Είναι ιστορίες από εκείνες που ονομάζουμε παράδοξες. Κάποιοι τις θεωρούν απίστευτες και εξωπραγματικές, όμως είναι πέρα για πέρα αληθινές! Είναι οι ιστορίες εκείνες που έμειναν έξω από τα επίσημα βιβλία, κάτι σαν τα «απόκρυφα ευαγγέλια», όμως υπάρχουν και διαβάζοντάς πολλές από αυτές μονολογείς: «Αν είναι δυνατόν;»...
Έχουν καταχωρηθεί στα κεφάλαια της Ιστορίας που συνήθως δεν διδάσκονται στα σχολεία και που σίγουρα οι περισσότεροι δεν έμαθαν και δεν θα μάθουν ποτέ. Είναι τα παραλειπόμενα των ιστορικών προσώπων, είναι τα ανέκδοτα της ζωής τους, είναι αυτά που όταν τα διαβάζεις θέλεις το χρόνο σου για να τα εμπεδώσεις. «Μα είναι δυνατόν να συνέβη αυτό;» αναρωτιέσαι και αμέσως αναζητείς «συνένοχο» για να μοιραστείς το… μυστικό που μόλις σου αποκαλύφθηκε. Το γνώριζες ότι ο Χίτλερ είχε παιδί με βρετανίδα φανατική θαυμάστριά του;
Είχες ακούσει ποτέ ότι σε άσκηση προσομοίωσης παραμονές της απόβασης στη Νορμανδία είχαν σκοτωθεί 1.000 άνδρες του αμερικανικού στρατού;
Ότι ο σατανικός Ρασπούτιν είχε σκοτωθεί από χέρι βρετανού πράκτορα κι όχι από τον πρίγκιπα Φέλιξ Γιουσούποφ, που μάθαμε όλα αυτά τα χρόνια; Ότι ο Στάλιν είχε ληστέψει τράπεζα; Πως υπήρχε Ιαπωνέζος πολίτης που βρέθηκε και στην Χιροσίμα τη στιγμή που έπεφτε η πρώτη ατομική βόμβα, αλλά και λίγες μέρες μετά στο Ναγκασάκι όταν οι Αμερικανοί έριχναν τη δεύτερη; Κι όμως όλα αυτά έχουν καταγραφεί στα ψιλά γράμματα της Ιστορίας, που πολλές φορές είναι πιο ελκυστικά κι ενδιαφέροντα από τα μεγάλα Bold κεφαλαία. Και ο βασιλιάς της Ελλάδας που πέθανε Πρωταπριλιά και κανείς δεν το πίστευε; Ας διαβάσουμε κάποιες ιστορίες που θα σας εκπλήξουν.
Η Αγγλίδα ερωμένη του Χίτλερ και ο καρπός του έρωτά τους που ίσως ζει ακόμα στη Βρετανία
Ήταν καλοκαίρι του 1934 όταν η Γιούνιτι Μίτφορντ (Unity Mitford), μια αδύνατη, κάπως άχαρη και μια γυναίκα από εκείνες που δεν έχουν κάτι το εξαιρετικό στο παρουσιαστικό της, ταξίδεψε στο Βερολίνο. Ο πόθος της να γνωρίσει το ίνδαλμά της, τον Αδόλφο Χίτλερ, δεν την άφηνε να κοιμηθεί τα βράδια. Η Γιούνιτι Μίτφορντ ήταν το πέμπτο από τα επτά παιδιά του Ντέιβιντ Φρίμαν Μίτφορντ με και της συζύγου του, Σίδνεϊ, κόρη του βουλευτή Τόμας Γκίμπσον Μπόουλς. Η Γιούνιτι γεννήθηκε στην πόλη Σβάστικα (τυχαίο;) στο Οντάριο του Καναδά, όπου η οικογένειά της είχε μεταλλεία χρυσού.
Η Γιούνιτι και η αδελφή της Νταϊάνα είχαν ταξιδέψει μαζί στο Βερολίνο έναν χρόνο πριν για να παραστούν στο συνέδριο του ναζιστικού κόμματος στη Νυρεμβέργη εκπροσωπώντας το φασιστικό κόμμα της Βρετανίας. Η Γιούνιτι είχε δει τον Χίτλερ από κοντά και είχε δηλώσει: «Δεν πιστεύω ότι επιθυμώ να γνωρίσω άλλον άνθρωπο στη ζωή μου»… Και το πέτυχε. Όταν ξαναγύρισε στο Βερολίνο, η Γιούνιτι μελέτησε όλες τις κινήσεις και τις καθημερινές συνήθειες του Χίτλερ. Έμαθε σε ποια καφετέρια σύχναζε, σε ποιο εστιατόριο γευμάτιζε, σε ποιο ξενοδοχείο θα πήγαινε να συναντήσει φίλους του. Ο Χίτλερ είχε τη συνήθεια να τρώει στην «Osteria Bavaria» στο Μόναχο· η Γιούνιτι άρχισε να κάθεται στην «Osteria Bavaria» κάθε μέρα. Κόντευε να περάσει ένας χρόνος από την «παρακολούθηση» του Χίτλερ, όταν ο Fuhrer της Γερμανίας παρατήρησε την μοναχική Αγγλίδα να τρώει συχνά δίπλα του και την κάλεσε στο τραπέζι του. Συνομίλησαν για πάνω από 30 λεπτά, με τον Χίτλερ να προσφέρεται να πληρώσει τον λογαριασμό της Γιούνιτι. Σε μια επιστολή προς τον πατέρα της, η Μίτφορντ έγραψε: «Ήταν η πιο υπέροχη και όμορφη ημέρα της ζωής μου. Είμαι τόσο χαρούμενη που δεν θα με πείραζε ακόμη και να πεθάνω. Είμαι το πιο τυχερό κορίτσι στον κόσμο. Για μένα είναι ο μεγαλύτερος άντρας όλων των εποχών!».
Αλλά και ο Χίτλερ έφυγε ενθουσιασμένος από την επαφή τους, αλλά κυρίως από το μεσαίο όνομα της Μίτφορντ που ήταν Βαλκυρία… (μυθικές σκανδιναβικές θεότητες που ο αγαπημένος συνθέτης του Χίτλερ Ρίτσαρντ Βάγκνερ είχε ενσωματώσει σε διάσημες όπερές του).
Ο Χίτλερ συναντήθηκε ξανά με την Αγγλίδα θαυμάστριά του και μάλιστα οι επαφές τους άρχισαν να γίνονται όλο και συχνότερες κάτι που είχε ενοχλήσει την ερωμένη του Εύα Μπράουν. Η Γιούνιτι κατάφερε να κερδίσει την εμπιστοσύνη και τον θαυμασμό ισχυρών στελεχών του κόμματος, όπως ο ακραιφνής αντισημίτης Γιούλιους Στράιχερ, εκδότης της αντισημιτικής εφημερίδας «Der Sturmer», όπου η Γιούνιτι έγραψε ένα πύρινο ρατσιστικό άρθρο εναντίον των Εβραίων, το οποίο έκανε τον Χίτλερ να την λατρέψει. Τέτοιος ήταν ο θαυμασμός του ισχυρού άνδρα της Γερμανίας ώστε δώρισε στην νεαρή Αγγλίδα μια χρυσή κονκάρδα με τη σβάστικά. Οι συναντήσεις τους έγιναν σχεδόν καθημερινές, πολλά ακούγονταν για τη σχέση τους και το γεγονός ότι ο Χίτλερ αγόρασε διαμέρισμα στο Μόναχο στο όνομα της Γιούνιτι Μίτφορντ απαντούσε σε όλες τις απορίες… Όμως ο πόλεμος κάλπαζε φρενήρης και η Μίτφορντ είχε μπει στο μάτι των Βρετανικών μυστικών υπηρεσιών. Αν γύριζε στη Βρετανία την περίμενε κατηγορία για προδοσία και προσαγωγή σε δίκη. Όταν η πατρίδα της κήρυξε τον πόλεμο στη Γερμανία, η Γιούνιτι απογοητευμένη βλέποντας τη σχέση της με τον Χίτλερ να καταρρέει προσπάθησε να αυτοκτονήσει με μια σφαίρα στο κεφάλι·τραυματίστηκε σοβαρά, αλλά επέζησε! Τα νοσήλεια στο νοσοκομείο του Μονάχου τα πλήρωσε ο ίδιος ο Χίτλερ.
Τον Δεκέμβριο του 1939, η Μίτφορντ μεταφέρθηκε σε νοσοκομείο στη Βέρνη, στην ουδέτερη Ελβετία, όπου η μητέρα και η μικρότερη αδερφή της, Ντέμπορα πήγαν για να την φροντίσουν. Η αδελφή της ρύθμισε τις λεπτομέρειες ώστε να μεταφερθεί στην Αγγλία όπου κατάφερε κάποια στιγμή να περπατήσει, αλλά ποτέ δεν ανέρρωσε πλήρως. Και τότε είναι που οι φήμες οργιάζουν: από την Ελβετία, λέγεται ότι, μεταφέρθηκε στο ιδιωτικό μαιευτήριο της Οξφόρδης «Hill View Cottage» όπου με μυστικότητα γέννησε το παιδί του Χίτλερ, το οποίο η οικογένεια της Γιούνιτι παρέδωσε για υιοθεσία! Το μυστικό διέρρευσε από τις νοσοκόμες που φρόντιζαν την Γιούνιτι στο μαιευτήριο. Αν το γεγονός αληθεύει απόγονος του Αδόλφου Χίτλερ ίσως να ζει ακόμη στη Βρετανία! Η Γιούνιτι Μίτφορντ πέθανε το 1948 από μηνιγγίτιδα που προκλήθηκε από τη σφαίρα στο κρανίο. Κι αν όπως λέγεται από συνωμοσιολόγους ο Χίτλερ έζησε στη Λατινική Αμερική μετά την υποτιθέμενη αυτοκτονία του γιατί να μην έψαξε να βρει το παιδί του; Ε;
Ο «Τίγρης» που κατασπάραξε 946 αμερικανούς στρατιώτες κατά τη διάρκεια μια απλής άσκησης!
Από την άνοιξη του 1944 είχε παρθεί ήδη η απόφαση από τους επικεφαλής των συμμάχων για απόβαση στρατιωτικών δυνάμεων σε ακτή της Ευρώπης. Τον Απρίλιο του 1944 μάλιστα προετοιμάστηκε μια άσκηση προσομοίωσης με τις συνθήκες που θα αντιμετώπιζαν οι στρατιώτες και τα σκάφη σε επιχείρηση απόβασης. Η άσκηση «Τίγρης» σχεδιάστηκε και εκτελέστηκε με ολέθριες συνέπειες.
Τη νύχτα της 27ης Απριλίου του 1944 η τραγωδία που εκτυλίχτηκε ακριβώς έξω από το Slapton Sands στην ακτή του Ντέβον ήταν μια από τις μεγαλύτερες του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου. Και να σκεφτεί κάποιος ότι ήταν μόνο μια άσκηση. Μια μέρα πριν είχε διαταχτεί ο πληθυσμός των γύρω περιοχών, περίπου 3000 κάτοικοι να εγκαταλείψουν τα σπίτια τους προκειμένου ο αμερικανικός στρατός να πραγματοποιήσει την άσκηση δίχως την παρέμβαση πολιτών.
Η περιοχή γύρω από το Slapton Sands επιλέχθηκε επειδή είχε μεγάλη ομοιότητα με τμήματα των γαλλικών ακτών, που είχαν επιλεγεί για την Μεγάλη Απόβαση.
Ο ειδυλλιακός και συνήθως ήρεμος ποταμός Dart γέμισε με λέμβους και αποβατικά σκάφη. Η άσκηση «Τίγρης» σχεδιάστηκε για να είναι όσο το δυνατόν πιο ρεαλιστική και στις 22 Απριλίου 1944 έπεσε η φωτοβολίδα εκκίνησης. Αεροπλάνα προσγειώθηκαν φορτωμένα με στρατιώτες, άρματα μάχης και εξοπλισμό αναπτύχθηκαν κατά μήκος της ακτής.
Ωστόσο μέσα στο σκοτάδι, εννέα γερμανικά ταχύπλοα σκάφη κατάφεραν να διεισδύσουν ανάμεσά στις αμερικανικές δυνάμεις. Δύο αποβατικά πλοία βυθίστηκαν και ένα τρίτο υπέστη σοβαρές ζημιές. Η έλλειψη εκπαίδευσης σχετικά με τη χρήση σωσιβίων, ο βαρύς εξοπλισμός και το παγωμένο νερό συνέβαλαν στην καταστροφή: πολλοί άντρες πνίγηκαν ή πέθαναν από υποθερμία πριν τους παρασχεθούν οι πρώτες βοήθειες. Πάνω από 700 Αμερικανοί έχασαν τη ζωή τους.
Ο «Τίγρης» που κατασπάραξε 946 αμερικανούς στρατιώτες κατά τη διάρκεια
μια απλής άσκησης
Παρόλα αυτά, η άσκηση συνεχίστηκε στην παραλία Slapton, και μαζί της συνεχίστηκε και η καταστροφή. Η επίθεση περιλάμβανε πραγματικά πυρά και βομβαρδισμό από πολεμικά πλοία. Αποτέλεσμα; Πολλοί στρατιώτες σκοτώθηκαν από «φιλικά πυρά» και από τον βομβαρδισμό του ναυτικού.
Συνολικά 946 αμερικανοί στρατιώτες έχασαν τη ζωή τους κατά τη διάρκεια της άσκησης «Τίγρης» και η ιστορία δεν αποκαλύφθηκε παρά μετά το τέλος του πολέμου. Να σημειώσουμε ότι λιγότεροι στρατιώτες σκοτώθηκαν κατά τη διάρκεια της πραγματικής απόβασης στην παραλία Utah από ό,τι κατά τη διάρκεια της άσκησης «Τίγρης».
Το κρύο ήταν σαν κατάρα εκείνο το πρωινό της τελευταίας μέρας του
Δεκέμβρη του 1916. Ο Μεγάλος Πόλεμος συνεχώς… μεγάλωνε, οι Ρώσοι σε
μυστικά υπόγεια προετοίμαζαν την επανάσταση κι ένας φτωχός και μόνος
αστυφύλακας περιπολούσε στις όχθες του ποταμού Νέβα, βρίζοντας τον
Τσάρο…
Ξαφνικά εντόπισε ένα γούνινο παλτό ανάμεσα στους πάγους. Ο αστυνομικός κάλεσε ενισχύσεις και σε λίγο αρκετοί άνδρες πάσχιζαν να σπάσουν την παγωμένη επιφάνεια του ποταμιού για να ανασύρουν το πτώμα που αχνοφαινόταν από κάτω. «Κάποιος μεθυσμένος φουκαράς θα είναι», είπε ο ένας αστυνομικός στον άλλο που συμφώνησε. Όταν το πτώμα βγήκε από την παγωμένη μέγγενη, οι άνδρες γύρω του πάγωσαν πιο πολύ από τα νερά του Νέβα. Στα πόδια τους βρισκόταν ξαπλωμένος ο Γκριγκόρι Εφίμοβιτς Ρασπούτιν, ο διαβόητος καλόγερος, ο «άγιος» που χειραγωγούσε με τα… θαύματά του τον τσάρο και την τσαρίνα. Η Αγία Πετρούπολη ολόκληρη σιχαινόταν τον Ρασπούτιν κι ευχόταν να τον βρουν ένα βράδυ νεκρό, εκτός από τον Νικόλαο και την Αλεξάνδρα που τον θεωρούσαν κάτι σαν Θεό, αφού είχε καταφέρει να ανακουφίσει τον μικρό τσάρεβιτς Αλέξιο από τα συμπτώματα της αιμοφιλίας.
Η είδηση για τον θάνατο του Ρασπούτιν κυκλοφόρησε σαν λοιμός: αστραπιαία! Το πτώμα μεταφέρθηκε στο νεκροτομείο όπου ο ιατροδικαστής ανακαλύπτει τρία τραύματα από σφαίρες (η μία από τις οποίες είχε διαπεράσει τον εγκέφαλο) ίχνη ισχυρού δηλητηρίου (υδροκυάνιο) στο στομάχι, χτύπημα από ξύλινο ρόπαλο στο κεφάλι και τέλος νερό στους πνεύμονες! Ούτε το ρόπαλο, ούτε οι τρεις σφαίρες, ούτε το δηλητήριο σκότωσαν τον σατανικό καλόγερο, αλλά τα νερά του ποταμού που τον πέταξαν οι δολοφόνοι του! Ο Ρασπούτιν «πνίγηκε», σύμφωνα με την ιατροδικαστική έκθεση. Οι άλλοι απλά τον οδήγησαν στον πνιγμό… Γρήγορα η ομάδα των ανδρών που παγίδεψαν τον Ρασπούτιν γίνεται γνωστή: Φέλιξ Γιουσούποφ, πρίγκιπας από αριστοκρατική οικογένεια, διδάκτωρ του Πανεπιστημίου της Οξφόρδης, Ντμίτρι Πάυλοβιτς, Μεγάλος δούκας, ανιψιός του τσάρου και φίλος του Γιουσούποφ, Βλαντιμίρ Πουρίσκεβιτς, βουλευτή στη Δούμα, Στανισλάβ Λαζόβερτ, γιατρός και ο λοχαγός Σουχότιν. Ανάμεσα όμως στους συνωμότες που καταγράφηκαν στα ιστορικά αρχεία υπάρχει ακόμα ένας που πέρασε σαν σκιά από την όλη υπόθεση.
Παρόλα αυτά, η άσκηση συνεχίστηκε στην παραλία Slapton, και μαζί της συνεχίστηκε και η καταστροφή. Η επίθεση περιλάμβανε πραγματικά πυρά και βομβαρδισμό από πολεμικά πλοία. Αποτέλεσμα; Πολλοί στρατιώτες σκοτώθηκαν από «φιλικά πυρά» και από τον βομβαρδισμό του ναυτικού.
Συνολικά 946 αμερικανοί στρατιώτες έχασαν τη ζωή τους κατά τη διάρκεια της άσκησης «Τίγρης» και η ιστορία δεν αποκαλύφθηκε παρά μετά το τέλος του πολέμου. Να σημειώσουμε ότι λιγότεροι στρατιώτες σκοτώθηκαν κατά τη διάρκεια της πραγματικής απόβασης στην παραλία Utah από ό,τι κατά τη διάρκεια της άσκησης «Τίγρης».
Ποιος τελικά σκότωσε τον Ρασπούτιν, οι Ρώσοι συνωμότες, Άγγλος πράκτορας ή τα νερά του Νέβα;
Ξαφνικά εντόπισε ένα γούνινο παλτό ανάμεσα στους πάγους. Ο αστυνομικός κάλεσε ενισχύσεις και σε λίγο αρκετοί άνδρες πάσχιζαν να σπάσουν την παγωμένη επιφάνεια του ποταμιού για να ανασύρουν το πτώμα που αχνοφαινόταν από κάτω. «Κάποιος μεθυσμένος φουκαράς θα είναι», είπε ο ένας αστυνομικός στον άλλο που συμφώνησε. Όταν το πτώμα βγήκε από την παγωμένη μέγγενη, οι άνδρες γύρω του πάγωσαν πιο πολύ από τα νερά του Νέβα. Στα πόδια τους βρισκόταν ξαπλωμένος ο Γκριγκόρι Εφίμοβιτς Ρασπούτιν, ο διαβόητος καλόγερος, ο «άγιος» που χειραγωγούσε με τα… θαύματά του τον τσάρο και την τσαρίνα. Η Αγία Πετρούπολη ολόκληρη σιχαινόταν τον Ρασπούτιν κι ευχόταν να τον βρουν ένα βράδυ νεκρό, εκτός από τον Νικόλαο και την Αλεξάνδρα που τον θεωρούσαν κάτι σαν Θεό, αφού είχε καταφέρει να ανακουφίσει τον μικρό τσάρεβιτς Αλέξιο από τα συμπτώματα της αιμοφιλίας.
Η είδηση για τον θάνατο του Ρασπούτιν κυκλοφόρησε σαν λοιμός: αστραπιαία! Το πτώμα μεταφέρθηκε στο νεκροτομείο όπου ο ιατροδικαστής ανακαλύπτει τρία τραύματα από σφαίρες (η μία από τις οποίες είχε διαπεράσει τον εγκέφαλο) ίχνη ισχυρού δηλητηρίου (υδροκυάνιο) στο στομάχι, χτύπημα από ξύλινο ρόπαλο στο κεφάλι και τέλος νερό στους πνεύμονες! Ούτε το ρόπαλο, ούτε οι τρεις σφαίρες, ούτε το δηλητήριο σκότωσαν τον σατανικό καλόγερο, αλλά τα νερά του ποταμού που τον πέταξαν οι δολοφόνοι του! Ο Ρασπούτιν «πνίγηκε», σύμφωνα με την ιατροδικαστική έκθεση. Οι άλλοι απλά τον οδήγησαν στον πνιγμό… Γρήγορα η ομάδα των ανδρών που παγίδεψαν τον Ρασπούτιν γίνεται γνωστή: Φέλιξ Γιουσούποφ, πρίγκιπας από αριστοκρατική οικογένεια, διδάκτωρ του Πανεπιστημίου της Οξφόρδης, Ντμίτρι Πάυλοβιτς, Μεγάλος δούκας, ανιψιός του τσάρου και φίλος του Γιουσούποφ, Βλαντιμίρ Πουρίσκεβιτς, βουλευτή στη Δούμα, Στανισλάβ Λαζόβερτ, γιατρός και ο λοχαγός Σουχότιν. Ανάμεσα όμως στους συνωμότες που καταγράφηκαν στα ιστορικά αρχεία υπάρχει ακόμα ένας που πέρασε σαν σκιά από την όλη υπόθεση.
Ρασπούτιν
Η σφαίρα που διαπέρασε τον εγκέφαλο, σύμφωνα με τη βαλλιστική εξέταση προερχόταν από βρετανικό περίστροφο «Webley 455». Μόνο ένας Άγγλος θα μπορούσε να κατέχει ένα τέτοιο όπλο και αυτός ήταν ο Όσβαλντ Ρέινερ, φίλος του Γιουσούποφ από την Οξφόρδη και Βρετανός μυστικός πράκτορας, που είχε έρθει στη Ρωσία πριν από ένα χρόνο με μυστική αποστολή: να σκοτώσει τον Ρασπούτιν! Ο Ρέινερ ήταν ο άνθρωπος που έδωσε (ή τουλάχιστον έτσι νόμιζε) την μοιραία βολή στον «άγιο» του παλατιού. Όταν διέρρευσε το γεγονός ο τσάρος ενοχλημένος ρώτησε τον Βρετανό πρέσβη σερ Σάμιουελ Χόαρ αν η Αγγλία είχε συμμετοχή στη δολοφονία. Η απάντηση ήταν κατηγορηματική: «Πρόκειται για κατηγορία εξωφρενική, τόσο απίστευτη που καταντάει παιδαριώδης»! Τα αρχεία των Μυστικών Υπηρεσιών όμως λένε άλλα: η είδηση της δολοφονίας του Ρασπούτιν είχε φθάσει στο Λονδίνο αρκετές ώρες πριν ο αστυφύλακας που θα περιπολούσε εκείνο το πρωινό στο Νέβα πιει το ζεστό γάλα του, φορέσει τη στολή του, βρίσει τον τσάρο και βγει στο παγωμένο αγιάζι για να εκτελέσει την άχαρη υπηρεσία του, που εκείνη την ημέρα θα περνούσε στην Ιστορία…
Ο Τσουτόμο Γιαμαγκούτσι κατοικούσε χρόνια στο Ναγκασάκι· για την ακρίβεια από τότε που γεννήθηκε, το 1916. Εργαζόταν στο Ναγκασάκι, ο Γιαμαγκούτσι, αλλά στις 6 Αυγούστου του 1945, κι ενώ ο πόλεμος με τις Ηνωμένες Πολιτείες έδειχνε να μην τελειώνει ποτέ, βρισκόταν στη Χιροσίμα. Ένα επαγγελματικό ταξίδι τον κρατούσε εκεί πάνω από δυο μήνες. Εκείνο ηλιόλουστο πρωινό, είχε γύρει στο παράθυρο του τραμ κατευθυνόμενος προς την εργασία του. Ο Γιαμαγκούτσι, άκουσε τον βαρύ κινητήρα του αεροπλάνου που πετούσε πάνω από την πόλη, αλλά δεν έδωσε σημασία. Άλλωστε καθημερινά τους ίδιους ήχους άκουγαν οι Γιαπωνέζοι πολίτες εδώ και χρόνια. Όμως εκείνο το πολεμικό αεροσκάφος δεν ήταν οποιοδήποτε· είχε όνομα που θα έμενε στην Ιστορία: Ενόλα Γκέι! Ο Γιαμαγκούτσι κατέβηκε τα πρώτα σκαλοπάτια του τραμ, όταν είδε στον ουρανό δύο αλεξίπτωτα και σε χρόνο που δεν πρόλαβε να μετρήσει είδε πρώτα μια λάμψη και μετά όλα σκοτείνιασαν και σείστηκαν. Χάθηκε ο κόσμος από τα μάτια του! Λίγα δευτερόλεπτα πριν καταρρεύσει και λιποθυμήσει, ο Γιαμαγκούτσι είδε στον ορίζοντα ένα μανιτάρι από καπνό να τυλίγει τη Γη. Η ατομική βόμβα που έπληξε τη Χιροσίμα είχε μόλις εκραγεί! Η έκρηξη είχε καταστρέψει την ακοή του Γιαμαγκούτσι και η λάμψη τον είχε τυφλώσει, προσωρινά. Επίσης η θερμότητα από την έκρηξη του είχε προκαλέσει σοβαρά εγκαύματα. Όταν μετά πολλή ώρα συνήλθε, ο τρομαγμένος Γιαπωνέζος έτρεξε να χωθεί στο πρώτο καταφύγιο. Εκεί αντάμωσε με συναδέλφους του που κι εκείνοι είχαν βρεθεί τυχαία στη Χιροσίμα εκείνες τις μέρες. Ο Γιαμαγκούτσι όταν ένιωσε δυνατός, το επόμενο πρωί, βγήκε στο δρόμο τρεκλίζοντας, διέσχισε ερείπια, πάτησε σε καρβουνιασμένα πτώματα, είδε το θάνατο να περιπλανιέται στους δρόμους της Χιροσίμα και αναζήτησε το τρένο που θα τον οδηγούσε στην ασφάλεια του σπιτιού του 320 χιλιόμετρα μακριά από την «κόλαση», στο Ναγκασάκι…
Σαν έφτασε στην πόλη του, ο Γιαμαγκούτσι, έσπευσε στο πλησιέστερο νοσοκομείο όπου του περιποιήθηκαν τις πληγές και τον κράτησαν προληπτικά δυο μέρες. Στις 9 Αυγούστου ο Γιαμαγκούτσι επέστρεψε στη δουλειά του και πίνοντας το πρωινό τσάι με τους συναδέλφους του άρχισε να διηγείται το τι έζησε στη Χιροσίμα. Αυτά που έλεγε ακούγονταν υπερβολικά. Που ξανακούστηκε να λιώνουν μέταλλα από μια βόμβα και να εξαφανίζεται ολόκληρη πολιτεία; Κάποιοι δεν τον πίστεψαν. Είναι από τις υπερβολές που λέγονται στη διάρκεια των πολέμων, σκέφτηκαν. Εκείνες τις στιγμές της ζοφερής διήγησης του Γιαμαγκούτσι, ακριβώς δυο λεπτά μετά τις 11, μια εκτυφλωτική λάμψη τύλιξε το γραφείο. Οι υπάλληλοι σωριάστηκαν στο δάπεδο και ένιωσαν στο δέρμα τους ένα αφόρητο κάψιμο. Οι Αμερικανοί μόλις είχαν ρίξει τον «χοντρό», τη βόμβα την αφιερωμέμνη στον Τσώρτσιλ. Το Ναγκασάκι θα θρηνούσε (επίσημα) 74.000 νεκρούς!
Ο Γιαμαγκούτσι και η οικογένειά του δεν ήταν ανάμεσα σ’ αυτούς. Κρύφτηκαν σε καταφύγιο επί μια εβδομάδα και πέντε μέρες μετά άκουσαν ότι ο πόλεμος είχε τελειώσει και για την Ιαπωνία. Ο Γιαμαγκούτσι το τελευταίο πράγμα που άκουσε στη ζωή του ήταν η έκρηξη της βόμβας στη Χιροσίμα, έζησε όμως για να δει τη χώρα του να ανακάμπτει, να γίνεται μια οικονομική υπερδύναμη πλάι στις ΗΠΑ και να αφήνει τις πληγές του πολέμου πίσω της. Ο ίδιος έζησε με επιδέσμους στα ανοιχτά εγκαύματά του μέχρι τα γεράματα, έχασε τελείως τα μαλλιά του και ένα πρωί του 2010, έκλεισε και τα μάτια του έχοντας κρατήσει ζωντανή την τρομακτική εικόνα της λάμψης που είχε δει δυο φορές στη ζωή του· ήταν 93 χρονών!
Στην κεντρική πλατεία της Τιφλίδας, επικρατούσε ασυνήθιστη ταραχή εκείνο το πρωινό. Δυο άμαξες συνοδευόμενες από βαριά οπλισμένους στρατιώτες ξεχύθηκαν στον πλακόστρωτο δρόμο και έκαναν τους περαστικούς να γυρίσουν με απορία το βλέμμα τους σ’ αυτές. Ήταν 11 το πρωί της 13ης Ιουνίου του 1907. Οι άμαξες μετέφεραν πάνω από ένα εκατομμύριο ρούβλια και λογικό ήταν να υπάρχει πολυπληθής και πάνοπλη φρουρά. Η μεταφορά των χρημάτων ήταν ένα γεγονός που είχε γίνει γνωστό στους κύκλους του υποκόσμου της Γεωργίας και ο πλέον διαβόητος και αδίστακτος αρχηγός της, ο Ιωσήφ Βισαριόνοβιτς Τζουγκασβίλι, που οι δικοί του αποκαλούσαν Στάλιν (ατσάλι), είχε οργανώσει μια θρασύτατη ληστεία. Οι μπολσεβίκοι είχαν ανάγκη τα χρήματα για τον αγώνα τους και ο Στάλιν ήταν ο άνθρωπος που θα τους τα προσέφερε.
Λέγεται ότι δεν ήταν η πρώτη φορά που ο μετέπειτα σκληρός (σαν ατσάλι) ηγέτης της Σοβιετικής Ένωσης έπαιρνε μέρος σε ληστεία και στις διαταγές του είχε έμπιστους ανθρώπους, έτοιμους να δώσουν τη ζωή τους για το χρήμα. Πάνω από 20 έμπιστοι του Στάλιν σεργιάνιζαν δήθεν αδιάφορα στην πλατεία περιμένοντας το σύνθημα για επίθεση. Επίσης υπήρχαν παρατηρητές σε στέγες κτηρίων και σπιτιών και στις γωνίες των δρόμων. Μια ομάδα, η πιο αδίστακτη παρακολουθούσε πίνοντας βότκα σε μια ταβέρνα κοντά στην πλατεία. Ο Στάλιν θα διηύθυνε την όλη επιχείρηση από μακριά. Πολλοί δεν τον είχαν δει καθόλου κατά τη διάρκεια της ληστείας, ούτε θα έδιναν όρκο ότι τον είδαν και πριν… Όταν οι άμαξες αναστάτωσαν την πλατεία με τα βαριά ποδοβολητά των αλόγων και την εντυπωσιακή συνοδεία τους, ένας άνδρας καθισμένος σε ένα παγκάκι, κατέβασε την εφημερίδα που διάβαζε δίνοντας το σύνθημα στους ληστές. Και τότε άρχισαν όλα: Η πλατεία αντήχησε κρότους από χειροβομβίδες και οι καπνοί ξεχύθηκαν στους δρόμους.
Μέσα σε λίγα λεπτά άλογα, στρατιώτες και άμαξες είχαν γίνει μια άμορφη μάζα αίματος φωτιάς και συντριμμιών. Ανθρώπινα μέλη είχαν γεμίσει τα πλακόστρωτα ανακατεμένα με σπλάχνα αλόγων. Οι περαστικοί έτρεχαν αλαφιασμένοι να κρυφτούν κοιτάζοντας πίσω τους έντρομοι το μακελειό. Οι ληστές στα γρήγορα μάζεψαν τη λεία τους και την έριξαν στην άμαξα του πρωτοπαλίκαρου του Στάλιν, του Κάμο, που είχε μόλις φθάσει. Η επιχείρηση άφησε πίσω της έξι νεκρούς και σαράντα τραυματίες, όλοι στρατιώτες και περαστικοί. Ουδείς από τους ληστές τραυματίστηκε! Τα κλοπιμαία γρήγορα φυγαδεύτηκαν από τη Γεωργία. Οι αστυνομικοί παρά τις εξονυχιστικές έρευνες ουδέποτε διαλεύκαναν την υπόθεση. Το παράδοξο της ιστορίας; Τα περισσότερα από τα κλεμμένα χαρτονομίσματα ήταν των 500 ρουβλιών και προσημειωμένα, πράγμα που έκανε αδύνατη την εξαργύρωσή τους. Μόνος κερδισμένος ο Στάλιν, που έδειξε στους ανωτέρους του τον σκληρό και αδίστακτο χαρακτήρα του, που σαν ερχόταν η ώρα θα τον έδειχνε σε ολόκληρη την Σοβιετική Ένωση και όχι μόνο…
Ήταν Πρωταπριλιά του 1947 και ουδείς, στην Αθήνα, πίστεψε την είδηση που είχε αρχίσει να διαδίδεται από το μεσημέρι: «Πέθανε ο βασιλιάς Γεώργιος»! Πρωταπριλιά άλλωστε και τα μεγάλα ψέματα ήταν κάτι το συνηθισμένο. Στην Ελλάδα ακόμη μαινόταν ο τραγικός εμφύλιος πόλεμος και μόλις λίγες μέρες πριν είχε διατυπωθεί στην Ουάσιγκτον το περίφημο «Δόγμα Τρούμαν» (Οι Ηνωμένες Πολιτείες θα υποστήριζαν την Ελλάδα και την Τουρκία οικονομικά και στρατιωτικά για να αποτρέψουν την ένταξή τους στην Σοβιετική σφαίρα επιρροής).
Η είδηση για τον θανάτου του Γεωργίου άρχισε να γίνεται κάπως πιστευτή από τους Έλληνες, όταν το ραδιόφωνο άρχισε να μεταδίδει πένθιμα εμβατήρια. Έξι μήνες είχαν περάσει από την επιστροφή του βασιλιά από το Λονδίνο, έπειτα από δημοψήφισμα και αφού είχαν προηγηθεί οι εκλογές στις 31 Μαρτίου 1946. Μάλιστα στις παραμονές του θανάτου του Γεωργίου Β΄ είχε επίσημα ενσωματωθεί η Δωδεκανήσος στην Ελλάδα. Μάλιστα δυο μέρες πριν από τον θάνατό του, ο Γεώργιος, είχε εγκατασταθεί στη Ρόδο ενώ είχε αναλάβει τα καθήκοντά του ως στρατιωτικός διοικητής ο απόστρατος ναύαρχος Περικλής Ιωαννίδης, θείος του Γεωργίου Β΄, καθώς ήταν ο χήρος της πριγκίπισσας Μαρίας, αδελφής του πατέρα του, του βασιλιά Κωνσταντίνου.
Σύμφωνα με τον δημοσιογράφο – συγγραφέα Σπύρο Μελά, που είχε παραστεί στην επίσημη τελετή της Ρόδου, δύο άσκημα σημάδια προοιώνιζαν ότι κάτι κακό θα συνέβαινε: Η ασυνήθιστα βαριά ομίχλη που επικρατούσε στη Ρόδο και το γεγονός ότι η ελληνική σημαία κατά την επίσημη πρώτη έπαρση της στο νησί των Ιπποτών, μπερδεύτηκε στον κοντό! Τι να μετρήσουν οι προλήψεις όμως μπροστά σε μια ανατριχιαστική «προφητεία» που είχε προηγηθεί έξι μήνες νωρίτερα. Ένα μέντιουμ της εποχής, η γερόντισσα Δέσποινα, που σ' ένα ημιυπόγειο διαμέρισμα του Κολωνακίου δεχόταν από τον Μποδοσάκη και τον Τσουδερό μέχρι τον Πλαστήρα και μέλη της βασιλικής οικογένειας για να τους προβλέψει το μέλλον, είχε προβλέψει ή καλύτερα προειδοποιήσει για τον θάνατο του βασιλιά!
Ο ιστορικός και πολιτικός Σπύρος Μαρκεζίνης έχει γράψει για την «προφητεία» σε ένα από τα βιβλία του, που σύμφωνα μ’ αυτήν, αν κατά την επιστροφή του από την εξορία, ο βασιλιάς Γεώργιος, δεν περνούσε πρώτα από την Τήνο για να προσκυνήσει τη Μεγαλόχαρη θα πέθαινε μέσα σε έξι μήνες. Και έτσι έγινε! Την Πρωταπριλιά, λοιπόν, ο βασιλιάς πέθανε, όπως έδειξαν τα «σημάδια» κι όπως προείπεν η γερόντισσα, αλλά ουδείς το πίστεψε. Την επόμενη μέρα χρειάστηκε να εκδοθεί επίσημη ανακοίνωση από το Πολιτικό Γραφείο του Βασιλέως, δίνοντας λεπτομέρειες για τον βασιλικό θάνατο. Και τότε όλοι κοιτάχτηκαν στα μάτια και είπαν: «Θεός σχωρέσ’ τον»
Η σφαίρα που διαπέρασε τον εγκέφαλο, σύμφωνα με τη βαλλιστική εξέταση προερχόταν από βρετανικό περίστροφο «Webley 455». Μόνο ένας Άγγλος θα μπορούσε να κατέχει ένα τέτοιο όπλο και αυτός ήταν ο Όσβαλντ Ρέινερ, φίλος του Γιουσούποφ από την Οξφόρδη και Βρετανός μυστικός πράκτορας, που είχε έρθει στη Ρωσία πριν από ένα χρόνο με μυστική αποστολή: να σκοτώσει τον Ρασπούτιν! Ο Ρέινερ ήταν ο άνθρωπος που έδωσε (ή τουλάχιστον έτσι νόμιζε) την μοιραία βολή στον «άγιο» του παλατιού. Όταν διέρρευσε το γεγονός ο τσάρος ενοχλημένος ρώτησε τον Βρετανό πρέσβη σερ Σάμιουελ Χόαρ αν η Αγγλία είχε συμμετοχή στη δολοφονία. Η απάντηση ήταν κατηγορηματική: «Πρόκειται για κατηγορία εξωφρενική, τόσο απίστευτη που καταντάει παιδαριώδης»! Τα αρχεία των Μυστικών Υπηρεσιών όμως λένε άλλα: η είδηση της δολοφονίας του Ρασπούτιν είχε φθάσει στο Λονδίνο αρκετές ώρες πριν ο αστυφύλακας που θα περιπολούσε εκείνο το πρωινό στο Νέβα πιει το ζεστό γάλα του, φορέσει τη στολή του, βρίσει τον τσάρο και βγει στο παγωμένο αγιάζι για να εκτελέσει την άχαρη υπηρεσία του, που εκείνη την ημέρα θα περνούσε στην Ιστορία…
Ο άνθρωπος που κυνηγούσαν οι ατομικές βόμβες, έζησε μέχρι τα 93 του για να τις θυμάται
Ο Τσουτόμο Γιαμαγκούτσι κατοικούσε χρόνια στο Ναγκασάκι· για την ακρίβεια από τότε που γεννήθηκε, το 1916. Εργαζόταν στο Ναγκασάκι, ο Γιαμαγκούτσι, αλλά στις 6 Αυγούστου του 1945, κι ενώ ο πόλεμος με τις Ηνωμένες Πολιτείες έδειχνε να μην τελειώνει ποτέ, βρισκόταν στη Χιροσίμα. Ένα επαγγελματικό ταξίδι τον κρατούσε εκεί πάνω από δυο μήνες. Εκείνο ηλιόλουστο πρωινό, είχε γύρει στο παράθυρο του τραμ κατευθυνόμενος προς την εργασία του. Ο Γιαμαγκούτσι, άκουσε τον βαρύ κινητήρα του αεροπλάνου που πετούσε πάνω από την πόλη, αλλά δεν έδωσε σημασία. Άλλωστε καθημερινά τους ίδιους ήχους άκουγαν οι Γιαπωνέζοι πολίτες εδώ και χρόνια. Όμως εκείνο το πολεμικό αεροσκάφος δεν ήταν οποιοδήποτε· είχε όνομα που θα έμενε στην Ιστορία: Ενόλα Γκέι! Ο Γιαμαγκούτσι κατέβηκε τα πρώτα σκαλοπάτια του τραμ, όταν είδε στον ουρανό δύο αλεξίπτωτα και σε χρόνο που δεν πρόλαβε να μετρήσει είδε πρώτα μια λάμψη και μετά όλα σκοτείνιασαν και σείστηκαν. Χάθηκε ο κόσμος από τα μάτια του! Λίγα δευτερόλεπτα πριν καταρρεύσει και λιποθυμήσει, ο Γιαμαγκούτσι είδε στον ορίζοντα ένα μανιτάρι από καπνό να τυλίγει τη Γη. Η ατομική βόμβα που έπληξε τη Χιροσίμα είχε μόλις εκραγεί! Η έκρηξη είχε καταστρέψει την ακοή του Γιαμαγκούτσι και η λάμψη τον είχε τυφλώσει, προσωρινά. Επίσης η θερμότητα από την έκρηξη του είχε προκαλέσει σοβαρά εγκαύματα. Όταν μετά πολλή ώρα συνήλθε, ο τρομαγμένος Γιαπωνέζος έτρεξε να χωθεί στο πρώτο καταφύγιο. Εκεί αντάμωσε με συναδέλφους του που κι εκείνοι είχαν βρεθεί τυχαία στη Χιροσίμα εκείνες τις μέρες. Ο Γιαμαγκούτσι όταν ένιωσε δυνατός, το επόμενο πρωί, βγήκε στο δρόμο τρεκλίζοντας, διέσχισε ερείπια, πάτησε σε καρβουνιασμένα πτώματα, είδε το θάνατο να περιπλανιέται στους δρόμους της Χιροσίμα και αναζήτησε το τρένο που θα τον οδηγούσε στην ασφάλεια του σπιτιού του 320 χιλιόμετρα μακριά από την «κόλαση», στο Ναγκασάκι…
Σαν έφτασε στην πόλη του, ο Γιαμαγκούτσι, έσπευσε στο πλησιέστερο νοσοκομείο όπου του περιποιήθηκαν τις πληγές και τον κράτησαν προληπτικά δυο μέρες. Στις 9 Αυγούστου ο Γιαμαγκούτσι επέστρεψε στη δουλειά του και πίνοντας το πρωινό τσάι με τους συναδέλφους του άρχισε να διηγείται το τι έζησε στη Χιροσίμα. Αυτά που έλεγε ακούγονταν υπερβολικά. Που ξανακούστηκε να λιώνουν μέταλλα από μια βόμβα και να εξαφανίζεται ολόκληρη πολιτεία; Κάποιοι δεν τον πίστεψαν. Είναι από τις υπερβολές που λέγονται στη διάρκεια των πολέμων, σκέφτηκαν. Εκείνες τις στιγμές της ζοφερής διήγησης του Γιαμαγκούτσι, ακριβώς δυο λεπτά μετά τις 11, μια εκτυφλωτική λάμψη τύλιξε το γραφείο. Οι υπάλληλοι σωριάστηκαν στο δάπεδο και ένιωσαν στο δέρμα τους ένα αφόρητο κάψιμο. Οι Αμερικανοί μόλις είχαν ρίξει τον «χοντρό», τη βόμβα την αφιερωμέμνη στον Τσώρτσιλ. Το Ναγκασάκι θα θρηνούσε (επίσημα) 74.000 νεκρούς!
Ο Γιαμαγκούτσι και η οικογένειά του δεν ήταν ανάμεσα σ’ αυτούς. Κρύφτηκαν σε καταφύγιο επί μια εβδομάδα και πέντε μέρες μετά άκουσαν ότι ο πόλεμος είχε τελειώσει και για την Ιαπωνία. Ο Γιαμαγκούτσι το τελευταίο πράγμα που άκουσε στη ζωή του ήταν η έκρηξη της βόμβας στη Χιροσίμα, έζησε όμως για να δει τη χώρα του να ανακάμπτει, να γίνεται μια οικονομική υπερδύναμη πλάι στις ΗΠΑ και να αφήνει τις πληγές του πολέμου πίσω της. Ο ίδιος έζησε με επιδέσμους στα ανοιχτά εγκαύματά του μέχρι τα γεράματα, έχασε τελείως τα μαλλιά του και ένα πρωί του 2010, έκλεισε και τα μάτια του έχοντας κρατήσει ζωντανή την τρομακτική εικόνα της λάμψης που είχε δει δυο φορές στη ζωή του· ήταν 93 χρονών!
Ο Στάλιν προκαλεί μακελειό και ληστεύει χρηματαποστολή στην Τιφλίδα!
Στην κεντρική πλατεία της Τιφλίδας, επικρατούσε ασυνήθιστη ταραχή εκείνο το πρωινό. Δυο άμαξες συνοδευόμενες από βαριά οπλισμένους στρατιώτες ξεχύθηκαν στον πλακόστρωτο δρόμο και έκαναν τους περαστικούς να γυρίσουν με απορία το βλέμμα τους σ’ αυτές. Ήταν 11 το πρωί της 13ης Ιουνίου του 1907. Οι άμαξες μετέφεραν πάνω από ένα εκατομμύριο ρούβλια και λογικό ήταν να υπάρχει πολυπληθής και πάνοπλη φρουρά. Η μεταφορά των χρημάτων ήταν ένα γεγονός που είχε γίνει γνωστό στους κύκλους του υποκόσμου της Γεωργίας και ο πλέον διαβόητος και αδίστακτος αρχηγός της, ο Ιωσήφ Βισαριόνοβιτς Τζουγκασβίλι, που οι δικοί του αποκαλούσαν Στάλιν (ατσάλι), είχε οργανώσει μια θρασύτατη ληστεία. Οι μπολσεβίκοι είχαν ανάγκη τα χρήματα για τον αγώνα τους και ο Στάλιν ήταν ο άνθρωπος που θα τους τα προσέφερε.
Λέγεται ότι δεν ήταν η πρώτη φορά που ο μετέπειτα σκληρός (σαν ατσάλι) ηγέτης της Σοβιετικής Ένωσης έπαιρνε μέρος σε ληστεία και στις διαταγές του είχε έμπιστους ανθρώπους, έτοιμους να δώσουν τη ζωή τους για το χρήμα. Πάνω από 20 έμπιστοι του Στάλιν σεργιάνιζαν δήθεν αδιάφορα στην πλατεία περιμένοντας το σύνθημα για επίθεση. Επίσης υπήρχαν παρατηρητές σε στέγες κτηρίων και σπιτιών και στις γωνίες των δρόμων. Μια ομάδα, η πιο αδίστακτη παρακολουθούσε πίνοντας βότκα σε μια ταβέρνα κοντά στην πλατεία. Ο Στάλιν θα διηύθυνε την όλη επιχείρηση από μακριά. Πολλοί δεν τον είχαν δει καθόλου κατά τη διάρκεια της ληστείας, ούτε θα έδιναν όρκο ότι τον είδαν και πριν… Όταν οι άμαξες αναστάτωσαν την πλατεία με τα βαριά ποδοβολητά των αλόγων και την εντυπωσιακή συνοδεία τους, ένας άνδρας καθισμένος σε ένα παγκάκι, κατέβασε την εφημερίδα που διάβαζε δίνοντας το σύνθημα στους ληστές. Και τότε άρχισαν όλα: Η πλατεία αντήχησε κρότους από χειροβομβίδες και οι καπνοί ξεχύθηκαν στους δρόμους.
Σφαγή ανελέητη ανθρώπων και ζώων
Μέσα σε λίγα λεπτά άλογα, στρατιώτες και άμαξες είχαν γίνει μια άμορφη μάζα αίματος φωτιάς και συντριμμιών. Ανθρώπινα μέλη είχαν γεμίσει τα πλακόστρωτα ανακατεμένα με σπλάχνα αλόγων. Οι περαστικοί έτρεχαν αλαφιασμένοι να κρυφτούν κοιτάζοντας πίσω τους έντρομοι το μακελειό. Οι ληστές στα γρήγορα μάζεψαν τη λεία τους και την έριξαν στην άμαξα του πρωτοπαλίκαρου του Στάλιν, του Κάμο, που είχε μόλις φθάσει. Η επιχείρηση άφησε πίσω της έξι νεκρούς και σαράντα τραυματίες, όλοι στρατιώτες και περαστικοί. Ουδείς από τους ληστές τραυματίστηκε! Τα κλοπιμαία γρήγορα φυγαδεύτηκαν από τη Γεωργία. Οι αστυνομικοί παρά τις εξονυχιστικές έρευνες ουδέποτε διαλεύκαναν την υπόθεση. Το παράδοξο της ιστορίας; Τα περισσότερα από τα κλεμμένα χαρτονομίσματα ήταν των 500 ρουβλιών και προσημειωμένα, πράγμα που έκανε αδύνατη την εξαργύρωσή τους. Μόνος κερδισμένος ο Στάλιν, που έδειξε στους ανωτέρους του τον σκληρό και αδίστακτο χαρακτήρα του, που σαν ερχόταν η ώρα θα τον έδειχνε σε ολόκληρη την Σοβιετική Ένωση και όχι μόνο…
Όλοι πίστεψαν την προφητεία, αλλά ουδείς τον θάνατο του βασιλιά που πέθανε Πρωταπριλιάτικα...
Ήταν Πρωταπριλιά του 1947 και ουδείς, στην Αθήνα, πίστεψε την είδηση που είχε αρχίσει να διαδίδεται από το μεσημέρι: «Πέθανε ο βασιλιάς Γεώργιος»! Πρωταπριλιά άλλωστε και τα μεγάλα ψέματα ήταν κάτι το συνηθισμένο. Στην Ελλάδα ακόμη μαινόταν ο τραγικός εμφύλιος πόλεμος και μόλις λίγες μέρες πριν είχε διατυπωθεί στην Ουάσιγκτον το περίφημο «Δόγμα Τρούμαν» (Οι Ηνωμένες Πολιτείες θα υποστήριζαν την Ελλάδα και την Τουρκία οικονομικά και στρατιωτικά για να αποτρέψουν την ένταξή τους στην Σοβιετική σφαίρα επιρροής).
Η είδηση για τον θανάτου του Γεωργίου άρχισε να γίνεται κάπως πιστευτή από τους Έλληνες, όταν το ραδιόφωνο άρχισε να μεταδίδει πένθιμα εμβατήρια. Έξι μήνες είχαν περάσει από την επιστροφή του βασιλιά από το Λονδίνο, έπειτα από δημοψήφισμα και αφού είχαν προηγηθεί οι εκλογές στις 31 Μαρτίου 1946. Μάλιστα στις παραμονές του θανάτου του Γεωργίου Β΄ είχε επίσημα ενσωματωθεί η Δωδεκανήσος στην Ελλάδα. Μάλιστα δυο μέρες πριν από τον θάνατό του, ο Γεώργιος, είχε εγκατασταθεί στη Ρόδο ενώ είχε αναλάβει τα καθήκοντά του ως στρατιωτικός διοικητής ο απόστρατος ναύαρχος Περικλής Ιωαννίδης, θείος του Γεωργίου Β΄, καθώς ήταν ο χήρος της πριγκίπισσας Μαρίας, αδελφής του πατέρα του, του βασιλιά Κωνσταντίνου.
Σύμφωνα με τον δημοσιογράφο – συγγραφέα Σπύρο Μελά, που είχε παραστεί στην επίσημη τελετή της Ρόδου, δύο άσκημα σημάδια προοιώνιζαν ότι κάτι κακό θα συνέβαινε: Η ασυνήθιστα βαριά ομίχλη που επικρατούσε στη Ρόδο και το γεγονός ότι η ελληνική σημαία κατά την επίσημη πρώτη έπαρση της στο νησί των Ιπποτών, μπερδεύτηκε στον κοντό! Τι να μετρήσουν οι προλήψεις όμως μπροστά σε μια ανατριχιαστική «προφητεία» που είχε προηγηθεί έξι μήνες νωρίτερα. Ένα μέντιουμ της εποχής, η γερόντισσα Δέσποινα, που σ' ένα ημιυπόγειο διαμέρισμα του Κολωνακίου δεχόταν από τον Μποδοσάκη και τον Τσουδερό μέχρι τον Πλαστήρα και μέλη της βασιλικής οικογένειας για να τους προβλέψει το μέλλον, είχε προβλέψει ή καλύτερα προειδοποιήσει για τον θάνατο του βασιλιά!
Ο ιστορικός και πολιτικός Σπύρος Μαρκεζίνης έχει γράψει για την «προφητεία» σε ένα από τα βιβλία του, που σύμφωνα μ’ αυτήν, αν κατά την επιστροφή του από την εξορία, ο βασιλιάς Γεώργιος, δεν περνούσε πρώτα από την Τήνο για να προσκυνήσει τη Μεγαλόχαρη θα πέθαινε μέσα σε έξι μήνες. Και έτσι έγινε! Την Πρωταπριλιά, λοιπόν, ο βασιλιάς πέθανε, όπως έδειξαν τα «σημάδια» κι όπως προείπεν η γερόντισσα, αλλά ουδείς το πίστεψε. Την επόμενη μέρα χρειάστηκε να εκδοθεί επίσημη ανακοίνωση από το Πολιτικό Γραφείο του Βασιλέως, δίνοντας λεπτομέρειες για τον βασιλικό θάνατο. Και τότε όλοι κοιτάχτηκαν στα μάτια και είπαν: «Θεός σχωρέσ’ τον»
Νίκος Τζιανίδης
ΕΘΝΟΣ