18 Μαΐου 2020

Κασιμάτης: «Κοινωνικές αποστάσεις» και στην πολιτική

Ενα από τα αξιοσημείωτα των δημοσκοπήσεων, που διεξήχθησαν προς το τέλος της δίμηνης καραντίνας, αφού δηλαδή ο κόσμος είχε καταλάβει την κατάσταση και μπορούσε να εκτιμήσει την αντιμετώπισή της, ήταν η άνοδος της δημοτικότητας της Φώφης Γεννηματά, η οποία μάλιστα σε μία από τις έρευνες παρουσιαζόταν να ξεπερνάει σε ποσοστό τον Αλέξη Τσίπρα. Δεν χωρεί αμφιβολία ότι η αύξηση δημοτικότητας ήταν η επιβράβευση για τη συναινετική στάση της κατά την κρίσιμη φάση της πρώτης περιόδου της κρίσης, στάση η οποία εκφράστηκε με πνεύμα γενναιοδωρίας και εντιμότητας, χωρίς ενδοιασμούς, αστερίσκους και μικρότητες.

Λίγο αργότερα, ήλθε η επέτειος της Marfin και τα εγκαίνια του μνημείου, θέμα για το οποίο και πάλι η Γεννηματά πήρε τη θέση της λογικής και της δημοκρατικής συναίνεσης, παριστάμενη στην εκδήλωση των εγκαινίων, την οποία τιμούσε η Πρόεδρος της Δημοκρατίας με την παρουσία της. Ηταν η συγκυρία που έφερε διαδοχικά αυτά τα δύο γεγονότα και έκανε αισθητή ως ενόχληση την ad hoc σύμπλευση του ΚΙΝΑΛ με την κυβέρνηση. Πολλοί ανησύχησαν εξαιτίας αυτού του  συγχρωτισμού. Τόσο στο ίδιο το ΚΙΝΑΛ, που αντιλαμβάνεται ότι η προσέγγιση με οποιαδήποτε πλευρά συνεπάγεται τον κίνδυνο της απορρόφησης, όσο και αριστερότερα, στον ΣΥΡΙΖΑ, από τα στελέχη του οποίου άρχισε η διασπορά φημών και εκτιμήσεων περί ανάρμοστων σχέσεων και σκοτεινών σχεδίων.

Μέσα στο κλίμα που περιγράφεται παραπάνω, η Φώφη έκανε τηλεοπτική συνέντευξη, στην οποία έδωσε τον χαρακτήρα διακήρυξης ιδεολογικού μανιφέστου. Με ύφος το οποίο ο Λογγίνος θα αναγνώριζε ως «υψηλό», η πρόεδρος του ΚΙΝΑΛ επανέλαβε –con gusto!– το τετριμμένο σχήμα των δύο δρόμων, του προοδευτικού, που βεβαίως τον εκπροσωπεί η ίδια, και του νεοφιλελεύθερου και συντηρητικού, που υποτίθεται ότι τον εκπροσωπεί ο Κυριάκος Μητσοτάκης.

Ο σκοπός της ήταν να επανακαθορίσει τις αποστάσεις του social distancing που επιβάλλει στην πολιτική η συγκυρία του κορωνοϊού. Εχει ενδιαφέρον, εντούτοις, ότι η Φώφη, αναφερόμενη στους δύο δρόμους, δεν ταυτίστηκε με την Αριστερά γενικώς, αλλά με τη σοσιαλδημοκρατία. Για να το πούμε με τους όρους της πλαζ, η Γεννηματά προσπαθεί, όσο μπορεί, να στήσει την ομπρέλα της με τρόπο ώστε η περίμετρος να απέχει τουλάχιστον ένα μέτρο και από τη Ν.Δ. και τον ΣΥΡΙΖΑ.

Τα σοβαρότερα εμπόδια, στην προσπάθεια αυτή, η Φώφη τα συναντά από την πλευρά του ΣΥΡΙΖΑ, που έχει κάθε λόγο να απεύχεται την προοπτική μιας «σοβαρής» εκδοχής της σοσιαλδημοκρατίας στο πολιτικό τοπίο ή, εν πάση περιπτώσει, αισθητά σοβαρότερης εν σχέσει με την εκδοχή που μπορεί να προσφέρει ο ΣΥΡΙΖΑ. Η ύπαρξή της θα λειτουργούσε ως εναλλακτική επιλογή για τους ψηφοφόρους της Αριστεράς γενικώς και θα απομόνωνε εκ των πραγμάτων τον ΣΥΡΙΖΑ σε μια ακραία και καθόλου ελκυστική θέση για τους μετριοπαθείς ψηφοφόρους.

Η κυβέρνηση, αντιθέτως, δεν έχει κανένα λόγο να φοβάται ένα «σοβαρό» ΚΙΝΑΛ (τα εισαγωγικά είναι απαραίτητα, εφόσον από πίσω υπάρχει πάντα το  ΠΑΣΟΚ), το οποίο ιδεωδώς θα στέκεται με  αξιοπρέπεια ως εκπροσώπηση της ευρωπαϊκής σοσιαλδημοκρατίας. Η ύπαρξή του μάλλον θα ευνοούσε μια κυβέρνηση όπως η σημερινή, που επιδιώκει ευρύτερες συναινέσεις επί τη βάσει της λογικής. Θα διεύρυνε οπωσδήποτε τις δυνατότητες συνεργασίας, σύμπλευσης, συνεννόησης –πείτε το όπως θέλετε–, όταν οι περιστάσεις το επιβάλλουν.

Γιατί, λοιπόν, να θέλει η κυβέρνηση να απορροφήσει τη Γιαννακοπούλου, τον Κεγκέρογλου, τον Μανιάτη και την Κεφαλίδου, εφόσον θα μπορούσε (υπό προϋποθέσεις) να συνεννοηθεί με αυτούς και το κόμμα τους, στη βάση της κοινής λογικής και της ανάγκης;

Επιπλέον, γιατί να θέλει η κυβέρνηση να προκαλέσει σοβαρές στομαχικές διαταραχές στη Ν.Δ., που μπορεί να την οδηγήσουν στο νοσοκομείο; Εδώ ακόμη υπάρχουν προβλήματα αποδοχής για τον Μιχάλη Χρυσοχοΐδη, που είναι και εγνωσμένων ικανοτήτων στον συγκεκριμένο ρόλο που του έχει ανατεθεί. Πώς, λοιπόν, θα ήταν δυνατό να χωνέψουν στη Ν.Δ. κοτζάμ Κεγκέρογλου ή, ακόμη δυσκολότερα, έναν ολόκληρο Κωνσταντινόπουλο; (Ο δεύτερος είναι μικρότερος, αλλά λόγω πνευματικού μεγέθους πέφτει βαρύτερος στο στομάχι…).

Τα σενάρια περί προσχώρησης σχεδόν σύσσωμης της Κ.Ο. του ΚΙΝΑΛ με αφορμή ανασχηματισμό της κυβέρνησης είναι προκλητικώς βλακώδη και, προφανώς, εξυπηρετούν όσους εναντιώνονται στο πνεύμα και στο ήθος που είδαμε τόσο στην περίπτωση της υγειονομικής κρίσης όσο και σε εκείνη της Marfin. Δεν θα σας πω τίποτε καινούργιο γι’ αυτούς. Είναι οι πράγματι συντηρητικές δυνάμεις του τόπου: ο ΣΥΡΙΖΑ και ένα κομμάτι της λεγόμενης λαϊκής Δεξιάς. Κυβέρνησαν τη χώρα για σχεδόν πέντε χρόνια, σχεδόν τα πάντα είναι γνωστά γι’ αυτούς. Ακόμη και η γελοιότητα των δημιουργικών στιγμών τους – και αυτή ήταν μία από εκείνες.

ΣΤΕΦΑΝΟΣ ΚΑΣΙΜΑΤΗΣ
ΚΑΘΗΜΕΡΙΝΗ