Παραιτήθηκα γιατί στον τομέα πολιτικής μου εποπτείας, συνέβη μια ανείπωτη τραγωδία, είπε ο Κώστας Καραμανλής, μιλώντας στην Επιτροπή Θεσμών και Διαφάνειας που συνεδριάζει σχετικά με την πορεία και την εξέλιξη των έργων της σύμβασης 717 για την τηλεδιοίκηση – σηματοδότηση των σιδηροδρόμων, μετά το δυστύχημα στα Τέμπη.
Ο παραιτηθείς Υπουργός Μεταφορών ξεκίνησε την ομιλία του με τη φράση «έχουμε ιερή υποχρέωση να αναλάβουμε όλοι το μερίδιο ευθύνης που μας αναλογεί». Όπως είπε, τις προηγούμενες ημέρες σιώπησε από σεβασμό στο πένθος των οικογενειών των θυμάτων.
«Δεν έχω καμιά εξάρτηση από την κυβερνητική θέση. Δεν ζήτησα παραιτήσεις. ούτε έθεσα κανέναν σε διαθεσιμότητα. Ανέλαβα εγώ την πολιτική ευθύνη. Η ανάληψη πολιτικής ευθύνης θα μείνει γράμμα κενό αν δεν συνοδευθεί και από την αναζήτηση διαχειριστικών ευθυνών. Να δούμε ποιοι έκαναν τα λάθη και να μην επαναληφθούν», ανέφερε, σημειώνοντας πως είναι «χρέος μας να φωτιστεί η αλήθεια».
Τι είπε για την σύμβαση 717/2014
Ο κ. Καραμανλής είπε πως η κυβέρνηση της ΝΔ παρέλαβε το έργο βαλτωμένο. «Είναι μία σύμβαση που αν είχε ολοκληρωθεί, τότε σαφώς η λειτουργία του σιδηροδρομικού δικτύου θα ήταν ασφαλέστερη. Η πραγματικότητα είναι ότι παραλάβαμε το έργο βαλτωμένο και το προχωρήσαμε από το 18% στο 70%… Η προηγούμενη κυβέρνηση παρέδωσε λειτουργικό μόνο το 18% και εν συνεχεία αντιμετώπισε δυσκολίες και το εγκατέλειψε. Από το 2017 ως το 2019 δεν έγινε απολύτως τίποτα», είπε αρχικά.
Αντικείμενο της σύμβασης, που υπεγράφη το 2014, όπως ανέφερε ο κ. Καραμανλής, ήταν αφενός η σηματοδότηση 52 Σταθμών και η ανάταξη 3 κέντρων τηλεδιοίκησης και αφετέρου οι λοιπές εργασίες επιδομής, τεχνικών έργων και τηλεπικοινωνιών. Ανάδοχος αναδείχθηκε η κοινοπραξία «ΤΟΜΗ – ALSTOM», με συνολικό τίμημα 41 εκατομμύρια ευρώ και προθεσμία ολοκλήρωσης του έργου έως 26/9/2016.
Η σύμβαση ξεκίνησε να υλοποιείται, ωστόσο, έπειτα από τρεις μήνες έγιναν εκλογές και άλλαξε η κυβέρνηση. «Πρακτικά, όλη η αρχική συμβατική διάρκεια του έργου βρίσκεται εντός περιόδου της κυβέρνησης ΣΥΡΙΖΑ. Σύντομα, προέκυψε η ανάγκη συμπληρωματικής σύμβασης, προκειμένου να ανταποκρίνονται τα υφιστάμενα συστήματα στις νέες προδιαγραφές ασφαλείας. Πέρασαν όμως, άλλα 3 χρόνια προκειμένου να φτάσουμε στη σύνταξη της 1ης Συμπληρωματικής Σύμβασης το Δεκέμβριο του 2017 με επιπλέον κόστος 13.3 εκατομμύρια ευρώ», είπε.
Εξήγησε στη συνέχεια, ότι εισήχθη προς έλεγχο στο Ελεγκτικό Συνέδριο και εγκρίθηκε τον Ιούνιο του 2018. «Όμως, ούτε τότε ξεκίνησε το έργο. Το ότι το έργο είχε βαλτώσει δεν το αμφισβητεί κανείς. Ακολούθησαν καταγγελίες από τον Βουλευτή της τότε κυβερνητικής πλειοψηφίας, Νίκο Νικολόπουλο που προκάλεσαν τον έλεγχο της Επιτροπής Δημοσιονομικού Ελέγχου (ΕΔΕΛ), καθώς το έργο είναι συγχρηματοδοτούμενο από το ΕΣΠΑ. Από τον έλεγχο προέκυψε πληθώρα ζητημάτων, το σοβαρότερο εκ των οποίων ήταν η ανάγκη εγκατάστασης νέου εξοπλισμού τηλεμετρίας», είπε ο κ. Καραμανής.
«Λίγους μήνες αργότερα, ανέλαβε η δική μας κυβέρνηση. Κατ’ όνομα παραλάβαμε το 33%, στην πραγματικότητα όμως το 18%. Σύμφωνα με τα επίσημα στοιχεία, έως τα τέλη του 2016 που σταμάτησε το έργο παραδόθηκαν 17 από τους 52 σταθμούς, δηλαδή ποσοστό 32,69%. Όμως σε αυτό το παραδοτέο, υπήρχαν δυστυχώς σοβαρές αστοχίες. Αποτέλεσμα ήταν ότι σημαντικό μέρος του έπρεπε να ανακατασκευαστεί. Αποτέλεσμα ήταν ότι από το παραδοτέο, λειτουργικό ήταν μόνο το 18%», τόνισε ο παραιτηθείς υπουργός και συμπλήρωσε ότι «επιπλέον μεταξύ των ετών 2017-2019 το παραδοτέο έργο ήταν μηδενικό».
Απαντώντας στους βουλευτές του ΣΥΡΙΖΑ που αναφέρονται σε ποσοστό εκτέλεσης 68%, ο κ. Καραμανλής υπογράμμισε ότι «προφανώς εννοούν την κάλυψη των χρηματοδοτικών αναγκών του έργου. Άλλωστε η ολοκλήρωση ενός συστήματος σηματοδότησης πιστοποιείται με την έκδοση Πρωτοκόλλου Παράδοσης-Παραλαβής μεταξύ ΕΡΓΟΣΕ-ΟΣΕ και μόνο. Άλλο λοιπόν η απορρόφηση και άλλο η εκτέλεση του έργου…».
Εξήγησε, στη συνέχεια, ότι ένα από τα βασικά προβλήματα των συμβάσεων – ειδικά των σιδηροδρομικών-είναι ο κατακερματισμός «ή για να το πω πιο απλά, το ‘σπάσιμο’ των εργολαβιών. Αυτό το βλέπουμε ειδικά και στην 717. Το Φθινόπωρο του 19 πρώτο μας μέλημα ήταν να προσπαθήσουμε να επανεκκινήσουμε αυτό το τόσο κρίσιμο έργο. Τι κάναμε: Οι παρατηρήσεις της Επιτροπής Δημοσιονομικού Ελέγχου (ΕΔΕΛ) και η επικαιροποιημένη τεχνική πρόταση, που έπρεπε να είχε υπογραφεί το 2018 και υπεγράφη επί των ημερών μας, πράγματι ενσωματώθηκαν στο τελικό σχέδιο της 1ης Συμπληρωματικής Σύμβασης. Στη συνέχεια, έγινε ο αναγκαίος έλεγχος από το ΤΕΕ. Έγινε έλεγχος και από την Εθνική Αρχή Διαφάνειας. Και επιλύσαμε, σταδιακά, το ζήτημα των επανορθωτικών μέτρων της αναδόχου εταιρίας. Αυτά τα βήματα έγιναν εν μέσω δυσκολιών, όχι μόνο επειδή τα θέματα ήταν πολύπλοκα, αλλά και επειδή αντιμετωπίζαμε πλέον τις πρωτόγνωρες δυσκολίες της πανδημίας. Τελικά, στα τέλη του 2020, μετά από αίτημα της ΕΡΓΟΣΕ εγκρίθηκε η 4η Τροποποίηση της Απόφασης Ένταξης για την χρηματοδότηση του έργου από το ΥΜΕΠΕΡΑΑ. Και το 2021 υπογράφηκε η Συμπληρωματική Σύμβαση, με την οποία στην πραγματικότητα επανεκκινείται επιτέλους το έργο».
Ο Κώστας Καραμανλής τόνισε ότι «το 2016 υλοποιήθηκε όπως είδαμε το 32,69% του έργου από το οποίο μόνο το 18% ήταν πιστοποιημένο, από το 2017 έως το 2019 δεν έγινε απολύτως τίποτα και από το 2021 έως σήμερα έχουμε φτάσει στο 90% της υλοποίησης του έργου, από το οποίο το 70% έχει πλέον πιστοποιηθεί και είναι λειτουργικό».
Μεταξύ των σταθμών που παραδόθηκαν την τελευταία 3ετία με το σύστημα τηλεδιοίκησης περιλαμβάνεται και ο Σταθμός της Λάρισας, τόνισε ο κ. Καραμανλής, αναφέροντας ότι παραδόθηκε τον Νοέμβριο του 2022, όπως προκύπτει από το σχετικό πρωτόκολλο διοικητικής παραλαβής.
«Μάλιστα από τις 23/12/2022, όπως προκύπτει από έγγραφο του ΟΣΕ και το οποίο αφορά το τμήμα ανόδου από Λάρισα προς Θεσσαλονίκη, οι σταθμάρχες υποχρεωτικά πρέπει να χαράσσουν τη διαδρομή αυτόματα στον πίνακα τηλεδιοίκησης. Η χειροκίνητη χάραξη επιτρέπεται μόνον όταν δεν λειτουργεί το σύστημα τηλεδιοίκησης», συμπλήρωσε ο παραιτηθείς υπουργός.
Χρυσοχοΐδης στην Επιτροπή Θεσμών: Η σύμβαση 717 υπεγράφη το 2014 και είχε χρόνο ολοκλήρωσης δύο έτη
Ο Μιχάλης Χρυσοχοΐδης στην Επιτροπή Θεσμών
«Θρηνούμε όλοι και αποτελεί καθήκον η διερεύνηση της αλήθειας», ανέφερε ο Μιχάλης Χρυσοχοΐδης, ο οποίος διετέλεσε υπουργός Μεταφορών επί 18 μήνες, από το δεύτερο μισό του 2013 έως το 2015, κατά την αρχική τοποθέτησή του για τη σύμβαση 717 στην Επιτροπή Θεσμών και Διαφάνειας.
Ο κ. Χρυσοχοΐδης ανέφερε ότι «από το 2010 συγκροτήθηκαν ομάδες εργασίας στην ΕΡΓΟΣΕ με σκοπό την αποτύπωση της υφιστάμενης κατάστασης της σηματοδότησης και της τηλεδιοίκησης καθώς και της ηλεκτροκίνησης του σιδηροδρόμου. Συγκεκριμένα, το 2010 συγκροτήθηκαν δύο ομάδες εμπειρογνώμων της ΕΡΓΟΣΕ. Το 2011 παρέδωσαν τα πορίσματά τους και το ίδιο έτος συγκροτήθηκε ομάδα εργασίας της ΕΡΓΟΣΕ για τη σύνταξη των τευχών δημοπράτησης του έργου που αφορούσε στην ανάταξη και αναβάθμιση του συστήματος σηματοδότησης και τηλεδιοίκησης.
Το 2012 η ΕΡΓΟΣΕ συνέταξε τα τεύχη δημοπράτησης και τα υπέβαλε για παρατηρήσεις στον ΟΣΕ που ήταν ο διαχειριστής της γραμμής και τα ενέκρινε. Ακολούθησε η έγκριση σκοπιμότητας του έργου από την αντίστοιχη Αρχή Μεταφορών και την αντίστοιχη διεύθυνση της ΕΕ με ταυτόχρονη έγκριση της χρηματοδότησης του έργου από το Ταμείο Συνοχής. Το έργο εγκρίθηκε για τη σκοπιμότητά του από όλα τα καθ’ ύλην εθνικά και ευρωπαϊκά όργανα και πήρε τον δρόμο της δημοπράτησης το 2014 με προϋπολογισμό 52.753.300 ευρώ, χωρίς αναθεώρηση και ΦΠΑ».
«Στον διαγωνισμό που ακολούθησε ανάδοχος αναδείχθηκε ο υποψήφιος με τη χαμηλότερη προσφορά και μετά την έκπτωση το ύψος του έργου διαμορφώθηκε στο ποσό των 41.297.147ευρώ, χωρίς αναθεώρηση και ΦΠΑ. Ακολουθήθηκε η ενημέρωση της Βουλής και ο έλεγχος νομιμότητας από το Ελεγκτικό Συνέδριο που ενέκρινε τη σύμβαση. Έτσι, τέλη Σεπτεμβρίου 2014 η διοίκηση της ΕΡΓΟΣΕ υπέγραψε τη σύμβαση για ανάταξη και αναβάθμιση του συστήματος σηματοδότησης και τηλεδιοίκησης του άξονα Αθήνα-Θεσσαλονίκη-Προμαχώνας. Ο χρόνος υλοποίησης ήταν 2 έτη, δηλαδή παράδοση τέλος Σεπτεμβρίου 2016. Η πρώτη δουλειά του αναδόχου, σύμφωνα με τη σύμβαση και την ειδική συγγραφή υποχρεώσεων, ήταν να κάνει λεπτομερή καταγραφή του υφιστάμενου δικτύου, του εξοπλισμού, ώστε στη συνέχει να μπορεί να γίνει ο προγραμματισμός για την ανάταξη και αναβάθμιση του δικτύου», πρόσθεσε σύμφωνα με το ΑΠΕ-ΜΠΕ.
Ο κ. Χρυσοχοΐδης, τόνισε ότι «το έργο ήταν απόλυτα αναγκαίο, διότι εν μέσω μνημονίων και κρίσης η Ελλάδα, σε συνεργασία με την ΕΕ, αποφάσισε τον εκσυγχρονισμό του δικτύου από το Ρίο έως τον Προμαχώνα». Σύμφωνα με τον ίδιο, είναι γνωστό ότι «το σύστημα του σιδηροδρομικού δικτύου είχε υποστεί δολιοφθορές σε συστήματα που είχαν τοποθετηθεί, δημιουργώντας σημαντικά έργα ασφάλειας και λειτουργικότητας που έπρεπε να αντιμετωπιστούν. Για αυτό από ΟΣΕ και ΕΡΓΟΣΕ αποφασίστηκε να γίνουν οι γρηγορότερες εργασίες στα συστήματα ασφαλείας του δικτύου. Το έργο έπρεπε να ολοκληρωθεί το συντομότερο δυνατόν».
Ο πρώην υπουργός διευκρίνισε πως «ανάταξη σημαίνει ότι έχουμε πάνω στη γραμμή πολλά διαφορετικά συστήματα από διαφορετικούς παρόχους, εκ των οποίων ορισμένα είναι εκτός λειτουργίας, είτε εξαιτίας βλαβών είτε κλοπής υλικών, που πρέπει να γίνουν και πάλι λειτουργικά και σε μία ενιαία λειτουργία τους.
«Αναβάθμιση σημαίνει ότι μετά την ανάταξή τους, ο ανάδοχος θα πρέπει να τα ανατάξει και να λειτουργούν και σε επίπεδο ασφαλείας σύμφωνα με τους ευρωπαϊκούς κανονισμούς και οδηγίες. Τα παλαιά συστήματα σηματοδότησης, είναι προφανές ότι δεν είχαν πιστοποίηση όπως απαιτούσαν οι πιο σύγχρονοι κανονισμοί της ΕΕ». Η δε τηλεδιοίκηση, σύμφωνα με τον ίδιο, «είναι η απεικόνιση και οι εξ αποστάσεως χειρισμοί των συστημάτων λειτουργίας και ασφαλείας».
Ο κ. Χρυσοχοΐδης επεσήμανε ότι «τον Γενάρη του 2015 ανέλαβε η νέα κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ- ΑΝΕΛ για να υλοποιήσει εντός του συμβατικού χρόνου την εκτέλεση της σύμβασης με χρόνο ολοκλήρωσης τον Σεπτέμβριο του 2016». Στη συνέχεια κατέθεσε στα πρακτικά χρονολόγιο όλων των γεγονότων που προανέφερε.