Δεν υπάρχει κανένα πραγματικό δίλημμα μεταξύ υγείας και οικονομίας. Το σκέφθηκα πολύ προτού να μπορέσω να το θέσω με αυτή την ευθύτητα, αλλά στο βάθος του ζητήματος μιλούμε και στις δύο περιπτώσεις για το ίδιο πράγμα: σταθμίζουμε νεκρούς με νεκρούς. Νεκρούς από μια επιδημία την οποία δεν μπορεί να αντιμετωπίσει ένα σύστημα υγείας ή νεκρούς από μια οικονομία που βουλιάζει. Προφανώς και δεν έχει καμία σημασία τι από τα δύο είναι το χειρότερο. Σημασία έχει μόνο πώς θα γλιτώσεις ανθρώπινες ζωές, δηλαδή πώς μακροπρόθεσμα θα έχεις λιγότερους νεκρούς.
Στην αρχή της κρίσης, όταν όλα σχεδόν ήταν άγνωστα και οι αποφάσεις έπρεπε να είναι γρήγορες, ήταν διαφορετικά. Τότε, ο στόχος της σωτηρίας ανθρώπινων ζωών επέβαλε το lockdown και αποδείχθηκε αυτό περίτρανα από τους αριθμούς. Ετυχε μάλιστα και διεθνούς αναγνώρισης: γίναμε success story για τη διαχείριση της παγκόσμιας υγειονομικής κρίσης στην πρώτη φάση της. Σοβαρό επίτευγμα, αν σκεφθείτε ότι, τις πρώτες δύο ημέρες της κρίσης, δεν υπήρχε κανείς στην Ελλάδα ο οποίος να γνώριζε επακριβώς πόσες κλίνες ΜΕΘ (λειτουργικές) διέθετε η χώρα μπαίνοντας στην περιπέτεια...
Οσο εξελίσσεται όμως η κρίση και αντιλαμβανόμαστε πια ότι ο κορωνοϊός δεν πρόκειται να φύγει από τη ζωή μας όσο απότομα εισέβαλε, καταλαβαίνουμε επίσης (θέλω να το ελπίζω ως καλοπροαίρετος άνθρωπος) ότι, αν δεν λειτουργήσει ξανά η οικονομία, τότε πορευόμαστε προς μια καταστροφή με ανυπολόγιστες επιπτώσεις κάθε είδους και, ασφαλώς, με περισσότερους νεκρούς μακροπρόθεσμα. Χρήσιμες και απαραίτητες οι διευκολύνσεις της ΕΚΤ, ωραίο και το όραμα του ευρωομολόγου στο βάθος του ορίζοντα, αλλά το θέμα είναι τι μπορούμε να κάνουμε εμείς για τον εαυτό μας – αυτό μας δίδαξαν τα λάθη μας της περασμένης δεκαετίας και ελπίζω να μην το έχουμε κιόλας ξεχάσει.
Η επανεκκίνηση της οικονομίας πρέπει να είναι, επομένως, ο στρατηγικός στόχος για τη χώρα μέσα στον επόμενο χρόνο. Υπό το πρίσμα αυτό, τι δίλημμα μπορεί να υπάρξει μεταξύ υγείας και οικονομίας; Το καθένα από αυτά είναι προϋπόθεση του άλλου. Και επειδή η αποτυχία της κάθε κυβέρνησης είναι ο δρόμος της αντιπολίτευσης προς την εξουσία, ο ΣΥΡΙΖΑ, που λόγω ηθικής ανωτερότητας δεν φημίζεται ιδιαιτέρως για τις ηθικές αναστολές του, προσπαθεί πλαγίως να εμποδίσει την προσπάθεια εξόδου της χώρας από το lockdown. Επειδή ασφαλώς δεν μπορεί να εναντιωθεί ευθέως στο κοινό συμφέρον, το κάνει πλαγίως, όπως λ.χ. με την επιμονή του να παραμείνουν τα σχολεία κλειστά ή μοιράζοντας αφειδώς χρήματα που δεν υπάρχουν. Είτε, δηλαδή, με το ψευδοδίλημμα μεταξύ υγείας και οικονομίας είτε με τον μύθο του λεφτόδεντρου.
Η έκβαση της μάχης στο πεδίο αυτό έχω την πεποίθηση πως θα καθορίσει την πορεία των πολιτικών πραγμάτων το επόμενο διάστημα. Το έργο που έχει μπροστά της η κυβέρνηση προϋποθέτει, το λιγότερο, άρτιο συντονισμό πνεύματος μέσα στην ίδια την κυβέρνηση. Δεν διαπιστώνεται όμως. Μάλλον το αντίθετο παρατηρείται, όταν μια τάση στην κυβέρνηση, που την εκφράζει κυρίως το υπουργείο Οικονομικών, υποχωρεί με εξαιρετική ευκολία στην πίεση των κλαδικών αιτημάτων και μοιράζει γενναιόδωρα. Συχνά μάλιστα, το υπουργείο δίνει την εντύπωση ότι ακολουθεί τη δική του γραμμή, όταν λ.χ. διαρροές στον Τύπο προλαμβάνουν κυβερνητικές αποφάσεις για ζητήματα της επικαιρότητας.
Κατανοώ ασφαλώς ότι ο υπουργός έχει να ασχοληθεί με πολλά και σοβαρά θέματα. Διαβάζω, φέρ’ ειπείν, στην ιστοσελίδα του ότι, προ πενθημέρου, «συντόνισε ηχοδιάσκεψη με τους προϊσταμένους των δικαστικών αρχών Λαμίας», με σκοπό «την επικαιροποίηση του κτιριολογικού σχεδιασμού» του Δικαστικού Μεγάρου Λαμίας, που πρόκειται κάποτε στο μέλλον να χτισθεί, εάν βρεθούν οι πόροι – καθότι ο υπουργός, ως γνωστόν, είναι πρωτίστως βουλευτής Φθιώτιδας.
Αναρωτιέμαι μήπως ο υπουργός δεν έχει την ίδια εικόνα για την κατάσταση με τον πρωθυπουργό και την κυβέρνηση. Αλλωστε, εκείνος δεν ήταν που δέσμευσε την κυβέρνηση με την υπεραισιόδοξη πρόβλεψη για ύφεση στο 4%; Δεν λέω ότι ο άνθρωπος διαφωνεί και υπονομεύει. Υποστηρίζω απλώς ότι η αισιοδοξία του και η γενναιοδωρία του δεν συνάδουν με αυτό που πρέπει να είναι ο στρατηγικός στόχος: η επανεκκίνηση της κοινωνικής και οικονομικής ζωής.
Το μέλλον μας θα κριθεί από τη δυνατότητά μας να βάλουμε ξανά την οικονομία μπροστά, προσαρμοζόμενοι σε νέους κανόνες και νέες, χρονοβόρες διαδικασίες. Και το σύνθετο αυτό εγχείρημα γίνεται ακόμη πιο δύσκολο, καθώς δεν υπάρχει και ούτε μπορεί να υπάρξει κοινός χάρτης εξόδου για όλες τις χώρες. Μπροστά σε μια πρόκληση τέτοιου μεγέθους και τέτοιας διάρκειας, είναι απαραίτητο ο υπουργός Οικονομικών να βρίσκεται με όλο το μυαλό και την καρδιά του στη μάχη.
ΣΤΕΦΑΝΟΣ ΚΑΣΙΜΑΤΗΣ
ΚΑΘΗΜΕΡΙΝΗ