Στις 12 με 13 Φεβρουαρίου αναμένεται να ψηφιστεί ο νόμος για τα ομόφυλα ζευγάρια, όπως αναφέρθηκε στο Υπουργικό Συμβούλιο. Πληροφορίες του Liberal σημειώνουν ότι τον λόγο έλαβαν πάνω από 10 υπουργοί, οι οποίοι τάχθηκαν υπέρ της μεταρρύθμισης. Ο κ. Βορίδης ξεκαθάρισε ότι θα απέχει από την ψηφοφορία.
Όπως σχολιάζουν κυβερνητικές πηγές «ο κ.Βορίδης έχει εκφράσει την επιφύλαξή του αυτή ήδη πριν γίνει υπουργός. Επέλεξε τη στάση της αποχής. Άρα δεν υπάρχει θέμα για την παραμονή του στο Υπουργικό Συμβούλιο».
Για τους υφυπουργούς η απάντηση κυβερνητικών στελεχών είναι ότι «δεν πρόκειται για μέλη του Υπουργικού Συμβουλίου και περιμένουμε να δούμε τι θα πράξουν τελικά στη Βουλή».
Ο Κωστής Χατζηδάκης δήλωσε πως «η αναγνώριση στο γάμο συνεπάγεται και υποχρεώσεις. Στην πραγματικότητα ερχόμαστε και νόμοι ποιοι με κάτι που υφίσταται. Πόσο άραγε ταιριάζει στην ανθρωπιά να υπάρχουν πολίτες δεύτερης κατηγορίας;».
Ο Κυριάκος Πιερρακάκης επεσήμανε πως «πρέπει να δούμε και τον αντίκτυπο που θα έχει στις άλλες μεγάλες προσπάθειες όπως στην αντιμετώπιση του bullying. Είναι βέβαιο ότι θα βοηθήσει θετικά».
Η Ειρήνη Αγαπηδάκη, μιλώντας σε δημοσιογράφους, τόνισε πως «όλοι έχουμε περισσότερους από έναν ρόλους. Η ένταση και οι αντιδράσεις καταλαμβάνουν περισσότερο στο δημόσιο διάλογο παρά στην κοινωνική πραγματικότητα».
Ο πρωθυπουργός Κυριάκος Μητσοτάκης στην εισαγωγική τοποθέτησή του υπογράμμισε για το νομοσχέδιο που αφορά στο γάμο των ομόφυλων ζευγαριών και την τεκνοθεσία ότι «επιδιώκεται η προστασία των παιδιών των ομόφυλων γονέων που ήδη υπάρχουν».
«Τα παιδιά αυτά πρέπει να έχουν τα ίδια δικαιώματα με όλα τα άλλα παιδιά», σημείωσε και υπενθύμισε πως «μιλάμε για κάτι το οποίο ισχύει ήδη σε 36 χώρες, σε πέντε ηπείρους, χωρίς πουθενά να φαίνεται ότι έβλαψε την κοινωνική συνοχή και την κυβερνητική αρμονία. Και θέλω να εκφράσω και την ικανοποίησή μου ότι όλο αυτό το διάστημα αυτή η μεταρρύθμιση συζητήθηκε νηφάλια και χωρίς ακρότητες μέσα στην ελληνική κοινωνία».
Ο Κυριάκος Μητσοτάκης σημείωσε πως συζητήθηκε και στο εσωτερικό των κομμάτων και είναι πολύ ικανοποιημένος «γιατί και η παράταξή μας κατέκτησε αυτή τη διαδικασία της ώριμης διαβούλευσης, αντί του ισοπεδωτικού μέτρου της κομματικής πειθαρχίας».
«Σε αυτόν τον διάλογο ακούστηκαν όλες οι απόψεις και σέβομαι όλες τις απόψεις. Ακούστηκαν οι απόψεις της παράδοσης, της εξέλιξης, αλλά και της δικής μας πλευράς που πιστεύω ότι εντάσσει την παράδοση στην εξέλιξη» συνέχισε και πρόσθεσε: «ακούστηκαν όμως και φωνές που δεν είχαν ακουστεί μέχρι σήμερα, κυρίως των ομόφυλων γονέων που θα μπορούν επιτέλους να κοιμούνται ήσυχοι το βράδυ, απαλλαγμένοι από το φόβο ότι αν τους συμβεί κάτι, το παιδί τους δεν θα καταλήξει στον άλλο γονέα αλλά θα βρεθεί σε κάποιο ίδρυμα».
Υπογράμμισε δε ότι «δεν μεταβάλλει το ισχύον πλαίσιο της παρένθετης κύησης, δεν το επεκτείνει ουσιαστικά στα ομόφυλα ζευγάρια και αποκλείει τους χαρακτηρισμούς «Γονέας 1» και «Γονέας 2». Γιατί - θέλω να το τονίσω - η Ελλάδα δεν θα γίνει ένα εργαστήρι πολιτικών που δεν εφαρμόζονται παρά μόνο σε ελάχιστες χώρες του κόσμου».
Τόνισε πως ουσιαστικά «η νέα ρύθμιση προσθέτει δικαιώματα σε μερικούς, χωρίς, όμως, να αφαιρεί κανένα δικαίωμα από τους πολλούς. Είναι κάτι που απαιτεί, άλλωστε, και η ευαισθησία της Δημοκρατίας μας, στην οποία δεν επιτρέπεται να υπάρχουν πολίτες δύο κατηγοριών και σίγουρα δεν επιτρέπεται να υπάρχουν "παιδιά ενός κατώτερου θεού"».
«Ένα θέμα, λοιπόν, ισότητας δεν προσφέρεται, θα το ξαναπώ, για διχαστικές προκλήσεις και σίγουρα δεν προσφέρεται και για υπερβολικές μεγεθύνσεις. Κι έτσι υποδέχομαι και τις θέσεις της Εκκλησίας, τις οποίες σέβομαι απόλυτα. Άλλωστε, αυτή η κυβέρνηση έχει δώσει πολλές πρακτικές λύσεις σε ανάγκες του κλήρου που εκκρεμούσαν εδώ και δεκαετίες», επισήμανε ακόμα και ξεκαθάρισε πως θέλει να είναι σαφής: «αναφερόμαστε σε επιλογές της Πολιτείας. Όχι σε θεολογικές πεποιθήσεις. Και παλαιότερα, άλλωστε, με την Εκκλησία είχαμε διαφορετικές οπτικές για τον πολιτικό γάμο, για την καύση των νεκρών, για το θέμα των ταυτοτήτων».
«Η ζωή, ωστόσο, απέδειξε ότι οι αλλαγές αυτές ήταν ώριμες. Δεν έβλαψαν ούτε την κοινωνία, δεν έβλαψαν ούτε τελικά τη συνεργασία Πολιτείας και Εκκλησίας και είμαι σίγουρος ότι έτσι θα γίνει και τώρα», κατέληξε.