31 Ιανουαρίου 2024

Βρούτσης: Θετική η στάση του ΣΥΡΙΖΑ στο νομοσχέδιο για την οπαδική βία – Δριμεία κριτική Ανδρουλάκη στην κυβέρνηση


Θετική χαρακτήρισε την στάση του ΣΥΡΙΖΑ συνολικά στο νομοσχέδιο για την οπαδική βία ο αναπληρωτής υπουργός, αρμόδιος για τον Αθλητισμό, Γιάννης Βρούτσης, απαντώντας στον πρόεδρο της ΚΟ του ΣΥΡΙΖΑ Σωκράτη Φάμελλου, κατά την συζήτηση του σχεδίου νόμου στην Ολομέλεια της Βουλής.

Ο κ. Βρούτσης σημείωσε ότι τόσο ο εισηγητής του ΣΥΡΙΖΑ-ΠΣ όσο και των άλλων κομμάτων «συνέβαλλαν θετικά κατά την επεξεργασία του νομοσχεδίου στην αρμόδια επιτροπή και ότι όλοι ξεκινήσαμε από την ίδια αφετηρία, ότι είμαστε απέναντι στην αθλητική βία και είμαστε εδώ για ενώσουμε τις δυνάμεις μας»

Ο αναπληρωτής υπουργός, υπογράμμισε ότι από την αρχή η κυβέρνηση «δεν διεκδίκησε ότι με το νομοσχέδιο αυτό φέρνουμε το καλύτερο» αλλά είναι «ένα έκτακτο νομοσχέδιο σύμφωνα με τις υπάρχουσες συνθήκες, λόγω των γεγονότων, χωρίς να ακολουθούνται οι νομοθετικές διαδικασίες του επείγοντος, με πλήρη διαβούλευση με τους θεσμικούς φορείς, τους πολίτες και στη Βουλή»

Χαιρέτησε ότι ο ΣΥΡΙΖΑ αναγνώρισε πως οι κάμερες είναι αναγκαίο μέτρο και ότι η ταυτοπροσωπία στα εισιτήρια αποτελεί αναγκαίο μέτρο καθώς και ότι τα διοικητικά μέτρα είναι στη σωστή κατεύθυνση γιατί είναι ιδιαιτέρως αυστηρά. Επανέλαβε ότι σε επίπεδο ποινικών κυρώσεων δεν μεταβάλλεται κάτι καθώς «ήδη όπως νομοθετήθηκαν το 2022 είναι οι πιο σκληρές στην Ευρώπη, το ιδιώνυμο είναι το πιο σκληρό αθλητικό πλαίσιο νόμου στην Ευρώπη και διατηρείται, δεν αλλάζει γιατί δεν πάει ψηλότερα».

Τα εισιτήρια διαρκείας

Για τα εισιτήρια διαρκείας ανέφερε ότι αυτά «δεν χάνονται, θα ενσωματωθούν μέσα στο αυτοποιημένο σύστημα του κινητού τηλεφώνου, με την τεχνολογία που υπάρχει, άρα όποιος έχει διαρκείας θα μπορεί να εισέρχεται για να παρακολουθήσει τον αγώνα». Το μόνο θέμα, που υπάρχει και θα λυθεί με Υπουργική Απόφαση, είπε ο κ. Βρούτσης, είναι τι θέλουν οι ΠΑΕ για το εάν «θα μεταβιβάζονται τα διαρκείας ή να μην μπορεί να μεταβιβάζονται και εδώ αναμένουμε την απάντηση των ομάδων».
Ο αναπληρωτής υπουργός επισήμανε στον πρόεδρο της ΚΟ του ΣΥΡΙΖΑ ότι «στις 13 Φεβρουαρίου δεν ανοίγουν για τους φιλάθλους τα γήπεδα με τον ίδιο τρόπο που έκλεισαν αλλά σε ένα νέο περιβάλλον».

Το Καυτανζόγλειο

Τέλος, για την διάταξη που αφορά στο Καυτανζόγλειο στάδιο, ο κ. Βρούτσης είπε στον κ. Φάμελλο ότι «έχετε δίκιο, πολλά πράγματα δεν έχουν προχωρήσει στην πατρίδα μας όπως θα έπρεπε, αλλά κάνουμε μια προσπάθεια, και απόδειξη είναι το γεγονός ότι δεν λέμε ευχές. Το Καυταντζόγλειο όπως και πολλά στάδια στην χώρα μας από 1.1.2024 έχουν πρωτοφανή αύξηση στον προϋπολογισμό τους συγκριτικά με το παρελθόν».

Ειδικά, προσέθεσε πως «η αύξηση του προϋπολογισμού του Καυτατζογλείου εφέτος είναι 150% κάτι που δείχνει ότι θέλουμε να το μετατρέψουμε στο ΟΑΚΑ της Βορείου Ελλάδας», σημειώνοντας ότι «ο μάνατζερ που μπαίνει δεν είναι για να ξεπουλήσει το στάδιο αλλά στα πρότυπα του ΟΑΚΑ και του ΣΕΦ που έχουν γενικούς διευθυντές που εργάζονται αποκλειστικά για τις αθλητικές εγκαταστάσεις».

Η παρέμβαση Ανδρουλάκη

Παρέμβαση στην Ολομέλεια της Βουλής για το νομοσχέδιο της οπαδικής βίας πραγματοποίησε ο πρόεδρος του ΠΑΣΟΚ, Νίκος Ανδρουλάκης, ασκώντας δριμεία κριτική στην κυβέρνηση, μολονότι δήλωσε ότι το ΠΑΣΟΚ-Κίνημα Αλλαγής θα το ψηφίσει επί της αρχής.

Όπως επισήμανε, «στις 11 Δεκεμβρίου, μετά τα αιματηρά επεισόδια στου Ρέντη, η τότε πολιτική ηγεσία του υπουργείου Προστασίας του Πολίτη έκλεινε τα γήπεδα, μία απόφαση που εμείς και τότε είχαμε αποδοκιμάσει ως επικοινωνιακό πυροτέχνημα. Μια απόφαση χωρίς ουσία. Και μάλιστα δεσμευτήκατε τότε ότι αυτά θα ανοίξουν μόνο αφότου ελεγχθεί ότι εφαρμόστηκε μια σειρά μέτρων, μεταξύ των οποίων οι κάμερες και το σύστημα ελέγχου του ηλεκτρονικού εισιτηρίου».

Ο κ. Ανδρουλάκης πρόσθεσε ότι «μόλις προχθές ο κ. Βρούτσης, προανήγγειλε ότι τα γήπεδα θα ξανανοίξουν για τους φιλάθλους στις 12 Φεβρουαρίου, χωρίς κάμερες και χωρίς σύστημα ταυτοποίησης, που θα εγκατασταθούν -σύμφωνα με το νέο χρονοδιάγραμμα- στις αρχές Μαρτίου και Απριλίου, αντίστοιχα».
Ο κ. Ανδρουλάκης ανέφερε ότι η συζήτηση του συγκεκριμένου νομοσχεδίου αποτελεί μία ακόμη αποτυχία της κυβέρνησης για την αντιμετώπιση της οπαδικής βίας. «Ανακυκλώνετε τα μέτρα που προβλέπονται ήδη», σημείωσε και επέκρινε την κυβέρνηση πως δεν έχει την πολιτική βούληση να διευθετήσει το πρόβλημα. «Το υπάρχον πλαίσιο είναι αυστηρό. Να απαντήσετε γιατί δεν το εφαρμόζετε» τόνισε ο κ. Ανδρουλάκης.

Ο πρόεδρος του ΠΑΣΟΚ-ΚΙΝΑΛ καταλόγισε ευθύνες και ζήτησε εξηγήσεις γιατί δεν σταμάτησαν τους Κροάτες χούλιγκανς, με αποτέλεσμα τον θάνατο του οπαδού της ΑΕΚ, Μιχάλη Κατσούρη και στα επεισόδια στου Ρέντη, τον περασμένο Δεκέμβριο, που οδήγησε στο θάνατο του αστυνομικού Γιώργου Λυγγερίδη. «Εσείς δεν κάνατε τίποτα. Τι σας εμπόδιζε να τους σταματήσετε; Έφταιγε το νομοθετικό πλαίσιο; Ή ότι μετά από 4 χρόνια διακυβέρνησης από τη ΝΔ ο κ. Οικονόμου παρέλαβε καμένη γη στην αστυνομία, όπως σχεδόν δήλωσε ο διάδοχός του κ. Χρυσοχοΐδης, τονίζοντας την ανάγκη για ένα “restart;”»

Ο Νίκος Ανδρουλάκης έθεσε το ζήτημα της καταγγελίας των 23 στημένων παιχνιδιών στο «Στοίχημα», σύμφωνα με την UEFA, καλώντας την κυβέρνηση να πάρει άμεσα μέτρα. «Μια ακόμα βασική αδυναμία του νομοσχεδίου είναι ότι δεν αγγίζει καθόλου το ζήτημα της διαφθοράς στον ελληνικό αθλητισμό και ιδίως στον χώρο του ποδοσφαίρου. Μια διαφθορά που τροφοδοτείται από ισχυρά οικονομικά και άλλα συμφέροντα, αλλά η κυβέρνηση προτιμά να κάνει τον τροχονόμο, παρά να βάλει κανόνες. Προ ημερών, η UEFA διαβίβασε στη Βουλή φακέλους με 23 ύποπτα παιχνίδια. Το Διοικητικό Συμβούλιο της Super League απηύθυνε αίτημα θεσμικής συνάντησης στον αρμόδιο εισαγγελικό λειτουργό, σε σχέση με τη χειραγώγηση αγώνων» είπε.

Ο πρόεδρος του ΠΑΣΟΚ-ΚΙΝΑΛ διατύπωσε τις θέσεις του κόμματός του τονίζοντας: «Για να σπάσουμε τον ατέρμονο κύκλο της βίας και να σταματήσουμε να θρηνούμε νέους ανθρώπους, εμείς τασσόμαστε υπέρ της εκπόνησης ενός σχεδίου δράσης, προϊόν ευρείας διακομματικής συναίνεσης. Ένα σχέδιο που θα αντιμετωπίζει το πρόβλημα στη ρίζα του, εντός και εκτός γηπέδων. Με βάση το τρίπτυχο πρόληψη-έλεγχος-τιμωρία. Απαιτείται, λοιπόν και πολυδιάστατη προσέγγιση, αλλά και πραγματική βούληση».