27 Νοεμβρίου 2024

ΑΣ ΜΗΝ ΕΣΚΑΓΕ Η ΒΟΜΒΑ ΣΤΑ ΧΕΡΙΑ ΤΟΥ ΚΑΙ ΘΑ ΣΟΥ ΛΕΓΑ ΤΙ ΘΑ ΠΙΑΝΕΣ😜😜«Έτσι πιάσαμε τη 17Ν» -H ΑΣΤΕΊΑ αφήγηση Χρυσοχοΐδη ΌΤΙ ΉΞΕΡΕ ΤΗ 17Ν ΑΛΛΆ ΠΕΡΊΜΕΝΕ ΝΑ ΠΕΡΑΣΕΙ ΤΟ ΚΑΛΟΚΑΙΡΙ ΓΙΑ ΝΑ ΤΗ ΣΥΛΛΑΒΕΙ


«Στον ίδιο δρόμο»: το βιβλίο του Μιχάλη Χρυσοχοΐδη στο οποίο ο υπουργός Προστασίας του Πολίτη περιγράφει την πολιτική του διαδρομή και μαζί κάποια από τα σπουδαιότερα γεγονότα των τελευταίων δεκαετιών.

Ο Μιχάλης Χρυσοχοΐδης, το όνομα του οποίου συνδέθηκε με την εξάρθρωση της «17 Νοέμβρη», ανακαλεί με αμεσότητα και ειλικρίνεια τους σημαντικότερους έως σήμερα σταθμούς της προσωπικής και πολιτικής του διαδρομής, ξεδιπλώνοντας ένα περιπετειώδες ταξίδι πολιτικών αγώνων και δύσκολων αποφάσεων.

Το iefimerida.gr ακολουθεί τα ιστορικά γεγονότα με τα λόγια του Μιχάλη Χρυσοχοΐδη μέσα από το βιβλίο του που κυκλοφορεί από τις εκδόσεις Πατάκη.

Το βιβλίο του Μιχάλη Χρυσοχοΐδη είναι μια εκ βαθέων εξομολόγηση και συγχρόνως ένα αποκαλυπτικό πανόραμα της Ελλάδας από τη δεκαετία του ’60 έως τις μέρες μας, με αναφορά σε όλα τα κρίσιμα γεγονότα και πρόσωπα που σημάδεψαν τη μεταπολιτευτική μας ιστορία.

Η ίδρυση του ΠΑΣΟΚ και η νίκη του στις εκλογές του ’81, ο Ανδρέας Παπανδρέου και ο Κώστας Σημίτης, το σκάνδαλο Κοσκωτά, το «Μακεδονικό», η υπόθεση Οτσαλάν, η δεκαετία των μνημονίων, η τραγωδία της Marfin, το μεταναστευτικό, η κρίση του Έβρου, η Λερναία Ύδρα της ένοπλης βίας, η διασύνδεση της τρομοκρατίας με το κοινό και οργανωμένο έγκλημα, μεταξύ άλλων.

Σε πρώτο πρόσωπο, στο βιβλίο του, ο Μιχάλης Χρυσοχοΐδης ξεδιπλώνει ένα περιπετειώδες ταξίδι πολιτικών αγώνων και εμποδίων, δύσκολων στιγμών και αποφάσεων, μοιράζεται τις σκέψεις του για τον εκσυγχρονισμό και τον λαϊκισμό, τον προοδευτικό κόσμο και τον εξτρεμισμό, τη βαθιά πίστη του στον άνθρωπο και στους συλλογικούς αγώνες.

Οι προσφυγικές ρίζες, τα παιδικά και εφηβικά του χρόνια στο Νησί της Ημαθίας, ένα χωριό της Κεντρικής Μακεδονίας όπου γεννήθηκε και μεγάλωσε, η αγροτική ζωή και η σκληρή δουλειά στα χωράφια, τα πανηγύρια και οι γιορτές, η αγάπη για τη μουσική, τα νεανικά όνειρα, οι σπουδές στη Νομική Σχολή του Αριστοτελείου Πανεπιστημίου.

Ο διαρκής αγώνας κατά της τρομοκρατίας, η επιτυχής εξάρθρωση της «17 Νοέμβρη»

Μέσα σε 15 κεφάλαια ο Μιχάλης Χρυσοχοΐδης ξεχωρίζει την περιγραφή της μάχης του με την τρομοκρατία και την επιτυχή εξάρθρωση της «17 Νοέμβρη».

Στις 2 Φεβρουαρίου του 1999 τοποθετήθηκε στο υπουργείο Δημόσιας Τάξης.

Δέκα ημέρες αργότερα, όπως περιγράφει στο κεφάλαιο «Στον λάκκο με τα φίδια», τον καλεί ο Σημίτης στο Μαξίμου. «Εγώ τον ενημέρωσα για τα θέματα που ήδη είχα βάλει σε προτεραιότητα, της διαφθοράς και των παράνομων αλλοδαπών. Εκείνος μου είπε: "Καλά κάνεις με αυτά, αλλά με το θέμα της τρομοκρατίας ασχολήθηκες καθόλου; Ενημερώθηκες;". Μαγκωμένος
εγώ, απάντησα αρνητικά. "Κοίτα να δεις", είπε κοφτά, "η αντιμετώπιση της τρομοκρατίας είναι το πρώτιστό σου θέμα. Και απολύτως επείγον».

«Γύρισα στο γραφείο μου και αμέσως φώναξα τον ταξίαρχο Φώτη Νασιάκο, προϊστάμενο ήδη από το 1996 της Διεύθυνσης Αντιμετώπισης Ειδικών Εγκλημάτων Βίας (ΔΑΕΕΒ), δηλαδή της Αντιτρομοκρατικής. Πρώτη φορά τον έβλεπα, ούτε το όνομά του είχα ακουστά. Τον ρώτησα: "Κύριε Νασιάκο, για πείτε μου, τι συμβαίνει με την τρομοκρατία; Τι γνωρίζετε, τι είναι αυτή
η ιστορία και γιατί έχει πάρει τόσο μεγάλες διαστάσεις;".
"Κύριε υπουργέ", μου απάντησε, "είναι γνωστά αυτά, πρόκειται για κάποιες ομάδες επαναστατών που δολοφονούν κόσμο". Με φώτισε!, σκέφτηκα. "Μάλιστα", του απάντησα, "αλλά εγώ άλλο ρωτάω. Θέλω να μάθω τι ξέρουμε γι’ αυτούς"».

Η πρώτη του ωμή περιγραφή έρχεται με τη δολοφονία της Βιργινίας Κωνσταντίνου (σκοτώθηκε από βόμβα που είχαν τοποθετήσει έξω από το ξενοδοχείο Intercontinental). «Το σώμα της ήταν γεμάτο θραύσματα από γυαλιά, που το είχαν ουσιαστικά διαλύσει, μια εικόνα που δεν θα ξεχάσω ποτέ στη ζωή μου. Γιατί είναι διαφορετικό να διαβάζεις κάπου ή να ακούς μια είδηση για έναν νεκρό, και τελείως άλλο να τον δεις εσύ ο ίδιος. Εκεί συνειδητοποίησα ότι είχα την υποχρέωση να βρω τους δολοφόνους, αυτούς τους θρασύδειλους που ήταν τόσο ελεεινοί, ώστε να μην τους καίγεται καρφί που σκότωσαν ένα αθώο κορίτσι».

Ο Μιχάλης Χρυσοχοΐδης, μετά από μία επίσκεψη του Περατικού στο γραφείο του που του αράδιασε φωτογραφίες με τον σκοτωμένο γιο του στο γραφείο του και τον «τάραξε βαθιά», άρχισε να συναντά τις οικογένειες των θυμάτων των τρομοκρατών «και να αντιλαμβάνομαι μέσα από τη δική τους οδύνη την ανθρώπινη διάσταση του θέματος. Εδώ υπήρχαν νεκροί, γυναίκες χωρίς σύζυγο, παιδιά χωρίς πατέρα, αδέρφια χωρίς αδερφό ή αδερφή».

Πώς έφθασαν στον Γιωτόπουλο πριν σκάσει η βόμβα στα χέρια του Ξηρού

Εξηγώντας πώς κινήθηκε την περίοδο πριν από την εξάρθρωση της 17Ν και πώς έφτασε σε αυτούς, ο Μιχάλης Χρυσοχοΐδης αναφέρει: «Όσο περνούσε ο καιρός προσπαθούσα να σκέφτομαι πιο σφαιρικά, με τη βοήθεια των αρχείων της Αντιτρομοκρατικής, που βέβαια εκτείνονταν και σε προηγούμενες ενσαρκώσεις της και από εποχές διόλου δημοκρατικές, έκανα μια καταγραφή όλων των αντιφρονούντων εξόριστων Ελλήνων που έμεναν στο Παρίσι κατά τη διάρκεια της χούντας. Ο λόγος που είχε αρχίσει το ενδιαφέρον μας να εστιάζεται ειδικά στο Παρίσι ήταν ότι από την ανάλυση των προκηρύξεων που είχαν γίνει στην υπηρεσία, αλλά ακόμη και από δημοσιευμένες στον Τύπο απόψεις ανθρώπων που γνώριζαν το τότε κλίμα, έβγαινε το συμπέρασμα ότι οι προκηρύξεις μύριζαν Γαλλία, γαλλική παιδεία, γαλλική κουλτούρα, γαλλικές πολιτικές αντιλήψεις της εποχής εκείνης».

Συνεχίζοντας την αφήγηση αποκαλύπτει: «Προς επίρρωσιν της ακρίβειας της λίστας μου πήγα και συνάντησα τον Θόδωρο Πάγκαλο που είχε γίνει στο μεταξύ υπουργός Πολιτισμού. Η κουβέντα μας περιστράφηκε γύρω από όσους είχαν τότε εκδηλώσει ανοιχτά την πεποίθησή τους για ένοπλο αγώνα κατά της χούντας. Όσους μπορέσαμε τελικά να καταγράψουμε ως οπαδούς της ένοπλης βίας, αρχίσαμε να τους ψάχνουμε. Τι είχαν απογίνει μετά το τέλος της δικτατορίας, τι διαδρομή είχαν ακολουθήσει, πού βρίσκονταν τώρα και τι απόψεις εξέφραζαν; Ήδη με τις πρώτες σιωπηλές έρευνες που έκανε η Αντιτρομοκρατική, μόνο δύο άτομα δεν μπορέσαμε να βρούμε τι απέγιναν και πού βρίσκονταν. Ο ένας από αυτούς εντοπίστηκε εν τέλει στην Πολωνία να ζει μια ζωή που δεν ήγειρε υποψίες. Ο δεύτερος ήταν ο Αλέξανδρος Γιωτόπουλος. Το εντυπωσιακό ήταν ότι, όσο και αν ψάξαμε, όσους και αν ρωτήσαμε διακριτικά, κανένας δεν ήξερε το παραμικρό για το τι είχε κάνει μετά το Παρίσι. Ήταν σαν να τον είχε καταπιεί η γη».

[...]

«Για πρώτη φορά είχε μπει τώρα στη συζήτηση, ως εικασία, ένα κεντρικό πρόσωπο της οργάνωσης που δεν προερχόταν από αερολογίες και εξωφρενικά σενάρια, αλλά είχε μια λογική βάση, δεν ήταν εκτός πραγματικότητας».

«Μοιράστηκα τη θεωρία του Γιωτόπουλου με τον Νασιάκο και τον Παπαγεωργίου, καθώς και με τον αρμόδιο εισαγγελέα Διώτη».

[...]

«Το ενδιαφέρον ήταν ότι ο Νασιάκος, που τόσα χρόνια γνώριζε από πρώτο χέρι την αγριότητα της τρομοκρα­τίας, πίστευε ότι ήταν υπεραπλουστευμένη η εικασία που του είχα μεταφέρει για τον Γιωτόπουλο».

«Δεν θα γλιτώσετε, ως εδώ»

Η δολοφονία Σόντερς αποδείχθηκε καταλύτης στον τρόπο αντιμετώπισης της τρομοκρατίας, όπως σημειώνει ο Μιχάλης Χρυσοχοΐδης, γιατί μέσα του υπερίσχυσε ο θυμός. Τότε ήταν που είπε «Ως εδώ». Γράφει ο Μιχάλης Χρυσοχοΐδης: «Στην περίπτωση του Σόντερς, αντιθέτως, θύμωσα, έγινα έξω φρενών. Ένα κύμα οργής με κατέκλυσε μπροστά στο νεκρό του σώμα. Είπα μέσα μου δεν είναι δυνατόν, δεν θα γλιτώσετε, ως εδώ!».

Καταλυτική για τα όσα ακολούθησαν με την εξάρθρωση της 17Ν ήταν και η βοήθεια των Βρετανών που παρείχαν απαραίτητη τεχνογνωσία, αλλά και της χήρας Σόντερς που βοήθησε στην ευαισθητοποίηση της κοινής γνώμης.

«Ο "Χι" ήταν μια εξαιρετικά πολύτιμη πηγή πληροφοριών»

Ενδιαφέρον έχει και η περιγραφή του για τον πληροφοριοδότη «Χι», που εμφανίστηκε το καλοκαίρι του 2001 και κατά την εκτίμηση του Χρυσοχοΐδη ίσως είχε περάσει από τον ΕΛΑ.

«Μεσοκαλόκαιρο του 2001, αμέσως μετά την τοποθέτηση Νασιάκου στην αρχηγία, ένας παλιός φίλος μού διεμήνυσε ότι κάποιος που δεν γνωρίζω θέλει να με δει και να μου δώσει στοιχεία για το θέμα της τρομοκρατίας. Ο συγκεκριμένος άνθρωπος μου μίλησε αρχικά στο τηλέφωνο, μου συστήθηκε ως Χι, γι’ αυτό κι εγώ έτσι τον αποκαλούσα στη συνέχεια. Μου ζήτησε απόλυτη εχεμύθεια και την προστασία μου, αφού θα μου εξέθετε στοιχεία και γεγονότα για τις τρομοκρατικές οργανώσεις. Μίλησα με τον Νασιάκο και τον Διώτη και αποφασίσαμε να κάνουν συναντήσεις με τον Χι, να δούμε κατά πόσο θα μας έλεγε αλήθειες ή αστειότητες σαν την Τσιντέρη. Σύντομα αποδείχθηκε ότι ο Χι ήταν μια εξαιρετικά πολύτιμη πηγή πληροφοριών...».

Όπως περιγράφει ο Μιχάλης Χρυσοχοΐδης, ήταν φανερό ότι συνομιλούσαν με κάποιον που γνώριζε καλά πρόσωπα και πράγματα.

«Ο Χι μας άνοιξε πρώτη φορά τα μάτια για συγκεκριμένα πρόσωπα που είχαν συμμετοχή στη 17Ν. Μας μίλησε αρχικά για τον άνθρωπο με το κουλό χέρι όπως τον έλεγε -μιλούσε για τον Παύλο Σερίδη, όπως διαπιστώσαμε αργότερα, που είχε συμμετάσχει στη δολοφονία του Γουέλς...».

Εξηγεί ότι τους αποκάλυψε τον τρόπο σκέψης, το πολιτικό και ψυχικό υπόβαθρο των ανθρώπων αυτών και μέσα από τις περιγραφές περιστατικών φωτογράφισε πρόσωπα για τα οποία υπήρχαν ενδείξεις από την πλευρά της Αστυνομίας. Ο Μιχάλης Χρυσοχοΐδης εξηγεί πώς η ΕΛΑΣ μέσα από τις περιγραφές αυτές ταυτοποίησε τον Βασίλη Τζωρτζάτο αλλά και τις αναφορές του για τον «Ψηλό» που προσιδίαζε στον Γιωτόπουλο. «Για τα ελληνικά δεδομένα, ο Γιωτόπουλος ήταν όντως ψηλός και με όσα μας είπε ο Χι γι’ αυτόν βεβαιωθήκαμε ότι είχαμε βάλει στο στόχαστρο τον σωστό άνθρωπο», γράφει.

Και όπως λέει, ήταν έτοιμοι για συλλήψεις, τις οποίες θα έκαναν μετά το καλοκαίρι καθώς οι ύποπτοι έτσι και αλλιώς παρακολουθούνταν. Αλλά όλα άλλαξαν όταν στις 29 Ιουνίου 2003 έσκασε η βόμβα στα χέρια του Σάββα Ξηρού.

Όταν έσκασε η βόμβα του Ξηρού στα χέρια του

Ο Μιχάλης Χρυσοχοΐδης την ημέρα που έσκασε η βόμβα στα χέρια το Ξηρού ήταν στη Βέροια, την ιδιαίτερη πατρίδα του. Στο βιβλίο περιγράφει γλαφυρά πώς ενημερώθηκε ότι υπάρχουν υποψίες ότι ο τραυματίας είναι μέλος της «17 Νοέμβρη» και πώς οδηγώντας ο ίδιος με 200 χλμ./ώρα ήρθε από τη Βέροια στην Αθήνα μέσα στη νύχτα.

«Έτσι, το Σάββατο 29 Ιουνίου ήμουν στη Βέροια με καλούς φίλους από τα παλιά. Δείπνησα μαζί τους σε ένα ταβερνάκι και γύρω στις δέκα και μισή επέστρεψα κα­τάκοπος να ξεκουραστώ στο σπίτι που νοίκιαζα, σε έναν συνοικισμό στις παρυφές της πόλης. Λίγο μετά τις έντεκα χτύπησε το τηλέφωνό μου. Ήταν ο Νασιάκος, ο αρχηγός της αστυνομίας», με τον Μιχάλη Χρυσοχοΐδη να περιγράφει πώς άρχισαν να χτυπάνε καμπανάκια για το τι μπορεί να σήμαινε αυτό που μόλις είχε συμβεί.

Περιγράφει τα τηλεφωνήματά του με τον Νασιάκο που κλιμακωτά έφερναν αποκαλύψεις τόσο για το πόσο σημαντικό ήταν το γεγονός ότι είχαν στα χέρια τους τον επίδοξο βομβιστή όσο και πώς σταδιακά αποκαλυπτόταν η σύνδεσή του με τη «17 Νοέμβρη».

Δύο ώρες μετά από εκείνο το πρώτο τηλεφώνημα και αφού περιγράφει πως για πρώτη φορά προσευχόταν για το καλό ενός τρομοκράτη, προκειμένου να ζήσει και να τους μιλήσει, ο Μιχάλης Χρυσοχοΐδης περιγράφει την αντίδρασή του όταν ο Νασιάκος του είπε ότι ο ίδιος μαζί με τον Σύρο πίστευαν ότι είναι πιθανό σε ό,τι αφορά στην έκρηξη να πρόκειται για τη «17 Νοέμβρη».

«Δεν περίμενα να ακούσω περισσότερα. Έκανα έναν διπλό σκέτο καφέ, πέταξα λίγα ρούχα στον σάκο μου και μπήκα στο αυτοκίνητο. Δεν τηλεφώνησα καν στον υπη­ρεσιακό οδηγό που είχα στη Βέροια, ο οποίος θα κοιμόταν ήσυχος στο σπίτι του. Προτίμησα να οδηγήσω μόνος μου για να σκεφτώ. Έφυγα λίγο μετά τις δύο τη νύχτα. Το αμάξι ήταν ένα δυνατό Audi και πάτησα το γκάζι φουλ. Οδηγούσα με διακόσια μιλώντας παράλληλα συνεχώς σε ανοιχτή ακρόαση με τον Νασιάκο, που μου μετέφερε νεότερα για την κατάσταση του τραυματία. Κινδύνευε άμεσα η ζωή του, καθώς η βόμβα είχε σκάσει στα χέρια του, και ήταν απορίας άξιο πώς δεν σκοτώθηκε ακα­ριαία».

Και λίγο παρακάτω συνεχίζει:

«Στο ύψος του Καραβόμυλου με σταμάτησε η Τροχαία. Με ρώτησε ο τροχονόμος γιατί έτρεχα σαν παλαβός κι εγώ, νομίζοντας ότι με αναγνώρισε, του είπα ότι είχε συμβεί κάτι εξαιρετικά επείγον στον Πειραιά και έπρε­πε να βρίσκομαι χαράματα στην Αθήνα. Αλλά κατάλα­βα ότι ο άνθρωπος δεν ήξερε με ποιον μιλάει από την επόμενη ερώτησή του. "Πόσο σημαντικό πια είναι αυτό το περιστατικό, ρε παιδί μου;". "Πού να σου εξηγώ τώ­ρα, χριστιανέ μου;", του είπα ανυπόμονα, εξαιρετικά αγχωμένος. Εκείνος αμφιταλαντεύτηκε και, καταλαβαί­νοντας ότι δεν είμαι μεθυσμένος, με άφησε να φύγω».

[...]

«Στο γραφείο με περίμενε ο αρχηγός. Μου επανέλαβε με μεγαλύτερη βεβαιότητα αυτό που μου είχε πει και στο τηλέφωνο: "Ο Κυριακάκης, προϊστάμενος του εγκληματολογικού εργαστηρίου, είναι πεπεισμένος ότι έχουμε "17 Νοέμβρη". Οι πυροτεχνουργοί του είναι σίγουροι, η βόμβα είναι καρμπόν των βομβών της οργάνωσης"».

Ο Μιχάλης Χρυσοχοΐδης περιγράφει στη συνέχεια τη στιγμή που ο επικεφαλής των εγκληματολογικών εργαστηρίων ανακοίνωσε σε εκείνον, στον Νασιάκο, στον Σύρο και στον Διώτη ότι αποτύπωμα του Σάββα Ξηρού είχε εντοπιστεί στο αυτοκίνητο που είχαν χρησιμοποιήσει οι τρομοκράτες της 17Ν στη δολοφονία του Κωστή Περατικού, στον Πειραιά, τον Μάιο του 1997. «Ήρθε ο Κυριακάκης με τη φωνή του να τρέμει ότι το αποτύπωμα του Ξηρού ήταν ίδιο με αυτό που είχε βρεθεί σε μια πλαστική σακούλα στο πορτμπαγκάζ του αυτοκινήτου της δολοφονίας Περατικού που είχαν εγκαταλείψει οι δράστες. Αυτό ήταν το απόλυτο αποδεικτικό στοιχείο ότι είχαμε επιτέλους στο χέρι τη 17Ν. Οι στιγμές που ακολούθησαν ήταν συγκλονιστικές, όταν βουρκωμένοι αγκαλιαζόμασταν, κλαίγαμε από τη χαρά, αλλά και την ένταση που ξεσπούσε, λυγισμένοι από το βάρος της μεγάλης αποκάλυψης», γράφει ο Μιχάλης Χρυσοχοϊδης.

Σε άλλο απόσπασμα αναφέρεται και στα όσα αποκάλυψε ο Σάββας Ξηρός:

«Τη μεγαλύτερη αγωνία μού την προκάλεσε η είδηση ότι ο Σάββας Ξηρός, αν και είχε ήδη συνέλθει εδώ και κά­ποιες ώρες, δεν μιλούσε. Ευτυχώς, υπεύθυνος της ανά­κρισής του ήταν ο Στέλιος Σύρος, ο καταλληλότερος δηλαδή άνθρωπος να ξεκλειδώσει τα επτασφράγιστα μυστικά του. Το αποτέλεσμα επιβεβαίωσε και την ορ­θότητα του βασικότερου κριτηρίου που με είχε οδηγήσει στην απόφαση να τον τοποθετήσω επικεφαλής της Αντιτρομοκρατικής: η ικανότητά του να αποσπά ομολογίες και πληροφορίες από τους συλληφθέντες. Χάρη σ’ αυτόν λοιπόν, Παρασκευή βράδυ, ο Ξηρός έδειξε τα πρώτα σημεία διάθεσης να μιλήσει...».

Και συνεχίζει λίγο παρακάτω:

«Στις συζητήσεις του ο Σάββας αβίαστα παραδέχτηκε ότι ήταν βασικό εκτελεστικό μέλος της 17Ν, ότι είχε συμ­μετάσχει σε εκτελέσεις, σε ληστείες, στην κλοπή των ρου­κετών από το στρατόπεδο του Συκουρίου. Αυτό που δεν μας έδινε ήταν τα πραγματικά ονόματα των συνεργών του».

Και... «Η περιπέτεια συνεχίζεται» για τον Μιχάλη Χρυσοχοΐδη, όπως είναι και ο τίτλος του τελευταίου κεφαλαίου του βιβλίου του, από το υπουργείο Προστασίας του Πολίτη που βρίσκεται σήμερα.

ΚΑΤΕΡΙΝΑ ΠΟΥΛΟΠΟΥΛΟΥ
iefimerida.gr