21 Οκτωβρίου 2025

Αγνωστος Στρατιώτης: Ο σιωπηλός μάρτυρας της Ιστορίας που 94 χρόνια πληγώνεται από σφαίρες, μολότοφ και επεισόδια



Η ταραχώδης ιστορία του Αγνωστου Στρατιώτη που, αν και λοιδορήθηκε και αμφισβητήθηκε όταν ανακοινώθηκε η κατασκευή του, έγινε το πιο εμβληματικό μνημείο του ελληνικού έθνους - Τα υβριστικά δημοσιεύματα και τα μεγάλα γεγονότα

Το ποιος θα φρουρεί τον Αγνωστο Στρατιώτη απασχολεί και διχάζει την Ελλάδα εν έτει 2025, σχεδόν έναν αιώνα αφότου η νεκρική μορφή του λαξεύτηκε στον μαρμάρινο τοίχο της πλατείας Συντάγματος.

Σήμερα η διαμάχη, όπως αποτυπώνεται ακόμη και στα στατιστικά δεδομένα των σφυγμομετρήσεων, αφορά στο εάν το υπουργείο Αμυνας, δηλαδή οι Ενοπλες Δυνάμεις, είναι ο καταλληλότερος φρουρός ενός από τα πλέον εμβληματικά μνημεία και τοπόσημα των Αθηνών. Η έρευνα της MRB έδειξε ότι 56,6% των ερωτηθέντων είναι αρνητικοί στο να ανατεθεί η προστασία του Αγνωστου Στρατιώτη στον Στρατό, ενώ μια λίαν αξιοπρόσεκτη μερίδα (31,8%) τάσσεται υπέρ. Ακόμη πιο αποκαλυπτική για τις αντιλήψεις της ελληνικής κοινωνίας την τρέχουσα περίοδο είναι το εύρημα περί κινητοποιήσεων: οι 6 στους 10 Ελληνες πολίτες πιστεύουν ότι ο Αγνωστος Στρατιώτης πρέπει να παραμείνει το επίκεντρο των εν Αθήναις διαδηλώσεων σαν να θεωρείται πλέον καθιερωμένος βωμός υπέρ οποιουδήποτε είδους διαμαρτυρίας, συλλογικής διεκδίκησης κ.ο.κ.

Και μόλις ένα ποσοστό 32,9% δηλώνει πως θα προτιμούσε την απαλλαγή του πολύπαθου μνημείου από τις ντουντούκες και τις μικροφωνικές, τα πανό, τις πορείες ή ακόμη και την τσαντιροποίηση ενός χώρου που υπάγεται a priori σε μια ειδική κατηγορία λειτουργίας και χρήσης, κυρίως συμβολικής. Οπως είθισται σε όλο τον κόσμο, ανεξαιρέτως Δύσης και Ανατολής, μνημεία όπως αυτό του Αγνωστου Στρατιώτη περιβάλλονται από σεβασμό και περιφρουρούνται με τη μέγιστη αυστηρότητα.

Διεθνής πρακτική

Από την άλλη, δεν θα πρέπει να ξενίζει η μοίρα της ελληνικής εκδοχής μιας διεθνώς διαδεδομένης πρακτικής, το να ανεγείρονται μνημεία υπέρ ανωνύμων μαχητών. Δεδομένου ότι το πεπρωμένο του Αγνωστου Στρατιώτη ήταν εξαρχής το να παρίσταται μονίμως σαν σιωπηλός και ανήμπορος μάρτυρας σε όλους τους διχασμούς της σύγχρονης ελληνικής Ιστορίας - τουλάχιστον από το 1932 μέχρι σήμερα. Χωρίς να παραλείπει κανείς βεβαίως ότι, ερήμην του, ο Αγνωστος Στρατιώτης συχνά διχάζει ως πρωταγωνιστής και όχι μόνο ως αμέτοχος παρατηρητής σε μια απέραντη σειρά από άγριες διχόνοιες. Ενδεικτικά, πριν καν το ανάγλυφο του τεθνεώτος πολεμιστή πάρει τη θέση του στη βάση των Παλαιών Ανακτόρων και νυν έδρα του Κοινοβουλίου, το 1931 ένας διακεκριμένος Ελληνας γλύπτης είχε παρομοιάσει το έργο με «μπαγιάτικη ρέγγα» βλέποντάς το μόνο σε προσχέδιο.

Εχοντας πολιτικοποιήσει κάθε πτυχή του μνημείου, ο αντιπολιτευόμενος Τύπος της εποχής βυσσοδομούσε καθημερινά ενάντια στον Αγνωστο Στρατιώτη. Επί καθημερινής βάσεως και επί μακρόν διεξαγόταν ένας άτυπος διαγωνισμός για το ποιος συντάκτης εφημερίδας θα φτάσει πιο μακριά σε κατάκριση ή ακόμη και εξύβριση του υπό κατασκευήν μνημείου. «Τερατούργημα», «εξάμβλωμα», «αισχρούργημα», «παρά φύσιν ασέλγεια τέχνης και σοβινισμού» ήταν μερικές μόνο από τις εκφράσεις που μετέρχονταν την περίοδο του Μεσοπολέμου αρκετοί από όσους είχαν τη δυνατότητα να εκφέρουν δημοσίως την άποψή τους. Το κοινό σιγόνταρε με επιστολές, προτείνοντας σοβαρά την καθολική εξαφάνιση -με ανατίναξη -του Αγνωστου Στρατιώτη.

Ασφαλώς, μέσω της διαπόμπευσης του μνημείου οι άσπονδοι τιμητές αποσκοπούσαν στο να πλήξουν την τότε κυβέρνηση του Ελευθέριου Βενιζέλου.


Ο πρωθυπουργός Γεώργιος Παπανδρέου καταθέτει στεφάνι στο μνημείο μετά την απελευθέρωση

Μπεγλεριστές και αντι-Παπαθεμελήδες

Η αμείλικτη ειρωνεία της τύχης για τον Αγνωστο Στρατιώτη, από την πρώτη στιγμή που γεννήθηκε ως απεικόνιση ενός πεθαμένου αρχέτυπου Ελληνα πολεμιστή, έγκειται στο ότι η ιδέα πίσω από τη δημιουργία ενός μνημείου εις μνήμην κάθε ανώνυμου που έπεσε μαχόμενος για την πατρίδα ήταν το διαμετρικά αντίθετο της διχόνοιας. Εντέλει όμως, και όπως εξελίχθηκε η πραγματική θητεία του στον χρόνο, ο Αγνωστος Στρατιώτης πνίγηκε επανειλημμένως στα δακρυγόνα, πληγώθηκε από σφαίρες και μολότοφ, το κενοτάφιο έμπροσθέν του ποδοπατήθηκε από τον διαβόητο «συνδικαλιστή της ΔΕΗ με το μπεγλέρι» το 2018. Ο γυμνός οπλίτης με την περικεφαλαία, καθώς κείτεται άψυχος στο ιδεατό πεδίο της μάχης, είδε να εξελίσσονται μπροστά του εθνικές τραγωδίες, όπως η αιματοχυσία των Δεκεμβριανών το 1944 και οι κολασμένες ταραχές τον Δεκέμβριο του 2008 ύστερα από τη δολοφονία του Αλέξανδρου Γρηγορόπουλου.

Εξίσου όμως τον Αγνωστο Στρατιώτη έχουν στιγματίσει οι τραγέλαφοι. Μισόν αιώνα αργότερα από τα Δεκεμβριανά, τον Φεβρουάριο του 1994, ενώπιον του μνημείου έλαβαν χώρα τα μεταμεσονύκτια ξεσαλώματα ενάντια στον νόμο Παπαθεμελή. Τότε, αυτή η έκρηξη μαζικής γραφικότητας, με τους ανυπότακτους βακχεύοντες που διαδήλωναν εν χορδαίς και οργάνοις -δηλαδή με σκυλάδικα στη διαπασών από φορητά κασετόφωνα ή ακόμη και θορυβώδη χάλκινα πνευστά- ενάντια στην απαγόρευση λειτουργίας των νυχτερινών κέντρων πέραν της 02.00 π.μ. ήταν κάτι πολύ χειρότερο από ένα νεοελληνικό ευτράπελο. Ηταν το άκρον άωτον του εξευτελισμού, ίσως περισσότερο από κάθε βεβήλωση και βανδαλισμό που προηγήθηκε ή ακολούθησε, για το συμβολικό κύρος του Αγνωστου Στρατιώτη. Εκεί π.χ. τον Οκτώβριο του 1941 ανάπηροι πολέμου προέτασσαν με ηρωική αυθάδεια τα ξυλοπόδαρά τους στους κατακτητές, δηλώνοντας ξεκάθαρα ότι η ψυχή της Ελλάδας δεν υποδουλώνεται παρά την Κατοχή. Και τον Δεκέμβριο του 1944, όποιος και εάν ήταν ο υποκινητής του συλλαλητηρίου, τα συνθήματα του τύπου «όχι άλλη Κατοχή», «εθνικός στρατός» κ.λπ. αφορούσαν στο μέλλον του έθνους -έστω και εάν το ΚΚΕ οραματιζόταν μια Ελλάδα-βαλκανικό σοβιέτ.

Πενήντα χρόνια αργότερα, τον χειμώνα του '94, εκατοντάδες επίμονοι κορυβαντιώντες υποτίθεται ότι ξεφάντωναν επιδεικτικά με μια εξέγερση απείθειας ενάντια στο «ξενέρωμα» του τότε υπουργού Δημοσίας Τάξεως, άδοντας εν χορώ «Παπαθεμελή, Παπαθεμελή, απόψε ένας ναύτης το κορμί μου αμελεί». Αν και αυτός που «αμελεί» -και δη για τα στοιχειώδη- είναι ο αιωνίως αμήχανος κρατικός μηχανισμός επιβολής της τάξης στην Ελλάδα. Ενώ ο ομόλογός του επιβάλλει και περιφρουρεί άγρυπνα τον σεβασμό π.χ. στην πλατεία Τιεν Αν Μεν στο Πεκίνο, όπως και σε αντίστοιχα με τον Αγνωστο Στρατιώτη μνημεία στο Παρίσι, στην Ουάσινγκτον, στη Μόσχα και σε εκατοντάδες παρόμοια ανά την υφήλιο.

Τα αποκαλυπτήρια

Αρκετές δεκαετίες πριν από τους χορούς και την πλαστή ικανοποίηση για την υποτιθέμενη «περήφανη διαπραγμάτευση» του ΣΥΡΙΖΑ το 2015 και τους «Αγανακτισμένους» , τα αποκαλυπτήρια του μνημείου έγιναν στις 25 Μαρτίου του 1932. Η τελετή είχε σκηνοθετηθεί με κριτήριο τη μέγιστη δυνατή μεγαλοπρέπεια - μολονότι ο πρωθυπουργός Ελευθέριος Βενιζέλος επικαλέστηκε αδιαθεσία και απείχε. Οπως απείχαν όλοι οι αρχηγοί των αντιπολιτευόμενων κομμάτων. Ετσι, ο κλήρος των εγκαινίων έπεσε στον αντιπρόεδρο της κυβέρνησης, τον Ανδρέα Μιχαλακόπουλο, ο οποίος και τράβηξε τη γαλανόλευκη που κάλυπτε το έργο, παραδίδοντας τον Αγνωστο Στρατιώτη σε ανεμπόδιστη κοινή θέα. Τον πανηγυρικό της περίστασης εκφώνησε ο Θεμιστοκλής Σοφούλης υπό την ιδιότητά του ως προέδρου της Βουλής (σε ένα διάλειμμα ανάμεσα στις έξι θητείες του ως πρωθυπουργού). Μεταξύ άλλων, ο Σοφούλης ανέφερε ότι «είναι πατροπαράδοτη διά τον Ελληνα αρετή η ευλάβεια προς την μνήμην των υπέρ πατρίδος πεσόντων. Και ίσως θα έπρεπε να ονομάσωμεν το σήμερον αποκαλυπτόμενον μνημείον ως “βωμόν της Ελληνικής Ελευθερίας”». Το συγκεντρωμένο πλήθος χειροκρότησε με ενθουσιασμό, οι στρατιωτικές μπάντες παιάνιζαν χαρμόσυνα εμβατήρια, το κανόνι στον Λυκαβηττό εξαπέλυσε 21 βολές στον αέρα, έγιναν παρελάσεις και λαμπαδηδρομίες.

Εξόχως σημαντικό στοιχείο της τελετής ήταν η συμμετοχή πολλών ξένων αποστολών στον εορτασμό της Ελληνικής Ανεξαρτησίας - της τουρκικής συμπεριλαμβανομένης όλως παραδόξως. «Επί της ερυθράς ταινίας του στεφάνου», περιέγραφε τη σκηνή μία εφημερίδα της εποχής, «τον οποίον κατέθεσεν ο συνταγματάρχης στρατιωτικός ακόλουθος της τουρκικής πρεσβείας, ήτο γραμμέναι με λατινικούς χαρακτήρες αι λέξεις: Τουρκ ορντουσουντάν γιουνάν μεκιούν ασκερίν. Δηλαδή “ο τουρκικός στρατός προς τον Αγνωστον Ελληνα Στρατιώτη”». Μόλις δέκα χρόνια μετά από τη Μικρασιατική Καταστροφή, Ελληνες και Τούρκοι τιμούσαν, ως φίλοι, τον Ελληνα Αγνωστο Στρατιώτη. Για τον οποίο, όμως, οι Ελληνες είχαν χωριστεί σε δύο αντίπαλα στρατόπεδα και ως «μνημειολάτρες» και «μνημειομάχοι» αντάλλασσαν εκατέρωθεν μύδρους με αδιανόητη σφοδρότητα.


Η τελετή των αποκαλυπτηρίων έγινε την 25η Μαρτίου του 1932

Σκάνδαλο εξαρχής

Ο Αγνωστος Στρατιώτης γεννήθηκε ως ιδέα στο μυαλό του στρατηγού και για μια περίοδο δικτάτορα, Θεόδωρου Πάγκαλου. Οπωσδήποτε, όταν ο Πάγκαλος παράγγειλε τη διεξαγωγή διαγωνισμού για τη φιλοτέχνησή του, ένα μνημείο υπέρ των ανωνύμων πεσόντων δεν αποτελούσε παγκόσμια πρωτοτυπία. Τουναντίον, η φρίκη και η οδύνη του Α’ Παγκοσμίου Πολέμου είχαν καταστήσει διαδεδομένη πρακτική την τοποθέτηση στον δημόσιο χώρο τέτοιου είδους κατασκευών προκειμένου να εκτονωθεί η απόγνωση των επιζησάντων για τα εκατομμύρια εκείνων που χάθηκαν. Ειδικά όμως για την Ελλάδα, υπήρχε η αρχαία παράδοση για τους νεκρούς των πολέμων, αυτή που τιμά εσαεί μία από τις επιγραφές εκατέρωθεν του μνημείου, η φράση του Θουκυδίδη «μία κλίνη κενή φέρεται εστρωμένη των αφανών». Αυτή βρίσκεται στα αριστερά της νεκρής μορφής. Στα δεξιά, ο παρατηρητής διαβάζει το ρητό «ανδρών επιφανών πάσα γη τάφος».

Mετά από διαμάχες ετών, ήταν ο Ελευθέριος Βενιζέλος εκείνος που αποφάσισε και διέταξε ότι το μνημείο θα χωροθετηθεί στη λεγόμενη «Πλατεία Ανακτόρων» και ότι τα Ανάκτορα θα φιλοξενούν στο εξής το Κοινοβούλιο και όχι το υπουργείο Στρατιωτικών του Πάγκαλου. Πρακτικά, η όλη ανάπλαση αποτέλεσε μια ριζική επέμβαση, την πλέον σημαντική που έγινε ποτέ στον περιβάλλοντα χώρο των Παλαιών Ανακτόρων. Διότι, εκτός των άλλων, άλλαξε εντελώς και οριστικά ο χαρακτήρας του σημείου - από απλώς λειτουργικό, ως διάβαση προς το κτίριο της Βουλής, σε ιερό και μνημειακό.


Πρόπλασμα της ανάγλυφης παράστασης με τον νεκρό οπλίτη, έργο του Φωκίωνα Ρωκ

Εντούτοις, ακόμη και έτσι, ο Αγνωστος Στρατιώτης εξακολούθησε να εξάπτει τα δημόσια ήθη και πάθη. Συστάθηκαν διάφορες επιτροπές, διαφορετικές προτάσεις για την τελική μορφή της παράστασης εγκρίθηκαν, αμφισβητήθηκαν και απορρίφθηκαν, υπήρξε παρατεταμένο κομφούζιο για το ποιος καλλιτέχνης αναλαμβάνει το έργο κ.λπ. Υστερα από έναν κυκεώνα παρασκηνιακών μεθοδεύσεων, ο τότε υπουργός Παιδείας, Γεώργιος Παπανδρέου, με συνοπτικές διαδικασίες έλυσε τον Γόρδιο Δεσμό αναθέτοντας τη φιλοτέχνηση του μνημείου στον καθηγητή Γλυπτικής της Ανωτάτης Σχολής Καλών Τεχνών, Κωνσταντίνο Δημητριάδη.

Γνωστό τοις πάσι ήταν ότι ο Δημητριάδης ανήκε στον κύκλο των ευνοουμένων του Παπανδρέου, αλλά και του Βενιζέλου, μολονότι το πλέον σοβαρό ήταν το ζήτημα του κραυγαλέου ασυμβίβαστου, εφόσον ο Δημητριάδης είχε οριστεί ως αρμόδιος να εγκρίνει τη δική του πρόταση. Αρα, ο Δημητριάδης -αν μη τι άλλο- δεν θα έπρεπε να εμφανίζεται ως δημιουργός, οπότε ο Αγνωστος Στρατιώτης κατοχυρώθηκε ως έργο του Φωκίωνα Ρωκ, ενός σημαντικού γλύπτη, αλλά ακόμη απλού βοηθού του Δημητριάδη στην ΑΣΚΤ.

Ο αρχαίος πολεμιστής

Η αλήθεια παρ’ όλα αυτά δεν έμεινε κρυφή για πολύ. Η υπόθεση του Αγνωστου Στρατιώτη εξελίχθηκε σε ένα από τα μεγαλύτερα σκάνδαλα της κυβέρνησης Βενιζέλου - και ως εκ τούτου αχίλλειος πτέρνα έναντι της λυσσαλέας αντιπολίτευσης.

Πάντως, με κάποιον τρόπο -τον χαρακτηριστικό θα έλεγε κανείς για το πώς διευθετούνται διαχρονικά οι ηθικές αντιφάσεις στην Ελλάδα- το μνημείο προχώρησε - και μάλιστα ολοκληρώθηκε εγκαίρως για τον εορτασμό της 25ης Μαρτίου 1932. Οπωσδήποτε, ενόσω εξελίσσονταν οι εργασίες, πολλά από τα επιμέρους στοιχεία της σύνθεσης υπέστησαν τροποποιήσεις και αλλαγές.

Γενικώς, όμως, η κεντρική ιδέα του Κωνσταντίνου Δημητριάδη ήταν αυτή που υλοποιήθηκε, με την ουδέτερη μορφή του αρχαίου πολεμιστή στο κέντρο του έργου, το κενοτάφιο εμπρός από το ανάγλυφο, περιβεβλημένα από τις επιγραφές των τόπων όπου πολέμησαν οι νεότεροι Ελληνες - ήτοι τον Α' και Β' Βαλκανικό Πόλεμο και τη Μικρά Ασία, τον Α' και Β' Παγκόσμιο, την Κορέα κ.α., ενώ με προσθήκες του 1994 και του 2015 αναφέρονται πλέον η Κύπρος, το Αιγαίο, το Ιόνιο, η Μεσόγειος, ο Ατλαντικός (προς τιμήν του Εμπορικού Ναυτικού κατά τον Β' Π.Π.).

Βασίλης Τσακίρογλου
ΠΡΩΤΟ ΘΕΜΑ