Επίθεση στον πρωθυπουργό για την πολιτική του στην αντιμετώπιση της οικονομικής κρίσης, εξαπέλυσε ο πρόεδρος του ΣΥΡΙΖΑ Αλέξης Τσίπρας, λέγοντας ότι «ο κ. Μητσοτάκης υποσχόταν ανάπτυξη και μέσα σε έξι μήνες έφερε ύφεση, πριν τον κορονοϊό». Βέβαια αξίζει να σημειώσουμε ότι ο κ. Τσίπρας δεν αντιμετώπισε μια πανδημία η οποία έχει δημιουργήσει ανυπολόγιστες οικονομικές συνέπειες σε όλο τον πλανήτη.
Σε συνέντευξη που παραχώρησε στο πλαίσιο του Οικονομικού Forum των Δελφών και στην Όλγα Τρέμη υποστήριξε: «Κινδυνεύουμε να χάσουμε σε πέντε μήνες ότι κερδίσαμε σε πέντε χρόνια». Σημείωσε ότι η κυβέρνησή του παρέδωσε την ανεργία στο 17% και τώρα κινδυνεύει να πάει ξανά στο 26% και προειδοποίησε ότι «η κυβέρνηση θα βρεθεί στην δύσκολη θέση να πάρει μέτρα το 2021 ή το 2022 που θα είχαν αποφευχθεί, αν δεν είχε προκαλέσει με την πολιτική της ύφεση πριν τον κορονοϊό και αν είχε πάρει εμπροσθοβαρή μέτρα για την στήριξη της οικονομίας».
Επικαλέστηκε την έκθεση του ΟΟΣΑ που δείχνει ότι όλες οι χώρες θα έχουν ύφεση το 2020 λόγω της επιδημίας, αλλά το 2021 θα επιστρέψουν σε ανάκαμψη όση και η ύφεση. Μόνο η Ελλάδα προβλέπεται ότι θα έχει μικρότερη ανάκαμψη.
Ο κ. Τσίπρας έδωσε έμφαση στο ότι «η ύφεση είχε αρχίσει από το τελευταίο τρίμηνο του 2019, σε κάθε περίπτωση πριν τον κορονοϊό και εκεί δεν υπάρχει καμία δικαιολογία για την κυβέρνηση». Το απέδωσε σε μία παρωχημένη πολιτική της κυβέρνησης και στο ότι δεν δημιούργησε αναπτυξιακές συνθήκες στην οικονομία. Επιτέθηκε στον Κυριάκο Μητσοτάκη λέγοντας: «Το 2018 και το 2019 είχαμε από τους πιο υψηλούς ρυθμούς ανάπτυξης στην Ευρώπη. Δεν τους έφθανε το 1,9%. Έρχεται η παρούσα κυβέρνηση που υπόσχεται ότι θα δημιουργήσει αναπτυξιακή έκρηξη και θα μας πάει στο 4% το 2020 και αντί γι αυτό μας πάει στην ύφεση…Ο κ. Μητσοτάκης μας έφερε την ύφεση πριν τον κορονοϊό».
Σε ερώτηση για το «αν είμαστε μία χώρα που έχει πρόβλημα χρέους;», ο κ. Τσίπρας απάντησε: «…Το πρόβλημα της ελληνικής οικονομίας είναι το μεγάλο της χρέος που προήλθε από την κρίση ελλειμμάτων, που μας οδήγησε στα μνημόνια, όταν η κυβέρνηση Καραμανλή παρέδωσε 15% έλλειμμα…Ωστόσο το πρόβλημα έρχεται από πιο παλιά, από την εποχή του Χρηματιστηρίου, και κορυφώθηκε στην περίοδο Καραμανλή. Το πρόβλημα του δημοσίου χρέους το επέτεινε και η διαχείριση της τρόικας με τα λάθη που είχαν κάνει, όπως οι ίδιοι στην συνέχεια παραδέχθηκαν όπως π.χ. με τους πολλαπλασιαστές…Μας φοβίζει το ενδεχόμενο το χρέος να πάει στο 200% του ΑΕΠ. Η απάντηση σε αυτό τον κίνδυνο είναι να κάνουμε μία πιο ανταγωνιστική και παραγωγική οικονομία. Θα πρέπει να κινηθούμε με πολύ μεγάλη προσοχή το επόμενο διάστημα να φροντίσουμε να μην μειωθεί ραγδαία το ΑΕΠ». Προειδοποίησε ότι αν βρεθούμε σε μία μεγάλη ύφεση λόγω της αδράνειας της κυβέρνησης να ρίξει χρήμα τώρα στην αγορά, θα βρεθούμε και σε μεγαλύτερες δυσκολίες ανάκαμψης. Η θεωρία να φυλάξουμε τα χρήματα για αργότερα ίσως ήταν πειστική στην αρχή της κρίσης και πριν έλθουν οι ανακοινώσεις της ΕΕ, ανέφερε ο κ. Τσίπρας.
Σε ερώτηση για το αν θα έπαιρνε τα χρήματα του ESM, απάντησε ότι «θα ήμουν πολύ επιφυλακτικός και θα εξαρτιόταν από τον στόχο για την αξιοποίησή τους και αν δεν συνοδευόταν με μνημονιακούς όρους».
Σε ερώτηση για το αν υπάρχει επικοινωνία με τον Κυριάκο Μητσοτάκη για τα εθνικά θέματα απευθείας ή μέσω διαύλων απάντησε: «Με τον Κυριάκο Μητσοτάκη έχω μία τυπική σχέση…Άλλωστε είναι ευθύνη του πρωθυπουργού η ενημέρωση των πολιτικών αρχηγών…Όταν συναντιόμαστε το κλίμα είναι καλό αλλά δεν είμαστε φίλοι. Δεν υπάρχει σταθερή επικοινωνία και δεν υπάρχει πολιτική επιλογή για σταθερή επικοινωνία». Η πρωτοβουλία, σημείωσε ανήκει πάντα στον πρωθυπουργό, δεν υπάρχει στιγμή που να σηκώνει το τηλέφωνο ο πρωθυπουργός και να μην ανταποκριθεί ο αρχηγός της αξιωματικής αντιπολίτευσης. Επί της δικής του πρωθυπουργίας είπε ότι: «Η ενημέρωση στα κρίσιμα εθνικά θέματα ήταν αυτή που θα έπρεπε να είναι» και εξήγησε ότι «ακόμη και στην Συμφωνία των Πρεσπών σε κάθε στροφή των εξελίξεων υπήρχε ενημέρωση» και αυτό «παρότι ο κ. Μητσοτάκης ενθάρρυνε τους τσολιάδες και τότε ερχόταν στο Μαξίμου και ζητούσε να είναι κλειστά τα μικρόφωνα σαν να κάνουμε παντομίμα». Τέλος ανέφερε ότι: «Έχουμε μιλήσει δύο φορές όλες κι όλες όταν με κάλεσε στο γραφείο του. Εγώ κάλεσα τρεις φορές Συμβούλιο Πολιτικών Αρχηγών…Εξαρτάται από τον πρωθυπουργό αν θα αποφασίσει να μοιράζεται κρίσιμες σκέψεις με την αντιπολίτευση».
Σε ερωτήσεις για τα εσωκομματικά ο κ. Τσίπρας είπε ότι: «Ο ΣΥΡΙΖΑ δεν είναι το κόμμα που έκανε αντιπολίτευση το 2010 – 2012, ενηλικιώθηκε σε δύσκολες συνθήκες και σήμερα καταλαμβάνει έναν χώρο από το κέντρο και προς τα αριστερά του πολιτικού φάσματος. Είναι ένα άλλο κόμμα σήμερα ο ΣΥΡΙΖΑ…Φυσικά υπάρχουν προβλήματα και εμμονές…Ωστόσο διακρίνω ότι εντός του ΣΥΡΙΖΑ δεν υπάρχουν στρατηγικές ιδεολογικές διαφωνίες…Υπάρχει μία αγωνία για το τι θα φέρει ο μετασχηματισμός που είναι σε εξέλιξη. Σε όλα τα μεγάλα κόμματα υπάρχουν διαφορετικές φωνές, είναι πολυσυλλεκτικά». Τέλος προέβλεψε ότι σε δύο χρόνια θα έχει αναδιαταχθεί η εσωκομματική γεωγραφία του ΣΥΡΙΖΑ, ωστόσο πρόσθεσε ότι «Είναι ανάγκη της ελληνικής κοινωνίας να αποκτήσει ένα σύγχρονο μεγάλο κόμμα της αριστεράς».
Για το πως θα αντιμετωπίσει τις εσωκομματικές διαφωνίες είπε ότι «έχω αποφασίσει ότι πρέπει να προχωρήσουμε μπροστά. Αυτό δεν αφορά πρόσωπα αλλά πολιτικές…Υπάρχουν καμπές που οι ηγέτες πρέπει να ξεπεράσουν τις προσωπικές συμπάθειες και να προχωρήσουν…Οι διαφορές δεν πρέπει να λειτουργούν παραλυτικά. Αν δεν είχε υπάρξει ο κορονοϊός, ο ΣΥΡΙΖΑ θα είχε κάνει το συνέδριό του και θα είχε προχωρήσει στη ανασυγκρότησή του». Για τον Παύλο Πολλάκη και την κριτική που άσκησε στον Σωτήρη Τσιόδρα είπε ότι: «Δεν ήταν σκληρή η κριτική του Πολάκη για τον Τσιόδρα, είπε απλώς ότι θα επέλεγε κάποιον άλλον, έχει κι άλλους καλούς επιστήμονες η χώρα». Τέλος υπογράμμισε ότι η πολιτική σχεδιάζεται με βάση τις ανάγκες της κοινωνίας και όχι στα κομματικά γραφεία.
Ο Αλέξης Τσίπρας χαιρέτισε την συμφωνία με την Ιταλία και πρόσθεσε: «Είναι εξέλιξη που θα μπορούσαμε να την έχουμε το 2016. Εμείς την χαιρετίζουμε…Είχαμε συμφωνήσει τα ίδια τότε με τον Τζεντιλόνι, να ψαρεύουν οι Ιταλοί στα 6-12 μίλια και να έχουν επήρεια τα νησιά. Ο Κοτζιάς είπε τότε ότι θα δεχθούμε κριτική από την αντιπολίτευση. Τώρα εμείς δίνουμε έγκριση…Υπάρχει μία σοβαρή διαφορά με το 2016: τότε δεν υπήρχε το τουρκο-λυβικό σύμφωνο…Η συμφωνία κλείνει με συμβιβασμούς όχι τραγικούς. Θα μπορούσε και με την Αλβανία να κλείσει η συμφωνία».
Γενικότερα για τις σχέσεις με την Τουρκία είπε ότι πρέπει να έχουμε εθνική γραμμή που να οδηγεί όχι σε σύγκρουση αλλά να σε πάει στο τραπέζι της διαπραγμάτευσης, όχι όμως με τις μαξιμαλιστικές απαιτήσεις της άλλης πλευράς. Στο πλαίσιο αυτό, συνέχισε θα πρέπει να διαμορφώσουμε μία εθνική στρατηγική. Να προχωρήσουμε σε συμφωνία με την Αίγυπτο ακόμη και με μερική οριοθέτηση της ΑΟΖ και να προχωρήσουμε και στην επέκταση των 12 μιλιών στα χωρικά μας ύδατα στο Ιόνιο.
Αναφέρθηκε στις σχέσεις του ΣΥΡΙΖΑ με το ΚΙΝΑΛ λέγοντας ότι υπάρχει έδαφος για προσέγγιση και πρόσθεσε: «Εμείς καταθέτουμε ειλικρινή πρόταση συζήτησης με το ΚΙΝΑΛ, καθώς πιστεύουμε στις συμμαχικές κυβερνήσεις».
Τέλος επανέλαβε ότι επί των ημερών του «η διαπλοκή μειώθηκε, αλλά είναι πιο άγρια» και εξήγησε ότι ως διαπλοκή εννοεί το φαινόμενο «άνθρωποι που σπαταλάνε χρήμα στα ΜΜΕ για να έχουν αλλού οφέλη». Σημείωσε ακόμη ότι τώρα «Θα επαναξιολογούσε την σχέση του με τα ΜΜΕ» , ωστόσο «η πρόθεση τότε να βάλουμε ένα τέρμα στην διαπλοκή των ΜΜΕ ήταν θετική». Κλείνοντας προέβλεψε ότι η παρούσα κυβέρνηση θα τα βρει μπροστά της τα προβλήματα με την διαπλοκή, παρότι τώρα υπάρχει μεγαλύτερη συμφωνία και στήριξη από ποτέ. «Ωστόσο κάποιοι θεωρούν ότι η οικονομική τους ισχύς είναι πιο σημαντική από την ψήφο των πολιτών και έρχεται η στιγμή που κάθε πρωθυπουργός το αντιμετωπίζει».