Στον πρώην υπουργό Εξωτερικών, Ν. Κοτζιά, αναφέρεται, μεταξύ άλλων, η πολωνική εφημερίδα Gazeta Wyborcza σε άρθρο στο οποίο σημειώνεται ότι «η Ευρώπη είναι μια ήπειρος όπου ο καθένας έχει κάποια σκιά που πρέπει να λησμονηθεί ή που δεν κάνει να μνημονευθεί».
Με δηκτικές αναφορές στην Ουγγρική Ακαδημίας Επιστημών και την μηδαμινή αναφορά που γίνεται από αυτήν στο 1920 και στην απόφαση να περιοριστεί η συμμετοχή των Εβραίων στα πανεπιστήμια, ρίχνοντας πάνω στην ουγγρική επιστήμη «μια σκιά της αντισημιτικής ιδεολογίας εκείνων των καιρών», ο αρθρογράφος που υπογράφει ως Ντάβιντ Βαρσόφσκι ασχολείται και με την αγωγή του Ν. Κοτζιά κατά της Athens Review of Books.
Οπως χαρακτηριστικά αναφέρει ο Ν. Κοτζιάς μετά την απώλεια του υπουργικού θώκου παραδέχθηκε ότι είναι «σταλινικός» αν και είχε προσφύγει κατά της Athens Review of Books διότι αναγνώστης σε άρθρο του τον είχε αναφέρει ως «φανατικό σταλινικό» με αποτέλεσμα να καταφέρει να μπλοκάρει τους λογαριασμούς της εταιρείας που εκδίδει το εν λόγω περιοδικό.
«Η παραδοχή της σταλινικής ιδεολογίας του λίγες ημέρες μετά την απώλεια του υπουργικού του θώκου» αναφέρει ο αρθρογράφος «έχει καθυστερήσει κατά τριάντα χρόνια, αποτελώντας μια ακόμα επιβεβαίωση του νόμου του Κισιελέφσκι, δηλαδή ότι το μήλο όταν ωριμάσει πέφτει, ενώ ο κομμουνιστής πολιτικός το αντίθετο».
Ακολουθεί το πλήρες κείμενο που δημοσιεύθηκε στην πολωνική εφημερίδα Gazeta Wyborcza, στις 23.11.2018:
Στην Ουγγαρία ισχύει το σύνθημα «Ας ξεπεράσουμε το παρελθόν».
Στο μεταξύ οφείλουμε να μιλάμε για τον φασισμό και τον σταλινισμό με τ’ όνομά τους
Του Ντάβιντ Βαρσόφσκι (Dawid Warszawski)*
Η Ευρώπη είναι μια ήπειρος όπου ο καθένας έχει κάποια σκιά που πρέπει να λησμονηθεί ή που δεν κάνει να μνημονευθεί.
Οι επιστημονικοί θεσμοί έχουν την τάση ‒πράγμα κατανοητό‒ να παινεύονται για την μακρά και ένδοξη ιστορία τους. Η ιδρυθείσα πριν από 200 χρόνια Ουγγρική Ακαδημία Επιστημών δεν αποτελεί εξαίρεση. Στην ιστοσελίδα της μπορεί κανείς να γνωρίσει τη λεπτομερή ιστορία του ιδρύματος. Έχουν μάλιστα αφιερώσει ολόκληρο κεφάλαιο στην περίοδο της Σοβιετικής Δημοκρατίας της Ουγγαρίας του 1919 που διήρκεσε μερικούς μήνες, τότε που οι κομμουνιστές επαναστάτες ανέστειλαν τις εργασίες της Ακαδημίας. Μόνο τα χρόνια του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου εξαιρούνται εντελώς, ενώ σε όλη την περίοδο της κυβέρνησης του Μίκλος Χόρτυ που διήρκεσε ένα τέταρτο του αιώνα αφιερώνεται μόλις δυο φορές περισσότερος χώρος απ’ ό,τι στο επεισόδιο της κομμουνιστικής επανάστασης. Μέσα σε όλα αυτά τρεις προτάσεις όλες κι όλες μιλούν για τον κανόνα του Numerus Clausus που επιβλήθηκε το 1920 και περιόριζε την πρόσβαση των Εβραίων στα πανεπιστήμια, προκαλώντας «τεράστιες απώλειες» και ρίχνοντας πάνω στην ουγγρική επιστήμη «μια σκιά της αντισημιτικής ιδεολογίας εκείνων των καιρών».
Το εάν η ίδια η Ακαδημία συμμετείχε στη δημιουργία εκείνης της «σκιάς» δεν θα το μάθουμε από την ιστορία της. Και δεν πρόκειται εδώ για τυχαίο ατόπημα, κάτι από μόνο του ελάχιστα πιθανό: από τους 18 Ούγγρους νομπελίστες οι 10 είναι εβραϊκής καταγωγής – αυτό και μόνο μαρτυρεί το εύρος αυτής της «σκιάς». Μια σειρά επιστημονικών δημοσιεύσεων έστρεψε φέτος την προσοχή στη σιωπή της Ακαδημίας, προτείνοντας συγκεκριμένες διατυπώσεις που θα άξιζε να προσθέσει κανείς στην ιστορία της.
Ανεπιτυχώς.
Η Ευρώπη είναι μια ήπειρος όπου ο καθένας έχει κάποια σκιά που πρέπει να λησμονηθεί ή που δεν κάνει να μνημονευθεί.
Από αυτή την άποψη, η ρήση του πρώην επικεφαλής του Ελληνικού Υπουργείου Εξωτερικών Νίκου Κοτζιά, που τον Οκτώβριο παραδέχτηκε πως «είχε θητεύσει στην σταλινική Αριστερά» είναι αξιοπρόσεκτη. Θα μπορούσε κανείς να αντιδράσει αδιάφορα, μιας και τι άλλο θα μπορούσε να πει ένα πρώην μέλος της ΚΕ του ΚΚΕ, το οποίο τα έσπασε με το κόμμα το 1988 λόγω του ότι το Κόμμα έκανε στροφή προς τα δεξιά; Ανάμεσα σε άλλα ο Κοτζιάς είχε γράψει ένα βιβλίο υπέρ του Γιαρουζέλσκι, όπου επαινούσε το στρατιωτικό καθεστώς και ‒μαζί με κάποιον συγκεκριμένο πράκτορα της ΣΤΑΖΙ‒ ένα ενθουσιώδες βιβλίο για τις επιτυχίες της Ανατολικής Γερμανίας. Εν προκειμένω, η παραδοχή της σταλινικής ιδεολογίας του λίγες ημέρες μετά την απώλεια του υπουργικού του θώκου, έχει καθυστερήσει κατά τριάντα χρόνια, αποτελώντας μια ακόμα επιβεβαίωση του νόμου του Κισιελέφσκι, δηλαδή ότι το μήλο όταν ωριμάσει πέφτει, ενώ ο κομμουνιστής πολιτικός το αντίθετο.
Να πούμε μόνο πως ο Κοτζιάς παλιότερα είχε πάει σε δίκη για δυσφήμιση την Athens Review of Books η οποία το 2010 είχε δημοσιεύσει μια επιστολή αναγνώστη που περιέγραφε τον Κοτζιά ως «φανατικό σταλινικό». Ο υπουργός διεκδίκησε διακόσιες πενήντα χιλιάδες ευρώ αποζημίωση. Πέρσι κέρδισε τη δίκη: το δικαστήριο τού επιδίκασε, είναι αλήθεια, μόνο είκοσι δύο χιλιάδες ευρώ, ωστόσο μπλοκάρισε τα έσοδα της ARB [από το πρακτορείο διανομής τύπου] καθώς και τους προσωπικούς λογαριασμούς των εκδοτών του. Το περιοδικό έκανε προσφυγή στο Ευρωπαϊκό Δικαστήριο Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων και ελπίζει πως η πρόσφατη δήλωση του Κοτζιά θα βοηθήσει στην ανατροπή της καταδικαστικής απόφασης: έχει ο ίδιος παραδεχτεί τη σταλινική του ιδεολογία, ενώ η εμμονή του να καταδιώκει το περιοδικό επιβεβαιώνει τον ισχυρισμό πως είναι φανατικός.
Θα μπορούσε κανείς να προτείνει τον Κοτζιά ως μέλος της ουγγρικής Ακαδημίας Επιστημών, για να αφιερωθεί ολοκληρωτικά στο θάψιμο του παρελθόντος, αλλά το θέμα δεν είναι απλό. Η Ακαδημία σήμερα αντιστέκεται με γενναιότητα στις εγκληματικές πιέσεις της κυβέρνησης του Βίκτορ Όρμπαν και ο Κοτζιάς έχασε τη θέση του υπό την πίεση των Ελλήνων εθνικιστών, που είχαν εξαγριωθεί με τη διαπραγμάτευση συμβιβασμού με τη Μακεδονία. Όταν κάποιος κρύβει το σταλινικό ή φασιστικό παρελθόν του, τότε δεν ξαναγίνεται απαραίτητα ο ίδιος σταλινιστής ή φασίστας, παρά το πολύ πολύ ψεύτης ή δειλός.
Απλώς προκαλεί έκπληξη που στην Ευρώπη μπόρεσε να εκδοθεί απόφαση σύμφωνα με το πνεύμα του Κοτζιά και που άλλες ευρωπαϊκές Ακαδημίες δεν άσκησαν πιέσεις στην ουγγρική Ακαδημία σε ό,τι αφορά το θέμα της αποσιώπησης του παρελθόντας.
Ο φασισμός και ο σταλινισμός κυβερνούν με τη βία, αλλά ανεβαίνουν στην εξουσία και επειδή γίνονται για πάρα πολύ καιρό ανεκτές οι φιλοδοξίες τους. Είναι και αυτή μια αιτία ‒ και όχι η ανησυχία για την ιστορική ακρίβεια‒ που αξίζει να πει κανείς τα πράγματα με τ’ όνομά τους. Αυτή η υποχρέωση δεσμεύει κυρίως όσους στο παρελθόν διεφθάρησαν από τη συμμετοχή σε αυτά τα κινήματα και ακολούθως τα έσπασαν μαζί τους. Η αξιοπιστία τους αποτιμάται αναλόγως προς την προθυμία τους να ονομάσουν το παρελθόν τους με το όνομά του.
23.11.2018
— Μετάφραση από τα πολωνικά: Αλεξάνδρα Ιωαννίδου
[*] Ο σπουδαίος πολωνός διανοούμενος Konstanty Gebert υπογράφει ως Dawid Warszawski («Δαβίδ της Βαρσοβίας»).
https://www.liberal.gr/arthro/230561/epikairotita/2018/ti-grafei-i-poloniki-efimerida-Gazeta-Wyborcza-gia-ton-n-kotzia.html