Η γεμάτη αντιφάσεις κατάθεση του πρώην διοικητή της ΕΥΠ Γιάννη Ρουμπάτη στην Εξεταστική
Η κυνική παραδοχή του Γιάννη Ρουμπάτη στην εξεταστική επιτροπή της Βουλής ότι η ΕΥΠ υπό τη διοίκησή του και επί ημερών ΣΥΡΙΖΑ το 2016 παρακολουθούσε ευθέως τον τότε πρόεδρο του ΤΑΙΠΕΔ και μετέπειτα υπουργό του Αλέξη Τσίπρα, Στέργιο Πιτσιόρλα, για μια υπόθεση αγοραπωλησίας έκτασης στη Ζάκυνθο, με τον τεχνοκράτη και ιστορικό στέλεχος της Αριστεράς να απαντά με μηνύσεις και οργίλες δηλώσεις, αναδεικνύει ένα άγριο παρασκήνιο με απροσδόκητη τροπή.
Ολα μοιάζουν σε αυτή την υπόθεση σαν από σενάριο σκοτεινής κατασκοπευτικής ταινίας με ανατριχιαστικές λεπτομέρειες, αποκρουστικές πτυχές και πολιτικές διακλαδώσεις, με τον τότε επικεφαλής της ΕΥΠ Γιάννη Ρουμπάτη σε πρωταγωνιστικό ρόλο, με πολλά ερωτηματικά, αμφιλεγόμενες δραστηριότητες και έντονη αίσθηση μηχανορραφίας.
Πώς αλλιώς να περιγράψει κανείς το ότι ο τότε διοικητής της ΕΥΠ αποφασίζει να παρακολουθήσει στελέχη της κυβέρνησης (πέρα από τον Στέργιο Πιτσιόρλα, έχει αποκαλυφθεί το ίδιο και για τον Σπύρο Σαγιά), με το αναπόδεικτο αιτιολογικό ότι ο τότε πρόεδρος του ΤΑΙΠΕΔ ουσιαστικά διευκόλυνε ανθρώπους της οικογένειας Ασαντ να αγοράσουν εκτάσεις στην Ελλάδα (στην πραγματικότητα φαίνεται ότι ο στόχος ήταν να ναυαγήσει η αγορά έκτασης στη Ζάκυνθο από καταριανά κρατικά κεφάλαια), ενώ ο ίδιος ο κ. Ρουμπάτης αμέσως μόλις παύτηκε από επικεφαλής της ΕΥΠ επέλεξε να εκπροσωπεί στη χώρα μας, μαζί με τη σύζυγό του μάλιστα, εταιρεία με ιδιοκτήτη τον επικεφαλής των μυστικών υπηρεσιών του Αμπου Ντάμπι;
Πώς είναι δυνατόν να διασύρεται με ανυπόστατους ισχυρισμούς ο κ. Πιτσιόρλας, ένας εκ των έμπιστων ανθρώπων του Αλέξη Τσίπρα, που χωρίς να γνωρίζει κανείς επί της ουσίας τους λόγους βρέθηκε στο στόχαστρο των μυστικών υπηρεσιών της κυβέρνησης στην οποία ήταν στέλεχος και πλέον τώρα πηγαίνει στα δικαστήρια τον Ρουμπάτη, που τον είχε θέσει υπό το μάτι της ΕΥΠ, ενώ ζητά επιτακτικά απαντήσεις και από τον ίδιο τον αρχηγό του ΣΥΡΙΖΑ;
Πώς πρέπει να εκληφθεί το γεγονός ότι η δυσοσμία αυτής της ιστορίας είχε φτάσει να απασχολεί κυβερνητικές επαφές Ελλάδας και Κατάρ, με τον τότε υπουργό Αμυνας Πάνο Καμμένο να αποκαλύπτει στη Βουλή στις αρχές του 2017, φωτογραφίζοντας όσα γίνονταν στη Ζάκυνθο, ότι από την Ντόχα του είχαν πει πως, «ιερέας ζήτησε μετρητά και μία βίλα δώρο για να μην απαγορεύσει την επένδυση»; Το πού συμπίπτουν οι κινήσεις ΕΥΠ και «ιερέα» είναι από τα (ίσως όχι και τόσο) μυστήρια της υπόθεσης και πάντως δείχνει ότι άλλα έκανε ο κ. Ρουμπάτης με τις μυστικές (του;) υπηρεσίες και άλλα είχε ως πολιτική της η κυβέρνηση. Σημειωτέον ότι φανατικά πολέμιος της αγοραπωλησίας υπήρξε ο πρώην Μητροπολίτης Ζακύνθου Χρυσόστομος, νυν Δωδώνης, που δηλώνει επίσης και κατά των αμβλώσεων ακόμα κι αν η σύλληψη προέρχεται από βιασμό!
Αλλά και πώς γίνεται μια διαφορά αστικής φύσης για μια ιδιοκτησία γης στη Ζάκυνθο να καθίσταται επιχειρησιακός στόχος των μυστικών υπηρεσιών και να προκύπτει το εξής ελληνικό παράδοξο: ενώ τα αστικά δικαστήρια, τα κατ’ εξοχήν αρμόδια για τέτοια θέματα, δικαιώνουν την πράξη αγοραπωλησίας, την ίδια ώρα προκύπτει μια ακατανόητη από νομικής άποψης παράλληλη ποινική διαδικασία με παραπεμπτικό βούλευμα για τη συγκεκριμένη αγοραπωλησία! Για την έκδοση του οποίου χρειάστηκε, αφενός, να αλλάξει η εισαγγελέας που είχε οριστεί αρχικά και η οποία είχε κάνει απαλλακτική πρόταση και, αφετέρου, να αγνοηθούν καταλυτικής σημασίας έγγραφα, καταθέσεις επιφανών καθηγητών, αλλά και η παραδοχή του Δημοσίου ότι δεν έχει απαιτήσεις επί της έκτασης αυτής!
Σε κάθε περίπτωση, οι «βόμβες» που πέφτουν και τα όσα αποκαλύπτονται αυτές τις μέρες στην εξεταστική επιτροπή της Βουλής, κυρίως με την αλλοπρόσαλλη, γεμάτη αντιφάσεις και αναδιπλώσεις κατάθεση του κ. Ρουμπάτη, δεν ξαφνιάζουν απλώς για το μέγεθος των ιδιοτελών επιδιώξεων με πρόσχημα «εθνικούς λόγους», αλλά συγκλονίζουν και για την ελαφρότητα με την οποία οι «φύλακες» και οι «προστάτες», υποτίθεται, της χώρας από εξωτερικές απειλές διακόρευσαν κάθε έννοια σοβαρότητας της αποστολής τους.
Με μηνύσεις απαντά ο Στέργιος Πιτσιόρλας, πρόεδρος του ΤΑΙΠΕΔ το 2016 και μετέπειτα υπουργός του ΣΥΡΙΖΑ, που παρακολουθείτο από την ΕΥΠ επί Τσίπρα
Η μήνυση Πιτσιόρλα
Η υπόθεση μόλις τώρα αρχίζει να ξετυλίγεται για τα καλά και να φτάνουν στη Δικαιοσύνη όλες οι πτυχές της, με τη μήνυση που κατέθεσε ο κ. Πιτσιόρλας εναντίον του κ. Ρουμπάτη για συκοφαντική δυσφήμηση.
Ο πρώην υπουργός του ΣΥΡΙΖΑ και εκ των ιστορικών στελεχών της Αριστεράς διαψεύδει κατηγορηματικά ότι την περίοδο που εξελίσσονταν οι παρακολουθήσεις (αρχές του 2016) είχε οποιαδήποτε επαγγελματική σχέση με τους Καταριανούς. Τονίζει, δε, ότι οι δύο υποθέσεις με τις αγορές της νήσου Οξυά και μιας έκτασης στη Ζάκυνθο από το καταριανό fund, που χρησιμοποιήθηκαν ως πρόσχημα για την παρακολούθησή του, είχαν ολοκληρωθεί προτού αυτός αναλάβει την ηγεσία του ΤΑΙΠΕΔ τον Μάρτιο του 2015 και ενώ ο ίδιος είχε παραιτηθεί από όλες τις επαγγελματικές του δραστηριότητες.
Προ ημερών είχε διευκρινίσει μάλιστα ότι το 2013 και το 2014 είχε όντως «φιλική σχέση με την εδώ ομάδα που εκπροσωπούσε τα συμφέροντα του εμίρη του Κατάρ και τους βοήθησα να κάνουν επενδύσεις». Με τα όσα βγαίνουν τώρα στον αέρα, εκτίθενται έργα και ημέρες, με αφόρητη δυσωδία, μιας ΕΥΠ που έγινε μέρος οικονομικών, επιχειρηματικών και προσωπικών παιχνιδιών, ου μην και αρένα σύγκρουσης ξένων συμφερόντων, αφού στην πραγματικότητα ο κ. Ρουμπάτης δεν είχε βάλει ως στόχο «Λιβανέζους και Σύρους υπηκόους, εκπροσώπους εκπεσόντα ηγέτη χώρας του αραβικού κόλπου», όπως ο ίδιος είπε στην εξεταστική επιτροπή, αλλά τις επίσημες επενδυτικές κινήσεις του Κατάρ, οι οποίες εξελίσσονταν στο πλαίσιο ευρύτερης στρατηγικής συνεννόησης Αθήνας και Ντόχα, όπως αναπτύχθηκαν οι διμερείς σχέσεις από το 2010 και μετά.
Από το πώς ξετυλίγεται η υπόθεση είναι ορθάνοιχτο το ενδεχόμενο η ΕΥΠ του κ. Ρουμπάτη να χρησιμοποιήθηκε στο πλαίσιο της γενικότερης σφοδρής σύγκρουσης που είχαν εκείνη την περίοδο (2016-2017) το Κατάρ με το Αμπου Ντάμπι, ώστε να υπονομευτούν και ακυρωθούν με κάθε δυνατό τρόπο οι επενδύσεις του πρώτου στη χώρα μας. Και να διευκολυνθούν οι κινήσεις του δεύτερου, το οποίο επεδείκνυε επίσης ισχυρό οικονομικό ενδιαφέρον για την Ελλάδα!
Ενα μεγάλο και τερατώδες ερώτημα που προκύπτει και μένει να απαντηθεί είναι εάν ο κ. Ρουμπάτης δρούσε στην πραγματικότητα ως εκπρόσωπος των συμφερόντων του Αμπου Ντάμπι στην Ελλάδα θέτοντας την ΕΥΠ στην υπηρεσία του Εμιράτου. Διότι πλανάται βασανιστικά η εξής απορία: πώς βρέθηκε με τόση ευκολία σχεδόν την αμέσως επόμενη μέρα της εξόδου του από την ΕΥΠ ο κ. Ρουμπάτης να εκπροσωπεί την εταιρεία Druzy A.E. του Αμπου Ντάμπι, στην οποία ανέλαβε πρόεδρος τον Ιανουάριο του 2020; Και μάλιστα να έχει βρει θέση στην εταιρεία αυτή και η σύζυγός του, Μαίρη Σάββα, ως διευθύνουσα σύμβουλος. Ιδιοκτήτης της Druzy A.E. είναι ο σεΐχης Ταχνούν μπιν Ζαΐντ αλ Ναϊάν, αδελφός του ηγέτη των Ηνωμένων Αραβικών Εμιράτων και επικεφαλής των μυστικών υπηρεσιών της χώρας του! Η συγκεκριμένη εταιρεία αγόρασε και διαχειρίζεται ένα εντυπωσιακό κτίριο 3.000 τετραγωνικών μέτρων κάτω από την Ακρόπολη, αλλά και ελαιώνες και κτήματα σε διάφορες περιοχές της χώρας.
Και επειδή είναι δύσκολο αυτές οι θέσεις (πρόεδρος, διευθύνων σύμβουλος) να καλύπτονται με… αγγελίες από τη Χρυσή Ευκαιρία και από λίστες ανέργων του ΟΑΕΔ, το πιο πιθανό και λογικό, όπως λένε οι γνωρίζοντες, είναι οι σχέσεις με στελέχη που θα αναλάβουν τέτοιου επιπέδου εκπροσωπήσεις να χτίζονται με τον καιρό και μέσα από πολλές επαφές που οικοδομούν την εμπιστοσύνη. Ακόμα και αν αυτά τα ερωτήματα μπορούν να απαντηθούν χωρίς να προκαλούν νέα, παραμένει μία βασική απορία: πώς μπορεί ένας παράγοντας που κατείχε μια τόσο νευραλγική σχέση στις μυστικές υπηρεσίες της χώρας να μεταπηδά στη «δούλεψη» του επικεφαλής των μυστικών υπηρεσιών άλλης χώρας; Πόσο βέβαιο είναι ότι από τη νέα του θέση δεν θα κάνει χρήση των ευαίσθητων πληροφοριών που διαθέτει λόγω της προηγούμενης θητείας του όσο και αν ο νόμος τον δεσμεύει με υποχρέωση εχεμύθειας; Υπάρχει επαρκής ελεγκτική διαδικασία και πλαίσιο διασφάλισης αυτής της νομικής πρόβλεψης; Εξαιρετικά απίθανο να απαντήσει κανείς με σιγουριά και, ακόμα περισσότερο, να αισθανθεί ασφάλεια ότι κρατικά μυστικά δεν θα πέσουν στα χέρια ξένων παραγόντων, όσο και αν δεν υπάρχει σαφής πρόνοια στον νόμο που να απαγορεύει σε τέτοια κρατικά στελέχη να απασχολούνται σε αμφιλεγόμενα πεδία μόλις φύγουν από τις θέσεις που κατέχουν.
Η μήνυση Πιτσιόρλα
Η υπόθεση μόλις τώρα αρχίζει να ξετυλίγεται για τα καλά και να φτάνουν στη Δικαιοσύνη όλες οι πτυχές της, με τη μήνυση που κατέθεσε ο κ. Πιτσιόρλας εναντίον του κ. Ρουμπάτη για συκοφαντική δυσφήμηση.
Ο πρώην υπουργός του ΣΥΡΙΖΑ και εκ των ιστορικών στελεχών της Αριστεράς διαψεύδει κατηγορηματικά ότι την περίοδο που εξελίσσονταν οι παρακολουθήσεις (αρχές του 2016) είχε οποιαδήποτε επαγγελματική σχέση με τους Καταριανούς. Τονίζει, δε, ότι οι δύο υποθέσεις με τις αγορές της νήσου Οξυά και μιας έκτασης στη Ζάκυνθο από το καταριανό fund, που χρησιμοποιήθηκαν ως πρόσχημα για την παρακολούθησή του, είχαν ολοκληρωθεί προτού αυτός αναλάβει την ηγεσία του ΤΑΙΠΕΔ τον Μάρτιο του 2015 και ενώ ο ίδιος είχε παραιτηθεί από όλες τις επαγγελματικές του δραστηριότητες.
Προ ημερών είχε διευκρινίσει μάλιστα ότι το 2013 και το 2014 είχε όντως «φιλική σχέση με την εδώ ομάδα που εκπροσωπούσε τα συμφέροντα του εμίρη του Κατάρ και τους βοήθησα να κάνουν επενδύσεις». Με τα όσα βγαίνουν τώρα στον αέρα, εκτίθενται έργα και ημέρες, με αφόρητη δυσωδία, μιας ΕΥΠ που έγινε μέρος οικονομικών, επιχειρηματικών και προσωπικών παιχνιδιών, ου μην και αρένα σύγκρουσης ξένων συμφερόντων, αφού στην πραγματικότητα ο κ. Ρουμπάτης δεν είχε βάλει ως στόχο «Λιβανέζους και Σύρους υπηκόους, εκπροσώπους εκπεσόντα ηγέτη χώρας του αραβικού κόλπου», όπως ο ίδιος είπε στην εξεταστική επιτροπή, αλλά τις επίσημες επενδυτικές κινήσεις του Κατάρ, οι οποίες εξελίσσονταν στο πλαίσιο ευρύτερης στρατηγικής συνεννόησης Αθήνας και Ντόχα, όπως αναπτύχθηκαν οι διμερείς σχέσεις από το 2010 και μετά.
Από το πώς ξετυλίγεται η υπόθεση είναι ορθάνοιχτο το ενδεχόμενο η ΕΥΠ του κ. Ρουμπάτη να χρησιμοποιήθηκε στο πλαίσιο της γενικότερης σφοδρής σύγκρουσης που είχαν εκείνη την περίοδο (2016-2017) το Κατάρ με το Αμπου Ντάμπι, ώστε να υπονομευτούν και ακυρωθούν με κάθε δυνατό τρόπο οι επενδύσεις του πρώτου στη χώρα μας. Και να διευκολυνθούν οι κινήσεις του δεύτερου, το οποίο επεδείκνυε επίσης ισχυρό οικονομικό ενδιαφέρον για την Ελλάδα!
Ενα μεγάλο και τερατώδες ερώτημα που προκύπτει και μένει να απαντηθεί είναι εάν ο κ. Ρουμπάτης δρούσε στην πραγματικότητα ως εκπρόσωπος των συμφερόντων του Αμπου Ντάμπι στην Ελλάδα θέτοντας την ΕΥΠ στην υπηρεσία του Εμιράτου. Διότι πλανάται βασανιστικά η εξής απορία: πώς βρέθηκε με τόση ευκολία σχεδόν την αμέσως επόμενη μέρα της εξόδου του από την ΕΥΠ ο κ. Ρουμπάτης να εκπροσωπεί την εταιρεία Druzy A.E. του Αμπου Ντάμπι, στην οποία ανέλαβε πρόεδρος τον Ιανουάριο του 2020; Και μάλιστα να έχει βρει θέση στην εταιρεία αυτή και η σύζυγός του, Μαίρη Σάββα, ως διευθύνουσα σύμβουλος. Ιδιοκτήτης της Druzy A.E. είναι ο σεΐχης Ταχνούν μπιν Ζαΐντ αλ Ναϊάν, αδελφός του ηγέτη των Ηνωμένων Αραβικών Εμιράτων και επικεφαλής των μυστικών υπηρεσιών της χώρας του! Η συγκεκριμένη εταιρεία αγόρασε και διαχειρίζεται ένα εντυπωσιακό κτίριο 3.000 τετραγωνικών μέτρων κάτω από την Ακρόπολη, αλλά και ελαιώνες και κτήματα σε διάφορες περιοχές της χώρας.
Και επειδή είναι δύσκολο αυτές οι θέσεις (πρόεδρος, διευθύνων σύμβουλος) να καλύπτονται με… αγγελίες από τη Χρυσή Ευκαιρία και από λίστες ανέργων του ΟΑΕΔ, το πιο πιθανό και λογικό, όπως λένε οι γνωρίζοντες, είναι οι σχέσεις με στελέχη που θα αναλάβουν τέτοιου επιπέδου εκπροσωπήσεις να χτίζονται με τον καιρό και μέσα από πολλές επαφές που οικοδομούν την εμπιστοσύνη. Ακόμα και αν αυτά τα ερωτήματα μπορούν να απαντηθούν χωρίς να προκαλούν νέα, παραμένει μία βασική απορία: πώς μπορεί ένας παράγοντας που κατείχε μια τόσο νευραλγική σχέση στις μυστικές υπηρεσίες της χώρας να μεταπηδά στη «δούλεψη» του επικεφαλής των μυστικών υπηρεσιών άλλης χώρας; Πόσο βέβαιο είναι ότι από τη νέα του θέση δεν θα κάνει χρήση των ευαίσθητων πληροφοριών που διαθέτει λόγω της προηγούμενης θητείας του όσο και αν ο νόμος τον δεσμεύει με υποχρέωση εχεμύθειας; Υπάρχει επαρκής ελεγκτική διαδικασία και πλαίσιο διασφάλισης αυτής της νομικής πρόβλεψης; Εξαιρετικά απίθανο να απαντήσει κανείς με σιγουριά και, ακόμα περισσότερο, να αισθανθεί ασφάλεια ότι κρατικά μυστικά δεν θα πέσουν στα χέρια ξένων παραγόντων, όσο και αν δεν υπάρχει σαφής πρόνοια στον νόμο που να απαγορεύει σε τέτοια κρατικά στελέχη να απασχολούνται σε αμφιλεγόμενα πεδία μόλις φύγουν από τις θέσεις που κατέχουν.
Ο διατελέσας το πρώτο εξάμηνο του 2015 γενικός γραμματέας του Υπουργικού Συμβουλίου στην κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ Σπύρος Σαγιάς παρακολουθείτο... εξ αντανακλάσεως
Καταθέσεις, ψέματα και αντιφάσεις
Το καταλυτικό στοιχείο που προέκυψε κατά την κατάθεση του κ. Ρουμπάτη στην εξεταστική επιτροπή της Βουλής την περασμένη εβδομάδα, είναι ότι παραδέχθηκε για πρώτη φορά πως η ΕΥΠ παρακολουθούσε απευθείας τον Στέργιο Πιτσιόρλα το 2016. Αυτή ήταν και η πρώτη κραυγαλέα αναδίπλωση σε σχέση με τα όσα είχε καταθέσει στην Επιτροπή Θεσμών και Διαφάνειας της Βουλής προ δύο εβδομάδων.
Τότε είχε ισχυριστεί ότι ο κ. Πιτσιόρλας, όπως και ο διατελέσας το πρώτο εξάμηνο του 2015 γενικός γραμματέας του Υπουργικού Συμβουλίου στην κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ Σπύρος Σαγιάς, παρακολουθήθηκαν εξ αντανακλάσεως, δηλαδή καταγράφηκαν συνομιλίες που είχαν με παράγοντες, οι οποίοι αποτελούσαν στόχο της ΕΥΠ και ήταν της καταριανής εταιρείας Pimana, που έκανε τις επενδύσεις στην Ελλάδα.
Ο κ. Ρουμπάτης έπεσε και σε δεύτερη αντίφαση: αρχικά υποστήριξε -παρασύροντας πιθανόν και τον ΣΥΡΙΖΑ, που υιοθέτησε τότε το ίδιο επιχείρημα- ότι η παρακολούθηση της Pimana επί των ημερών του ήταν συνέχεια επιχείρησης που είχε ξεκινήσει από την προηγούμενη διοίκηση της Υπηρεσίας, υπό τον κ. Θεόδωρο Δραβίλλα και την εποχή της κυβέρνησης Σαμαρά. Στη συνέχεια, παραδέχθηκε ουσιαστικά ότι δεν ήταν ακριβώς η ίδια επιχείρηση, καθώς ο προηγούμενος έλεγχος (για την αγορά της Οξυάς και μόνο) είχε ολοκληρωθεί το 2014, ενώ ο ίδιος ο κ. Ρουμπάτης επέλεξε να ανοίξει νέο φάκελο με στόχο την Pimana, σχεδόν δύο χρόνια μετά, στις αρχές του 2016, αυτή τη φορά με επίκεντρο την αγοραπωλησία στη Ζάκυνθο.
Από τη συγκεκριμένη διαδικασία προκύπτουν καίριας σημασίας ερωτήματα για τους χειρισμούς του κ. Ρουμπάτη: εάν η διαδικασία ήταν νόμιμη και τι είδους ενημέρωση είχε ο Αλέξης Τσίπρας για το όλο θέμα.
Ο ίδιος ο πρώην διοικητής της ΕΥΠ ισχυρίζεται ότι ενημέρωσε τον τότε πρωθυπουργό. «Μου είπε να προχωρήσω κανονικά και αν χρειαστεί να στείλω τα στοιχεία που θα προκύψουν στη Δικαιοσύνη. Ποτέ δεν επανήλθα γιατί είχα όλες τις απαραίτητες οδηγίες για να πράξω τα νόμιμα», δηλώνει ο κ. Ρουμπάτης. Σε κανένα σημείο όμως της κατάθεσής του στη Βουλή και στη δημόσια δήλωση που έκανε, δεν μιλά για «νόμιμη επισύνδεση» ή για «άδεια από εισαγγελέα» και η έλλειψη αυτών των διατυπώσεων είναι που κάνει τον κ. Πιτσιόρλα να συμπεραίνει ότι «μιλάμε για παρακολούθηση που λογικά είναι παράνομη»!
Εδώ είναι και το μεγάλο κενό που αφήνει ο πρώην διοικητής των μυστικών υπηρεσιών να αιωρείται στον αέρα: κατέληξε κάπου και εντόπισε ύποπτα ευρήματα η έρευνα της ΕΥΠ και αν ναι, εστάλησαν αυτά στον εισαγγελέα; Από τα όσα είπε ο κ. Ρουμπάτης στην Εξεταστική δεν βγαίνει άκρη επ’ αυτού και είναι δύσκολο να γίνει ερμηνεία όσων λέγονται στους διαδρόμους, καθώς η διαδικασία δεν είναι ανοιχτή. Αν και κυκλοφόρησε η πληροφορία περί κατάθεσής του ότι αναγκάστηκε να σταματήσει την έρευνα μόλις ο κ. Πιτσιόρλας έγινε υφυπουργός Ανάπτυξης και παρέδωσε τον μέχρι τότε φάκελο στη Δικαιοσύνη, κάτι τέτοιο δεν επιβεβαιώνεται. Ωστόσο ένα από τα εξής δύο συνέβη: ή δεν βρέθηκε απολύτως τίποτα και πολύ λογικά ο κ. Τσίπρας εμπιστεύτηκε ακόμα περισσότερο τον μέχρι τότε επικεφαλής του ΤΑΙΠΕΔ, αναβαθμίζοντάς τον σε υφυπουργό και αργότερα σε αναπληρωτή υπουργό, ή υπήρξε αδιαφορία (ή μη ενημέρωση από τον κ. Ρουμπάτη για τυχόν ευρήματα) του τότε πρωθυπουργού για την εξελισσόμενη έρευνα της ΕΥΠ και έτσι προχώρησε στην αξιοποίηση του κ. Πιτσιόρλα σε κυβερνητικό πόστο.
Σύμφωνα με πληροφορίες, η Ν.Δ. εξετάζει το ενδεχόμενο να ζητήσει από τη Δικαιοσύνη να ερευνήσει τυχόν ποινικά αδικήματα από τη διακοπή της παρακολούθησης του κ. Πιτσιόρλα και, σίγουρα, να αποστείλει στους δικαστικούς λειτουργούς, εφόσον κινηθούν για τη διερεύνηση της υπόθεσης, τα πρακτικά της εξεταστικής επιτροπής.
Η παλιά υπόθεση και οι υποκλοπές Ρουμπάτη
Η αιτιολογία με την οποία η ΕΥΠ του Γιάννη Ρουμπάτη παρακολουθούσε δύο στενούς συνεργάτες του Αλέξη Τσίπρα, τον Στέργιο Πιτσιόρλα και τον Σπύρο Σαγιά, ήταν ότι είχαν σχέσεις με Σύρους και Λιβανέζους υπηκόους που εμφανίζονταν στην Ελλάδα ως εκπρόσωποι των καταριανών επενδυτικών κεφαλαίων. Ο μεν πρώτος ως παλιός σύμβουλός τους και ο δεύτερος ως νομικός τους σύμβουλος. Και ότι οι επενδυτές αυτοί είχαν εμπλοκή με ξέπλυμα μαύρου χρήματος και άλλες έκνομες ή ύποπτες δραστηριότητες.
Μόνο που η παρακολούθηση γίνεται το 2016, ενώ η υπόθεση με τους «Σύρους και Λιβανέζους» αφορούσε μια περίοδο από το 2009 έως το 2012 και επίσης δεν συμπίπτουν ούτε τα πρόσωπα για τα οποία είχε γίνει έρευνα εκείνη την πρώτη τριετία.
Το 2009 εμφανίζεται ο Σύρος Μοχάμαντ Μακλούφ, άνθρωπος με στενές σχέσεις με την οικογένεια Ασαντ, ως ενδιαφερόμενος επενδυτής στη χώρα μας και προκαλεί το ενδιαφέρον της Αρχής Καταπολέμησης Εσόδων από Εγκληματικές Δραστηριότητες, λόγω κάποιων τραπεζικών κινήσεων. Αντίκλητό του στην Ελλάδα όρισε τον επίσης Σύρο υπήκοο Τζαμάλ-Ηλία Ζοράτλυ, του οποίου οι σχέσεις με άλλα ύποπτα πρόσωπα μπαίνουν στο μικροσκόπιο των Αρχών. Λόγω των ευρωπαϊκών κυρώσεων σε υψηλόβαθμους Σύρους εκείνη την εποχή, η Ελλάδα δεσμεύει την εδώ περιουσία του Μακλούφ. Την ίδια περίοδο ελέγχεται και η υπήκοος Λιβάνου Τζουμάνα Μπεσάρα για τραπεζικές κινήσεις και για τη συνύπαρξή της σε εταιρεία ακινήτων (Pimanso) με τον Ζοράτλυ. Ολη αυτή η έρευνα ωστόσο, φαίνεται να κλείνει το 2012, χωρίς κάποια ευρήματα.
Το 2014, σύμφωνα με τον τότε διοικητή της ΕΥΠ Θόδωρο Δραβίλλα, υπάρχει ένα αίτημα της Αρχής για το ξέπλυμα μαύρου χρήματος, για μία επισύνδεση, που αφορούσε την αγορά της Οξυάς, αλλά από την παρακολούθηση δεν προκύπτει κάποιο στοιχείο και η υπόθεση κλείνει. Με πρωτοβουλία του ο κ. Ρουμπάτης και με επίκληση των όσων είχαν γίνει χρόνια πριν («ξεθάβοντας» δηλαδή την παλιά ιστορία, όπως λένε πολλοί), προχωρά στην παρακολούθηση όσων εμπλέκονται (ή ο ίδιος θεωρεί ότι εμπλέκονται, όπως ο Στέργιος Πιτσιόρλας, ο οποίος όμως ουδεμία σχέση έχει στο μεταξύ) στην αγοραπωλησία των 14.000 στρεμμάτων από την καταριανή εταιρεία Pimana A.E. πάνω από το Ναυάγιο της Ζακύνθου.
Ωστόσο οι δύο υποθέσεις είναι εντελώς άσχετες: η εταιρεία Pimana Α.Ε. για την οποία έγινε η επιχείρηση παρακολούθησης από την ΕΥΠ του κ. Ρουμπάτη ανήκει εξ ολοκλήρου στην Al Rayan, που είναι ο καθ’ όλα επίσημος επενδυτικός βραχίονας του κράτους του Κατάρ και κινείται κατόπιν συνεννοήσεως με κυβερνήσεις των χωρών στις οποίες δραστηριοποιείται.
Ουδεμία σχέση έχει η Pimana A.E. με Σύρους παράγοντες, ούτε φυσικά με την οικογένεια Μακλούφ (και Aσαντ), που επιχείρησε να επενδύσει στη χώρα μας το 2009! Η Τζουμάνα Μπεσάρα εμφανίζεται ως πρόεδρος της Pimana, ενώ έχει αναπτύξει και με άλλες εταιρείες επιχειρηματικές δραστηριότητες στη χώρα μας, χωρίς να προκύπτει κάποιο θέμα. Η δε πράξη αγοραπωλησίας της έκτασης στη Ζάκυνθο γίνεται τον Μάιο του 2014, χωρίς καμία αρχή να εντοπίσει κάποιο λόγο για τον οποίο θα έπρεπε να κινητοποιηθούν οι μυστικές υπηρεσίες της χώρας.
Αυτό συμβαίνει σχεδόν δύο χρόνια μετά και αφού στο μεταξύ συμβαίνουν δύο πράγματα: ο κ. Ρουμπάτης αναλαμβάνει το τιμόνι της ΕΥΠ και ο τότε μητροπολίτης Ζακύνθου Χρυσόστομος (που έφτασε προ ημερών να εξωραΐζει τους βιασμούς!) ξεσηκώνει θόρυβο εγείροντας τεράστιες, πλην αβάσιμες, όπως έκρινε αργότερα, το 2018, το Πολυμελές Πρωτοδικείο του νησιού, διεκδικήσεις επί της έκτασης. Αίφνης μία υπόθεση αστικής διαφοράς και αντεγκλήσεων μεταξύ ιδιωτών και με την εμπλοκή της Εκκλησίας, αλλά χωρίς να υπάρχει κάποια απαίτηση του Δημοσίου, γίνεται χωρίς εμφανείς λόγους αντικείμενο κατασκοπείας και παρακολουθήσεων από την ΕΥΠ.
Καταθέσεις, ψέματα και αντιφάσεις
Το καταλυτικό στοιχείο που προέκυψε κατά την κατάθεση του κ. Ρουμπάτη στην εξεταστική επιτροπή της Βουλής την περασμένη εβδομάδα, είναι ότι παραδέχθηκε για πρώτη φορά πως η ΕΥΠ παρακολουθούσε απευθείας τον Στέργιο Πιτσιόρλα το 2016. Αυτή ήταν και η πρώτη κραυγαλέα αναδίπλωση σε σχέση με τα όσα είχε καταθέσει στην Επιτροπή Θεσμών και Διαφάνειας της Βουλής προ δύο εβδομάδων.
Τότε είχε ισχυριστεί ότι ο κ. Πιτσιόρλας, όπως και ο διατελέσας το πρώτο εξάμηνο του 2015 γενικός γραμματέας του Υπουργικού Συμβουλίου στην κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ Σπύρος Σαγιάς, παρακολουθήθηκαν εξ αντανακλάσεως, δηλαδή καταγράφηκαν συνομιλίες που είχαν με παράγοντες, οι οποίοι αποτελούσαν στόχο της ΕΥΠ και ήταν της καταριανής εταιρείας Pimana, που έκανε τις επενδύσεις στην Ελλάδα.
Ο κ. Ρουμπάτης έπεσε και σε δεύτερη αντίφαση: αρχικά υποστήριξε -παρασύροντας πιθανόν και τον ΣΥΡΙΖΑ, που υιοθέτησε τότε το ίδιο επιχείρημα- ότι η παρακολούθηση της Pimana επί των ημερών του ήταν συνέχεια επιχείρησης που είχε ξεκινήσει από την προηγούμενη διοίκηση της Υπηρεσίας, υπό τον κ. Θεόδωρο Δραβίλλα και την εποχή της κυβέρνησης Σαμαρά. Στη συνέχεια, παραδέχθηκε ουσιαστικά ότι δεν ήταν ακριβώς η ίδια επιχείρηση, καθώς ο προηγούμενος έλεγχος (για την αγορά της Οξυάς και μόνο) είχε ολοκληρωθεί το 2014, ενώ ο ίδιος ο κ. Ρουμπάτης επέλεξε να ανοίξει νέο φάκελο με στόχο την Pimana, σχεδόν δύο χρόνια μετά, στις αρχές του 2016, αυτή τη φορά με επίκεντρο την αγοραπωλησία στη Ζάκυνθο.
Από τη συγκεκριμένη διαδικασία προκύπτουν καίριας σημασίας ερωτήματα για τους χειρισμούς του κ. Ρουμπάτη: εάν η διαδικασία ήταν νόμιμη και τι είδους ενημέρωση είχε ο Αλέξης Τσίπρας για το όλο θέμα.
Ο ίδιος ο πρώην διοικητής της ΕΥΠ ισχυρίζεται ότι ενημέρωσε τον τότε πρωθυπουργό. «Μου είπε να προχωρήσω κανονικά και αν χρειαστεί να στείλω τα στοιχεία που θα προκύψουν στη Δικαιοσύνη. Ποτέ δεν επανήλθα γιατί είχα όλες τις απαραίτητες οδηγίες για να πράξω τα νόμιμα», δηλώνει ο κ. Ρουμπάτης. Σε κανένα σημείο όμως της κατάθεσής του στη Βουλή και στη δημόσια δήλωση που έκανε, δεν μιλά για «νόμιμη επισύνδεση» ή για «άδεια από εισαγγελέα» και η έλλειψη αυτών των διατυπώσεων είναι που κάνει τον κ. Πιτσιόρλα να συμπεραίνει ότι «μιλάμε για παρακολούθηση που λογικά είναι παράνομη»!
Εδώ είναι και το μεγάλο κενό που αφήνει ο πρώην διοικητής των μυστικών υπηρεσιών να αιωρείται στον αέρα: κατέληξε κάπου και εντόπισε ύποπτα ευρήματα η έρευνα της ΕΥΠ και αν ναι, εστάλησαν αυτά στον εισαγγελέα; Από τα όσα είπε ο κ. Ρουμπάτης στην Εξεταστική δεν βγαίνει άκρη επ’ αυτού και είναι δύσκολο να γίνει ερμηνεία όσων λέγονται στους διαδρόμους, καθώς η διαδικασία δεν είναι ανοιχτή. Αν και κυκλοφόρησε η πληροφορία περί κατάθεσής του ότι αναγκάστηκε να σταματήσει την έρευνα μόλις ο κ. Πιτσιόρλας έγινε υφυπουργός Ανάπτυξης και παρέδωσε τον μέχρι τότε φάκελο στη Δικαιοσύνη, κάτι τέτοιο δεν επιβεβαιώνεται. Ωστόσο ένα από τα εξής δύο συνέβη: ή δεν βρέθηκε απολύτως τίποτα και πολύ λογικά ο κ. Τσίπρας εμπιστεύτηκε ακόμα περισσότερο τον μέχρι τότε επικεφαλής του ΤΑΙΠΕΔ, αναβαθμίζοντάς τον σε υφυπουργό και αργότερα σε αναπληρωτή υπουργό, ή υπήρξε αδιαφορία (ή μη ενημέρωση από τον κ. Ρουμπάτη για τυχόν ευρήματα) του τότε πρωθυπουργού για την εξελισσόμενη έρευνα της ΕΥΠ και έτσι προχώρησε στην αξιοποίηση του κ. Πιτσιόρλα σε κυβερνητικό πόστο.
Σύμφωνα με πληροφορίες, η Ν.Δ. εξετάζει το ενδεχόμενο να ζητήσει από τη Δικαιοσύνη να ερευνήσει τυχόν ποινικά αδικήματα από τη διακοπή της παρακολούθησης του κ. Πιτσιόρλα και, σίγουρα, να αποστείλει στους δικαστικούς λειτουργούς, εφόσον κινηθούν για τη διερεύνηση της υπόθεσης, τα πρακτικά της εξεταστικής επιτροπής.
Η παλιά υπόθεση και οι υποκλοπές Ρουμπάτη
Η αιτιολογία με την οποία η ΕΥΠ του Γιάννη Ρουμπάτη παρακολουθούσε δύο στενούς συνεργάτες του Αλέξη Τσίπρα, τον Στέργιο Πιτσιόρλα και τον Σπύρο Σαγιά, ήταν ότι είχαν σχέσεις με Σύρους και Λιβανέζους υπηκόους που εμφανίζονταν στην Ελλάδα ως εκπρόσωποι των καταριανών επενδυτικών κεφαλαίων. Ο μεν πρώτος ως παλιός σύμβουλός τους και ο δεύτερος ως νομικός τους σύμβουλος. Και ότι οι επενδυτές αυτοί είχαν εμπλοκή με ξέπλυμα μαύρου χρήματος και άλλες έκνομες ή ύποπτες δραστηριότητες.
Μόνο που η παρακολούθηση γίνεται το 2016, ενώ η υπόθεση με τους «Σύρους και Λιβανέζους» αφορούσε μια περίοδο από το 2009 έως το 2012 και επίσης δεν συμπίπτουν ούτε τα πρόσωπα για τα οποία είχε γίνει έρευνα εκείνη την πρώτη τριετία.
Το 2009 εμφανίζεται ο Σύρος Μοχάμαντ Μακλούφ, άνθρωπος με στενές σχέσεις με την οικογένεια Ασαντ, ως ενδιαφερόμενος επενδυτής στη χώρα μας και προκαλεί το ενδιαφέρον της Αρχής Καταπολέμησης Εσόδων από Εγκληματικές Δραστηριότητες, λόγω κάποιων τραπεζικών κινήσεων. Αντίκλητό του στην Ελλάδα όρισε τον επίσης Σύρο υπήκοο Τζαμάλ-Ηλία Ζοράτλυ, του οποίου οι σχέσεις με άλλα ύποπτα πρόσωπα μπαίνουν στο μικροσκόπιο των Αρχών. Λόγω των ευρωπαϊκών κυρώσεων σε υψηλόβαθμους Σύρους εκείνη την εποχή, η Ελλάδα δεσμεύει την εδώ περιουσία του Μακλούφ. Την ίδια περίοδο ελέγχεται και η υπήκοος Λιβάνου Τζουμάνα Μπεσάρα για τραπεζικές κινήσεις και για τη συνύπαρξή της σε εταιρεία ακινήτων (Pimanso) με τον Ζοράτλυ. Ολη αυτή η έρευνα ωστόσο, φαίνεται να κλείνει το 2012, χωρίς κάποια ευρήματα.
Το 2014, σύμφωνα με τον τότε διοικητή της ΕΥΠ Θόδωρο Δραβίλλα, υπάρχει ένα αίτημα της Αρχής για το ξέπλυμα μαύρου χρήματος, για μία επισύνδεση, που αφορούσε την αγορά της Οξυάς, αλλά από την παρακολούθηση δεν προκύπτει κάποιο στοιχείο και η υπόθεση κλείνει. Με πρωτοβουλία του ο κ. Ρουμπάτης και με επίκληση των όσων είχαν γίνει χρόνια πριν («ξεθάβοντας» δηλαδή την παλιά ιστορία, όπως λένε πολλοί), προχωρά στην παρακολούθηση όσων εμπλέκονται (ή ο ίδιος θεωρεί ότι εμπλέκονται, όπως ο Στέργιος Πιτσιόρλας, ο οποίος όμως ουδεμία σχέση έχει στο μεταξύ) στην αγοραπωλησία των 14.000 στρεμμάτων από την καταριανή εταιρεία Pimana A.E. πάνω από το Ναυάγιο της Ζακύνθου.
Ωστόσο οι δύο υποθέσεις είναι εντελώς άσχετες: η εταιρεία Pimana Α.Ε. για την οποία έγινε η επιχείρηση παρακολούθησης από την ΕΥΠ του κ. Ρουμπάτη ανήκει εξ ολοκλήρου στην Al Rayan, που είναι ο καθ’ όλα επίσημος επενδυτικός βραχίονας του κράτους του Κατάρ και κινείται κατόπιν συνεννοήσεως με κυβερνήσεις των χωρών στις οποίες δραστηριοποιείται.
Ουδεμία σχέση έχει η Pimana A.E. με Σύρους παράγοντες, ούτε φυσικά με την οικογένεια Μακλούφ (και Aσαντ), που επιχείρησε να επενδύσει στη χώρα μας το 2009! Η Τζουμάνα Μπεσάρα εμφανίζεται ως πρόεδρος της Pimana, ενώ έχει αναπτύξει και με άλλες εταιρείες επιχειρηματικές δραστηριότητες στη χώρα μας, χωρίς να προκύπτει κάποιο θέμα. Η δε πράξη αγοραπωλησίας της έκτασης στη Ζάκυνθο γίνεται τον Μάιο του 2014, χωρίς καμία αρχή να εντοπίσει κάποιο λόγο για τον οποίο θα έπρεπε να κινητοποιηθούν οι μυστικές υπηρεσίες της χώρας.
Αυτό συμβαίνει σχεδόν δύο χρόνια μετά και αφού στο μεταξύ συμβαίνουν δύο πράγματα: ο κ. Ρουμπάτης αναλαμβάνει το τιμόνι της ΕΥΠ και ο τότε μητροπολίτης Ζακύνθου Χρυσόστομος (που έφτασε προ ημερών να εξωραΐζει τους βιασμούς!) ξεσηκώνει θόρυβο εγείροντας τεράστιες, πλην αβάσιμες, όπως έκρινε αργότερα, το 2018, το Πολυμελές Πρωτοδικείο του νησιού, διεκδικήσεις επί της έκτασης. Αίφνης μία υπόθεση αστικής διαφοράς και αντεγκλήσεων μεταξύ ιδιωτών και με την εμπλοκή της Εκκλησίας, αλλά χωρίς να υπάρχει κάποια απαίτηση του Δημοσίου, γίνεται χωρίς εμφανείς λόγους αντικείμενο κατασκοπείας και παρακολουθήσεων από την ΕΥΠ.
Σύμφωνα με την απόφαση του Πενταμελούς Πρωτοδικείου Ζακύνθου, η μοναδική εκκρεμότητα που υπάρχει ως προς την αγοραπωλησία της έκτασης των 14.000 στρεμμάτων είναι να προσδιοριστεί το μέρος της παλαιάς Μονής του Αγίου Γεωργίου Κρημνών ώστε να υπάρξει ακυρότητα της πράξης ως προς το μέρος αυτό. Γι’ αυτό και ορίζει πραγματογνώμονα για να προσδιοριστούν τα όρια αυτής της περιοχής. Ούτε 3.000 στρέμματα όμως, ούτε κάποια άλλη ένσταση ή διεκδίκηση αναγνώρισε το δικαστήριο ώστε να ακυρώσει την αγοραπωλησία, την οποία αποδέχεται ως νόμιμη
Ο παραλογισμός με την έκταση στη Ζάκυνθο
Ξετυλίγοντας το κουβάρι με τα όσα γίνονται στη Ζάκυνθο από το 2014, που η καταριανών συμφερόντων εταιρεία Pimana AE αγόρασε έκταση περίπου 14.000 στρεμμάτων πάνω από το Ναυάγιο, για να κάνει επενδύσεις ύψους 1,2 δισ. ευρώ, συναντά κανείς χρόνιες παθογένειες του ελληνικού κράτους (όπως η έλλειψη Κτηματολογίου), αλλά και το παρασκήνιο που εξυφάνθηκε με την ΕΥΠ του Γιάννη Ρουμπάτη σε κομβικό ρόλο, με στόχο να «ναυαγήσει» η όλη προσπάθεια.
Τις αντιδράσεις υποκίνησε πρωτίστως ο τότε μητροπολίτης του νησιού Χρυσόστομος, υποστηρίζοντας ότι ένα κομμάτι 3.000 στρεμμάτων από εκείνη την έκταση ανήκει στην Ιερά Μονή Αγίου Γεωργίου Κρημνών, που βρίσκεται στην ευρύτερη περιοχή - αυτή ήταν και η μεγαλύτερη διεκδίκηση που θα μπορούσε να οδηγήσει σε αμφισβήτηση της αγοραπωλησίας και του όλου επενδυτικού σχεδίου.
Η υπόθεση έφτασε το 2015 στο Πολυμελές Πρωτοδικείο Ζακύνθου και μετά από μια δίκη που κράτησε έως το 2018 απορρίφθηκαν οι αιτιάσεις της Μητρόπολης, η πράξη κρίθηκε νόμιμη και δεν ακυρώθηκε το συμβόλαιο, ενώ ορίστηκε πραγματογνώμονας για να καθοριστεί η ακριβής έκταση που ανήκει στο μοναστήρι και δεν φαίνεται να ξεπερνά τα 40 στρέμματα, ώστε αυτά να μη συμπεριληφθούν στην πωληθείσα έκταση.
Η έκβαση αυτή ήταν αναμενόμενη, παρά τον θόρυβο που έκανε ο Χρυσόστομος. Ο ίδιος ο ηγούμενος της Μονής, αρχιμανδρίτης Θεοδόσιος Ταρκαζίκης δηλώνει εγγράφως ότι δεν έχει τέτοιου είδους διεκδικήσεις από την έκταση που πωλήθηκε στην Pimana A.E. και παραπέμπει στη δήλωση Ε9 που κάνει η Μονή το 2015 για να ξεκαθαρίσει ότι δεν επιδιώκει αντιδικία.
Αλλά και κατά τη διάρκεια της ακροαματικής διαδικασίας ο Χρυσόστομος εκτίθεται όταν καταθέτει ανερυθρίαστα ότι η Eκκλησία δεν δηλώνει στην Eφορία τις εκτάσεις που έχει για να μην… πληρώνει ΕΝΦΙΑ και φοροδιαφεύγει σκοπίμως! Και άρα μπορεί να διεκδικεί για δική της μiα έκταση ακόμα και αν δεν την έχει δηλώσει ποτέ - σκεπτικό που φυσικά απορρίφθηκε από το δικαστήριο.
Ουσιαστικά έτσι λύνεται απολύτως το ιδιοκτησιακό που πάει… αιώνες πίσω: το κτήμα των 14.000 στρεμμάτων ανήκε όντως στον πωλητή Γιώργο Χάρο, απόγονο της οικογένειας του Κόντε Φλαμπουριάρη, στον οποίο οι Ενετοί το είχαν παραχωρήσει το 1783 με καθεστώς «πατρωνικού δικαιώματος» - ενισχυμένη επικαρπία και επαυξημένη επ’ αυτού εξουσία δηλαδή. Με νόμο δε του 1825, η Γερουσία των Ιονίων Νήσων μετέτρεψε το «πατρωνικό δικαίωμα» ή άλλως την ενισχυμένη επικαρπία, για όσες εκτάσεις είχαν παραχωρήσει οι Ενετοί σε τοπικούς παράγοντες, σε δικαίωμα πλήρους κυριότητας - σε διαφορετική περίπτωση και εφόσον αμφισβητηθεί η συγκεκριμένη ιδιοκτησία τότε θα τεθεί ανάλογο θέμα με εκατοντάδες άλλες σε όλα τα Ιόνια νησιά!
Ως προς τα δικαιώματα που απορρέουν από τη χρησικτησία, το Δικαστήριο αποδέχθηκε ότι στη Ζάκυνθο (όπως και σε άλλα Επτάνησα προφανώς) δεν ισχύει το Βυζαντινορωμαϊκό Δίκαιο (κατοχυρώνει δικαίωμα στα 40 έτη), αλλά ο Ιόνιος Αστικός Κώδικας (αναγνωρίζει ιδιοκτησία στα 30 έτη) - έχει γίνει αποδεκτό ότι οι δικαιοπάροχοι του πωλητή είχαν στην κατοχή τους την έκταση 37 χρόνια, άρα δεν αμφισβητείται η κυριότητα. Καταλυτικές ήταν οι καταθέσεις δύο επιφανών πανεπιστημιακών που ειδικεύονται στα θέματα αυτά.
Τόσο η Σοφία Τζαρίδου όσο και η Δάφνη Παπαδάτου, αμφότερες καθηγήτριες Ιστορίας Δικαίου στο Αριστοτέλειο της Θεσσαλονίκης, ξεκαθάρισαν ότι στις περιπτώσεις αυτές εφαρμόζεται ο Ιόνιος Αστικός Κώδικας, τον οποίο διαδέχθηκε αργότερα ο Ελληνικός Αστικός Κώδικας.
Με όλα αυτά τα στοιχεία εξέδωσε το Πολυμελές Πρωτοδικείο Ζακύνθου την απόφαση που αναγνωρίζει το συμβόλαιο της αγοραπωλησίας.
Και εδώ αρχίζουν τα περίεργα. Διότι προτού ακόμα ολοκληρωθεί η επίλυση της αστικής διαφοράς και εκδοθεί απόφαση από το πολιτικό δικαστήριο, εξελίχθηκε ανακριτική διαδικασία για το ποινικό μέρος της υπόθεσης - παρότι το λογικό είναι η διερεύνηση ποινικών ευθυνών να γίνει αφού υπάρξει έκβαση της αστικής διαφοράς.
Η ανάκριση ερεύνησε όσους μετείχαν στην πράξη αυτή -επτά άτομα συνολικά- και το ζητούμενο της διαδικασίας ήταν αν από την πράξη ζημιώθηκε το Δημόσιο ή η Εκκλησία ως Νομικό Πρόσωπο Δημοσίου Δικαίου και αν υπήρξαν άλλες ποινικά κολάσιμες πράξεις.
Αρχικά ο εισαγγελέας Εφετών, που ξεκίνησε την έρευνα το 2014, την έθεσε το αρχείο, αλλά το 2016 ο οικονομικός εισαγγελέας Γαληνός Μπρης επαναφέρει την υπόθεση. Παρότι διαθέτει καταθέσεις, όπως του ηγούμενου της Μονής Αγίου Γεωργίου ότι δεν έχει απαιτήσεις και δεν αμφισβητεί την κυριότητα της έκτασης, ασκεί ποινικές διώξεις κατά των επτά ατόμων και έτσι ξεκινάει η κύρια ανάκριση.
Χωρίς αξιώσεις το Δημόσιο
Η αντεισαγγελέας Πρωτοδικών Μαρία Καραμανώλη, που αναλαμβάνει την έρευνα, καταθέτει μετά από μακρά ανακριτική διαδικασία, στις 27 Οκτωβρίου του 2019, απαλλακτική πρόταση. Κι αυτό διότι δεν διαπιστώνει ζημία του Δημοσίου ή άλλες έκνομες πράξεις. Σημειωτέον, στα Ιόνια δεν ισχύει το τεκμήριο κυριότητας του Δημοσίου επί δάσους. Είναι το Δημόσιο που πρέπει να κινηθεί και να εγείρει την όποια διεκδίκηση σε δασικές εκτάσεις -και όχι το αντίθετο, όπως συμβαίνει στην υπόλοιπη χώρα, όπου εξ ορισμού ο πολίτης ο οποίος διεκδικεί δασική έκταση οφείλει να αποδείξει εκείνος ότι διαθέτει κυριότητα.
Στη συγκεκριμένη περίπτωση, το Δημόσιο δεν ήγειρε καμία αξίωση. Προς απόδειξη αυτού, όταν ο ιδιοκτήτης και πωλητής της έκτασης Γιώργος Χάρος απευθύνθηκε ως όφειλε βάσει του άρθρου 72 του νόμου 998/1979 στο Δημόσιο για την πώληση της έκτασης, προκειμένου αυτό να ασκήσει το δικαίωμα προτίμησής του ή μη, έλαβε απάντηση που δεν αμφισβητούσε την κυριότητά του: η αρμόδια υπηρεσία διευκρίνισε ότι δεν μπορεί να διαθέσει πάνω από 60.000 ευρώ για να αποκτήσει την έκταση -αναγνωρίζοντας ότι πρόκειται για ιδιωτική ιδιοκτησία- αλλά και ότι «δεν υπάρχουν στοιχεία κυριότητας του Δημοσίου»!
Κατόπιν αυτών η κυρία Καραμανώλη εκτίμησε ότι δεν συντρέχουν λόγοι για να μετατραπούν οι ποινικές διώξεις σε κατηγορίες. Μόνο που η απαλλακτική πρότασή της απορρίφθηκε και διατάχθηκε συμπληρωματική ανάκριση, από την οποία επίσης ουδέν νεώτερον προέκυψε. Εν συνεχεία η κυρία Καραμανώλη αντικαταστάθηκε από άλλον εισαγγελέα, ο οποίος συνέταξε παραπεμπτική πρόταση, που υιοθέτησε το δικαστικό συμβούλιο, παραπέμποντας τους «7» σε δίκη με τις κατηγορίες για ζημία εις βάρος του Ελληνικού Δημοσίου, ύψους πολλών εκατομμυρίων ευρώ, ψευδή υπεύθυνη δήλωση, υφαρπαγή ψευδούς βεβαίωσης κ.ά., κατηγορίες που δεν φαίνεται να έχουν αντιστοίχηση με τα πραγματικά δεδομένα της υπόθεσης.
Σε δήλωσή του ο κ. Μιχάλης Δημητρακόπουλος, πληρεξούσιος δικηγόρος της εταιρείας Pimana, αναφέρει:
«Με δικονομική αμηχανία-ανησυχία πληροφορήθηκα το βούλευμα του Συμβουλίου Πλημμελειοδικών Αθηνών, που παραπέμπει στο ακροατήριο τη νόμιμη εκπρόσωπο της άνω εταιρείας που έχω την τιμή να υπερασπίζομαι.
Το βούλευμα έρχεται σε μετωπική σύγκρουση με την κοινή λογική, συγκεκριμένα θεωρεί ότι υπάρχουν ενδείξεις ενοχής ότι η εταιρεία συμφερόντων του Κατάρ, αγοράζοντας τη γνωστή έκταση στη Ζάκυνθο για να κάνει επένδυση δισεκατομμυρίων ευρώ, ήθελε να εξαπατήσει το Ελληνικό Δημόσιο για να εχει παράνομο περιουσιακό όφελος που υπερβαίνει τα 120.000 ευρώ. Ολα τα κράτη διαγωνίζονται για να προσελκύσουν επενδύσεις από το Κατάρ κι εμείς εδώ τους καθιστούμε κατηγορούμενους! Μετά αναρωτιόμαστε γιατί δεν έρχονται ξένοι επενδυτές στην Ελλάδα!
Τα αρμόδια όργανα της Δικαιοσύνης δεν πρέπει μόνο να ενδιαφέρονται για την ταχύτητα στην έκδοση των αποφάσεων αλλά προεχόντως για την ποιότητα. Μην τα φορτώνουμε όλα στους πολιτικούς, ιδανικό μερίδιο ευθύνης έχουν και άστοχες δικαστικές αποφάσεις σε μείζονα ζητήματα».
Ο παραλογισμός με την έκταση στη Ζάκυνθο
Ξετυλίγοντας το κουβάρι με τα όσα γίνονται στη Ζάκυνθο από το 2014, που η καταριανών συμφερόντων εταιρεία Pimana AE αγόρασε έκταση περίπου 14.000 στρεμμάτων πάνω από το Ναυάγιο, για να κάνει επενδύσεις ύψους 1,2 δισ. ευρώ, συναντά κανείς χρόνιες παθογένειες του ελληνικού κράτους (όπως η έλλειψη Κτηματολογίου), αλλά και το παρασκήνιο που εξυφάνθηκε με την ΕΥΠ του Γιάννη Ρουμπάτη σε κομβικό ρόλο, με στόχο να «ναυαγήσει» η όλη προσπάθεια.
Τις αντιδράσεις υποκίνησε πρωτίστως ο τότε μητροπολίτης του νησιού Χρυσόστομος, υποστηρίζοντας ότι ένα κομμάτι 3.000 στρεμμάτων από εκείνη την έκταση ανήκει στην Ιερά Μονή Αγίου Γεωργίου Κρημνών, που βρίσκεται στην ευρύτερη περιοχή - αυτή ήταν και η μεγαλύτερη διεκδίκηση που θα μπορούσε να οδηγήσει σε αμφισβήτηση της αγοραπωλησίας και του όλου επενδυτικού σχεδίου.
Η υπόθεση έφτασε το 2015 στο Πολυμελές Πρωτοδικείο Ζακύνθου και μετά από μια δίκη που κράτησε έως το 2018 απορρίφθηκαν οι αιτιάσεις της Μητρόπολης, η πράξη κρίθηκε νόμιμη και δεν ακυρώθηκε το συμβόλαιο, ενώ ορίστηκε πραγματογνώμονας για να καθοριστεί η ακριβής έκταση που ανήκει στο μοναστήρι και δεν φαίνεται να ξεπερνά τα 40 στρέμματα, ώστε αυτά να μη συμπεριληφθούν στην πωληθείσα έκταση.
Η έκβαση αυτή ήταν αναμενόμενη, παρά τον θόρυβο που έκανε ο Χρυσόστομος. Ο ίδιος ο ηγούμενος της Μονής, αρχιμανδρίτης Θεοδόσιος Ταρκαζίκης δηλώνει εγγράφως ότι δεν έχει τέτοιου είδους διεκδικήσεις από την έκταση που πωλήθηκε στην Pimana A.E. και παραπέμπει στη δήλωση Ε9 που κάνει η Μονή το 2015 για να ξεκαθαρίσει ότι δεν επιδιώκει αντιδικία.
Αλλά και κατά τη διάρκεια της ακροαματικής διαδικασίας ο Χρυσόστομος εκτίθεται όταν καταθέτει ανερυθρίαστα ότι η Eκκλησία δεν δηλώνει στην Eφορία τις εκτάσεις που έχει για να μην… πληρώνει ΕΝΦΙΑ και φοροδιαφεύγει σκοπίμως! Και άρα μπορεί να διεκδικεί για δική της μiα έκταση ακόμα και αν δεν την έχει δηλώσει ποτέ - σκεπτικό που φυσικά απορρίφθηκε από το δικαστήριο.
Ουσιαστικά έτσι λύνεται απολύτως το ιδιοκτησιακό που πάει… αιώνες πίσω: το κτήμα των 14.000 στρεμμάτων ανήκε όντως στον πωλητή Γιώργο Χάρο, απόγονο της οικογένειας του Κόντε Φλαμπουριάρη, στον οποίο οι Ενετοί το είχαν παραχωρήσει το 1783 με καθεστώς «πατρωνικού δικαιώματος» - ενισχυμένη επικαρπία και επαυξημένη επ’ αυτού εξουσία δηλαδή. Με νόμο δε του 1825, η Γερουσία των Ιονίων Νήσων μετέτρεψε το «πατρωνικό δικαίωμα» ή άλλως την ενισχυμένη επικαρπία, για όσες εκτάσεις είχαν παραχωρήσει οι Ενετοί σε τοπικούς παράγοντες, σε δικαίωμα πλήρους κυριότητας - σε διαφορετική περίπτωση και εφόσον αμφισβητηθεί η συγκεκριμένη ιδιοκτησία τότε θα τεθεί ανάλογο θέμα με εκατοντάδες άλλες σε όλα τα Ιόνια νησιά!
Ως προς τα δικαιώματα που απορρέουν από τη χρησικτησία, το Δικαστήριο αποδέχθηκε ότι στη Ζάκυνθο (όπως και σε άλλα Επτάνησα προφανώς) δεν ισχύει το Βυζαντινορωμαϊκό Δίκαιο (κατοχυρώνει δικαίωμα στα 40 έτη), αλλά ο Ιόνιος Αστικός Κώδικας (αναγνωρίζει ιδιοκτησία στα 30 έτη) - έχει γίνει αποδεκτό ότι οι δικαιοπάροχοι του πωλητή είχαν στην κατοχή τους την έκταση 37 χρόνια, άρα δεν αμφισβητείται η κυριότητα. Καταλυτικές ήταν οι καταθέσεις δύο επιφανών πανεπιστημιακών που ειδικεύονται στα θέματα αυτά.
Τόσο η Σοφία Τζαρίδου όσο και η Δάφνη Παπαδάτου, αμφότερες καθηγήτριες Ιστορίας Δικαίου στο Αριστοτέλειο της Θεσσαλονίκης, ξεκαθάρισαν ότι στις περιπτώσεις αυτές εφαρμόζεται ο Ιόνιος Αστικός Κώδικας, τον οποίο διαδέχθηκε αργότερα ο Ελληνικός Αστικός Κώδικας.
Με όλα αυτά τα στοιχεία εξέδωσε το Πολυμελές Πρωτοδικείο Ζακύνθου την απόφαση που αναγνωρίζει το συμβόλαιο της αγοραπωλησίας.
Και εδώ αρχίζουν τα περίεργα. Διότι προτού ακόμα ολοκληρωθεί η επίλυση της αστικής διαφοράς και εκδοθεί απόφαση από το πολιτικό δικαστήριο, εξελίχθηκε ανακριτική διαδικασία για το ποινικό μέρος της υπόθεσης - παρότι το λογικό είναι η διερεύνηση ποινικών ευθυνών να γίνει αφού υπάρξει έκβαση της αστικής διαφοράς.
Η ανάκριση ερεύνησε όσους μετείχαν στην πράξη αυτή -επτά άτομα συνολικά- και το ζητούμενο της διαδικασίας ήταν αν από την πράξη ζημιώθηκε το Δημόσιο ή η Εκκλησία ως Νομικό Πρόσωπο Δημοσίου Δικαίου και αν υπήρξαν άλλες ποινικά κολάσιμες πράξεις.
Αρχικά ο εισαγγελέας Εφετών, που ξεκίνησε την έρευνα το 2014, την έθεσε το αρχείο, αλλά το 2016 ο οικονομικός εισαγγελέας Γαληνός Μπρης επαναφέρει την υπόθεση. Παρότι διαθέτει καταθέσεις, όπως του ηγούμενου της Μονής Αγίου Γεωργίου ότι δεν έχει απαιτήσεις και δεν αμφισβητεί την κυριότητα της έκτασης, ασκεί ποινικές διώξεις κατά των επτά ατόμων και έτσι ξεκινάει η κύρια ανάκριση.
Χωρίς αξιώσεις το Δημόσιο
Η αντεισαγγελέας Πρωτοδικών Μαρία Καραμανώλη, που αναλαμβάνει την έρευνα, καταθέτει μετά από μακρά ανακριτική διαδικασία, στις 27 Οκτωβρίου του 2019, απαλλακτική πρόταση. Κι αυτό διότι δεν διαπιστώνει ζημία του Δημοσίου ή άλλες έκνομες πράξεις. Σημειωτέον, στα Ιόνια δεν ισχύει το τεκμήριο κυριότητας του Δημοσίου επί δάσους. Είναι το Δημόσιο που πρέπει να κινηθεί και να εγείρει την όποια διεκδίκηση σε δασικές εκτάσεις -και όχι το αντίθετο, όπως συμβαίνει στην υπόλοιπη χώρα, όπου εξ ορισμού ο πολίτης ο οποίος διεκδικεί δασική έκταση οφείλει να αποδείξει εκείνος ότι διαθέτει κυριότητα.
Στη συγκεκριμένη περίπτωση, το Δημόσιο δεν ήγειρε καμία αξίωση. Προς απόδειξη αυτού, όταν ο ιδιοκτήτης και πωλητής της έκτασης Γιώργος Χάρος απευθύνθηκε ως όφειλε βάσει του άρθρου 72 του νόμου 998/1979 στο Δημόσιο για την πώληση της έκτασης, προκειμένου αυτό να ασκήσει το δικαίωμα προτίμησής του ή μη, έλαβε απάντηση που δεν αμφισβητούσε την κυριότητά του: η αρμόδια υπηρεσία διευκρίνισε ότι δεν μπορεί να διαθέσει πάνω από 60.000 ευρώ για να αποκτήσει την έκταση -αναγνωρίζοντας ότι πρόκειται για ιδιωτική ιδιοκτησία- αλλά και ότι «δεν υπάρχουν στοιχεία κυριότητας του Δημοσίου»!
Κατόπιν αυτών η κυρία Καραμανώλη εκτίμησε ότι δεν συντρέχουν λόγοι για να μετατραπούν οι ποινικές διώξεις σε κατηγορίες. Μόνο που η απαλλακτική πρότασή της απορρίφθηκε και διατάχθηκε συμπληρωματική ανάκριση, από την οποία επίσης ουδέν νεώτερον προέκυψε. Εν συνεχεία η κυρία Καραμανώλη αντικαταστάθηκε από άλλον εισαγγελέα, ο οποίος συνέταξε παραπεμπτική πρόταση, που υιοθέτησε το δικαστικό συμβούλιο, παραπέμποντας τους «7» σε δίκη με τις κατηγορίες για ζημία εις βάρος του Ελληνικού Δημοσίου, ύψους πολλών εκατομμυρίων ευρώ, ψευδή υπεύθυνη δήλωση, υφαρπαγή ψευδούς βεβαίωσης κ.ά., κατηγορίες που δεν φαίνεται να έχουν αντιστοίχηση με τα πραγματικά δεδομένα της υπόθεσης.
Σε δήλωσή του ο κ. Μιχάλης Δημητρακόπουλος, πληρεξούσιος δικηγόρος της εταιρείας Pimana, αναφέρει:
«Με δικονομική αμηχανία-ανησυχία πληροφορήθηκα το βούλευμα του Συμβουλίου Πλημμελειοδικών Αθηνών, που παραπέμπει στο ακροατήριο τη νόμιμη εκπρόσωπο της άνω εταιρείας που έχω την τιμή να υπερασπίζομαι.
Το βούλευμα έρχεται σε μετωπική σύγκρουση με την κοινή λογική, συγκεκριμένα θεωρεί ότι υπάρχουν ενδείξεις ενοχής ότι η εταιρεία συμφερόντων του Κατάρ, αγοράζοντας τη γνωστή έκταση στη Ζάκυνθο για να κάνει επένδυση δισεκατομμυρίων ευρώ, ήθελε να εξαπατήσει το Ελληνικό Δημόσιο για να εχει παράνομο περιουσιακό όφελος που υπερβαίνει τα 120.000 ευρώ. Ολα τα κράτη διαγωνίζονται για να προσελκύσουν επενδύσεις από το Κατάρ κι εμείς εδώ τους καθιστούμε κατηγορούμενους! Μετά αναρωτιόμαστε γιατί δεν έρχονται ξένοι επενδυτές στην Ελλάδα!
Τα αρμόδια όργανα της Δικαιοσύνης δεν πρέπει μόνο να ενδιαφέρονται για την ταχύτητα στην έκδοση των αποφάσεων αλλά προεχόντως για την ποιότητα. Μην τα φορτώνουμε όλα στους πολιτικούς, ιδανικό μερίδιο ευθύνης έχουν και άστοχες δικαστικές αποφάσεις σε μείζονα ζητήματα».
Γιάννης Μακρυγιάννης
ΠΡΩΤΟ ΘΕΜΑ