Εγκρίθηκε κατά πλειοψηφία από την Επιτροπή Θεσμών και Διαφάνειας της Βουλής η ανανέωση της θητείας για άλλα τρία χρόνια του προέδρου της Αρχής Καταπολέμησης Νομιμοποίησης από εγκληματικές δραστηριότητες και επίτιμου αντεισαγγελέα του Αρείου Πάγου, Γιώργου Βουρλιώτη.
Εγκρίθηκε, επίσης, ο τριετής διορισμός των 13 τακτικών και 13 αναπληρωματικών μελών της Αρχής, μετά από εισήγηση του υπουργού Δικαιοσύνης.
Θετική γνώμη για τον πρόεδρο της Ανεξάρτητης Αρχής εξέφρασαν η ΝΔ, το ΠΑΣΟΚ-ΚΙΝΑΛ, η Ελληνική Λύση και η ΝΙΚΗ, ενώ ο ΣΥΡΙΖΑ, η Νέα Αριστερά, η Πλεύση Ελευθερίας και οι Σπαρτιάτες ψήφισαν αρνητικά και το ΚΚΕ δήλωσε «παρών».
Τα 26 τακτικά και αναπληρωματικά μέλη της Αρχής έλαβαν θετική γνώμη μόνο από τους βουλευτές της κυβερνητικής πλειοψηφίας, ενώ όλα τα κόμματα της αντιπολίτευσης δήλωσαν «παρών», εκτός από τη Νέα Αριστερά και την Πλεύση Ελευθερίας, που έδωσαν αρνητική ψήφο.
Παρουσιάζοντας τα αποτελέσματα του έργου της Αρχής τα τελευταία τρία χρόνια της θητείας του, ο κ. Βουρλιώτης χαρακτήρισε το ξέπλυμα μαύρου χρήματος την «υπ' αριθμόν ένα απειλή της παγκόσμιας οικονομίας».
Όπως τόνισε χαρακτηριστικά, «με βάση στοιχεία από τον ΟΗΕ, το ετήσιο ξέπλυμα μαύρου χρήματος ανέρχεται στα 2% με 3% του παγκόσμιου ΑΕΠ, ήτοι σε 800 δισ. έως δύο τρισ. δολάρια, ενώ σε επίπεδο ΕΕ, μόνο στο χρηματοοικονομικό σύστημα και όχι στους άλλους διαύλους, οι απώλειες, οι ύποπτες ή ασυνήθεις συναλλαγές, ανέρχονται στα 117 έως 210 δισ. ευρώ ετησίως».
Αναφερόμενος ειδικότερα στην Ελλάδα, ο κ. Βουρλιώτης επισήμανε ότι «τα τελευταία τρία χρόνια έχουν εισέλθει στην Αρχή περισσότερες από 30.000 αναφορές και μέσα σε αυτές περιλαμβάνονται χρηματοοικονομικές δραστηριότητες, ύποπτες ή ασυνήθεις, αλλά και καταγγελίες».
«Μετά από αξιολόγηση όλων αυτών των αναφορών, εκδόθηκαν 700 διατάξεις δέσμευσης και 59 πορίσματα, ενώ έχουν αποσταλεί δεκάδες χιλιάδες πληροφοριακά σημειώματα πολύ σημαντικά, που έχουν βοηθήσει τις αρμόδιες αρχές - αστυνομικές, τελωνειακές, φορολογικές, αντιτρομοκρατικές - για τη διερεύνησή τους. Εντοπίστηκε και δεσμεύτηκε μεγάλο ύψος εκατοντάδων εκατομμυρίων ευρώ, εγκληματικών εσόδων και μπορέσαμε να αποτρέψουμε ζημιές στο δημόσιο αλλά και σε ιδιώτες» είπε.
Όπως είπε ο κ. Βουρλιώτης, «μεγάλο ζήτημα διεθνώς είναι οι διεθνικές απάτες οι οποίες αφορούν κυρίως ΦΠΑ, τις οποίες η ελληνική Ανεξάρτητη Αρχή εντόπισε και τις έχει προωθήσει στον ευρωπαίο εισαγγελέα» ενώ επεσήμανε ότι «έχουν υιοθετηθεί 14 πακέτα περιοριστικών μέτρων της ΕΕ σχετικά με την Ρωσία και την Ουκρανία».
«Μεγάλο πρόβλημα» χαρακτήρισε «το εμπόριο ναρκωτικών, τη φοροδιαφυγή και τις διακοινοτικές συναλλαγές με περιπτώσεις καρουζέλ», όπου γίνεται υπεξαίρεση ΦΠΑ εκατοντάδων εκατομμύριων, όπως ανέφερε.
«Σε επίπεδο διεθνών σχέσεων, δεσμεύτηκαν πάρα πολλά μεγάλα ποσά τα οποία βρέθηκαν στην Ελλάδα. Πρόσφατα αποσπάστηκε χρηματικό ποσό από μια ιταλική εταιρία, 800.000 ευρώ, και μέσα σε μια εβδομάδα - πάλι από εταιρία στην Ιταλία - άλλες 600.000 ευρώ. Η Ελλάδα ήταν ο ενδιάμεσος σταθμός και είχαν προορισμό μεγάλη χώρα της Άπω Ανατολής, όπου εκεί είναι αδύνατον να εντοπιστούν», ανέφερε.
Έμφαση έδωσε ο πρόεδρος της Ανεξάρτητης Αρχής, στις ηλεκτρονικές απάτες, επισημαίνοντας ότι «είναι χιλιάδες, καθημερινές και είναι αδύνατον να κρατηθούν στατιστικά στοιχεία» αλλά και «για τη μορφή λειτουργίας ορισμένων ΜΚΟ, οι οποίες δημιουργούν σοβαρά ζητήματα καθώς συνεργάζονται με εγκληματικές οργανώσεις».
Τόνισε επίσης, ότι «τελευταία εντοπίσαμε περιπτώσεις ίδρυσης ιδρυμάτων κοινωφελούς χαρακτήρα, τα οποία δεν ήταν τίποτα άλλο παρά μια μορφή για να ξεπλένουν χρήματα κάποιοι παραβάτες».
«Ελέγχεται πλέον η νομιμότητα των χρημάτων των ιδρυτών οι οποίοι έχουν αυτή την διάθεση», πρόσθεσε.
Ακόμα, στάθηκε ιδιαίτερα στις περιπτώσεις διασυνοριακής συγχώνευσης εταιριών, όπου όπως είπε, «διαπιστώθηκε ότι εκεί μέσα υπάρχουν δυνατότητες, μεγάλες επιχειρήσεις να ελέγχονται για τη νομιμότητα προέλευσής τους, ενώ ελέγχονται και περιπτώσεις που έχουμε δικαιοπραξίες επί νησίδων».
«Καμία νησίδα ιδιωτική δεν μπορεί να αποτελέσει αντικείμενο δικαιοπραξίας χωρίς εμπλοκή και διαμεσολάβηση του υπουργού Οικονομικών. Ελέγχεται και αυτός ο οποίος ενδιαφέρεται να αγοράσει την όποια νησίδα», είπε.
Απαντώντας σε ερώτηση βουλευτών, αν έχουν εντοπιστεί πολιτικά πρόσωπα για ξέπλυμα μαύρου χρήματος, ο κ. Βουρλιώτης ήταν αρνητικός, σημειώνοντας ότι τα «πόθεν έσχες» τους «ελέγχονται από τη Βουλή και τα στοιχεία όπως πάνε στην Αρχή, είναι ανεπαρκή, για αυτό δεν δίνονται αφορμές για να διερευνηθούν».
Ο κ. Βουρλιώτης απάντησε και στις κατηγορίες του βουλευτή του ΣΥΡΙΖΑ, Παύλου Πολάκη, ότι «η Αρχή δεν έχει παραγωγικό έργο και αυτό αποδεικνύεται ότι από τα 300 εκ. ευρώ που ήταν οι δεσμεύσεις περιουσιακών στοιχείων το 2015-2018 έπεσαν στα 12 εκ ευρώ την περίοδο 2019-2021, που σημαίνει ότι κάποιοι δεν κάνουν καλά τη δουλειά τους».
«Το να φύγει από μας μια δέσμευση περιουσίας δεν σημαίνει ότι οριστικοποιείται και ότι καταλήγουν τα λεφτά στο κράτος. Εγώ μπορώ να πω πόσα δεσμεύτηκαν από την Αρχή, όχι όμως πόσα δέσμευσε στο κράτος. Η μισή Ελλάδα ήταν όμηροι της δέσμευσης περιουσιακών τους στοιχείων, των δικαιωμάτων τους και της αξιοπρέπειας τους από μηνύσεις, οι οποίοι μετά από χρόνια απαλλάσσονταν. Η Αρχή πρέπει να είναι σοβαρή για να βρει την οργανωμένη εγκληματικότητα, διότι και ένας σερβιτόρας ή διαχειριστής πολυκατοικίας, δεν είναι ένοχος επειδή του έγινε μήνυση. Δεν είναι ξέπλυμα μαύρου χρήματος αν παρακρατεί τα κοινόχρηστα. Στο παρελθόν είχε ανοίξει πάρα πολύ. Υπάρχει η αρχή της αναλογικότητας - δεν μπορεί να δεσμεύονται οι περιουσίες για οτιδήποτε. Πρέπει να υπάρχει σεβασμός στον άνθρωπο», ανέφερε ο κ. Βουρλιώτης και συνέχισε:
«Δεν μπορούμε για οποιαδήποτε καταγγελία να παίρνουμε το κεφάλι του ανθρώπου, να καταστρέφεται τόσο εύκολα, χωρίς να υπάρχουν στοιχεία με ισχυρές υπόνοιες. Δεν μπορώ να προκαταβάλω δέσμευση περιουσίας, χωρίς να μου πει η φορολογική αρχή ότι υπάρχει αδίκημα. Πρέπει να δεσμεύσεις τον άλλο, όχι από κουτσομπολιό, αλλά από επαρκή αφορμή που θα δικαιολογεί τον έλεγχο.
Με έμπειρα στελέχη γίνεται προέλεγχος, απορρίπτονται οι προδήλως αβάσιμες, προπετείς αναφορές, φιλτράρονται και παραμένουν σε έρευνα μόνο όσες έχουν αξιόλογα στοιχεία».
Στον κ. Πολάκη απάντησε και ο υφυπουργός Δικαιοσύνης, Γιάννης Μπούγας, που αντέτεινε ότι «κανείς δεν είναι ένοχος επειδή τον υποδεικνύει ένα κόμμα, αλλά πρέπει να γίνεται η έρευνα σε βάθος και να υπάρχει σοβαρή υπόνοια και σοβαρές ενδείξεις για να γίνει δέσμευση περιουσίας - και όχι να γίνεται για επικοινωνιακούς λόγους».
Τέλος, ο κ. Βουρλιώτης αναφέρθηκε στις δομικές ατέλειες και αδυναμίες της Αρχής, τονίζοντας ότι «είναι σε κατάσταση «αλέρτ» 24 ώρες το 24ωρο, έχει να αντιμετωπίσει πολύπλοκα, δύσκολα και πολυσύνθετα θέματα, για αυτό και πρέπει να έχει εξελιγμένη τεχνολογική υποστήριξη και καταρτισμένο και εξειδικευμένο ανθρώπινο δυναμικό».
Ταυτόχρονα, επανέφερε «το διαχρονικό αίτημα» για «τη στελέχωση της Αρχής με μόνιμο προσωπικό και όχι αποσπασμένους υπαλλήλους, οι οποίοι ενώ εκπαιδεύονται διαρκώς, φεύγουν στα τρία χρόνια για να γυρίσουν πίσω στις υπηρεσίες τους».
«Η Αρχή δεν έχει ούτε έναν υπάλληλο μόνιμης θέσης - και αυτό σημαίνει ότι είμαι σε αναζήτηση υπαλλήλων σαν επαίτης, διότι λήγουν οι αποσπάσεις τους και πρέπει να φύγουν. Ζήτησα, αν όχι και τις 95 θέσεις - σήμερα εργάζονται 50 άτομα αποσπασμένοι - έστω ένας μικρός αριθμός να είναι μόνιμοι υπάλληλοι, ώστε η Αρχή να λειτουργεί με κάποια συνέχεια», επεσήμανε ο κ. Βουρλιώτης.
Την πρόταση του προέδρου της Ανεξάρτητης Αρχής στήριξε και ο πρόεδρος της κοινοβουλευτικής επιτροπής Θεσμών και Διαφάνειας, Αθανάσιος Μπούρας, επισημαίνοντας ότι «δεν είναι αποδοτικό μόλις εκπαιδεύεται και αποκτά τεχνογνωσία να φεύγει ο υπάλληλος» και πρόσθεσε ότι «πρέπει να μπει στον προγραμματισμό η πρόβλεψη για μόνιμο προσωπικό και για τις Ανεξάρτητες Αρχές».
Τόσο η εισηγήτρια του ΣΥΡΙΖΑ, Θεοδώρα Τζάκρη, όσο και ο εισηγητής του ΠΑΣΟΚ, Παναγιώτης Δουδωνής, καθώς και όλοι οι υπόλοιποι βουλευτές της συμπολίτευσης και της αντιπολίτευσης συντάχθηκαν με την ανάγκη ενίσχυσης και στήριξης της Αρχής για το ξέπλυμα μαύρου χρήματος, με αναγκαίο, μόνιμο και εξειδικευμένο προσωπικό.
Από την πλευρά του, ο Παύλος Πολάκης δήλωσε ότι αν στην προηγούμενη περίοδο καταψήφισε τον διορισμό του κ. Βουρλιώτη «λόγω του θεσμικού ατοπήματος να διορίζονται συνταξιούχοι ανώτατοι δικαστικοί λειτουργοί, τώρα υπάρχει ένας ακόμα λόγος να καταψηφίσει για την ανυπαρξία της Αρχής πραγματικού έργου».