup του Δεκεμβρίου, χωρίς να αποκλείεται να ληφθούν και νωρίτερα.
Εμβάθυνση της Ευρωζώνης
Η Σύνοδος Κορυφής του Δεκεμβρίου έχει βασικό θέμα την εμβάθυνση της Ευρωζώνης και η συζήτηση αναμένεται να εξελιχθεί γύρω από τρία βασικά σημεία, αν και οι τελευταίες εξελίξεις στην Ιταλία θολώνουν το τοπίο για το κατά πόσον μπορούν να φτάσουν σε τελικά συμπεράσματα οι ηγέτες της Eυρωζώνης.
Αυτό που διαμηνύουν είναι πως τίποτα δεν θα συμφωνηθεί αν δεν έχουν πρώτα συμφωνηθεί όλα.
Πρώτο σημείο: Ο μελλοντικός ρόλος του Eυρωπαϊκού Μηχανισμού Σταθερότητας (ESM), καθώς όσον αφορά την επόμενη κρίση, είναι πλέον ξεκάθαρο ότι η διαχείρησή της θα βρίσκεται μόνο σε ευρωπαϊκά χέρια, χωρίς τη βοήθεια του Διεθνούς Νομισματικού Ταμείου.
Γι’ αυτό πρέπει να συμφωνηθούν ποιες θα είναι οι αρμοδιότητες του αναβαθμισμένου ESM, κυρίως στον σχεδιασμό και στην παρακολούθηση των νέων προγραμμάτων προσαρμογής, αλλά και κατά πόσο θα έχει ρόλο στην επιτήρηση των οικονομιών της Ευρωζώνης, κάτι που είναι στην αρμοδιότητα της Eυρωπαϊκής Επιτροπής μέχρι σήμερα. Επίσης, μεγάλο σημείο τριβής ανάμεσα στα κράτη-μέλη είναι τα κριτήρια που πρέπει να πληρούν οι χώρες για να μπουν σε προληπτική γραμμή στήριξης.
Δεύτερο σημείο: Ολοκλήρωση της τραπεζικής ενοποίησης και συμφωνία για το δίχτυ ασφαλείας του Ταμείου Εξυγίανσης Τραπεζών. Πώς θα χρηματοδοτείται το δίχτυ ασφαλείας σε επαρκώς υψηλό επίπεδο για να είναι αξιόπιστο και ποια θα είναι μια γρήγορη διαδικασία λήψης αποφάσεων για την αντιμετώπιση έκτακτων καταστάσεων είναι τα δύο βασικά ζητήματα με τα οποία, τώρα, με την ιταλική κρίση, οι αποστάσεις ανάμεσα στα κράτη-μέλη έχουν γίνει ακόμα μεγαλύτερες. Γερμανία, Ολλανδία, Φινλανδία τονίζουν ότι δεν θέλουν να βρεθούν να πληρώνουν τα χρέη των ιταλικών ή άλλων τραπεζών σε περίπτωση κρίσης.
Τρίτο σημείο: Ο προϋπολογισμός της Ευρωζώνης που αποτελεί τη βασική διαμάχη μεταξύ Βερολίνου και Παρισιού.
Οι Γάλλοι τονίζουν ότι ο προϋπολογισμός πρέπει να είναι κοινός για τη χρηματοδότηση κοινών επενδύσεων και για την ενίσχυση της σταθερότητας σε περιόδους οικονομικής ύφεσης.
Οι Γερμανοί τάσσονται υπέρ της σταδιακής εισαγωγής ενός επενδυτικού προϋπολογισμού στην Ευρωζώνη ο οποίος αρχικά να είναι αρκετά μικρός, «στην κατώτερη διψήφια κλίμακα δισεκατομμυρίων ευρώ», όπως είχε πει η Γερμανίδα καγκελάριος, και να αυξάνεται ανάλογα με την επίδραση που θα έχει.
ΕΛΕΝΗ ΒΑΡΒΙΤΣΙΩΤΗ
KΑΘΗΜΕΡΙΝΗ