Η αναφορά σε «εκ περιτροπής» κατοχή των Γλυπτών κρίνεται ως μη ικανοποιητική με βάση το πάγιο αίτημα της ελληνικής πλευράς για μόνιμη επανένωση όλων των Γλυπτών
Ανεπαρκής θεωρείται από τους Βρετανούς υποστηρικτές της επανένωσης των Γλυπτών του Παρθενώνα η πιθανή «συμφωνία» που περιέγραφε δημοσίευμα του Bloomberg το βράδυ της Τρίτης.
Επικαλούμενο πηγές με γνώση των εν εξελίξει συνομιλιών, το δημοσίευμα ανέφερε πως τμήματα των Γλυπτών θα μπορούσαν να επιστραφούν σε βάθος χρόνου και «εκ περιτροπής» από το Βρετανικό Μουσείο στο Μουσείο Ακρόπολης, στο πλαίσιο «πολιτιστικής ανταλλαγής».
Η αναφορά σε «εκ περιτροπής» κατοχή των Γλυπτών κρίνεται ως μη ικανοποιητική με βάση το πάγιο αίτημα της ελληνικής πλευράς για μόνιμη επανένωση όλων των Γλυπτών.
Υπό το πρίσμα αυτό ο καθηγητής Πολ Κάρτλετζ, Αντιπρόεδρος του Διεθνούς Συνδέσμου για την Επανένωση των Γλυπτών του Παρθενώνα και Αντιπρόεδρος της Βρετανικής Επιτροπής για την Επανένωση, δήλωσε ότι κατανοεί τη διάψευση του δημοσιεύματος από πηγές του ελληνικού Υπουργείου Πολιτισμού.
«Μπορώ να καταλάβω γιατί τόσο το Βρετανικό Μουσείο επιθυμεί πολύ να δώσει την εντύπωση πως δεν λέει απλά όχι (στην επανένωση) αλλά ότι ενδιαφέρεται για κάποιου είδους λύση μέσω διαπραγμάτευσης, όσο από την άλλη καταλαβαίνω απολύτως γιατί το Υπουργείο Πολιτισμού στην Ελλάδα δε θα αποδεχόταν τίποτα λιγότερο από την επιστροφή όλων όσων κατέχει το Βρετανικό Μουσείο και παρεμπιπτόντως και άλλα μουσεία - εν το συνόλω τους και για την αιωνιότητα», δήλωσε στον ΣΚΑΪ ο πρώην καθηγητής Αρχαιοελληνικού Πολιτισμού του Πανεπιστημίου του Κέμπριτζ.
«Τίποτα από αυτά τα αποσπασματικά "ορίστε, μπορείτε να έχετε αυτό το κομμάτι της ζωφόρου και μετά περιμένουμε πίσω κάποια ωραία πράγματα από σας και μετά θα σας δώσουμε λίγη ακόμα από τη ζωφόρο", δηλαδή θα σας τα δανείσουμε, δε θα σας τα δώσουμε ασφαλώς», πρόσθεσε ο κ. Κάρτλετζ απορρίπτοντας το περιεχόμενο της συμφωνίας που περιέγραψαν οι πηγές του Bloomberg.
Ο Βρετανός καθηγητής συμφωνεί πάντως πως ακόμα και αν δεν έχουμε φτάσει στην επιθυμητή έκβαση, οι συνεχείς αναφορές σε συνομιλίες και πιθανές συμφωνίες αποδεικνύουν πως έχει γίνει πρόοδος.
«Νομίζω ότι η πίεση εντείνεται. Το γεγονός ότι ο Πάπας συμφώνησε να δώσει πίσω - και όχι με κάποιον τρόπο να δανείσει ή να εγείρει οποιοδήποτε νομικό ζήτημα - το κομμάτι που κατέχει από το Βατικανό, είναι το πιο πρόσφατο από μια σειρά διαφορετικών πραγμάτων που έχουν γίνει εκτός Βρετανίας. Όλα αυτά οδηγούν στο συμπέρασμα πως είναι προφανές ότι οι επίτροποι διοίκησης τους Βρετανικού Μουσείου θα πρέπει να κάνουν το σωστό και να εισέλθουν σε διαπραγματεύσεις στη βάση του ότι οι σχετικοί νόμοι (που εμποδίζουν την επανένωση) θα πρέπει να τροποποιηθούν ή να αποσυρθούν. Αλλά επίσης ότι επιθυμούν, όχι ότι υποχρεώνονται, ότι επιθυμούν να δώσουν πίσω (τα Γλυπτά) όπως κανονικά θα όφειλαν. Επομένως δεν υπάρχει αμφιβολία ότι (υπάρχει) αυτό το παζάρι, αυτή η ιδέα της συμφωνίας, λες και το Βρετανικό Μουσείο έχει κάποιο έρεισμα σε ηθική βάση, που πιστεύουμε ότι δεν έχει», σημείωσε ο καθηγητής Κάρτλετζ.
Η εκ περιτροπής κατοχή των Γλυπτών δε θα έλυνε το ζήτημα της κυριότητας. Άλλο αγκάθι βέβαια είναι ο νόμος περί Βρετανικού Μουσείου του 1963 που απαγορεύει την αφαίρεση εκθεμάτων από τη συλλογή.
Μια πιθανή διέξοδος σε αυτό, είναι ο βρετανικός νόμος περί Αγαθοεργιών του 2022, όπως επισημαίνει ο δικηγόρος Γιώργος Δημαράς που ειδικεύεται σε υποθέσεις μικτής εθνικής δικαιοδοσίας και έχει παρουσία σε Ελλάδα, Βρετανία και άλλες χώρες:
«Τα επιχειρήματα της Ελλάδας περί κυριότητας παραμένουν ισχυρά. Ωστόσο, υπάρχει και η πρόσφατη αλλαγή νομοθεσίας στη Βρετανία, το 2022 και ο νόμος περί Αγαθοεργιών, που επιτρέπει στους επιτρόπους διοίκησης των μουσείων να αιτηθούν ακόμα και την επιστροφή αντικειμένων που βρίσκονται στις συλλογές βρετανικών μουσείων στη βάση κάποιας ηθικής υποχρέωσης. Αν και πρόκειται για ένα δύσκολο ζήτημα, ενδεχομένως ο νέος νόμος να μπορούσε να επηρεάσει αποφάσεις (περί των Γλυπτών)», είπε στο ΣΚΑΪ ο Έλληνας δικηγόρος.
Σημειώνεται πάντως ότι η εφαρμογή δύο κρίσιμων άρθρων του νέου νόμου έχει ανασταλεί από τη βρετανική κυβέρνηση ώστε «να μελετηθούν πιο διεξοδικά οι επιπτώσεις τους» στις συλλογές των μουσείων.
Λονδίνο, Θανάσης Γκαβός
Πηγή: skai.gr