Ο ομογενής αδυνατώντας να αποπληρώσει δάνειο οργάνωσε την απαγωγή του δανειστή του - Η ομηρία διήρκεσε 63 ώρες και καλύφθηκε live από τα εθνικά δίκτυα των ΗΠΑ - Ο σκηνοθέτης Γκας Βαν Σαντ μετέφερε το δράμα στο σινεμά με την ταινία «Dead man’s wire»
Το πρωί της Τρίτης 8 Φεβρουαρίου του 1977 το θερμόμετρο έδειχνε -5 βαθμούς στη χιονισμένη Ιντιανάπολις, γι’ αυτό ορισμένοι απόρησαν όταν είδαν κάποιον με κοντομάνικο πουκάμισο και φαβορίτες, που κρατούσε ένα κουτί λουλουδιών, να εισέρχεται στο Νο 129 της E. Market Street.
Επρόκειτο για τον Έλληνα ομογενή Αντονι Κυρίτση, που κυριευμένος από απελπισία, αφού κινδύνευε να χάσει τη γη που αγόρασε εξαιτίας ενός δανείου που δεν μπορούσε να αποπληρώσει, ήταν αποφασισμένος για όλα. Κρατούσε νευρικά το κουτί λουλουδιών περιμένοντας να συναντήσει έναν συγκεκριμένο άνθρωπο.
Λίγα λεπτά αργότερα, ο Ρίτσαρντ Χολ, ο άνθρωπος που η εταιρεία του πατέρα του είχε χορηγήσει το στεγαστικό δάνειο ύψους 130.000 δολαρίων στον Έλληνα ομογενή, εισήλθε κι αυτός στο κτίριο. Ο Κυρίτσης τον ρώτησε αν είχε ένα λεπτό και όταν μπήκαν στο γραφείο τού έβγαλε μια «λουπάρα» -έτσι αποκαλούν το δίκαννο με κομμένη κάννη οι μαφιόζοι- και κόλλησε τον Χολ στον τοίχο.
Τύλιξε γύρω από τον λαιμό του επιχειρηματία ένα σύρμα, που περνούσε κάτω από την κάννη και κατέληγε γύρω από το δάχτυλό του στη σκανδάλη του όπλου. Αν η Αστυνομία επιχειρούσε να τον πυροβολήσει, το βάρος θα ενεργοποιούσε τη σκανδάλη και το κεφάλι του θύματος θα δεχόταν δύο φυσίγγια από απόσταση αναπνοής.
Με την αδρεναλίνη του στο κόκκινο, ο Κυρίτσης έσειρε τον Χολ έξω από το κτίριο, ενώ άνθρωποι που αντίκρισαν τη σκηνή έτρεξαν τρομοκρατημένοι σε διάφορες κατευθύνσεις.
Η ομηρία που συγκλόνισε την πόλη και τις ΗΠΑ είχε μόλις αρχίσει. Φέτος μάλιστα ο σκηνοθέτης Γκας Βαν Σαντ τη ζωντάνεψε στη μεγάλη οθόνη με την ταινία του «Dead man’s wire», η οποία προβλήθηκε πριν από λίγες ημέρες στη Βενετία.
Ο τίτλος της σημαίνει «Το σύρμα του νεκρού», ονομασία που είχε δώσει ο Κυρίτσης στην πατέντα με το περασμένο στον λαιμό του Χολ σύρμα, το οποίο κατέληγε στο δάχτυλό του.

Χαρακτηριστικό πλάνο από την ταινία «Dead man’s wire» του Γκας Βαν Σαντ
Κίνηση απελπισίαςΛένε ότι όταν ένας άνθρωπος κυριεύεται από την απελπισία είναι ικανός για όλα: στις αρχές εκείνου του κρύου Φλεβάρη ο Τόνι, όπως τον φώναζαν οι φίλοι του, αντιμετώπιζε ένα τεράστιο πρόβλημα.
Δεν μπορούσε να αποπληρώσει το δάνειο των 130.000 δολαρίων που είχε πάρει από την οικογενειακή εταιρεία του Χολ, τη Meridian Mortgage Company, για την έκταση που είχε αγοράσει στη συμβολή των οδών Ρόκβιλ & Λίντχαρστ.
Εκτός από το δάνειο είχε τοποθετήσει και όλες τις οικονομίες του και, παρόλο που η γη είχε πάρει κι άλλη αξία, δεν μπορούσε να την πουλήσει ή να στήσει ένα εμπορικό κέντρο. Ο ίδιος υποστήριζε σε φίλους ότι εμφανίζονταν συνεχώς ενδιαφερόμενοι, αλλά το deal χάλαγε την τελευταία στιγμή, κάτι για το οποίο στο μυαλό του θεωρούσε υπεύθυνο τον Χολ.
Αυτό όμως που δεν ήξεραν πολλοί για τον Κυρίτση ήταν ότι από σχετικά νεαρή ηλικία είχε ένα πρόβλημα ψυχικής αστάθειας, το οποίο εμφανιζόταν σπάνια, αλλά όταν συνέβαινε προκαλούσε προβλήματα στην οικογένεια.
Οι γονείς του, ο αδερφός του και η αδερφή του το κατάλαβαν όταν τους κατηγόρησε ότι του έκλεβαν έσοδα από την οικογενειακή επιχείρηση, ένα πάρκο που φιλοξενούσε τροχόσπιτα.
Για να λήξει το θέμα, ο Κυρίτσης πήρε σε χρήματα τη μισή αξία του πάρκου και με αυτό το ποσό προχώρησε στην αγορά της έκτασης στη συμβολή των οδών Ρόκβιλ & Λίντχαρστ.
Μόνο που δεν ήταν αρκετά, γι’ αυτό πήρε ένα ενυπόθηκο δάνειο 130.000 δολαρίων από την εταιρεία του Χολ, το οποίο έπρεπε να εξοφληθεί μέσα στο 1977.
Όταν αντιλήφθηκε ότι τα χρονικά περιθώρια στένευαν, αποφάσισε να κάνει μια απονενοημένη πράξη, πιθανόν χωρίς να φανταστεί ότι η απαγωγή θα διαρκούσε σχεδόν τρεις ημέρες και θα μεταδιδόταν απευθείας από τα τηλεοπτικά δίκτυα.

Με το δάχτυλο στη σκανδάλη
Κίνηση απελπισίαςΛένε ότι όταν ένας άνθρωπος κυριεύεται από την απελπισία είναι ικανός για όλα: στις αρχές εκείνου του κρύου Φλεβάρη ο Τόνι, όπως τον φώναζαν οι φίλοι του, αντιμετώπιζε ένα τεράστιο πρόβλημα.
Δεν μπορούσε να αποπληρώσει το δάνειο των 130.000 δολαρίων που είχε πάρει από την οικογενειακή εταιρεία του Χολ, τη Meridian Mortgage Company, για την έκταση που είχε αγοράσει στη συμβολή των οδών Ρόκβιλ & Λίντχαρστ.
Εκτός από το δάνειο είχε τοποθετήσει και όλες τις οικονομίες του και, παρόλο που η γη είχε πάρει κι άλλη αξία, δεν μπορούσε να την πουλήσει ή να στήσει ένα εμπορικό κέντρο. Ο ίδιος υποστήριζε σε φίλους ότι εμφανίζονταν συνεχώς ενδιαφερόμενοι, αλλά το deal χάλαγε την τελευταία στιγμή, κάτι για το οποίο στο μυαλό του θεωρούσε υπεύθυνο τον Χολ.
Αυτό όμως που δεν ήξεραν πολλοί για τον Κυρίτση ήταν ότι από σχετικά νεαρή ηλικία είχε ένα πρόβλημα ψυχικής αστάθειας, το οποίο εμφανιζόταν σπάνια, αλλά όταν συνέβαινε προκαλούσε προβλήματα στην οικογένεια.
Οι γονείς του, ο αδερφός του και η αδερφή του το κατάλαβαν όταν τους κατηγόρησε ότι του έκλεβαν έσοδα από την οικογενειακή επιχείρηση, ένα πάρκο που φιλοξενούσε τροχόσπιτα.
Για να λήξει το θέμα, ο Κυρίτσης πήρε σε χρήματα τη μισή αξία του πάρκου και με αυτό το ποσό προχώρησε στην αγορά της έκτασης στη συμβολή των οδών Ρόκβιλ & Λίντχαρστ.
Μόνο που δεν ήταν αρκετά, γι’ αυτό πήρε ένα ενυπόθηκο δάνειο 130.000 δολαρίων από την εταιρεία του Χολ, το οποίο έπρεπε να εξοφληθεί μέσα στο 1977.
Όταν αντιλήφθηκε ότι τα χρονικά περιθώρια στένευαν, αποφάσισε να κάνει μια απονενοημένη πράξη, πιθανόν χωρίς να φανταστεί ότι η απαγωγή θα διαρκούσε σχεδόν τρεις ημέρες και θα μεταδιδόταν απευθείας από τα τηλεοπτικά δίκτυα.

Με το δάχτυλο στη σκανδάλη
Ο Ρίτσαρντ Χολ ήταν ένας ήρεμος άνθρωπος, παντρεμένος και πατέρας τεσσάρων παιδιών, που δεν πίστευε ποτέ ότι θα ερχόταν η μέρα που κάποιος δανειολήπτης θα του κόλλαγε μια «λουπάρα» στο κεφάλι.
Όταν ο Κυρίτσης τού πέρασε το σύρμα στον λαιμό του και ένιωσε την κάννη του όπλου κολλημένη στον αυχένα του, δεν πρόλαβε να σκεφτεί τίποτε άλλο πέρα από το αν θα έβλεπε ξανά την οικογένειά του.
Όταν οι δύο άνδρες βγήκαν έξω από το κτίριο, πολύ γρήγορα δημοσιογράφοι και αστυνομικοί -ο Κυρίτσης ενημέρωσε την Αστυνομία τηλεφωνικά- τους ακολούθησαν, με τον Ελληνα ομογενή να φωνάζει: «Μείνετε μακριά, μείνετε μακριά...». Κάποιοι ελεύθεροι σκοπευτές της Αστυνομίας είχαν ήδη ακροβολιστεί σε διάφορα σημεία, αλλά η πατέντα του Κυρίτση με το σύρμα που ήταν περασμένο στον λαιμό του Χολ και κατέληγε στο δάχτυλό του απέτρεπε την οποιαδήποτε κίνηση να εξουδετερωθεί.
Ήταν οργισμένος, εκτός εαυτού και έδειχνε αποφασισμένος να τα παίξει όλα για όλα, όχι όμως στον δρόμο. Γι’ αυτό όταν εντόπισε ένα περιπολικό, είπε στον αστυνομικό να βγει έξω.
Έβαλε τον Χολ στη θέση του οδηγού και ξεκίνησαν για το σπίτι του Κυρίτση στη συνοικία Crestwood Village, ένα διαμέρισμα στον 3ο όροφο μιας πολυκατοικίας.
Όταν έφτασαν εκεί κλειδώθηκαν μέσα. Μόλις οι Αρχές επικοινώνησαν μαζί του, τους ενημέρωσε ότι όλο το σπίτι ήταν παγιδευμένο με εκρηκτικά, γι’ αυτό και διατάχθηκε πολλά διαμερίσματα σε διάφορους ορόφους να εκκενωθούν. Η Αστυνομία της Ιντιανάπολις βίωνε μια πρωτόγνωρη κατάσταση ομηρίας και μόνο ακουστά είχε τον όρο «διαπραγματευτής».
Όσοι μιλούσαν με τον Κυρίτση, ουσιαστικά τον άκουγαν να φωνάζει και να ζητάει 5 εκατ. δολάρια, καθώς και να μη διωχθεί ποινικά για την απαγωγή.
Στήθηκε περίμετρος και δόθηκε χώρος για τους δημοσιογράφους, ενώ εταιρεία τηλεφωνίας τούς παρείχε γραμμές για να επικοινωνούν με τα γραφεία τους, αφού το θέμα πουλούσε τρελά. Εκείνη την πρώτη μέρα ο Ελληνας πήρε τηλέφωνο τον πιο γνωστό δημοσιογράφο της πόλης, τον Φρεντ Χέκμαν, τον οποίο γνώριζε προσωπικά. Εκτοτε επικοινωνούσε μόνο με αυτόν και όχι με την Αστυνομία.

Το αίτημά του
Όταν ο Κυρίτσης τού πέρασε το σύρμα στον λαιμό του και ένιωσε την κάννη του όπλου κολλημένη στον αυχένα του, δεν πρόλαβε να σκεφτεί τίποτε άλλο πέρα από το αν θα έβλεπε ξανά την οικογένειά του.
Όταν οι δύο άνδρες βγήκαν έξω από το κτίριο, πολύ γρήγορα δημοσιογράφοι και αστυνομικοί -ο Κυρίτσης ενημέρωσε την Αστυνομία τηλεφωνικά- τους ακολούθησαν, με τον Ελληνα ομογενή να φωνάζει: «Μείνετε μακριά, μείνετε μακριά...». Κάποιοι ελεύθεροι σκοπευτές της Αστυνομίας είχαν ήδη ακροβολιστεί σε διάφορα σημεία, αλλά η πατέντα του Κυρίτση με το σύρμα που ήταν περασμένο στον λαιμό του Χολ και κατέληγε στο δάχτυλό του απέτρεπε την οποιαδήποτε κίνηση να εξουδετερωθεί.
Ήταν οργισμένος, εκτός εαυτού και έδειχνε αποφασισμένος να τα παίξει όλα για όλα, όχι όμως στον δρόμο. Γι’ αυτό όταν εντόπισε ένα περιπολικό, είπε στον αστυνομικό να βγει έξω.
Έβαλε τον Χολ στη θέση του οδηγού και ξεκίνησαν για το σπίτι του Κυρίτση στη συνοικία Crestwood Village, ένα διαμέρισμα στον 3ο όροφο μιας πολυκατοικίας.
Όταν έφτασαν εκεί κλειδώθηκαν μέσα. Μόλις οι Αρχές επικοινώνησαν μαζί του, τους ενημέρωσε ότι όλο το σπίτι ήταν παγιδευμένο με εκρηκτικά, γι’ αυτό και διατάχθηκε πολλά διαμερίσματα σε διάφορους ορόφους να εκκενωθούν. Η Αστυνομία της Ιντιανάπολις βίωνε μια πρωτόγνωρη κατάσταση ομηρίας και μόνο ακουστά είχε τον όρο «διαπραγματευτής».
Όσοι μιλούσαν με τον Κυρίτση, ουσιαστικά τον άκουγαν να φωνάζει και να ζητάει 5 εκατ. δολάρια, καθώς και να μη διωχθεί ποινικά για την απαγωγή.
Στήθηκε περίμετρος και δόθηκε χώρος για τους δημοσιογράφους, ενώ εταιρεία τηλεφωνίας τούς παρείχε γραμμές για να επικοινωνούν με τα γραφεία τους, αφού το θέμα πουλούσε τρελά. Εκείνη την πρώτη μέρα ο Ελληνας πήρε τηλέφωνο τον πιο γνωστό δημοσιογράφο της πόλης, τον Φρεντ Χέκμαν, τον οποίο γνώριζε προσωπικά. Εκτοτε επικοινωνούσε μόνο με αυτόν και όχι με την Αστυνομία.

Το αίτημά του
Όταν ο Τόνι κουραζόταν να κρατάει τη «λουπάρα», έδενε τον Χολ σε συγκεκριμένο σημείο του σπιτιού με χειροπέδες και ξεκουραζόταν για λίγο. Ουσιαστικά, οι δύο άνδρες κοιμούνταν ελάχιστα.
Το συμβάν έφερε όλα τα τηλεοπτικά εθνικά δίκτυα στην Ιντιανάπολις, με τους δημοσιογράφους να αναζητούν το αποκλειστικό θέμα για τις εκπομπές, τις εφημερίδες και τα ραδιόφωνα.
Η συμπεριφορά του Κυρίτση είχε συνεχείς μεταπτώσεις τις επόμενες δύο μέρες. Μάλιστα, αστυνομικοί με τους οποίους είχε φιλικές σχέσεις δεν πίστεψαν ποτέ ότι θα σκότωνε τον Χολ, ενώ ο Φρεντ Χέκμαν φρόντιζε να είναι συνεχώς με ένα τηλέφωνο.
Μέσα στο διαμέρισμα δεν κακομεταχειρίστηκε τον απαχθέντα, στον οποίο έδινε ντόνατς για φαγητό, ενώ κάποια στιγμή κοιμήθηκαν και οι δύο σε ένα μεγάλο τραπέζι που υπήρχε στο σπίτι.
Εκεί όπου υποχρέωσε τον Χολ να γράψει μια δήλωση με την οποία αναγνώριζε ότι αδίκησε τον Κυρίτση, δεσμευόταν να του δώσει 5 εκατ. δολάρια και ζητούσε να μη διωχθεί ποινικά για την απαγωγή.
Ο Ελληνας συνεννοήθηκε με τις Αρχές να διαβαστεί η δήλωση από τον Χολ σε εθνικό δίκτυο. Οταν όλα ήταν έτοιμα, ο Τόνι κατέβηκε με τον Χολ στην περιοχή όπου βρίσκονταν οι δημοσιογράφοι και τα κανάλια.
Περικυκλωμένος από αστυνομικούς και δημοσιογράφους, ζήτησε να βγει σε εθνικό δίκτυο για να διαβάσει ο Χολ τη δήλωση, με το πρόσωπό του να συσπάται από την ένταση.
Αυτό όμως που δεν ήξερε ο ίδιος είναι ότι η Αστυνομία είχε πάρει την απόφαση να μην τον αφήσει να επιστρέψει στο διαμέρισμα με τον επιχειρηματία, μετά από δυόμισι μέρες ομηρίας.
Ο αρχηγός Τζιν Γκάλαχερ είχε τοποθετήσει έναν βοηθό του δίπλα στον Χολ, ο οποίος και περίμενε το σήμα του, για να αρπάξει αστραπιαία το όπλο του Κυρίτση και να το στρέψει προς τα πάνω.
Το σήμα ήταν να βγάλει ο Γκάλαχερ από την τσέπη του ένα χαρτομάντιλο, κίνηση που παραλίγο να κάνει τρεις φορές, όταν ο Έλληνας βγήκε εκτός εαυτού επειδή καθυστερούσε να έρθει ο αδερφός του Τζιμ.
Τελικά, ήταν αυτός που διάβασε τη δήλωση και όχι το θύμα, που ήταν εμφανώς ταλαιπωρημένο από την ομηρία, έχοντας για ώρες ένα όπλο να ακουμπάει τον λαιμό του.

Η σύλληψη
Το συμβάν έφερε όλα τα τηλεοπτικά εθνικά δίκτυα στην Ιντιανάπολις, με τους δημοσιογράφους να αναζητούν το αποκλειστικό θέμα για τις εκπομπές, τις εφημερίδες και τα ραδιόφωνα.
Η συμπεριφορά του Κυρίτση είχε συνεχείς μεταπτώσεις τις επόμενες δύο μέρες. Μάλιστα, αστυνομικοί με τους οποίους είχε φιλικές σχέσεις δεν πίστεψαν ποτέ ότι θα σκότωνε τον Χολ, ενώ ο Φρεντ Χέκμαν φρόντιζε να είναι συνεχώς με ένα τηλέφωνο.
Μέσα στο διαμέρισμα δεν κακομεταχειρίστηκε τον απαχθέντα, στον οποίο έδινε ντόνατς για φαγητό, ενώ κάποια στιγμή κοιμήθηκαν και οι δύο σε ένα μεγάλο τραπέζι που υπήρχε στο σπίτι.
Εκεί όπου υποχρέωσε τον Χολ να γράψει μια δήλωση με την οποία αναγνώριζε ότι αδίκησε τον Κυρίτση, δεσμευόταν να του δώσει 5 εκατ. δολάρια και ζητούσε να μη διωχθεί ποινικά για την απαγωγή.
Ο Ελληνας συνεννοήθηκε με τις Αρχές να διαβαστεί η δήλωση από τον Χολ σε εθνικό δίκτυο. Οταν όλα ήταν έτοιμα, ο Τόνι κατέβηκε με τον Χολ στην περιοχή όπου βρίσκονταν οι δημοσιογράφοι και τα κανάλια.
Περικυκλωμένος από αστυνομικούς και δημοσιογράφους, ζήτησε να βγει σε εθνικό δίκτυο για να διαβάσει ο Χολ τη δήλωση, με το πρόσωπό του να συσπάται από την ένταση.
Αυτό όμως που δεν ήξερε ο ίδιος είναι ότι η Αστυνομία είχε πάρει την απόφαση να μην τον αφήσει να επιστρέψει στο διαμέρισμα με τον επιχειρηματία, μετά από δυόμισι μέρες ομηρίας.
Ο αρχηγός Τζιν Γκάλαχερ είχε τοποθετήσει έναν βοηθό του δίπλα στον Χολ, ο οποίος και περίμενε το σήμα του, για να αρπάξει αστραπιαία το όπλο του Κυρίτση και να το στρέψει προς τα πάνω.
Το σήμα ήταν να βγάλει ο Γκάλαχερ από την τσέπη του ένα χαρτομάντιλο, κίνηση που παραλίγο να κάνει τρεις φορές, όταν ο Έλληνας βγήκε εκτός εαυτού επειδή καθυστερούσε να έρθει ο αδερφός του Τζιμ.
Τελικά, ήταν αυτός που διάβασε τη δήλωση και όχι το θύμα, που ήταν εμφανώς ταλαιπωρημένο από την ομηρία, έχοντας για ώρες ένα όπλο να ακουμπάει τον λαιμό του.

Η σύλληψη
Κατά τη διάρκεια της ομιλίας του, που διήρκεσε 23 λεπτά, έκλαψε από την ένταση, ενώ όταν τελείωσε οι αστυνομικοί τον πήγαν κάτω σε έναν χώρο όπου ήταν οι δημοσιογράφοι.
Ο Τζιν Γκάλαχερ τους διέταξε να φύγουν με αρκετά έντονο ύφος και λίγα «γαλλικά», ενώ ο Κυρίτσης οδήγησε τον Χολ σε ένα διπλανό δωμάτιο όπου υπήρχαν αστυνομικοί.
Εκεί ύστερα από 63 ώρες ομηρίας απελευθέρωσε τον επιχειρηματία, άνοιξε μια γυάλινη πόρτα και πυροβόλησε στον αέρα, για να αποδείξει ότι το όπλο του ήταν γεμάτο.
Την ώρα που ο εξουθενωμένος Χολ κατέρρευσε, οι αστυνομικοί συνέλαβαν τον Τόνι, ο οποίος τους κατηγόρησε για φθηνά κόλπα, φωνάζοντας ότι δεν κράτησαν τον λόγο τους.

Ο Τζιν Γκάλαχερ τους διέταξε να φύγουν με αρκετά έντονο ύφος και λίγα «γαλλικά», ενώ ο Κυρίτσης οδήγησε τον Χολ σε ένα διπλανό δωμάτιο όπου υπήρχαν αστυνομικοί.
Εκεί ύστερα από 63 ώρες ομηρίας απελευθέρωσε τον επιχειρηματία, άνοιξε μια γυάλινη πόρτα και πυροβόλησε στον αέρα, για να αποδείξει ότι το όπλο του ήταν γεμάτο.
Την ώρα που ο εξουθενωμένος Χολ κατέρρευσε, οι αστυνομικοί συνέλαβαν τον Τόνι, ο οποίος τους κατηγόρησε για φθηνά κόλπα, φωνάζοντας ότι δεν κράτησαν τον λόγο τους.

Φωτογραφίες του 1977 από την υπόθεση απαγωγής και ομηρίας με πρωταγωνιστή τον Ελληνοαμερικανό Τόνι Κυρίτση
H δίκη και η ζωή μετά
H δίκη και η ζωή μετά
Έναν χρόνο αργότερα ο Τόνι Κυρίτσης δικάστηκε με τις κατηγορίες της απαγωγής και της πρόθεσης σε εγκληματική ενέργεια όντας οπλισμένος, ενώ πολλές Πολιτείες στις ΗΠΑ τάχθηκαν υπέρ του.
Οι περισσότεροι άνθρωποι τον έβλεπαν ως έναν ταλαίπωρο πολίτη, που απελπισμένος κατέφυγε στην απαγωγή, προκειμένου να μάθουν όλοι την αδικία που υπέστη.
Η υπερασπιστική του γραμμή στηρίχθηκε στην παράνοια και ο δικηγόρος του Νιλ Στάντον πέτυχε την αθώωση του Κυρίτση, για τον οποίο ο πρόεδρος διέταξε να περάσει από ψυχολογικά τεστ, κάτι που σήμαινε ότι μετά από έξι μήνες θα ήταν ελεύθερος.
Ο Έλληνας ομογενής, ωστόσο, τους εξέπληξε όλους αρνούμενος να το πράξει. Έτσι πέρασε έντεκα χρόνια σε διάφορα ψυχιατρικά ιδρύματα και φυλακές, προτού αφεθεί ελεύθερος το 1988, όταν οι θύμησες της συγκλονιστικής απαγωγής του Χολ είχαν αρχίσει να ξεθωριάζουν.
Βρήκε δουλειά ως πωλητής αυτοκινήτων και μέχρι το τέλος της ζωής του πίστευε ότι η πράξη του ήταν μια αντίσταση στην αδικία των ισχυρών απέναντι στους ανίσχυρους. Πέθανε το 2005 από φυσικά αίτια, σε ηλικία 72 ετών.
Από τη μεριά του, ο Ρίτσαρντ Χολ επέλεξε μετά την περιπέτειά του να μείνει μακριά από τα φώτα της δημοσιότητας. Δεν μίλησε ποτέ για τις 63 ώρες ομηρίας του, αρνήθηκε τα εκατοντάδες, αν όχι χιλιάδες, αιτήματα για συνεντεύξεις και χρειάστηκε να τον πείσει ο γιος του να γράψει ένα βιβλίο που κυκλοφόρησε το 2017.
Το σίγουρο είναι ότι μετά την απαγωγή του δεν ήταν ποτέ πια ο ίδιος άνθρωπος, αφού υπέστη νευρικό κλονισμό, κατάθλιψη και έχασε κάθε ενδιαφέρον για τη δουλειά του.
Ο γάμος του διαλύθηκε το 1979 και χρόνια μετά ένας φίλος του δήλωσε ότι όταν έπιασε δουλειά σε μια άλλη εταιρεία σχεδόν όλη τη μέρα κοίταζε έξω από το παράθυρο του γραφείου του. Πίστευε ότι ο Κυρίτσης θα επέστρεφε ξανά με τη «λουπάρα».
Διονύσης Θανάσουλας
ΠΡΩΤΟ ΘΕΜΑ