Το όνομα της Μακεδονίας δεν μπορεί να χρησιμοποιηθεί από κάνεναν άλλο, γράφει σε άρθρο ο Μητροπολίτης Μεσσηνίας για τη Συμφωνία των Πρεσπών
Συμφωνία που καλλιεργεί την πόλωση και προσβάλλει την ελληνική ιστορία είναι σύμφωνα με τον Μητροπολίτη Μεσσηνίας Χρυσόστομο η Συμφωνία των Πρεσπών, όπως αναφέρει σε άρθρο του που δημοσιεύθηκε στο romfea.gr.
Όπως αναλύει στο άρθρο του, ο Μητροπολίτης Χρυσόστομος, η Συμφωνία διχάζει τους λαούς στο εσωτερικό τόσο της Ελλάδας, όσο και των Σκοπίων. Χαρακτηριστικά ο Σεβασμιώτατος Μητροπολίτης Μεσσηνίας, αναφέρει: «Χωρίς εθνικιστικές τάσεις, αλλά με εθνική συνείδηση (σ.σ. η Εκκλησία) δηλώνει ότι αφού το ίδιο το όνομα της Μακεδονίας αποτελεί στοιχείο της Ιστορίας, του πολιτισμού και της ταυτότητας των Ελλήνων και όρο προσδιοριστικό στην ιστορία του Έλληνα για την αυτοσυνειδησία του, γι' αυτό και δεν μπορεί να χρησιμοποιηθεί από κανέναν άλλον»
Πιο αναλυτικά το άρθρο του Μητροπολίτη Μεσσηνίας:
«Σέ λίγες ημέρες το Ελληνικό Κοινοβούλιο θα κληθεί να τοποθετηθεί, θετικά ή αρνητικά, απέναντι σε μία συμφωνία, αυτή η οποία υπογράφτηκε στη λίμνη των Πρεσπών, και η οποία ενώ θεωρείται ότι επιλύει ένα χρονίζον πρόβλημα μεταξύ της πατρίδας μας και της γείτονος χώρας των Σκοπίων εντούτοις στο εσωτερικό και των δύο χωρών δημιουργεί εντάσεις, διχοστασίες, πολώσεις και έντονες αντιπαραθέσεις.
Σε όλο αυτό τό σκηνικό, πού ἀπό τούς κρατοῦντες τῆς πολιτικῆς ἡγεσίας τίθενται ἐτικέττες προοδευτισμοῦ ἤ συντηρητισμοῦ, ἡ Ἐκκλησία τῆς Ἑλλάδος ἔχει δικαιωματικά τοποθετηθεῖ ἔναντι αὐτῆς τῆς συμφωνίας, ὄχι μέ κριτήρια πολιτικά οὔτε γιά νά καλλιεργήσει πολωτικό κλῖμα ἀλλά γιατί θεωρεῖ ὅτι τό περιεχόμενο τῆς συμφωνίας τῶν Πρεσπῶν εἶναι προσβλητικό γιά τήν ἴδια τήν Ἑλληνική Ἱστορία καί τόν Ἑλληνικό Πολιτισμό.
Χωρίς ἐθνικιστικές τάσεις ἀλλά μέ ἐθνική συνείδηση δηλώνει ὅτι ἀφοῦ τό ἴδιο τό ὄνομα τῆς Μακεδονίας ἀποτελεῖ στοιχεῖο τῆς ἱστορίας, τοῦ πολιτισμοῦ καί τῆς ταυτότητας τῶν Ἑλλήνων καί ὅρο προσδιοριστικό στήν ἱστορία τοῦ Ἕλληνα καί γιά τήν αὐτοσυνειδησία του γιαυτό καί δέν μπορεῖ νά χρησιμοποιηθεῖ ἀπό κανέναν ἄλλον.
Ἡ ἵδρυση ἑνός νέου κράτους, αὐτό τῶν Σκοπίων, μέ τρόπο λανθασμένο, μέ τό ὁποῖο ἐθεωρεῖτο ὅτι θά ἐπιλύοντο καί θά ἐκτονώνονταν πολλοί ἐθνικιστικοί τριγμοί στή περιοχή τῶν Βαλκανίων καί θά ἐπιτυγχάνετο μία ἀντίστοιχη ἐθνικιστική ἰσορροπία, δημιούργησε πρώτιστα σέ αὐτό τό ἴδιο τό κράτος κρίση ἐθνικῆς ταυτότητας, γιατί δέν εὕρισκε ἔρεισμα οὔτε σέ κάποια ἱστορική ἀναφορά οὔτε καί σέ κάποιον πολιτισμό, ἐνῶ ἀνάλογη κρίση δημιουργήθηκε καί στό ἐκκλησιαστικό καί γλωσσικό ἐπίπεδο.
Ἔτσι λοιπόν ἐνῶ ὑπῆρχε ἕνα κράτος δέν μποροῦσε ἐξαιτίας τῆς πολυεθνικῆς του σύνθεσης νά προσδιορίσει τήν ταυτότητά του, καί τίς ρίζες του, ἀπό ὅπου θά ἀντλοῦσε στοιχεῖα, μέ τά ὁποῖα θά σημαίνετο ἕνας ἀντίστοιχος πολιτισμός καί μία ἱστορία, καί θά δομεῖτο μία ἀντίστοιχη ἐθνική, γλωσσική, ἐκκλησιαστική καί πολιτισμική ταυτότητα.
Δημιουργήθηκε δηλαδή ἕνα κράτος, αὐτό τῶν Σκοπίων, χωρίς ἱστορία, παράδοση καί πολιτισμό, ἀλλά καί χωρίς ὄνομα, σημαντικό στοιχεῖο γιά τήν ταυτότητα τοῦ κάθε κράτους καί συγχρόνως προσδιοριστικό, ὡς διακριτικό γνώρισμά του.
Καί φυσικά δέν μποροῦσε νά βρεθεῖ ἕνα ὄνομα, τό ὁποῖο θά ἐξέφραζε μία «ἑνωμένη δημοκρατία» ὡς μεῖγμα πολλῶν ἱστορικῶν καί πολιτισμικῶν δεδομένων μέ μία ἀνύπαρκτη ἱστορία, καί μία πολιτισμική ἀσυνέχεια, γεγονός πού ἰσχύει ἀκόμη καί σήμερα. Σέ ἀνάλογο ἀδιέξοδο βρίσκεται καί τό ἐκκλησιαστικό μόρφωμα πού δημιουργήθηκε σ’ αὐτό τό κράτος τῶν Σκοπίων, καί τό ὁποῖο βρίσκεται σέ ἐκκλησιαστική ἀπομόνωση καί ἀκοινωνησία.
Ἕνα κράτος ὅμως χωρίς ἱστορία, πολιτισμό, γλῶσσα καί μέ χαρακτῆρα ἐθνοφυλετικό δέν μπορεῖ νά ἐπιβιώσει καί αὐτό ἐκφράστηκε ἄμεσα μέ τό ἀδιέξοδο στήν ἀναζήτηση ἑνός ὀνόματος, τό ὁποῖο θά ἔπρεπε ὄχι μόνο νά τό προσδιορίζει στή σημερινή κρατική ὀντότητά του, ἀλλά καί νά τό συνδέει καί μέ ἕνα ἀντίστοιχο ἱστορικό καί πολιτισμικό παρελθόν, στοιχεῖα τά ὁποῖα εἶναι ἐν προκειμένῳ γιά τό ἴδιο τό κράτος τῶν Σκοπίων ἀνύπαρκτα.
Ὅπως τό κράτος τῶν Σκοπίων διαμορφώθηκε, μέ συρραφή ἐδαφικῶν δανείων, προσπάθησε γιά ἀρκετά χρόνια νά δημιουργήσει καί πυλῶνες ἱστορίας καί πολιτισμοῦ δανειζόμενο ἀπό ἄλλα κράτη γλωσσικά ἰδιώματα ἤ διαλέκτους καί πολιτισμικά στοιχεῖα, παραχαράσσοντας ὅμως μέ τόν τρόπο αὐτό τήν ἱστορία τῶν γειτονικῶν λαῶν του.
Κανένα κράτος δέν πετυχαίνει τήν ὁριοθέτηση τῆς ὀντότητάς τους μέ ἀναφορές οἱ ὁποῖες ἀποτελοῦν στοιχεῖα μιᾶς ἄλλης ἐθνικῆς ταυτότητας ἑνός ἄλλου πολιτισμοῦ καί μιᾶς ἄλλης ἱστορικῆς πραγματικότητας, καί τά ὁποῖα μάλιστα εἴτε τά ὑφαρπάζει εἴτε τά διεκδικεῖ.
Ἔτσι λοιπόν τό ἱστορικό ὄνομα τῆς Μακεδονίας, εἴτε μέ γεωγραφικό ἤ χρονικό προσδιορισμό, σύνθετο ἤ ὄχι, ἐμπεριέχει μία ἱστορία καί ἐκφράζει ἕναν πολιτισμό ὁ ὁποῖος ἀποτυπώνεται στή διαχρονία τῆς ἑλληνικῆς ἱστορίας καί ἐπιβεβαιώνεται γλωσσικά, πολιτιστικά καί πολιτισμικά μέσα στόν ἴδιο τόν ἑλληνικό χῶρο, καί γιαυτό δέν μπορεῖ νά γίνει ἀντικείμενο χρήσης ἤ διεκδίκησης ἀπό κάποιο ἄλλο κράτος, μέ τό ὁποῖο οὐδεμία σχέση ταυτότητας ἔχει.
Γιαυτά τά στοιχεῖα ταυτότητας ἀγωνίστηκε καί ἡ Ἐκκλησία, ὥστε νά διατηρηθοῦν καί νά διαφυλαχθοῦν χωρίς ἐθνικιστικές ἤ ἐθνοφυλετικές τάσεις ἤ παρεκτροπές γιαυτό καί μπορεῖ σήμερα νά παίρνει θέση ἔναντι τῆς κάθε μορφῆς παραχάραξης, ἀμφισβήτησης ἤ διεκδίκησής τους ἀπό ἀλλότρια ἔθνη.
Ἡ Ἐκκλησία σέβεται τούς πάντες ἀλλά ἀπαιτεῖ καί σεβασμό ἀπό τούς ὅλους σέ κάθε τι τό ὁποῖο ἀποτελεῖ στοιχεῖο τῆς ἐθνικῆς, ἱστορικῆς, πολιτισμικῆς καί γλωσσικῆς μας ταυτότητας.
Ἡ χρήση σύνθετης ἤ μή ὀνομασίας μέ τόν ὅρο Μακεδονία ἀπό τό κράτος τῶν Σκοπίων, γεωγραφικό ἤ χρονικό προσδιορισμό, ἡ υἱοθέτηση μιᾶς κατ’ ὄνομα μακεδονικῆς γλώσσας, ἡ νομική καί γραφειοκρατική ἐπιβολή μιᾶς δῆθεν μακεδονικῆς ἰθαγένειας ἤ ἐθνότητας καί ἡ ἐγκαθίδρυση ἑνός μακεδονικοῦ ἐκκλησιαστικοῦ μορφώματος δέν ἐπιλύει οὔτε στό ἐσωτερικό τοῦ συγκεκριμένου κράτους τῶν Σκοπίων ἀλλ’ οὔτε καί σέ σχέση μέ τήν ἴδια τήν πατρίδα μας τά ἐμφωλεύοντα προβλήματα. Ἀντίθετα ἐπιτείνει καί ἐνδυναμώνει μίση, ἐθνικιστικές τάσεις καί ἀντιπαλότητες, γεγονότα γνωστά καί ἐπικίνδυνα γιά τόν χῶρο τῶν Βαλκανίων.
Μία συμφωνία λοιπόν πού δέν λύνει ἀλλά δημιουργεῖ νέα προβλήματα καί ἡ ὁποία δέν δικαιώνεται οὔτε ἱστορικά, οὔτε πολιτισμικά πρέπει νά ξαναγραφτεῖ. Κανένας δέν ἀντιστρατεύεται στήν ἀναγκαιότητα ἔνταξης τοῦ κράτους τῶν Σκοπίων στό ΝΑΤΟ καί στήν Εὐρωπαϊκή Ἕνωση μέ σκοπό τήν ἐπίτευξη ἰσορροπίας στήν εὑρύτερη περιοχή, ὄχι ὅμως μέ τό προσωπεῖο ἑνός ὑποφώσκοντος ἀλυτρωτισμοῦ, στοιχεῖα τοῦ ὁποίου ἐκφράστηκαν κατά τήν διάρκεια τῆς συζήτησης γιά τή συνταγματική κατοχύρωση τῆς συμφωνίας τῶν Πρεσπῶν στό Κοινοβούλιο τῶν Σκοπίων, ὅπως γιά παράδειγμα τά περί ὕπαρξης μακεδονικῆς δῆθεν μειονότητας στήν πατρίδα μας, καί τά ὁποῖα πάντοτε θά παραμένουν στοιχεῖα τριβῆς καί ἀμφισβήτησης σέ κάθε ἐπίπεδο τοῦ δημόσιου βίου (ἐκπαίδευση, ἐμπόριο, ἐκκλησιαστική πραγματικότητα).
Μία συμφωνία λοιπόν πού διχάζει εἶναι μία ἀλυσιτελής πρόταση ὅσες δεκαετίες καί ἄν παρέλθουν, μάλιστα ὅταν τά στοιχεῖα αὐτῆς τῆς συμφωνίας εἶναι στοιχεῖα ἀμφισβήτησης τῆς ἐθνικῆς καί πολιτισμικῆς ταυτότητας τῆς ἱστορίας τῶν Ἑλλήνων».
Πηγή: www.romfea.gr