16 Οκτωβρίου 2025

📺Μητσοτάκης: Έσείς κ Ανδρουλάκη θα πιάνατε τον Τραμπ από το πέτο; Κι εσείς του ΣΥΡΙΖΑ υπερασπίζεστε την πολιτική του Τσίπρα που σας εγκατέλειψε; Γιατί επί 4 χρόνια δεν αναγνωρίσατε την Παλαιστίνη;


Σε υψηλούς τόνους συνεχίστηκε η συζήτηση στη Βουλή για την εξωτερική πολιτική στη Βουλή, με τον Κυριάκο Μητσοτάκη, στη δευτερολογία του, να εξαπολύσει επίθεση εναντίον του προέδρου του ΠΑΣΟΚ, Νίκου Ανδρουλάκη, με αφορμή την κριτική της αξιωματικής αντιπολίτευσης για τη στάση της Ελλάδας.

Ο πρωθυπουργός αναφέρθηκε προσωπικά στον Νίκο Ανδρουλάκη, λέγοντας χαρακτηριστικά: 

«Μιλήσατε, κύριε Ανδρουλάκη, για “νεκρή φύση”. Αναρωτιέμαι. Αν δεν είχαμε προσκληθεί στη Σύνοδο, τι θα λέγατε; Σας ενόχλησε η σκηνική παρουσία; Αν ήσασταν εσείς στη θέση μου, τι θα κάνατε; Θα πιάνατε τον Τραμπ από το πέτο και θα του λέγατε “go back, κύριε Τραμπ”;».

Ακολούθησε διάλογος και αντιπαράθεση με τον Νίκο Ανδρουλάκη: 

Πρωθυπουργός: «Μπορεί το στυλ του Τραμπ να μην αρέσει, αλλά θα συνιστούσα λίγο περισσότερο προσοχή. Ο καθένας μπορεί να έχει την άποψή του».

Ανδρουλάκης: «Είστε εκπρόσωπος των ΗΠΑ;»

Πρωθυπουργός: «Όχι κ. Ανδρουλάκη, είμαι πρωθυπουργός της Ελλάδας. Και με νοιάζουν τα εθνικά συμφέροντα. Και φροντίζω αυτή η χώρα να μην είναι το ρεντίκολο της ευρώπης όπως ήταν επί συριζα…».

Ο Κυριάκος Μητσοτάκης αναφέρθηκε στην πολιτική της Ελλάδας στο Παλαιστινιακό, τονίζοντας ότι η Αθήνα «στηρίζει σταθερά τη λύση των δύο κρατών, με το παλαιστινιακό κράτος να συνυπάρχει ειρηνικά δίπλα στο Ισραήλ».

Και πρόσθεσε: «Μου έκανε εντύπωση ότι κανείς σας δεν αναφέρθηκε στην απάνθρωπη επίθεση εναντίον νέων Ισραηλινών, που αποτέλεσε την αφορμή για την κλιμάκωση της κρίσης. Έχω πει ξεκάθαρα ότι η αντίδραση του Ισραήλ ξεπέρασε κάθε όριο, δεν δικαιολογείται η επίθεση σε αμάχους και παιδιά. Δεν τα έχετε ακούσει αυτά από εμένα; Τώρα τα ακούτε πρώτη φορά;».

Απάντηση σε Κωνσταντοπούλου για τα Τέμπη
Αναφερόμενος στη Ζωή Κωνσταντοπούλου για τις μομφές εναντίον του αναφορικά με τη δίκη για την τραγωδία των Τεμπών, τόνισε: 

«Εγκαλέσατε εμένα προσωπικά. Τα έχετε μπλέξει. Ο δικός σας χώρος, ο ΣΥΡΙΖΑ, είχε κάνει παραμάγαζο τη δικαιοσύνη. Η κυβέρνηση τη σέβεται και η δίκη των Τεμπών κόντρα σε όλους προσδιορίστηκε να ξεκινήσει και εκεί πραγματικά πιστέυω ότι θα αποδοθεί πραγματική δικαιοσύνη. Σε ένα κράτος δικαίου, αποδίδεται δικαιοσύνη στα δικαστήρια και όχι στον δρόμο».

Για χρόνο ομιλίας πολιτικών αρχηγών
Για τον χρόνο ομιλία των πολιτκών αρχηγών είπε: «Αν θέλουμε να κάνουμε τέτοιες συζητήσεις, οφείλουμε στοιχειωδώς να τηρούμε τον χρόνο. Συνιστά βαρύτατη περιφρόνηση ότι όλοι οι αρχηγοί μίλησαν με την ανοχή του προεδρείου διπλάσιο χρόνο από αυτό που είχαν. Αυτή η κατάσταση δεν μπορεί να συνεχιστεί. Επλίζω και εύχομαι ο νέος κανόνας της Βουλής να περιορισει και την απόλυτη περιφρόνηση των θεσμών του κοινοβουλίου».

Οι απαντήσεις του πρωθυπουργού στα θέματα που τέθηκαν από την αντιπολίτευση
Πιο αναλυτικά, ο πρωθυπουργός αναφερόμενος στη συνέχεια στην ονομαστική ψηφοφορία για το εργασιακό νομοσχέδιο, σημείωσε ότι 47 άρθρα ψηφίστηκαν με πάνω από 180 βουλευτές και πως ο ΣΥΡΙΖΑ αποχώρησε για να μη φανεί η διγλωσσία του.

Απαντώντας στην Ζωή Κωνσταντοπούλου ανέφερε ότι «ο δικός σας χώρος, ο ΣΥΡΙΖΑ είχε κάνει τη δικαιοσύνη παραμάγαζο, όπως ομολόγησε ο κ. Κοντονής με έναν τρόπο σοκαριστικό». Ο πρωθυπουργός ανέφερε ότι η δίκη των Τεμπών προσδιορίστηκε επιτέλους να ξεκινήσει τον Μάρτιο και «εκεί πιστεύω ότι θα αποδοθεί πραγματική δικαιοσύνη». Ο κ. Μητσοτάκης ανέφερε ότι σε ένα κράτος δικαίου η δικαιοσύνη αποδίδεται στα δικαστήρια και όχι στο πεζοδρόμιο.

Ερχόμενος στα ζητήματα της σημερινής συζήτησης και σχολιάζοντας όσα είπε ο Νίκος Ανδρουλάκης για τη διάσκεψη στο Σαρλ Εμ Σειχ. «Αν δεν είχαμε προσκληθεί τι ακριβώς θα λέγατε; Ότι η Ελλάδα περιφρονήθηκε, ότι δεν παίζει ρόλο. Αν ήσαστε στη θέση μου τι θα κάνατε, θα πιάνατε τον κ. Τραμπ από το πέτο και θα του λέγατε go back; Η χώρα μας παίζει σημαντικό ρόλο για την ειρήνευση στη Γάζα με την ελπίδα ότι θα περάσουμε από την εκεχειρία στην μόνιμη ειρήνη», σημείωσε.

Ο κ. Μητσοτάκης υπενθύμισε την επίθεση της 7ης Οκτωβρίου και το γεγονός ότι δεν αναφέρθηκε από την κα Κωνσταντοπούλου. «Έχω πει ότι η στρατιωτική αντίδραση του Ισραήλ ξεπέρασε κάθε όριο και οποιοσδήποτε στρατιωτικός στόχος δεν δικαιολογεί την απώλεια αμάχων. Τόσες φορές τα έχουμε πει αυτά και αναφερθήκατε στα παιδιά που ήρθαν από τη Γάζα με ειρωνικό τρόπο. Ξέρετε τι προσπάθεια χρειάστηκε; Δεν το κάναμε για σόου, αλλά για να βοηθήσουμε όπως στείλαμε τα αεροπλάνα να κάνουν ρίψεις», συνέχισε.

«Αναρωτιέμαι αν εμείς σήμερα είχαμε αναγνωρίσει το κράτος της Παλαιστίνης, όπως έχω πει ότι προτιθέμεθα να κανουμε, αυτό θα είχε βοηθήσει ή θα δυσχέραινε τον ρόλο μας; Η Ελλάδα είναι σωστά τοποθετημένη προκειμένου να παίξει ουσιαστικό ρόλο στις ειρηνευτικές διαδικασίες. Η Γαλλία αναγνώρισε και πιστεύετε ότι αυτό έκανε τη διαφορά; Η ειρήνη αυτή που πετύχαμε, μπορεί το στιλ και ο τρόπος του προέδρου Τραμπ να ξενίζει, είναι ο εκλεγμένος πρόεδρος των ΗΠΑ και οι ΗΠΑ είναι στρατηγικός εταίρος της πατρίδας μας. Θα συνιστούσα προσοχή», τόνισε.

«Είμαι πρωθυπουργός της Ελλάδος και φροντίζω να μην είναι το ρεντίκολο της Ευρώπης όπως ήταν επί ΣΥΡΙΖΑ», είπε σε άλλο σημείο της ομιλίας του, επαναλαμβάνοντας, απευθυνόμενος στον κ. Φάμελλο, ότι «η Ελλάδα ήταν μαύρο πρόβατο επί των ημερών σας».

Για τις ελληνοτουρκικές σχέσεις και όσα ακούστηκαν για την αναβολή της συνάντησής του με τον κ. Ερντογάν, αναρωτήθηκε γιατί δεν αντέδρασε το ίδιο η ιταλική αξιωματική αντιπολίτευση όταν έγινε το ίδιο με την κα Μελόνι. «Δεν ξέρω αν οι λόγοι ήταν πραγματικοί ή προσχηματικοί. Μπορεί η Τουρκία να ενοχλήθηκε ότι η Ελλάδα έφερε τη chevron , έκανε το θαλάσσιο χωροταξικό και τα θαλάσσια πάρκα. Για 3 χρόνια ο πρόεδρος Ερντογάν έλεγε ποιος είναι ο Μητσοτάκης δεν θέλω να τον συναντήσω. Εγώ έλεγα ότι ασχέτως των διαφορών μας επιδιώκουμε το διάλογο. Όταν συναντηθώ θα πω κατ' ιδίαν αυτά που λέω δημόσια. Επιδιώκουμε καλές σχέσεις, αλλά αν η Τουρκία θέλει κονδύλια από το SAFE, να γνωρίζει ότι αυτή η επιθυμία της περνάει από τη σύμφωνη θέση της Ελλάδας. Για να πάρει έστω και ένα ευρώ απαιτείται συμφωνία της Τουρκίας με την ΕΕ, η οποία απαιτεί ομοφωνία. Ας αφήσουμε τις κορώνες πατριωτισμού και ας σκεφτούμε ότι αυτή η δυνατότητα που έχουμε σήμερα ως χώρα μας δίνει σημαντικό διαπραγματευτικό όπλο. Σκοπός μας είναι να επιβεβαιώσουμε αποφάσεις του ευρωπαϊκού συμβουλίου που ορίζουν ότι η πρόοδος των σχέσεων της Τουρκίας με την ΕΕ είναι σταδιακή και μπορεί να είναι ανατρέψιμη. Όλοι γνωρίζουν ότι για να έρθει η Τουρκία κοντά στην Ευρώπη θα πρέπει να αλλάξει η στάση της απέναντι στην Ελλάδα και την Κύπρο», υπογράμμισε ο κ. Μητσοτάκης.

«Δεν θέλω να θυμίσω την Ελλάδα του 1980, τις προνομιακές σχέσεις της κυβέρνησης με την παλαιστινιακή ηγεσία, την περιφρόνηση στο Ισραήλ γιατί αρνείτο ο Ανδρέας Παπανδρέου να το αναγνωρίσει και ήταν η πρώτη απόφαση του Κωνσταντίνου Μητσοτάκη να το αναγνωρίσει. Επειδή όλοι έχουμε την ιστορία μας με τα θετικά και τα αρνητικά μας, δεν έχω διστάσει να πω ότι η είσοδος της Κύπρο στην ΕΕ, χωρίς να έχει επιλυθεί το κυπριακό, ήταν μια επιτυχία της κυβέρνησης Σημίτη. Με την ίδια άνεση μπορώ να πω ότι δυστυχώς το καθεστώς των γκρίζων ζωνών στο Αιγαίο παγιώθηκε τον Ιανούαριο του 1996 στα Ίμια», ανέφερε.

Ο πρωθυπουργός είπε ότι αν θέλει η Τουρκία να μπει στο SAFE θα πρέπει να απαλλάξει την Ελλάδα από την απειλή πολέμου και να σταματήσει τις θεωρίες περί γκρίζων ζωνών.

Ο κ. Μητσοτάκης σημείωσε πως αν αυτή τη στιγμή θεωρείται η Ρωσία η νούμερο ένα απειλή, να γνωρίζουμε ότι πρέπει η Ευρώπη να μπορεί να αντιδράσει και η Τουρκία είναι μια χώρα πολύ κοντά στη Ρωσία.

«Και οι ευρωπαίοι πρέπει να αντιληφθούν ότι θα πρέπει να είναι προσεκτικοί με μία χώρα που έχει αναλάβει το ρόλο του επιδέξιου ουδέτερου», πρόσθεσε.

Ο πρωθυπουργός υπενθύμισε ότι ήταν από τους πρώτους ηγέτες που μίλησε για την ανάγκη συλλογικής άμυνας στην Ευρώπη. «Για πολλές δεκαετίες η Ευρώπη παραμέλησε την άμυνά της. Εμείς δεν είχαμε ποτέ αυτή την πολυτέλεια για τους δικούς μας συγκεκριμένους γεωπολιτικούς λόγους. Η Ελλάδα σε αυτή τη συζήτηση έπαιξε καθοριστικό ρόλο. Ο πρώτος που μίλησε για τη ρήτρα διαφυγής στην Ευρώπη ήμουν εγώ. Ξοδεύουμε 3% του ΑΕΠ για την άμυνα και πολύ καλά κάνουμε γιατί είναι προϋπόθεση για την ελευθερία μας. Αλλά, ταυτόχρονα, η χώρα μπορεί να έχει πρωτογενές πλεόνασμα 2%. 'Ακουσα αυτές τις ωραίες θεωρίες της αριστεράς. Η άμυνα της χώρας ξεκινά από την ισχυρή άμυνα και αυτό για αυτή την κυβέρνηση είναι αδιαπραγμάτευτο. Η Ευρώπη έχει αντιληφθεί ότι πρέπει να υποστηρίξει τις επενδύσεις στην άμυνα», συμπλήρωσε.

Ο κ. Μητσοτάκης είπε ότι είναι κατάκτηση της Ευρώπης αυτό και πως η Ελλάδα έπαιξε πρωταγωνιστικό ρόλο όπως και στο μεταναστευτικό, σημειώνοντας ότι η φύλαξη των εξωτερικών συνόρων έγινε ευρωπαϊκή πολιτική.

Ο πρωθυπουργός απευθυνόμενος στον πρόεδρο του ΠΑΣΟΚ είπε ότι η μεγαλύτερη επιτυχια ήταν η είσοδος της Ελλάδος στην ΕΟΚ και όχι η είσοδος της Κύπρου στην ΕΕ. «Εκτός αν η ανάγκη σας να επικοινωνείτε με το όραμα του Ανδρέα Παπανδρέου είναι τόσο έντονη που σας θυμίζει το «ΕΟΚ και ΝΑΤΟ το ίδιο συνδικάτο». Το ΠΑΣΟΚ καταψήφισε την είσοδο της Ελλάδος στην τότε ΕΟΚ. Η μεγαλύτερη εθνική επιτυχία της χώρας ήταν η είσοδος στην ευρωπαϊκή οικογένεια, έργο αποκλειστικά του Κωνσταντίνου Καραμανλή», πρόσθεσε.

Ο πρωθυπουργός κλείνοντας είπε ότι η Ελλάδα έχει τις δυνατότητες να παίξει ουσιαστικό ρόλο στην ασφάλεια της νοτιοανατολικής Μεσογείου. «Δεν είμαστε πια μια χώρα επαίτης. Είμαστε χώρα που απολαμβάνει σεβασμό. Μια χώρα μεσαίου μεγέθους που προσπαθεί να ασκήσει εξωτερική πολιτική με σοβαρότητα υπερασπιζόμενη τα εθνικά συμφέροντα. Θα ήταν χρήσιμο μέσα από τις τοποθετήσεις σας να δούμε αν υπάρχουν κάποια πεδία που συμφωνείτε. Πχ κ. Ανδρουλάκη αν συμφωνείτε με τη διαπραγμάτευση του SAFE, αν πιστεύετε ότι η Ελλάδα πρέπει να είναι παρούσα στη Γάζα..», ανέφερε. 

Η δευτερολογία του πρωθυπουργού
Επιτρέψτε μου, κα Πρόεδρε, να ξεκινήσω με ένα επί της αρχής θέμα που αφορά τον τρόπο με τον οποίο διεξάγονται αυτές οι συζητήσεις.

Έχουμε πει πολλές φορές -και είχα την εντύπωση ότι είχαμε καταφέρει να επιβάλουμε στους εαυτούς μας ένα πλαίσιο αυτοδέσμευσης- ότι αν θέλουμε να κάνουμε τέτοιες συζητήσεις που να μπορούν και οι πολίτες να τις παρακολουθούν, οφείλουμε στοιχειωδώς να τηρούμε τον χρόνο. Το θεωρώ βαθύτατη περιφρόνηση και προς εμένα αλλά και προς τους συναδέλφους ότι ουσιαστικά όλοι οι αρχηγοί των κομμάτων της αντιπολίτευσης μίλησαν, με την ανοχή του Προεδρείου, ουσιαστικά διπλάσιο χρόνο από αυτόν τον οποίον είχαν. Και δεν είχαν λίγο, είχαν 20 λεπτά.

Αυτή η κατάσταση, κα Πρόεδρε, δεν μπορεί να συνεχιστεί άλλο. Ελπίζω και εύχομαι ο νέος τροποποιημένος Κανονισμός της Βουλής να μπορέσει, επιτέλους, να επιβάλλει αυστηρά περιθώρια χρόνου σε όλους τους ομιλητές, μηδενός εξαιρουμένου, ώστε να μην διαιωνίζεται αυτή η κατάσταση της απόλυτης περιφρόνησης των θεσμών, του κοινοβουλίου, με πρώτη διδάξασα προφανώς την κα Κωνσταντοπούλου. Διότι θα πρέπει να αντιληφθούμε ότι η κοινοβουλευτική δημοκρατία έχει τους κανόνες της και αυτοί θα πρέπει να γίνονται σεβαστοί.

Ένα δεύτερο εισαγωγικό σχόλιο, το οποίο αφορά -θέλω να αναφερθώ εδώ στο κόμμα του ΣΥΡΙΖΑ- σε αυτά τα οποία έγιναν στην αίθουσα στη χθεσινή ονομαστική ψηφοφορία για το εργασιακό νομοσχέδιο. Παρακολουθούσα τη συζήτηση και πραγματικά θα πίστευε κανείς ότι έχει επέλθει ο «εργασιακός μεσαίωνας», ακούγοντας όλα ανεξαιρέτως τα κόμματα της αντιπολίτευσης να στηλιτεύουν εν συνόλω το νομοσχέδιο αυτό. Όταν, όμως, είδαμε τα αποτελέσματα της ονομαστικής ψηφοφορίας, 47 άρθρα, παραπάνω από τα μισά, ψηφίστηκαν από πάνω από 180 βουλευτές.

Και φυσικά ο ΣΥΡΙΖΑ, για να μη βρεθεί στη δύσκολη θέση να αναγκαστεί να καταψηφίσει μια σειρά από άρθρα τα οποία εμφανώς ήταν υπέρ των εργαζομένων, αποχώρησε. Για να μην εκτεθείτε, κ. Φάμελλε, στη βάσανο της ονομαστικής ψηφοφορίας, για να αναδειχθεί περίτρανα η απόλυτη και αφόρητη διγλωσσία και υποκρισία σας και ο τρόπος με τον οποίο φροντίζετε κάθε φορά να διαστρεβλώνετε την πραγματικότητα και να παρουσιάζετε μια άλλη εικόνα για τα νομοσχέδια τα οποία ψηφίζονται σε αυτή την αίθουσα.

Έρχομαι τώρα στο ζήτημα το οποίο μας απασχόλησε σήμερα, αφού δώσω μια απάντηση στην κα Κωνσταντοπούλου. Αναφερθήκατε σε μια δίκη η οποία ξεκίνησε στη Λάρισα χθες και εγκαλέσατε την κυβέρνηση και εμένα προσωπικά να σας απαντήσω για τη στάση κάποιων κατηγορούμενων και τις αποφάσεις του δικαστηρίου. Τα έχετε μπλέξει, κα Κωνσταντοπούλου. Ο δικός σας χώρος, ο ΣΥΡΙΖΑ ήταν αυτός ο οποίος είχε κάνει τη Δικαιοσύνη παραμάγαζο, όπως ομολόγησε ο κ. Κοντονής, με έναν τρόπο πραγματικά σοκαριστικό. Η κυβέρνηση αυτή έχει αποδείξει ότι σέβεται την ανεξαρτησία της Δικαιοσύνης.

Η δίκη των Τεμπών, κόντρα σε όσους έκαναν ό,τι περνούσε από το χέρι τους για να μην ξεκινήσει, προσδιορίστηκε επιτέλους να ξεκινήσει τον Μάρτιο του επόμενου έτους και εκεί πραγματικά πιστεύω, και εγώ και όλοι οι Έλληνες πολίτες, ότι θα αποδοθεί πραγματική δικαιοσύνη. Διότι σε ένα κράτος δικαίου η δικαιοσύνη αποδίδεται στα δικαστήρια, όχι στο πεζοδρόμιο, και όχι πάντως από κατ’ όνομα «εθνικούς εισαγγελείς», οι οποίοι με τη στάση τους περιφρονούν συστηματικά τη Δικαιοσύνη, την ανεξαρτησία της οποίας εμείς έχουμε χρέος να υπερασπιστούμε.

Έρχομαι τώρα στα ζητήματα της σημερινής συζήτησης. Και πρώτα θέλω να σχολιάσω αυτά τα οποία άκουσα από τον κ. Ανδρουλάκη για τη διάσκεψη στο Σαρμ Ελ Σέιχ. Μιλήσατε για «νεκρή φύση», δηλαδή για μία σκηνική παρουσία από ό,τι κατάλαβα, η οποία ενδεχομένως να μην ταίριαζε στην αισθητική σας, ότι πήγαμε μόνο για τη φωτογραφία, ότι ουσιαστικά η παρουσία μας εκεί ήταν περίπου περιττή.

Αναρωτιέμαι, κ. Ανδρουλάκη, εάν δεν είχαμε προσκληθεί, τι ακριβώς θα λέγατε; Ότι «η Ελλάδα περιφρονήθηκε», ότι «η Ελλάδα δεν παίζει κανένα ρόλο», ότι «η Ελλάδα είναι ασήμαντη». Και τώρα που πήγαμε εκεί σας ενόχλησε η σκηνική παρουσία. Δηλαδή, δεν κατάλαβα, αν ήσασταν εσείς στη θέση μου τι θα κάνατε; Θα πιάνατε τον κ. Trump από το πέτο και θα του λέγατε «go back, κ. Trump»; Θα κάνατε κάτι διαφορετικό από αυτό το οποίο έκαναν όλοι οι Ευρωπαίοι ηγέτες οι οποίοι βρέθηκαν εκεί;

Το γεγονός ότι η Ελλάδα ήταν παρούσα σε αυτή τη διάσκεψη είναι, αν μη τι άλλο, μία αναγνώριση ότι η χώρα μας παίζει έναν σημαντικό ρόλο -όχι μόνο σήμερα, αλλά και στην επόμενη μέρα- για την ειρήνευση στη Γάζα, με την ελπίδα ότι πράγματι θα μπορέσουμε να περάσουμε από αυτή την προσωρινή εκεχειρία σε μία μόνιμη ειρήνη, η οποία θα έχει χαρακτηριστικά τέτοια που να επιτρέψει, κα Κωνσταντοπούλου, στον παλαιστινιακό λαό, επιτέλους, να αποκτήσει ένα κράτος το οποίο θα διοικείται από μία παλαιστινιακή οντότητα και το οποίο θα συνυπάρχει δίπλα με το κράτος του Ισραήλ, με ασφάλεια και ειρήνη.

Μου έκανε πολύ εντύπωση ότι κανείς από τους ομιλητές δεν αναφέρθηκε στο γεγονός ότι η γενεσιουργός αιτία αυτής της ανθρωπιστικής καταστροφής η οποία συντελέστηκε στη Γάζα ήταν μία επίθεση η οποία έγινε την 7η Οκτωβρίου 2023, όπου δολοφονήθηκαν στυγνά από τη Χαμάς παραπάνω από 1.200 πολίτες του Ισραήλ. Αυτό δεν υπάρχει για εσάς. Λες και δεν έγινε ποτέ. Δεν αναφέρομαι σε εσάς, αναφέρομαι στην κα Κωνσταντοπούλου.

Και εγώ ο ίδιος επανειλημμένως έχω πει δημόσια και κατ’ ιδίαν, και στον Πρωθυπουργό και στον Πρόεδρο του Ισραήλ, ότι η στρατιωτική αντίδραση του Ισραήλ ξεπέρασε κάθε όριο και ότι αυτή τη στιγμή δεν είναι δυνατόν -και αυτό είπα και στην ομιλία μου- οποιοσδήποτε στρατιωτικός στόχος να δικαιολογεί την απώλεια τόσων αμάχων και δη παιδιών.

Δεν τα έχετε ακούσει ότι τα έχω πει αυτά τόσες φορές; Τόσες φορές τα έχουμε πει αυτά. Τόσες φορές, κα Κωνσταντοπούλου.

Αναφερθήκατε στα παιδιά τα οποία ήρθαν από τη Γάζα, με πολύ ειρωνικό τρόπο για την παράταξη αυτή και με πολύ προσβλητικό τρόπο και με υπονοούμενα και για τον Υπουργό Εξωτερικών. Ξέρετε τι προσπάθεια χρειάστηκε για να βγουν τα παιδιά αυτά από τη Γάζα; Δεν το κάναμε σόου, δεν το κάναμε για όρους επικοινωνίας. Το κάναμε για να βοηθήσουμε κατατρεγμένα παιδιά και αν χρειαστεί θα το ξανακάνουμε.

Όπως στείλαμε αεροπλάνα της Πολεμικής Αεροπορίας να κάνουν ανθρωπιστικές ρίψεις στη Γάζα, σε ένα δύσκολο, ενδεχομένως και επικίνδυνο, πεδίο. Η στάση μας, λοιπόν, στα ζητήματα αυτά είναι απολύτως ξεκάθαρη.

Αλλά αναρωτιέμαι αν εμείς σήμερα είχαμε αναγνωρίσει κράτος της Παλαιστίνης, όπως έχω πει ότι προτιθέμεθα να κάνουμε κάποια στιγμή, όταν κρίνουμε ότι οι συνθήκες είναι κατάλληλες, αυτό θα μας είχε βοηθήσει ή θα δυσχέραινε τον ρόλο μας την επόμενη μέρα; Ως μίας χώρας η οποία μπορεί να έχει, και πρέπει να έχει, μία παρουσία στα τεκταινόμενα αυτής της ειρηνευτικής διαδικασίας.

Η άποψή μου είναι ότι αυτή τη στιγμή, με τη στάση την οποία έχουμε τηρήσει, με την αναγνώριση που έχουμε και από την Παλαιστινιακή Αρχή ότι έχουμε έντιμες σχέσεις και με την Παλαιστινιακή Αρχή και με τον παλαιστινιακό λαό αλλά και με το κράτος του Ισραήλ, η Ελλάδα είναι σωστά τοποθετημένη Προκειμένου να μπορέσει την επόμενη μέρα να παίξει έναν ουσιαστικό ρόλο στις ειρηνευτικές διαδικασίες όποτε αυτές…

Η Γαλλία, ναι, αναγνώρισε. Πιστεύετε ότι πραγματικά αυτό έκανε διαφορά; Γιατί η ειρήνη αυτή την οποία πετύχαμε, γιατί μπορεί σε κάποιους αυτό το οποίο θα πω να μην αρέσει, μπορεί το στυλ και ο τρόπος του Προέδρου Trump να ξενίζει, και, κ. Ανδρουλάκη, θα σας συνιστούσα να είστε πιο προσεκτικός όταν χρησιμοποιείτε χαρακτηρισμούς για τον Πρόεδρο Trump. Ο καθένας μπορεί να έχει την άποψή του αλλά είναι ο εκλεγμένος Πρόεδρος των Ηνωμένων Πολιτειών και οι Ηνωμένες Πολιτείες είναι στρατηγικός εταίρος της πατρίδας μας. Άρα, θα συνιστούσα λίγο περισσότερη προσοχή. Ο καθένας, λοιπόν, μπορεί να έχει την άποψη του για τον τρόπο…

Όχι, κ. Ανδρουλάκη. Είμαι Πρωθυπουργός της Ελλάδος. Αγωνίζομαι να υπερασπίζομαι τα εθνικά συμφέροντα. Και κάνω την Ελλάδα ισχυρή και επενδύω στις Ένοπλες Δυνάμεις. Και φροντίζω αυτή η χώρα να μην είναι πια το «ρεντίκολο» της Ευρώπης, όπως ήταν επί κυβέρνησης ΣΥΡΙΖΑ. Στην ελληνική Βουλή σάς λέω αλήθειες που δυστυχώς δεν σας αρέσουν.

Τι είπατε, κ. Φάμελλε; Με ντροπιαστικές εκφράσεις. Γιατί, δεν ήταν η Ελλάδα το «μαύρο πρόβατο» επί ημερών σας; Δεν ήταν περίγελος η Ελλάδα επί των ημερών σας; Δεν μας ξεφτιλίσατε όταν κάνατε το δημοψήφισμα και πήγατε να οδηγήσετε τη χώρα στον γκρεμό; Τα ξεχάσατε όλα αυτά.

Έρχομαι τώρα στα ζητήματα τα οποία αφορούν στις σχέσεις μας με την Τουρκία. «Μεγάλο διπλωματικό επεισόδιο», «οικτρή αποτυχία» το γεγονός ότι αναβλήθηκε, με υπαιτιότητα της Τουρκίας, η συνάντησή μου με τον κ. Erdoğan. Μεγάλη αντάρα σηκώθηκε στην Ελλάδα. Όταν έγινε το ίδιο με την κα Meloni, γιατί δεν υπήρχε αντίδραση της ιταλικής αξιωματικής αντιπολίτευσης;

Πολύ απλά, κ. Ανδρουλάκη, γιατί αυτά στον Οργανισμό Ηνωμένων Εθνών ενίοτε συμβαίνουν. Εγώ δεν μπορώ να γνωρίζω τους λόγους, αν οι λόγοι ήταν πραγματικοί ή προσχηματικοί. Μπορεί να ήταν πραγματικοί, μπορεί να ήταν και προσχηματικοί.

Και πράγματι, ναι, μπορεί η Τουρκία να ενοχλήθηκε από το γεγονός ότι η Ελλάδα έφερε τη Chevron, ότι ολοκλήρωσε τον σχεδιασμό της θαλάσσιας χωροταξίας, ότι έκανε τα Θαλάσσια Πάρκα και αυτή να ήταν η αντίδραση της Τουρκίας, επιλέγοντας εκείνη τη στιγμή να μην συναντηθεί ο Τούρκος Πρόεδρος μαζί μου.

Εξάλλου, ξέρετε, δεν είναι η πρώτη φορά. Θέλω να θυμίσω ότι για τρία χρόνια, όταν δίναμε τη δύσκολη μάχη στον Έβρο και προστατεύαμε τα ελληνικά σύνορα από μία οργανωμένη εισβολή μεταναστών, ο Πρόεδρος Erdoğan έλεγε τότε «ποιος είναι ο Μητσοτάκης, εγώ δεν θέλω να τον συναντήσω». «Μητσοτάκης γιοκ».

Και εγώ έλεγα και τότε, ασχέτως των διαφορών μας, εμείς επιδιώκουμε πάντα τον διάλογο. Το ίδιο λέω και τώρα. Να είστε σίγουρος ότι θα ξανασυναντηθώ με τον κ. Erdoğan. Και όταν συναντηθώ θα πω κατ’ ιδίαν αυτά τα οποία λέω δημόσια, ότι εμείς επιδιώκουμε καλές σχέσεις με την Τουρκία, αλλά αυτή τη στιγμή εάν η Τουρκία φιλοδοξεί να έχει κάποιον ρόλο στην ευρωπαϊκή άμυνα και θέλει να εξασφαλίσει κονδύλια από το μηχανισμό του SAFE, θα πρέπει να γνωρίζει ότι αυτή η επιθυμία της περνάει μέσα από τη σύμφωνη γνώμη της Ελλάδος.

Και αυτό, κ. Ανδρουλάκη, το οποίο εσείς το αμφισβητήσατε όταν έγινε, αποτελεί μία μεγάλη επιτυχία της ελληνικής εξωτερικής πολιτικής και της διαπραγματευτικής μας ομάδας στις Βρυξέλλες. Δεν ήταν εύκολο να γίνει.

Και ξέρετε πολύ καλά ότι αυτή τη στιγμή, για να πάρει έστω και ένα ευρώ η Τουρκία από το SAFE, απαιτείται συμφωνία της Τουρκίας με την Ευρωπαϊκή Ένωση η οποία απαιτεί ομοφωνία. Το ξέρετε αυτό ή αν δεν το ξέρατε θα έπρεπε να το έχετε μάθει εκ των υστέρων και τουλάχιστον να διορθώσετε τις αρχικές σας δηλώσεις.

Ας αφήσουμε, λοιπόν, τις κορώνες πατριωτισμού και ας σκεφτούμε ότι αυτή η δυνατότητα την οποία έχουμε σήμερα ως χώρα μάς δίνει ένα σημαντικό διαπραγματευτικό όπλο.

Ο σκοπός μας, κ. Ανδρουλάκη, δεν είναι να έρθουμε σε τροχιά ρήξης με την Τουρκία. Ο σκοπός μας είναι να μπορέσουμε να επιβεβαιώσουμε αποφάσεις του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου, οι οποίες ορίζουν με σαφήνεια ότι η πρόοδος των σχέσεων της Ευρώπης με την Τουρκία εξαρτάται από τον σεβασμό της κυριαρχίας και των κυριαρχικών δικαιωμάτων κρατών μελών και ότι η πρόοδος αυτή μπορεί να είναι σταδιακή και υπό προϋποθέσεις αντιστρέψιμη.

Αυτό το οποίο μας ζητήσατε να κάνουμε, το «νέο Ελσίνκι», το έχουμε ήδη πετύχει σε συμπεράσματα του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου. Όλοι γνωρίζουν σήμερα ότι για να έρθει η Τουρκία πιο κοντά στην Ευρώπη θα πρέπει να αλλάξει η στάση της απέναντι στην Ελλάδα και στην Κύπρο. Και μακάρι να το πετύχουμε. Φαντάζομαι ότι αυτό θα θέλαμε τελικά.

Γιατί περιγράψατε το casus belli ωσάν να είναι κάτι περίπου αδιάφορο ή τις «γκρίζες ζώνες» ωσάν να μην είναι ένα ζήτημα το οποίο πρέπει να βάλουμε στο τραπέζι των διαπραγματεύσεων μετ’ επιτάσεως, διότι ουσιαστικά συνιστούν αμφισβήτηση όχι κυριαρχικών δικαιωμάτων, αλλά ελληνικής κυριαρχίας.

Δεν θέλω να κάνω ιστορικές διαδρομές ούτε θέλω να θυμίσω την Ελλάδα του 1980, τις προνομιακές σχέσεις που είχε τότε η Ελληνική Κυβέρνηση με την παλαιστινιακή ηγεσία, την περιφρόνηση τότε στο Ισραήλ. Θέλω να θυμίσω ότι η Ελλάδα ήταν η τελευταία ευρωπαϊκή χώρα η οποία αναγνώρισε το Ισραήλ, διότι αρνείτο ο Ανδρέας Παπανδρέου να αναγνωρίσει το Ισραήλ. Και η πρώτη απόφαση του Κωνσταντίνου Μητσοτάκη ήταν να αναγνωρίσει το Ισραήλ και ήμασταν η τελευταία χώρα η οποία αναγνώρισε το Ισραήλ.

Και, εν πάση περιπτώσει, επειδή όλοι θυμόμαστε το τι έχει συμβεί και όλοι έχουμε την ιστορία μας, με τα θετικά μας και με τα αρνητικά μας, εγώ δεν έχω διστάσει να πω δημόσια ότι η είσοδος της Κύπρου στην Ευρωπαϊκή Ένωση, χωρίς να έχει επιλυθεί το Κυπριακό, ήταν μια μεγάλη επιτυχία της Ελλάδος, του Ελληνισμού, της Κύπρου. Και ναι, μία επιτυχία η οποία πιστώνεται στον αείμνηστο Κώστα Σημίτη. Δεν έχω δυσκολία εγώ αυτό να το αναγνωρίσω.

Με την ίδια, όμως, άνεση μπορώ να σας πω ότι, δυστυχώς, το καθεστώς των «γκρίζων ζωνών» στο Αιγαίο παγιώθηκε στα Ίμια τον Ιανουάριο του 1996. Και τα δύο ισχύουν. Όλοι έχουμε την ιστορία μας, θετική και αρνητική. Μην βλέπουμε, λοιπόν, μόνο μία πτυχή.

Η πραγματικότητα, λοιπόν, αυτή τη στιγμή είναι ότι η Τουρκία, εάν θέλει να μπει στο πρόγραμμα SAFE, θα πρέπει να απαλλάξει την Ελλάδα από την απειλή πολέμου και να σταματήσει η διαρκής αμφισβήτηση ελληνικών νησιών στο Αιγαίο, μέσα από την ανυπόστατη θεωρία των «γκρίζων ζωνών». Και αυτό είναι ένα διαπραγματευτικό όπλο το οποίο έχουμε στα χέρια μας.

Και σας διαβεβαιώνω ότι και άλλοι Ευρωπαίοι, και άλλες ευρωπαϊκές χώρες, αντιλαμβάνονται ότι σε αυτή την κρίσιμη γεωπολιτική συγκυρία, το να έρθουν πολύ κοντά στην Τουρκία δεν εξυπηρετεί κατ’ ανάγκη, όχι τα συμφέροντα της Ελλάδος, αλλά τα συμφέροντα της Ευρώπης.

Διότι αν αυτή τη στιγμή θεωρείται η Ρωσία -και δικαιολογημένα, θα έλεγα, για πολλές ευρωπαϊκές χώρες- η νούμερο ένα απειλή, διότι έχει εισβάλλει στην Ουκρανία και απειλεί ευθέως χώρες οι οποίες είναι μέλη της Ευρωπαϊκής Ένωσης, από τη στιγμή λοιπόν που έχει συμβεί αυτό, πρέπει να γνωρίζουμε ότι πρέπει με κάποιο τρόπο η Ευρώπη να μπορεί να αντιδράσει.

Και η Τουρκία αυτή τη στιγμή είναι μια χώρα η οποία είναι πολύ κοντά στη Ρωσία. Είναι μια χώρα η οποία αγοράζει φυσικό αέριο και πετρέλαιο από τη Ρωσία, είναι μια χώρα η οποία προμηθεύεται πυρηνική τεχνολογία από τη Ρωσία. Άρα, και οι Ευρωπαίοι φίλοι μας θα πρέπει να αντιληφθούν ότι αν θεωρούν τη Ρωσία ως την πρώτη υπαρξιακή απειλή για την ευρωπαϊκή ήπειρο, θα πρέπει να είναι προσεκτικοί όταν προσεγγίζουν μια χώρα η οποία έχει αναλάβει τον ρόλο του «επιτήδειου ουδέτερου». Και αυτό είναι κάτι το οποίο σας διαβεβαιώνω ότι πολλές ευρωπαϊκές χώρες το αντιλαμβάνονται.

Να έρθω λίγο στα ζητήματα της άμυνας και των πρωτοβουλιών που έχουμε αναλάβει προκειμένου να μπορέσουμε να δημιουργήσουμε τις απαραίτητες προϋποθέσεις για τη λεγόμενη ευρωπαϊκή στρατηγική αυτονομία. Θέλω να θυμίσω ότι ήμουν από τους πρώτους ηγέτες ο οποίος μίλησε για την ανάγκη, μαζί με τον Πρόεδρο Macron, η Ευρώπη να αποκτήσει μεγαλύτερη ιδιοκτησία της ευθύνης για τη δική της συλλογική άμυνα.

Και είναι επίσης αλήθεια το γεγονός ότι για πολλές δεκαετίες η Ευρώπη παραμέλησε την άμυνά της. Διότι μετά την πτώση του Τείχους ήταν πολύ εύκολο για πολλές ευρωπαϊκές χώρες να ξοδεύουν λιγότερο από το 1% του ΑΕΠ τους σε αμυντικούς εξοπλισμούς και να δαπανούν τα υπόλοιπα χρήματα σε κοινωνικό κράτος ή σε αυξήσεις μισθών και συντάξεων. Εμείς, όπως ξέρετε, δεν είχαμε ποτέ αυτή την πολυτέλεια, για τους δικούς μας συγκεκριμένους γεωπολιτικούς λόγους.

Τώρα, όμως, έχει έρθει η ώρα που η Ευρώπη επιτέλους αντιλαμβάνεται ότι πρέπει να δει τα ζητήματα της άμυνας μέσα από μια διαφορετική οπτική γωνία. Και η Ελλάδα σε αυτή τη συζήτηση έπαιξε καθοριστικό ρόλο.

Ο πρώτος ο οποίος μίλησε στην Ευρώπη για την ανάγκη δρομολόγησης της περιβόητης ρήτρας διαφυγής ήμουν εγώ. Και η ρήτρα διαφυγής έγινε πράξη. Τι είναι η ρήτρα διαφυγής; Η δυνατότητα να κάνουμε κάποιες επιπρόσθετες αμυντικές δαπάνες οι οποίες δεν προσμετρώνται στην οροφή των δαπανών μας. Αρα, δεν κινδυνεύουμε, εάν αυξήσουμε και άλλο τις αμυντικές μας δαπάνες, να μπούμε σε διαδικασία υπερβολικού ελλείμματος.

Και πρέπει να σας πω ότι η χώρα μας έχει πετύχει κάτι το οποίο είναι πραγματικά αξιοθαύμαστο. Ναι, ξοδεύουμε 3% του ΑΕΠ μας για την άμυνα. Και πολύ καλά κάνουμε, διότι είναι προϋπόθεση για την ελευθερία μας. Αλλά ταυτόχρονα, κα Κωνσταντοπούλου, ξοδεύοντας 3% για την άμυνα η χώρα μπορεί και έχει πρωτογενές πλεόνασμα της τάξης του 2%.

Το μάθημα, λοιπόν, των εξοπλισμών χωρίς δημοσιονομική πειθαρχία…

Άκουσα αυτές τις πολύ ωραίες θεωρίες της αριστεράς, το είπε και ο κ. Φάμελλος. «Η άμυνα», λέει, «της χώρας ξεκινάει από τη διπλωματία». Αλήθεια; Να γίνουμε και εμείς σαν την Κόστα Ρίκα λοιπόν, χωρίς στρατό αλλά να λέμε ότι έχουμε ισχυρή διπλωματία. Η άμυνα της χώρας ξεκινάει από την ισχυρή άμυνα και αυτό είναι αδιαπραγμάτευτη προτεραιότητα αυτής της κυβέρνησης.

Και αν δείτε, για να μην θυμίσω… Τα έχω ξαναπεί, δεν θέλω να θυμίσω στο Σώμα την κατάσταση των Ενόπλων Δυνάμεων την οποία παραλάβαμε τον Ιούλιο του 2019. Ας την αφήσουμε αυτή τη συζήτηση, να μην την κάνουμε, κ. Φάμελλε, δημόσια.

Η Ευρώπη, λοιπόν, σήμερα έχει αντιληφθεί ότι πρέπει να υποστηρίξει τις επενδύσεις στην άμυνα. Και αυτό το κάνει με πολλούς διαφορετικούς τρόπους: με τη ρήτρα διαφυγής, με το εργαλείο SAFE, με την επισημοποίηση ότι θα υπάρχουν ευρωπαϊκά έργα, τα οποία είναι έργα που προστατεύουν όλους τους Ευρωπαίους, όπως μία αντιπυραυλική άμυνα ή μία άμυνα κατά των drones, τα οποία ενδεχομένως -δεν είμαστε εκεί ακόμα, αλλά θα εξακολουθούμε να πιέζουμε γι’ αυτό- να μπορούν να χρηματοδοτηθούν και από ευρωπαϊκούς πόρους.

Αυτό είναι μία κατάκτηση της Ευρώπης και η Ελλάδα έπαιξε πρωταγωνιστικό ρόλο σε αυτή την προσπάθεια. Όπως έπαιξε πρωταγωνιστικό ρόλο, διότι όλα τα ζητήματα συνδέονται, και στο προσφυγικό ζήτημα. Είναι ζήτημα το οποίο έχει μία σημαντική διάσταση εθνικής ασφάλειας. Ήμασταν μόνοι ή από τους λίγους, το 2020, όταν όλοι στην Ευρώπη μιλούσαν για δευτερογενείς ροές και μας πίεζαν για την εφαρμογή του «Δουβλίνου», που λέγαμε ότι μία σωστή μεταναστευτική πολιτική ξεκινά πρώτα και πάνω απ’ όλα από τη φύλαξη των εξωτερικών συνόρων. Το κάναμε πράξη και έγινε ευρωπαϊκή πολιτική.

Κατά τα άλλα, η Ελλάδα δεν έχει, σύμφωνα με αυτά τα οποία λέει η αντιπολίτευση, λόγο, ρόλο και φωνή στην Ευρωπαϊκή Ένωση.

Έχουμε, λοιπόν, σήμερα ένα πολύ θετικό πρώτο κείμενο από την Ευρωπαϊκή Επιτροπή, έναν οδικό χάρτη ο οποίος αναφέρεται συγκεκριμένα σε μία άμυνα 360 μοιρών, ξεχωρίζοντας, προφανώς, τα ανατολικά σύνορα ως σύνορα στα οποία αυτή τη στιγμή υπάρχει μια μεγάλη κρίση, αναγνωρίζοντας όμως ταυτόχρονα ότι όποιες επενδύσεις γίνονται στην ευρωπαϊκή άμυνα πρέπει να αφορούν όλες τις χώρες που βρίσκονται στα εξωτερικά σύνορα και αυτό είναι, προφανώς, κάτι το οποίο η Ελλάδα το χαιρετίζει και φροντίζει να το υποστηρίξει, με έναν τρόπο ο οποίος θα οδηγήσει τελικά και σε συγκεκριμένα αποτελέσματα.

Τέλος, γιατί δεν θέλω να κάνω περισσότερη κατάχρηση του χρόνου και κ. Πρόεδρε -συγγνώμη, δεν ήσασταν εσείς στην έδρα- θέλω να ενημερώσω τους κυρίους συναδέλφους ότι δεν θα μπορέσω να παρακολουθήσω όλη τη συζήτηση, διότι αν είχατε φροντίσει να τηρήσετε τον χρόνο σας θα ήμασταν τώρα δύο ώρες μείον σε σχέση με το πού βρισκόμαστε.

Λοιπόν, από εδώ και στο εξής αν θέλετε πραγματικά να υπάρχει δική μου παρουσία, θα πρέπει να φροντίζετε να τηρείτε τον χρόνο σας. Όχι, δεν έχω καμία υποχρέωση να σας ακούω να μιλάτε τον διπλό χρόνο από αυτόν τον οποίο έχετε. Δεν έχω καμία υποχρέωση να το κάνω. Θα σεβαστείτε εσείς τη Βουλή για να μπορώ και εγώ να σέβομαι εσάς.

Λοιπόν, είπατε κάτι, κ. Ανδρουλάκη…

Ε, πώς δεν φταίτε; Μιλήσατε και εσείς τον διπλάσιο χρόνο.

Λοιπόν, είπατε κάτι το οποίο μου έκανε πολύ εντύπωση, κ. Ανδρουλάκη, και θέλω να κλείσω με αυτό. Είπατε -και θα σας ζητούσα πραγματικά να το ανακαλέσετε διότι δεν είναι σωστό αυτό να λέγεται από έναν Έλληνα πολιτικό αρχηγό- ότι η μεγαλύτερη επιτυχία της ελληνικής εξωτερικής πολιτικής από τη Μεταπολίτευση και μετά ήταν η είσοδος της Κύπρου στην Ευρωπαϊκή Ένωση.

Όχι, κ. Ανδρουλάκη. Η μεγαλύτερη επιτυχία της χώρας ήταν η είσοδος της Ελλάδος στην ΕΟΚ το 1979. Γιατί κουνάτε το χέρι σας; Δεν συμφωνείτε; Δεν συμφωνείτε με αυτή τη διατύπωση; Η Κύπρος ήταν πιο σημαντική από την Ελλάδα. Να μου το εξηγήσετε παρακαλώ αυτό.

Εκτός αν η ανάγκη σας να επικοινωνείτε με το «όραμα» ή την «παρουσία» του Ανδρέα Παπανδρέου, γιατί βλέπω ότι συνέχεια κάνετε αναφορές στην δεκαετία του ’80, είναι τόσο έντονη που σας θυμίζει…

Όχι, καθόλου, το «ΕΟΚ και ΝΑΤΟ το ίδιο συνδικάτο» ο Ανδρέας Παπανδρέου το έλεγε. Όπως ο Ανδρέας Παπανδρέου πολέμησε λυσσαλέα και καταψήφισε την είσοδο της Ελλάδας στην τότε ΕΟΚ. Καλό είναι να τακτοποιούμε τα της ιστορίας με έναν τρόπο ο οποίος είναι σωστός και αντικειμενικός.

Η μεγαλύτερη εθνική επιτυχία της χώρας, το επαναλαμβάνω, ήταν η είσοδος της πατρίδας μας στην ευρωπαϊκή οικογένεια. Έργο αποκλειστικά και μόνο του Κωνσταντίνου Καραμανλή, για το οποίο πολεμήθηκε λυσσαλέα από όλες τις δυνάμεις της αντιπολίτευσης.

Και καλό είναι, έστω και τώρα, όπως εγώ είχα το θάρρος να πω ότι ήταν μεγάλη επιτυχία του Κώστα Σημίτη η είσοδος της Κύπρου στην Ευρώπη, επιτέλους αυτό να μπορέσετε να το αναγνωρίσετε.

Κλείνω, λοιπόν, κ. Πρόεδρε, εκφράζοντας για ακόμα μία φορά την πίστη μου ότι η Ελλάδα σήμερα έχει τις δυνατότητες να παίξει έναν ουσιαστικό, πρωταγωνιστικό ρόλο στην ασφάλεια της ευρύτερης Ανατολικής Μεσογείου. Είμαστε μία χώρα η οποία έχει ανακτήσει το χαμένο της κύρος. Είμαστε μία χώρα η οποία πατάει καλά στα πόδια της ως προς τα δημόσια οικονομικά, είμαστε μία χώρα της οποίας η φωνή ακούγεται στην Ευρώπη, και στο Ευρωπαϊκό Συμβούλιο αλλά και στα Συμβούλια Υπουργών.

Δεν είμαστε πια μια χώρα επαίτης, όπως δυστυχώς ήμασταν στα χρόνια των τριών μνημονίων. Είμαστε μία χώρα η οποία έχει σημαντικές στρατηγικές συμμαχίες, όχι μόνο με τις Ηνωμένες Πολιτείες αλλά και με όλες τις χώρες του Κόλπου.

Είμαστε μία χώρα η οποία απολαμβάνει σεβασμό. Δεν είμαστε μία υπερδύναμη. Είμαστε μία χώρα μεσαίου μεγέθους, η οποία προσπαθεί να ασκήσει εξωτερική πολιτική με σοβαρότητα, υπευθυνότητα και υπερασπιζόμενη πάντα τα εθνικά συμφέροντα.

Δεν πάσχουμε από κανένα μικρομεγαλισμό. Ξέρουμε τα όριά μας, ξέρουμε τις δυνατότητές μας. Αλλά πράγματι, όταν βλέπω και θυμάμαι παλιές συζητήσεις για την εξωτερική πολιτική, θυμάμαι ότι όταν η εξωτερική πολιτική και όταν οι τοποθετήσεις γύρω από την εξωτερική πολιτική γίνονται με το ένα μάτι στο εσωτερικό ακροατήριο, κατά κανόνα δεν υπηρετούμε τα εθνικά συμφέροντα.

Θα ήταν χρήσιμο, λοιπόν, μέσα από τις τοποθετήσεις σας και μέσα από τις δευτερολογίες σας να δούμε αν υπάρχουν έστω κάποια πεδία στα οποία συμφωνείτε, επιτέλους, με την κυβέρνηση.

Αν θεωρείτε δηλαδή -και να μας το απαντήσετε ευθέως, κ. Ανδρουλάκη- ότι καλώς έγινε η διαπραγμάτευση του SAFE έτσι όπως έγινε, γιατί πράγματι μας δίνει σημαντικά διαπραγματευτικά όπλα.

Εάν συμφωνείτε με το γεγονός ότι η Ελλάδα παίζει έναν σημαντικό ρόλο ως προς την επανεκκίνηση των συνομιλιών για το Κυπριακό.

Εάν πιστεύετε -και θα έπρεπε να τοποθετηθείτε γι’ αυτό- ότι την επόμενη μέρα, εάν μπορέσει να επέλθει μία οριστική ειρήνη στη Γάζα, η Ελλάδα πρέπει να είναι παρούσα -παρούσα, το τονίζω- στη Γάζα με κάποιον τρόπο ο οποίος να σηματοδοτήσει ότι επί του πεδίου εμείς εννοούμε αυτά τα οποία λέμε. Αυτά είναι τα «σκληρά» διλήμματα, ξέρετε, της εξωτερικής πολιτικής.

Φαντάζομαι ότι κανείς κατατρεγμένος Παλαιστίνιος δεν θέλει ή δεν θα μπορεί να ζήσει σε αυτόν τον έρημο τόπο έτσι όπως, δυστυχώς, τον έχουν μετατρέψει οι ισραηλινοί βομβαρδισμοί. Και αν, ναι, αυτό σημαίνει ρόλο της Ελλάδος στην ανοικοδόμηση της Γάζας, καλώς το σημαίνει. Γιατί δεν βλέπω να υπάρχει κάποιο πρόβλημα σε αυτό, εκτός αν θέλετε οι άνθρωποι αυτοί να μείνουν στις σκηνές μέσα στα ερείπια.

Η Ελλάδα λοιπόν θα εξακολουθεί να ασκεί…

Λυπάμαι πραγματικά για το επίπεδο κάποιων από αυτά τα οποία ακούστηκαν σε αυτή την αίθουσα, αλλά επειδή πιστεύω ότι οι πολίτες έχουν κρίση, θα μπορούν να ξεχωρίσουν ποιοι είναι αυτοί που μπορούν πραγματικά με σοβαρότητα να διαχειριστούν κρίσιμα ζητήματα και να κρατήσουν το τιμόνι της χώρας σταθερό και ασφαλές σε αυτούς τους ταραγμένους καιρούς.

Σας ευχαριστώ.


Τριτολογία του Πρωθυπουργού Κυριάκου Μητσοτάκη

Να σας δώσω δύο σύντομες απαντήσεις, γιατί θέσατε μία σειρά από ερωτήματα τα οποία νομίζω ότι μπορούν να απαντηθούν πολύ γρήγορα. Η Ελλάδα δεν πρόκειται να στείλει στρατό στην Ουκρανία και σας διαβεβαιώνω ότι η πρώτη αποστολή της νέας φρεγάτας Belh@rra δεν πρόκειται να είναι στον Ειρηνικό.

Και βέβαια, μιας και αναφερθήκατε στο ζήτημα των εξορύξεων και του προσδιορισμού των βυθοτεμαχίων προς εκμετάλλευση και αναφερθήκατε στη στάση της Λιβύης, θέλω να σας ενημερώσω ότι, μέχρι σήμερα τουλάχιστον, η Λιβύη έμπρακτα δεν έχει αμφισβητήσει, στο ζήτημα του καθορισμού θαλάσσιων οικοπέδων προς αξιοποίηση, τη μέση γραμμή.

Αυτό είναι κάτι το οποίο εκλαμβάνω ως θετικό και ενδεχομένως να είναι και η βάση, κ. Κουτσούμπα, για μία οριοθέτηση θαλασσίων ζωνών και ΑΟΖ με τη Λιβύη, διότι εμείς έχουμε αντικείμενες ακτές, η Τουρκία δεν έχει κανένα ρόλο και λόγο να καθορίζει θαλάσσιες ζώνες με τη Λιβύη. Το μνημόνιο αυτό δεν είναι απλά ανυπόστατο και παράνομο, είναι και γεωγραφικά παράλογο, διότι ουσιαστικά τραβιέται μια διαγώνιος γραμμή, σε πλήρη παραβίαση του Διεθνούς Δικαίου.

Έρχομαι τώρα σε μια σειρά από ζητήματα, τα οποία έθεσε ο κ. Ανδρουλάκης. Ξέρετε, είναι πάντα, κ. Ανδρουλάκη, λίγο άχαρη αυτή η συζήτηση γύρω από την ιστορία των τελευταίων δεκαετιών.

Δεν είναι εδώ ο κ. Γιώργος Παπανδρέου. Πάντως ήταν στην αίθουσα την ώρα που λέγατε ότι «η Ελλάδα χρεοκόπησε επί εποχής Νέας Δημοκρατίας», όταν η ιστορία έγραψε ότι η Ελλάδα χρεοκόπησε και «έσκασε» στα χέρια του Γιώργου Παπανδρέου.

Αυτή είναι η καταγεγραμμένη αλήθεια και ένας βασικός λόγος που φτάσαμε εκεί ήταν γιατί το 2009, σε πραγματικά δύσκολες δημοσιονομικές συνθήκες, αντί η χώρα να ανασκουμπωθεί αμέσως, εσείς τάζατε παροχές, μοιράσατε 2 δισεκατομμύρια τον Δεκέμβριο του 2009, για να είστε συνεπείς με το σύνθημα «λεφτά υπάρχουν» και μετά η χώρα «έσκασε» στα χέρια σας.

Αυτή είναι η ιστορική αλήθεια, η οποία δεν νομίζω ότι μπορεί σε καμία περίπτωση να αμφισβητηθεί. Αλλά ας το αφήσουμε αυτό, γιατί ξέρω ότι επί της ουσίας έχουμε διαφορετικές απόψεις. Είμαι σίγουρος ότι δεν θα σας πείσω, όπως δεν νομίζω ότι θα πείσετε και εσείς εμένα, αλλά πιστεύω ότι οι πολίτες σταδιακά βγάζουν τα συμπεράσματά τους για το πώς πρέπει να κατανείμουν τις ευθύνες για αυτή την εξαιρετικά επώδυνη περίοδο.

Να τοποθετηθώ λίγο για το καλώδιο, στο οποίο αναφέρθηκαν ο κ. Ανδρουλάκης και ο κ. Φάμελλος. Να επαναλάβω αυτά τα οποία έχω πει πολλές φορές δημόσια: η ηλεκτρική διασύνδεση Ελλάδος και Κύπρου είναι ένα πολύ σημαντικό έργο πρωτίστως για την Κύπρο. Έχει τη σημασία του και για την Ελλάδα, αλλά δεν είναι καθοριστικής σημασίας για την Ελλάδα, όπως αναφερθήκατε εσείς. Είναι καθοριστικής σημασίας για τον Ελληνισμό, για την Κύπρο, της οποίας έχει τη δυνατότητα το έργο αυτό να άρει, ουσιαστικά, την ενεργειακή απομόνωση.

Όμως, η αλήθεια είναι επίσης ότι τους τελευταίους μήνες τέθηκαν από κυπριακής πλευράς ζητήματα τα οποία αφορούν την οικονομοτεχνική βιωσιμότητα του έργου. Τέθηκαν δημόσια αυτά, δεν σας λέω κάτι το οποίο δεν το γνωρίζετε.

Και, σε απόλυτη συνεννόηση με τον Πρόεδρο της Κυπριακής Δημοκρατίας, έχουμε χαράξει έναν οδικό χάρτη για το πώς θα μπορούν να ξεπεραστούν αυτά τα εμπόδια. Διότι, όπως καταλαβαίνετε, όταν εγείρονται τέτοια ζητήματα, και ο φορέας του έργου, ο ΑΔΜΗΕ, θα πρέπει να απαντήσει σε κάποιες ερωτήσεις. Είναι εισηγμένη εταιρεία στο Χρηματιστήριο, δεν γίνεται αυτή τη στιγμή να χρηματοδοτείται ένα έργο το οποίο μπορεί κάποιοι να πιστεύουν ότι δεν είναι οικονομικά, το τονίζω, βιώσιμο.

Αυτές, λοιπόν, είναι εκκρεμότητες οι οποίες πρέπει πρώτα να επιλυθούν -είναι κάτι το οποίο το αναγνωρίζει και η Κύπρος- για να μπορούμε να προχωρήσουμε στα επόμενα βήματα.

Έρχομαι τώρα στο ζήτημα της αναγνώρισης του παλαιστινιακού κράτους. Εδώ καταλαβαίνω -και νομίζω ότι είναι απολύτως θεμιτό- ότι μπορεί να υπάρχουν διαφορετικές απόψεις. Έχετε την άποψή σας. Υπάρχουν επιχειρήματα υπέρ της αναγνώρισης του παλαιστινιακού κράτους τώρα, το έκαναν κάποιες ευρωπαϊκές χώρες. Κάποιες άλλες μεγάλες ευρωπαϊκές χώρες συντάχθηκαν και με τη δική μας γραμμή ή εμείς συνταχθήκαμε με τη δική τους, δείτε το όπως θέλετε, και επιλέξαμε αυτή τη στιγμή να μην προχωρήσουμε ακόμα στην αναγνώριση του παλαιστινιακού κράτους.

Διότι, επαναλαμβάνω ότι αυτή τη στιγμή η Ελλάδα έχει μία στρατηγική σχέση με το Ισραήλ, όχι με την κυβέρνηση Netanyahu, το τονίζω, με το Ισραήλ. Έχω υπάρξει πολύ επικριτικός με την κυβέρνηση Netanyahu και με τον ίδιο τον Ισραηλινό Πρωθυπουργό για τον τρόπο με τον οποίο χειρίστηκε την απαράδεκτη κλιμάκωση των πολεμικών επιχειρήσεων στη Γάζα. Το ξαναλέω για ακόμα μία φορά, εάν δεν το έχετε ακούσει.

Κρίνω, όμως, και αυτή είναι η θέση της Ελληνικής Κυβέρνησης, ότι σε αυτή τη συγκυρία η αναγνώριση του παλαιστινιακού κράτους τώρα και όχι σε κάποιο διάστημα από τώρα, όταν ακόμα οι συνθήκες είναι ανώριμες, όταν δεν έχει ακόμα εξυγιανθεί η Παλαιστινιακή Αρχή, που είναι απαραίτητη προϋπόθεση για να μπορούμε να έχουμε κάποιον συνομιλητή, δεν θα προωθούσε τα ελληνικά εθνικά συμφέροντα.

Αντίθετα, η μη αναγνώριση αυτή τη στιγμή μας δίνει τη δυνατότητα να είμαστε αξιόπιστοι συνομιλητές και της παλαιστινιακής πλευράς και της ισραηλινής πλευράς.

Και βέβαια, αυτό δεν σημαίνει, κ. Ανδρουλάκη, ότι δεν θα στηλιτεύσουμε πρακτικές της ισραηλινής κυβέρνησης, παραδείγματος χάρη αυτό το οποίο γίνεται στην Δυτική Όχθη, η επέκταση των εποικισμών. Όλα αυτά είναι ζητήματα τα οποία και δια του Υπουργού Εξωτερικών έχουν στηλιτευθεί από την Ελληνική Κυβέρνηση.

Αλλά πρέπει να αντιληφθείτε ότι η στρατηγική σχέση Ελλάδος και Ισραήλ είναι μία σχέση η οποία είναι πέρα και πάνω από την εκάστοτε κυβέρνηση. Και αυτή η σχέση πρέπει να προστατευθεί. Και κρίνουμε ότι αυτή τη στιγμή αυτή είναι η σωστή επιλογή.

Μπορώ, όμως, να καταλάβω ότι εδώ μπορούμε να έχουμε ενδεχομένως μία διαφορετική ματιά. Εγώ προσπαθώ και εξηγώ γιατί θεωρώ ότι αυτή η θέση…

Βεβαίως, έχω άποψη για τους εποικισμούς. Είναι παράνομη και καταδικαστέα η επέκταση των εποικισμών. Το έχω πει πολλές φορές, το επαναλαμβάνω και τώρα. Βεβαίως έχω ισχυρή άποψη για το ζήτημα αυτό και έχει εκφραστεί και από το Υπουργείο Εξωτερικών.

Έρχομαι τώρα στα ζητήματα τα οποία αφορούν το Εθνικό Συμβούλιο Εξωτερικής Πολιτικής. Κύριε Ανδρουλάκη, κ. Φάμελλε, ας μην κοροϊδευόμαστε, πίσω από κλειστές πόρτες είναι τελείως διαφορετική η χροιά του πολιτικού λόγου σε σχέση με τον δημόσιο διάλογο, έτσι όπως εκφράζεται στη Βουλή ή στα τηλεοπτικά παράθυρα.

Το ξέρετε πολύ καλά ότι αυτό είναι απολύτως ακριβές και ότι πράγματι στα πλαίσια του ΕΣΕΠ θα μπορούσαμε να καταλήγαμε σε περισσότερες συγκλίσεις, όπως θα μπορούσαμε να καταλήγαμε και σε περισσότερες συγκλίσεις στις κατ’ ιδίαν συζητήσεις μας. Αλλά, δυστυχώς, ο δημόσιος λόγος και ο δημόσιος διάλογος δεν υπηρετεί πάντα αυτή τη σκοπιμότητα. Αυτό είπα ακριβώς. Αυτό είπα και αυτό επαναλαμβάνω και τώρα.

Αυτό εννοώ. Όταν είστε μέσα, πίσω από κλειστές... Όχι, μην βάζετε λόγια στο στόμα μου. Δεν είπα αυτό. Είπα ότι άλλα λέτε μέσα και άλλα λέτε έξω. Εάν θέλετε, λοιπόν, να το επαναδιατυπώσω, για να είμαι πιο ακριβής, κρατήστε αυτή τη διατύπωση: ότι είναι τελείως διαφορετική η προσέγγιση και η αντιμετώπιση και η διάθεση συγκλίσεων στο ΕΣΕΠ απ’ ό,τι είναι στο κοινοβούλιο. Και σε αυτό τώρα ξέρετε πολύ καλά ότι αυτή είναι η αλήθεια.

Διότι, δυστυχώς, σε αυτό το κλίμα τοξικότητας και η εξωτερική πολιτική έχει μπει μέσα στο γενικότερο «μπλέντερ», ότι πρέπει ό,τι και να κάνει η κυβέρνηση να είναι στραβό, κακό και ανάποδο.

Αναρωτιέμαι πραγματικά… Συγγνώμη, κ. Φάμελλε: ποιος επέκτεινε τα χωρικά ύδατα στο Ιόνιο στα 12 ναυτικά μίλια; Ποιος έκανε ΑΟΖ με την Ιταλία; Ποιος έκανε ΑΟΖ με την Αίγυπτο; Ποιος έκανε τον Εθνικό Χωροταξικό Σχεδιασμό; Ποιος έκανε τα Θαλάσσια Πάρκα; Ποιος αγόρασε τις Belh@rra; Ποιος αγόρασε τα Rafale; Όλα αυτά για εσάς είναι ασήμαντα; Η Ελλάδα…

Δεν θα απαντήσω, κα Κωνσταντοπούλου. Δεν νομίζω ότι θα με παρασύρετε στο να μπούμε σε μία τέτοιου είδους αντιπαράθεση.

Δύο τελικές, καταληκτικές παρατηρήσεις που αφορούν στον ΣΥΡΙΖΑ. Κύριε Φάμελλε, εσείς που ασκήσατε τόσο «ενεργή» εξωτερική πολιτική και νοιαζόσασταν ιστορικά -η αριστερά, έτσι δεν είναι; Πολύ πιο ταυτισμένη με τον Παλαιστινιακό αγώνα, έτσι δεν είναι; Από τις καταβολές της αριστεράς- γιατί δεν αναγνωρίσατε εσείς το κράτος της Παλαιστίνης 4,5 χρόνια που ήσασταν στην κυβέρνηση; Γιατί; Σας ρωτώ. Γιατί δεν αναγνωρίσατε εσείς;

Γιατί και εσείς γνωρίζατε πολύ καλά ότι μία τέτοια αναγνώριση -και θα το κάνατε, θα μπορούσατε να το κάνετε σε συνθήκες πολύ λιγότερης έντασης απ’ ό,τι τώρα-, γιατί και εσείς αναγνωρίζατε ότι η στρατηγική σχέση με το Ισραήλ θα είχε υποστεί ένα πολύ μεγάλο πλήγμα αν προχωρούσατε σε αυτή την απόφαση.

Ναι, αλλά εσείς ήσασταν πάντα φιλοπαλαιστίνιοι, εσείς γαλουχηθήκατε μέσα από το «Free Palestine», έτσι δεν είναι; Αλλά 4,5 χρόνια δεν αναγνωρίσατε, δεν είπατε κουβέντα για το ζήτημα αυτό. Είδατε πώς η πραγματικότητα μερικές φορές μας επιβάλλει…

Δεν προλάβατε, έτσι δεν είναι; 4,5 χρόνια δεν προλάβατε ούτε αυτό.

Αλλά επιτρέψτε μου μία καταληκτική παρατήρηση, με μία πολιτική χροιά. Καταρχάς, άκουσα να λέτε και εσείς και ο κ. Ανδρουλάκης ότι έχει «κατασκηνώσει» στην Ελλάδα η Ευρωπαϊκή Εισαγγελία. Και θέλω να σας παραπέμψω στις δηλώσεις τις οποίες έκανε η Ευρωπαία Εισαγγελέας όταν ήρθε στην πατρίδα μας και είπε ορισμένα πολύ προφανή πράγματα: ότι διαφθορά υπάρχει παντού, ότι δεν επιτρέπεται υποθέσεις οι οποίες ερευνώνται από τη Δικαιοσύνη να τύχουν αντικείμενο κομματικής αντιπαράθεσης. Και βέβαια, να σας θυμίσω, κ. Ανδρουλάκη, εσείς που…

Ξέρετε κ. Φάμελλε, έχουμε μία Εξεταστική, η οποία…

Λοιπόν, επιτρέψτε μου να σας απαντήσω. Θα έρθει στην Εξεταστική όποιος θέλετε: και ο «κ. Φραπές», και ο «κ. Χασάπης» και ο «κ. Μανάβης» και ο κ. Μυλωνάκης και όποιος θέλετε. Εμείς δεν θα σταθούμε εμπόδιο.

Τώρα, όμως, κ. Φάμελλε και κ. Ανδρουλάκη, που αρχίζουμε και πηγαίνουμε πιο πίσω και διαπιστώνουμε τελικά, μέσα από τη σοβαρή δουλειά που γίνεται στην Εξεταστική, ότι τελικά αυτό το σκάνδαλο ή αυτό το μεγάλο πρόβλημα της διαχείρισης των ευρωπαϊκών πόρων δεν ήταν αποκλειστικό πρόβλημα αυτής της κυβέρνησης, αλλά είχε έντονα διαχρονικά χαρακτηριστικά, τώρα αρχίζουν και σας δημιουργούν κάποια προβλήματα τα ζητήματα τα οποία προκύπτουν στην Εξεταστική.

Γιατί πιστεύετε εσείς πράγματι, κ. Ανδρουλάκη, ότι αυτό το ζήτημα αφορά μόνο τα στελέχη της Νέας Δημοκρατίας και ότι όλα τα στελέχη του ΠΑΣΟΚ, ειδικά στην Κρήτη, ουδέποτε είχαν καμία ανάμειξη σε καμία παράνομη επιδότηση. Έτσι δεν είναι; Αυτό δεν εννοείτε;

Ας έρθουν, λοιπόν, όλοι στην Εξεταστική, η κυβέρνηση δεν θα σταθεί εμπόδιο σε κανέναν.

Κύριε Φάμελλε, να τελειώσω με μια πολιτική παρατήρηση. Μου κάνει εντύπωση, θα πίστευα ότι θα έπρεπε σταδιακά να αναπροσαρμόσετε τη στάση σας για την περίοδο 2015-2019.

Διότι πραγματικά μου γεννά ένα ερώτημα: με πολύ μεγάλο ενθουσιασμό υπερασπίζεστε μια πολιτική ενός Πρωθυπουργού ο οποίος σηκώθηκε και σας άφησε στα κρύα του λουτρού και έφυγε από το κόμμα σας. Και τώρα κοιτάζεστε και λέτε «τι ακριβώς έχει γίνει;». «Θα πάμε εμείς με τον κ. Τσίπρα όταν φτιάξει κόμμα;», «μήπως μείνουμε μόνοι μας και τελικά μας πάρει όλο το κόμμα ο κ. Τσίπρας;». Και βρίσκεστε σε αυτή την κατάσταση…

Καταλαβαίνω, μην εκνευρίζεστε. Και βρίσκεστε σε αυτή την παράξενη κατάσταση να κινδυνεύει η είσοδος του παλιού ΣΥΡΙΖΑ στην ίδια τη Βουλή και να σκέφτεστε τη δική σας υστεροφημία. Οπότε θα σας ζητούσα, κ. Φάμελλε… Καταλαβαίνω ότι σας εκνευρίζουν αυτά τα οποία λέω. Ίσως θα πρέπει…

Με πολλή σοβαρότητα μιλάω, κυρία μου.

Αλλά νομίζω ότι είναι ένα ζήτημα προς συζήτηση όταν ο τέως Πρωθυπουργός εγκαταλείπει το κόμμα του και εσείς δεν έχετε να πείτε τίποτα και εξακολουθείτε να υπερασπίζετε την πολιτική του. Αλλά αυτό, εν πάση περιπτώσει, είναι δικό σας θέμα, εσωτερικό, θα το λύσετε εσείς στις δικές σας εσωτερικές αναζητήσεις της αριστεράς.

Σας ευχαριστώ.