06 Ιουλίου 2025

Το τέλος της «ανένδοτης» σαπουνόπερας: Από το «όχι» του δημοψηφίσματος, στο «ναι» του τρίτου μνημονίου


Το έργο τα είχε όλα: από φτηνούς θεατρινισμούς και επαναστατικές κορόνες μέχρι λεβέντικους χορούς στους δρόμους και απόγνωση έξω από τις τράπεζες- Εκείνο τον καυτό Ιούλιο του 2015, όταν τελείωσαν τα ξεφαντώματα στις πλατείες, αυτό που έμεινε ήταν η πικρή γεύση της προδοσίας στο στόμα εκείνων που ψήφισαν «Οχι» και ένα τρίτο μνημόνιο στις πλάτες του λαού

Ούτε ανέμπνευστο αστείο ούτε κακόγουστη μεταμέλεια. Απλώς πυροτέχνημα. Ξαφνικά ο Αλέξης Τσίπρας ζητά από τον Πρόεδρο της Δημοκρατίας Κωνσταντίνο Τασούλα να δοθούν στη δημοσιότητα τα πρακτικά του συμβουλίου των πολιτικών αρχηγών την επομένη του δημοψηφίσματος του 2015. Ποιος ο λόγος και γιατί τώρα; Αγνωστες οι βουλές του. Ισως να κατατρύχεται από το άγχος εξωραϊσμού της όποιας υστεροφημίας του. Πιθανόν να βασανίζεται από την αδημονία αποτίναξης της ταμπέλας του «κωλοτούμπα». Ενδεχομένως να τυραννιέται από την αγωνία να διαμοιράσει και στους άλλους την ευθύνη για το τρίτο μνημόνιο. Μπορεί πάλι να πιστεύει ότι με βάση παλιά υπαρκτά ή ανύπαρκτα ντοκουμέντα είναι ικανός να θεμελιώσει κάποιες από τις κομματικές πρωτοβουλίες του στο πολιτικό σκηνικό. Ατυχώς για τον πρωταγωνιστή των κρίσιμων, αν όχι καταστροφικών, για τη χώρα τεκταινομένων εκείνης της περιόδου τα μη δημοσιοποιήσιμα πρακτικά της συνόδου-θρίλερ των πολιτικών αρχηγών δεν επαρκούν για οτιδήποτε έχει κατά νου. Πόσο μάλλον όταν αυτά κουβαλούν για τον ίδιο αναμνήσεις που μετατράπηκαν σε τύψεις, αναπολήσεις που έγιναν ενοχή και αυταπάτες που κατάντησαν ντροπή. Λογικά, πάνω σε τέτοια κιτάπια κανείς δεν χτίζει νέο πολιτικό αφήγημα. Διοργανώνει μάλλον επετειακά μνημόσυνα.



Δέκα χρόνια μετά η Νεότερη Ελληνική Ιστορία δεν έχει ακόμη χωνέψει πλήρως εντός της την παραζάλη, τους μύθους, τους φτηνούς θεατρινισμούς, το ξεχείλισμα οργής και επιπολαιότητας, το σπιράλ χάους που εγκαινίαζαν οι πρώτες ημέρες του καυτού Ιουλίου του 2015. Οσο κι αν η χώρα εμβαθύνει και αναστοχάζεται στον χρόνο που έχει διανυθεί από τότε, δεν ξεχνά τη ληξιαρχική πράξη εξόδου από το ευρώ που είχε δρομολογήσει με δημοψήφισμα η αδιέξοδη, ανερμάτιστη, τυχοδιωκτική πολιτική της τότε κυβέρνησης ΣΥΡΙΖΑ-ΑΝ.ΕΛ. Εκείνο το ζεστό πρωινό της Δευτέρας 6ης Ιουλίου του 2015 είχε ξημερώσει παράξενα αβέβαιο. Σε έναν τόπο σε σύγχυση, σε μια χώρα ιδρωμένη και μπαϊλντισμένη, σε μια Ελλάδα γονατισμένη, ανασφαλή και απροστάτευτη σαν σαστισμένο παιδί που ξέμεινε έρημο στη μέση μιας άλλοτε πολυσύχναστης αγοράς. Εκεί που πύκνωναν πια οι ουρές στα ΑΤΜ για το ημερήσιο όριο ανάληψης των 60 ευρώ. Στο ίδιο μελαγχολικό τοπίο κλειστά τράπεζες και Χρηματιστήριο, καθώς και πολλά μαγαζιά με κατεβασμένα τα ρολά. Το προηγούμενο βράδυ πλήθος κόσμου είχε στήσει χορό στις πλατείες πανηγυρίζοντας θριαμβευτικά το 61,31% του «Οχι» στις κάλπες του δημοψηφίσματος. Ηταν μια αξέχαστη κυριακάτικη βραδιά για τους υποστηρικτές του, που συνεπαρμένοι από τη συντριπτική επικράτηση φαντασιώνονταν ότι θα βαρούνε πλέον το νταούλι για να χορεύουν οι αγορές.

«Και τώρα τι;»

Αλλά εκείνη τη νύχτα το ξεφάντωμα του «Οχι» δεν άφηνε περιθώρια για αξιολογήσεις και υπολογισμούς για την επόμενη μέρα. Το ότι η χώρα βρισκόταν σε κόκκινο συναγερμό, με ενάμισι πόδι έξω από το ευρώ, δίχως δυνατότητα καταβολής μισθών και συντάξεων, ήταν τις στιγμές του κεφιού ασήμαντες μικρολεπτομέρειες μπροστά στην αδάμαστη θέληση της περήφανης πλειοψηφίας. Την ώρα που το γλέντι κρατούσε με λεβέντικους χορούς στους δρόμους, στο Μέγαρο Μαξίμου επικρατούσε αναβρασμός.

Τα αμήχανα χαμόγελα ικανοποίησης από το αποτέλεσμα σαν να έριχναν μια κουβέρτα θαλπωρής στην παγωμάρα, αν όχι στην κατήφεια, μερίδας των παρευρισκομένων πελαγωμένων υπουργών και στελεχών. Το ερώτημα «και τώρα τι;» σαν να αιωρούνταν συνθλιπτικά βαρύ στα ταβάνια του Μαξίμου. Η μπόρα κατέφτανε απειλητικά φουριόζα προτού αρχίσουν οι μεταμεσονύκτιοι καβγάδες ανάμεσά τους. Ο πρωθυπουργός Αλέξης Τσίπρας είχε αποσυρθεί στο γραφείο του για ησυχία και περίσκεψη. Η αδιαλλαξία του εξατμιζόταν όπως η υγρασία σε περιβάλλον κλιματισμού, συντάσσοντας την επίσημη δήλωσή του και σημειώνοντας στην πρώτη γραμμή: «Το δημοψήφισμα δεν έχει νικητές και ηττημένους». Εξω από την πόρτα του τα κινητά είχαν ανάψει και το βουητό από τις φωνακλάδικες συνομιλίες και τις αιχμηρές αντιπαραθέσεις κορυφωνόταν. Ασκοπα ο αγλαός Αλέκος Φλαμπουράρης καθησύχαζε τους αλαφιασμένους συντρόφους του ότι με τίποτα δεν θα προέκυπτε πτωτικό γεγονός.

Ο εκνευρισμός και η αισιοδοξία ήταν διάσπαρτα τόσο στο Μαξίμου όσο και στην Κουμουνδούρου. Η ολέθρια αλήθεια ήταν ότι το Grexit απείχε μια ανάσα μακριά. Ολες οι ευρωπαϊκές προειδοποιήσεις ότι το «Οχι» αποτελούσε συνώνυμο της εξόδου από την Ευρωζώνη γίνονταν πλέον απτές. Κάθε λεπτό που περνούσε έκανε ολοένα πιο ευδιάκριτο ότι η ανένδοτη σαπουνόπερα είχε αξιολύπητα τελειώσει. Το χειρότερο, δεν υπήρχε κανένα, μα κανένα, αξιόπιστο κυβερνητικό σχέδιο για το επερχόμενο αύριο. Ούτε καν η υποψία ενός τυφλοσούρτη. Οι ιδέες για την κατάληψη του Νομισματοκοπείου για την εκτύπωση άλλου νομίσματος ή η εφαρμογή παράλληλου συστήματος πληρωμών με την έκδοση των τρέχα γύρευε ηλεκτρονικών υποσχετικών IOU ήταν παρανοϊκές από τη σύλληψή τους κιόλας.



Η «έξοδος» Βαρουφάκη

Η καταχρεωμένη χώρα βάδιζε ορμητικά στα τυφλά προς τον τριτοκοσμικό γκρεμό του εθνικού νομίσματος. Η παραλίγο μοιραία λαϊκιστική ζαριά του αστόχαστου δημοψηφίσματος προδιέγραφε την πανικόβλητη οικονομική κατακρήμνισή της. Κοντά στα μεσάνυχτα ο αξεδιάλυτος κόμπος είχε φτάσει στο χτένι. Η δραματική άγνοια της κυβέρνησης για τη διεθνή οικονομική πραγματικότητα, η αφέλεια για το πώς λειτουργούν οι ευρωπαϊκοί θεσμοί και ο ξεχαρβαλωτικός μπλοφαδόρικος καιροσκοπισμός τής είχαν γυρίσει μπούμερανγκ. Η πρεμούρα της προσανατολιζόταν πλέον αποκλειστικά στο πώς θα τη σκαπουλάρει. Λίγο προτού κατακαθίσουν ασφυκτικές οι στάχτες της πύρρειας νίκης, η ανάγκη έγινε φιλοτιμία. Στον επιτακτικό απόηχο του «πού πας, ρε δόλιε Καραμήτρο;» ο πρωθυπουργός Αλέξης Τσίπρας μετέβη στη 1 τα μεσάνυχτα στον Πρόεδρο της Δημοκρατίας Προκόπη Παυλόπουλο. Του εισηγήθηκε επειγόντως την υπό την προεδρία του σύγκληση συμβουλίου πολιτικών αρχηγών το επόμενο πρωί. Σύμφωνα με το βιβλίο «Η τελευταία μπλόφα» της Ελένης Βαρβιτσιώτη και της Βικτώριας Δενδρινού, είχε προηγηθεί απειλή του Προέδρου της Δημοκρατίας προς τον πρωθυπουργό ότι θα παραιτηθεί αν ο δεύτερος δεν στείλει το μήνυμα πως δεν θα φύγουμε από την Ευρωζώνη.

Τέτοια καθυστερημένη ευαισθησία από τον συμβολικό ανώτατο πολιτειακό άρχοντα, που λίγες ημέρες πριν είχε βάλει ανεπιφύλακτα την υπογραφή του στο προεδρικό διάταγμα για τη διεξαγωγή δημοψηφίσματος! Αναπόδραστα, μέσα στην ανυπόφορη τρομάρα του, ο δεύτερος κατέστησε σαφές προς τους λοιπούς πολιτικούς αρχηγούς ότι «το δημοψήφισμα σε καμία περίπτωση δεν σημαίνει έξοδο από την Ευρωζώνη». «Ουάου!» όπως θα αναφωνούσε χαλαρά ο πλουμιστός σαν ροκ σταρ Γιάνης Βαρουφάκης. Αλλά και εκείνου η κυβερνητική σταδιοδρομία είχε πια προδιαγραφεί. Στις 2 τα ξημερώματα στη συνάντησή του με τον ζορισμένο Τσίπρα διαπιστώθηκε διάσταση απόψεων, όπως ευγενικά λέγεται, για τις επόμενες κυβερνητικές κινήσεις. Με συνέπεια ο επί έξι μήνες υπουργός Οικονομικών να αποπεμφθεί άρον άρον από το πόστο.


Στις 2 τα ξημερώματα ο Βαρουφάκης αποτελούσε παρελθόν για την κυβέρνηση. Την επόμενη μέρα πήρε τα πράγματά του από το γραφείο και μαζί με τη Δανάη έφυγαν με τη μηχανή του

Οι πολιτικοί αρχηγοί

Από τα χαράματα κιόλας της Δευτέρας 6ης Ιουλίου οι κάμερες των ελληνικών και ξένων καναλιών συνωστίζονταν έξω από την περίφραξη του Προεδρικού Μεγάρου στη συμβολή της Ηρώδου Αττικού με τη Βασιλέως Γεωργίου Β’.

Στόχευαν στην καγκελόπορτα της εισόδου για να απαθανατίσουν την προσέλευση των πολιτικών αρχηγών. Μέχρι τις 10 το πρωί είχαν προσέλθει ο πρωθυπουργό Αλέξης Τσίπας, ο μεταβατικός πρόεδρος της Ν.Δ. στη θέση του παραιτηθέντος Αντώνη Σαμαρά, υπό την ιδιότητά του ως αρχηγού της αξιωματικής αντιπολίτευσης, Βαγγέλης Μεϊμαράκης, η αείμνηστη πρόεδρος του ΠΑΣΟΚ Φώφη Γεννηματά, ο γενικός γραμματέας του ΚΚΕ Δημήτρης Κουτσούμπας, ο πρόεδρος των ΑΝ.ΕΛ. Πάνος Καμμένος και ο επικεφαλής του Ποταμιού Σταύρος Θεοδωράκης. Από την έναρξη της συνεδρίασης υπήρχε μεγάλη ένταση. Ο Καμμένος εκστόμιζε εμπρηστικές καταγγελίες κατά της Ευρώπης και ιδιαίτερα εναντίον της Γερμανίας. «Δεν θα μας πει εμάς η Ευρώπη... Θα προσκυνήσουν! Τους τελειώσαμε!» ήταν μερικές από τις φράσεις που του αποδίδονται. Σύμφωνα με αυτήκοες πηγές, σε ένα ρητορικό κρεσέντο του ζήτησε από τους παρευρισκομένους να μπουν όλοι στο αεροπλάνο και να πάνε Βρυξέλλες για να διαμηνύσουν με εθνική ομοψυχία ότι ο ελληνικός λαός δεν τρομοκρατείται. Σε κάθε μεγαλόστομο ξέσπασμά του κοίταζε τον Τσίπρα αναμένοντας εκ μέρους του κάποια επιδοκιμασία, ένα τέλος πάντων θετικό νεύμα επικρότησης των λεγομένων του. Μάταια. Εκείνος είχε σκυμμένο το κεφάλι και το βλέμμα προσηλωμένο στο τραπέζι. Σαν να υποδείκνυε στον κυβερνητικό συνέταιρό του ότι είχε μείνει κολλημένος σε προηγούμενη χρονική φάση.


Ο Καμμένος πανηγυρίζει

«Τώρα πώς θα καταπιείς το αποτέλεσμα;»

Ο πρωθυπουργός φάνταζε μετέωρος, ανόρεχτος, αβέβαιος. Σε κατοπινή εξομολόγησή του ο μυστακοφόρος Βαγγέλης Μεϊμαράκης περιέγραφε ότι εκείνος αδυνατούσε να σταθεί στο ύψος των κρίσιμων περιστάσεων. Ειδικότερα αφότου του επιτέθηκε φραστικά ρωτώντας τον: «Γιατί έκανες το δημοψήφισμα; Πες μας τώρα πώς θα καταπιείς το αποτέλεσμα;».

Παρομοίως ο Θεοδωράκης θυμάται, όπως ανάρτησε κατόπιν στο Facebook, ότι σε κάποια στιγμή ο Τσίπρας επαναλάμβανε τα γνωστά κλισέ περί πολιτικής λύσης κ.λπ., λες και μιλούσε σε κομματική σύναξη. Επί της ουσίας, όμως, το κυρίαρχο ζήτημα δεν ήταν οι διαπιστώσεις περί της ψυχολογικής κατάστασής του, αλλά η πυρετωδώς επιτακτική ανάγκη κοινής δήλωσης προς την Ε.Ε., στην οποία όλοι οι πολικοί αρχηγοί θα ομονοούσαν. Ωστόσο, η ώρα περνούσε χωρίς καταληκτική απόφαση. Στο τραπέζι είχε πέσει πρόταση για τη δημιουργία εθνικής διαπραγματευτικής ομάδας, η οποία αποσύρθηκε καθώς ο Θεοδωράκης επεσήμανε ορθά ότι η ευθύνη της διαπραγμάτευσης ανήκε στον πρωθυπουργό. Εν τω μεταξύ, το συμβούλιο κάθε τόσο διακοπτόταν.

Αναπάντεχα ο υπουργός Ανασυγκρότησης, Περιβάλλοντος και Ενέργειας Παναγιώτης Λαφαζάνης αναζητούσε επειγόντως τον Τσίπρα προκειμένου να μιλήσει τηλεφωνικά στον Βλαντιμίρ Πούτιν, ο οποίος τον αναζητούσε για κάτι δήθεν σημαντικό.

Ο πρωθυπουργός πήγε κατά τις 11.30 σε διπλανή αίθουσα για να μιλήσει μόνος, αλλά με μεταφραστή από ένα κόκκινο, σαν δορυφορικό, κινητό τηλέφωνο με τον Ρώσο πρόεδρο. Τζάμπα φαντασιωνόταν ο Λαφαζάνης ότι το τάχα αλληλέγγυο Κρεμλίνο θα άνοιγε τους κρουνούς με τα ρούβλια για να καλύψει τις χρηματοδοτικές ανάγκες της χώρας και να βοηθήσει την πρώτη φορά αριστερά κυβέρνηση. Στην πραγματικότητα, επρόκειτο απλώς για ένα συγχαρητήριο τηλεφώνημα του Ρώσου ηγέτη στον Τσίπρα αναφορικά με τη στάση του έναντι της Ε.Ε. και το δημοψήφισμα. Και μετά, πάλι πίσω στην αίθουσα ενόσω οι προθεσμίες στένευαν αποπνικτικά και η τύχη της χώρας στο ευρώ κρεμόταν από μια κλωστή. Στις 12 το μεσημέρι νέα διακοπή, αφού ο Πρόεδρος της Δημοκρατίας έπρεπε να μιλήσει τηλεφωνικά και με τον Γάλλο πρόεδρο Φρανσουά Ολάντ για να τον πληροφορήσει πώς πάει η σύσκεψη και, προφανώς, εκείνος με τη σειρά του να ενημερώσει την Ανγκελα Μέρκελ. Μετά, πάλι διάλειμμα για τηλεφωνική επικοινωνία με τον Ζαν-Κλοντ Γιούνκερ, ο οποίος ανήσυχος για τα τεκταινόμενα βρισκόταν σε ανοιχτή γραμμή με το Προεδρικό Μέγαρο. Και ο χρόνος έτρεχε αμείλικτος με τον συνήθως ψύχραιμο Παυλόπουλο στην κορυφή του τραπεζιού να καπνίζει νευρικά αλλεπάλληλα πουράκια.


Χοροί στο Σύνταγμα για τη νίκη του «Οχι»

Δεν είχαν πια σημασία οι καλές προθέσεις και οι ρεαλιστικές προτάσεις. Το ζητούμενο ήταν η υπογραφή ενός κοινού ανακοινωθέντος που είχε ήδη ετοιμάσει ο Παυλόπουλος. Ο Μεϊμαράκης έδειχνε πρόθυμος καθώς είχε δηλώσει ότι προσήλθε στη σύσκεψη με διάθεση συνεννόησης. Η Γεννηματά εμφανίστηκε με παρόμοια θετική στάση, αν και ανέφερε ότι η πρωτοβουλία της κυβέρνησης, δυστυχώς, έγινε στο «και πέντε». Ο Θεοδωράκης με εξίσου ρεαλιστική προσέγγιση είχε τοποθετηθεί λέγοντας ότι οι πολιτικοί αρχηγοί πρέπει να είναι χρήσιμοι και όχι ευχάριστοι. Ο Καμμένος με κατεβασμένα τα φτερά της έπαρσής του παραδεχόταν ότι η από κοινού λύση ήταν μονόδρομος.

Ωστόσο, η ομόθυμη ολοκλήρωση της υπόθεσης σκάλωνε στον Κουτσούμπα. Διαχώριζε τη θέση του επιμένοντας ότι δεν μπορεί να υπάρξει φιλολαϊκή διαπραγμάτευση μέσα στην Ευρωπαϊκή Ενωση, την οποία το ΚΚΕ αποκαλούσε και «λυκοσυμμαχία». Παρ’ όλα αυτά, με την επιφύλαξη της συνολικής διαφωνίας του Κουτσούμπα, η οποία καταχωρήθηκε λεπτομερώς στα πρακτικά, η συνεδρίαση των πολιτικών αρχηγών μετά από πολύωρες διαβουλεύσεις κατέληξε στις 16.30 σε κοινή ανακοίνωση.

Σε αυτή τονιζόταν ότι «η πρόσφατη ετυμηγορία του ελληνικού λαού δεν στοιχειοθετεί εντολή αποχώρησης από την Ευρωζώνη, ούτε συνιστά εντολή ρήξης, αλλά εντολή συνέχισης και ενίσχυσης της προσπάθειας για την επίτευξη μιας κοινωνικώς δίκαιης και οικονομικώς βιώσιμης συμφωνίας». Με δυο λόγια, στις τελικές πινελιές του το κείμενο μετέτρεπε το «Οχι» του Τσίπρα σε «Ναι» με τη δική του φαρδιά πλατιά υπογραφή. Ο Θεοδωράκης εκμυστηρευόταν έναν χρόνο μετά, ότι αυτές οι 356 λέξεις του κοινού ανακοινωθέντος κράτησαν τη χώρα στην Ευρώπη. Οπως και να έχει, η πόρτα της σύσκεψης που έκλεισε στις 10.30 το πρωί ξανάνοιξε ανακουφιστικά στις 5 παρά 10 το απόγευμα. Υστερα από εξίμισι ολόκληρες ώρες ο πρωθυπουργός Αλέξης Τσίπρας αποχώρησε για το διπλανό Μέγαρο Μαξίμου δίχως δηλώσεις. Νοερά έκανε πρόβες της ακροβατικής κυβίστησής του.

Το τρίτο μνημόνιο

Την επομένη, Τρίτη 8 Ιουλίου, το έργο είχε αλλάξει χωρίς προειδοποίηση. Ο Τσίπρας εξουσιοδοτημένος πλέον να συνεχίσει τις διαπραγματεύσεις ώστε να υπάρξει συμφωνία για ένα καινούριο πρόγραμμα διάσωσης αναχώρησε για την έκτακτη Σύνοδο Κορυφής στις Βρυξέλλες. Τον υποδέχτηκε εκεί έξαλλη και επικριτικά θυμωμένη για τους ανεύθυνους χειρισμούς του μερίδα ηγετών της Ευρωζώνης. Στις 8 το βράδυ, ακόμη μέρα στη βελγική πρωτεύουσα, η Μέρκελ και ο Ολάντ τού ζήτησαν να παρουσιάσει φρέσκες προτάσεις. Τζάμπα ο κόπος τους. Ο πρωθυπουργός μαζί με τον νέο υπουργό Οικονομικών Ευκλείδη Τσακαλώτο είχαν καταφτάσει συμμαζεμένοι μεν, αλλά με άδεια τα χέρια. Δίχως αξιόπιστες μεταρρυθμιστικές προτάσεις και χωρίς συγκεκριμένο πρόγραμμα. Ετσι, στα κουτουρού. Παρότι γνώριζαν τι έπρεπε να κάνουν και ήξεραν τι περίμεναν εκείνοι. Ανέλαβε ο Ολάντ, που εκτελούσε άτυπα χρέη συμβουλευτικού κηδεμόνα της ιδιότυπης ελληνικής περίπτωσης, να συνετίσει τον Ελληνα πρωθυπουργό. «Εδώ δεν είναι δικαστήριο για να έρχεσαι να κάνεις έφεση», φέρεται να επιχείρησε να τον συμμορφώσει. «Στις επόμενες 48 ώρες, μέχρι την Πέμπτη», λέγεται πως σχεδόν τον διέταξε, «πρέπει να παρουσιάσεις νέες προτάσεις στο Eurogroup ώστε να εγκρίνει καινούριο πλήρες μνημόνιο για την Ελλάδα». Οπερ και εγένετο. Η θηλιά είχε πνιγηρά σφίξει. Το παρακινδυνευμένο φλερτ, λόγω απόλυτης άγνοιας κίνδυνου, με την καταστροφή της άτακτης χρεοκοπίας δεν επέτρεπε πλέον παρωδία διαπραγμάτευσης.

Τις προκήρυξε επικαλούμενος τη λαϊκή έγκριση για την «πολιτική νομιμοποίηση» του τρίτου μνημονίου που υπέγραψε. Στη συνέχεια οι υποκριτικές του μπλόφες εμπλουτίστηκαν σε μορφή και περιεχόμενο. Εως ότου ο φερόμενος ως «άχαστος» γνώρισε συντριπτικές ήττες σε αλλεπάλληλες εκλογικές αναμετρήσεις.

Αγνωστο τι γυρεύει σήμερα ο πρώην πρόεδρος του ΣΥΡΙΖΑ, τέως πρωθυπουργός και νυν απλός βουλευτής του κόμματός του με το αίτημά του να έρθουν στο άπλετο φως της δημοσιότητας τα πρακτικά του συμβουλίου των πολιτικών αρχηγών εκείνη τη ζοφερή μέρα μετά το διχαστικό δημοψήφισμα. Ασφαλώς, εν όψει των πρωτοβουλιών του για rebranding, έχει κάθε δικαίωμα να εμφανιστεί άσπιλος, αμόλυντος και αθώος των δικών του ανεδαφικών επιλογών στον δημόσιο χώρο. Ελάχιστοι στον πολιτικό του χώρο αμφισβητούν αυτή την αξίωσή του, παρότι τα άπλυτα στο καλάθι του πρόσφατου παρελθόντος του χρειάζονται επειγόντως μπουγάδα. Μήπως, όμως, με την κίνησή του υπονοεί ότι κάτι ύποπτο, μυστικό και καταχθόνιο έλαβε χώρα σε εκείνη τη σύσκεψη που διοργανώθηκε ύστερα από δική του πρωτοβουλία;

Στο κάτω-κάτω, γιατί δεν ζήτησε τα συγκεκριμένα πρακτικά κατά τη διάρκεια της πρωθυπουργικής του θητείας ενόσω Πρόεδρος της Δημοκρατίας ήταν εκλεγμένος, μετά από δική του επιλογή, ο Προκόπης Παυλόπουλος; Τώρα τα θυμήθηκε; Είναι εξάλλου γνωστό ότι ύστερα από πρόταση του επικεφαλής του Ποταμιού είχαν αποχωρήσει οι πρακτικογράφοι από εκείνο το συμβούλιο των πολιτικών αρχηγών για να μιλήσουν μεταξύ τους ανεπιφύλακτα, ανοιχτά και ξάστερα. Κατόπιν συμφωνίας των παρευρισκομένων ο τότε Πρόεδρος της Δημοκρατίας έδωσε εντολή να αποχωρήσουν οι πρακτικογράφοι. Αδιευκρίνιστο είναι αν οι συνομιλίες των αρχηγών ηχογραφηθήκαν τότε. Ετσι κι αλλιώς, το συμβούλιο των πολιτικών αρχηγών είναι άτυπο καθώς δεν υπάρχει συνταγματική ρύθμιση, ούτε κάποια άλλη νομική πρόβλεψη για τη λειτουργία του. Συνήθως σε αυτές τις άτυπες συσκέψεις τηρούνται στενογραφημένα πρακτικά τα οποία δεν μονογράφονται από τους παρισταμένους, αλλά καταχωρούνται στο αρχείο της Προεδρίας της Δημοκρατίας, καθώς κρίνονται απαραίτητα «διά παν ενδεχόμενο», καθώς δεν υπόκειται σε απόρρητο το σύνολο των πρακτικών.

Στην προκειμένη περίπτωση η απόφαση για τη δημοσιοποίησή τους ή μη εξαρτάται από τον εκάστοτε Πρόεδρο της Δημοκρατίας. Ο ίδιος κρίνει ποια και αν αυτά τα πρακτικά συνιστούν εθνικό απόρρητο και ποια όχι. Εν προκειμένω, ο Κωνσταντίνος Τασούλας ενεργεί απολύτως σύννομα. Δεν δεσμεύεται, άλλωστε, από κάποια ρύθμιση. Είχε προηγηθεί τέτοιο καιρό πέρυσι αντίστοιχο αίτημα της Ζωής Κωνσταντοπούλου προς την Πρόεδρο της Δημοκρατίας Κατερίνα Σακελλαροπούλου προκειμένου να δοθούν στη δημοσιότητα τα ίδια πρακτικά. Ενδεχομένως το κίνητρο της πολιτικού αντλούνταν από την αντισυστημική, που λέει ο λόγος, διάθεσή της να καταγγείλει για δωσιλογισμό την τρόικα και να εγείρει θέμα ποινικό ή εθνικό κατά όλων των κομμάτων του προ δεκαετίας πολιτικού μωσαϊκού. Η Πρόεδρος της Δημοκρατίας δεσμεύτηκε να εξετάσει τη διαδικασία η οποία έπρεπε να τηρηθεί, εκφράζοντας παράλληλα την άποψη πως θα πρέπει να συναινέσουν και οι τότε πρωταγωνιστές. Αποτέλεσμα τζίφος. Το αίτημα της Κωνσταντοπούλου απορρίφθηκε.

Και έρχεται σήμερα ο Αλέξης Τσίπρας, στα χνάρια της πρώην προέδρου της Βουλής επί της πρώτης κυβερνητικής φάσης του ΣΥΡΙΖΑ, να ζητήσει με παρέμβασή του το ίδιο. Υπαινισσόμενος ότι κάποιον λάκκο είχε η φάβα και προφασιζόμενος κραυγαλέα την απαίτηση ενημέρωσης του ελληνικού λαού. Παραμένει αξεκαθάριστο αν υπολογίζει σε μακροπρόθεσμα πολιτικά οφέλη ή κάνει ντόρο για να διατηρείται στην επικαιρότητα. Στην περίπτωσή του, πάντως, οι παλιοί λεκέδες στους οποίους συνέβαλε καθοριστικά είναι καλύτερο να καταχωνιαστούν στη σιωπή.

Δημήτρης Παγαδάκης
ΠΡΩΤΟ ΘΕΜΑ