Για στοχοποίηση, δόλο και πολιτικές σκοπιμότητες έκανε λόγο η Λίνα Νικολοπούλου, σύζυγος του διοικητή της Τράπεζας της Ελλάδος, Γιάννη Στουρνάρα, καταθέτοντας στη δίκη των δύο πρώην προστατευόμενων μαρτύρων της υπόθεσης Novartis, Φιλίστωρα Δεσταμπασίδη και Μαρίας Μαραγγέλη.
Η κ. Νικολοπούλου περιέγραψε πώς βρέθηκε, όπως είπε, στο επίκεντρο ενός πολιτικά υποκινούμενου σκανδάλου που «έπεσε σαν Αρμαγεδδών» πάνω της.
Αναλύοντας τη δραστηριότητα της εταιρείας της, Mindwork Business Solutions, από την ίδρυσή της το 2008 μέχρι σήμερα, τόνισε πως η σχέση της με τη Novartis ήταν περιορισμένη και απολύτως νόμιμη. «Έχω κάνει μόνο δύο πράγματα με τη Novartis. Ένα σεμινάριο δημοσιογράφων το 2013, μέσω της Εθνικής Σχολής Δημόσιας Υγείας, και μία εκδήλωση για το Harvard Project, κατόπιν πρόσκλησης του ΕΚΠΑ. Τα καθαρά έσοδα ήταν μόλις 2.500 ευρώ».
Όπως επισήμανε, σε διάστημα εννέα ετών τα συνολικά ποσά που έλαβε η εταιρεία της από τη Novartis δεν ξεπέρασαν τις 150.000 ευρώ, με καθαρά κέρδη μόλις 9.500 ευρώ. «Η Novartis δεν ήταν ποτέ βασικός χορηγός. Τα ποσά όχι μόνο δεν αυξήθηκαν – μειώθηκαν. Όλες οι συνεργασίες ήταν διαφανείς και καταγεγραμμένες», υποστήριξε.
«Με “χτύπησαν” για να λυγίσουν τον Στουρνάρα»
Σύμφωνα με την μάρτυρα, η εμπλοκή της στην υπόθεση Novartis δεν ήταν αποτέλεσμα ερευνών ή στοιχείων, αλλά πολιτική επιλογή συγκεκριμένων κύκλων που επιδίωκαν την αποδυνάμωση του συζύγου της, Γιάννη Στουρνάρα, τον οποίο χαρακτήρισε «εμβληματικό εχθρό» του ΣΥΡΙΖΑ. «Δεν μπορούσαν να τον απολύσουν από την Τράπεζα της Ελλάδος. Οπότε είπαν “χτύπα τη γυναίκα του”. Πίστεψαν πως μπορεί να του πει από την κρεβατομουρμούρα ‘παραιτήσου’», ανέφερε χαρακτηριστικά.
Όταν ρωτήθηκε για το ποιοι θεωρεί πως ενορχήστρωσαν αυτήν την επίθεση, έκανε λόγο για τη «συμμορία της δραχμής», τονίζοντας ότι δεν μπορεί να δώσει ονόματα, αλλά επιμένει στην πολιτική σκοπιμότητα της υπόθεσης.
Καταγγελία για «έφοδο χωρίς χαρτιά»
Η κ. Νικολοπούλου υποστήριξε ότι η εταιρεία της ελέγχθηκε εξονυχιστικά, χωρίς όμως να προκύψει κανένα στοιχείο που να στοιχειοθετεί παρανομία ή φορολογική παράβαση. «Έγινε μέχρι και έφοδος της οικονομικής αστυνομίας το 2016 χωρίς υπογεγραμμένα χαρτιά. Κατασχέθηκαν έγγραφα – και δεν βρέθηκε τίποτα. Η ΑΑΔΕ δεν εντόπισε κανένα επιβαρυντικό στοιχείο», υπογράμμισε, επικαλούμενη επίσημο έγγραφο.
Απαντώντας στις ερωτήσεις της έδρας για τυχόν προσωπικές σχέσεις με τον πρώην ισχυρό άνδρα της Novartis, Κωνσταντίνο Φρουζή, ήταν κατηγορηματική: «Τον ήξερα μόνο θεσμικά, ως πρόεδρο του ΣΦΕΕ. Όλους τους θεσμικούς τους καλούσαμε σε συνέδρια. Δεν με προσέγγισε ποτέ προσωπικά».
Απαντώντας στις αιτιάσεις ότι η εκδήλωση του Harvard Project χρησιμοποιήθηκε ως «όχημα» για χρηματισμό πολιτικών προσώπων, η κ. Νικολοπούλου κατέθεσε πως «Εγώ πήρα 20.000 ευρώ συνολικά, τα καθαρά ήταν 2.400 ευρώ. Και να το κάναμε pro bono, από αυτά δεν μπορούσες να δώσεις ούτε 600 ευρώ σε πρωθυπουργό!»
Αναφερόμενη στη δική της μήνυση το 2018 κατά των λεγόμενων «κουκουλοφόρων» μαρτύρων, εξήγησε πως είχε προτείνει ως μάρτυρες υπεράσπισης τους δύο σημερινούς κατηγορούμενους καθώς «δεν ήξερα τότε ποιοι ήταν οι προστατευόμενοι. Πρότεινα ανθρώπους με τους οποίους συνεργαζόμουν και γνώριζαν την αλήθεια – τον Δεσταμπασίδη και τη Μαραγγέλη.»
Ολοκληρώνοντας την κατάθεσή της, η κ. Νικολοπούλου απέδωσε στους κατηγορούμενους ενσυνείδητη διαστρέβλωση της πραγματικότητας λέγοντας πως «αυτοί οι άνθρωποι δεν είναι ανόητοι – είπαν συνειδητά ψέματα. Είχαν δόλο. Το ψέμα έχει κοντά ποδάρια».