Αγνωστος ο εκτελεστής, φάντασμα η γοητευτική γυναίκα-συνεργός, δεν βρέθηκε ποτέ το 45άρι και η γραφομηχανή, αν και η «17 Νοέμβρη» εξαρθρώθηκε από το 2002 - Μισό αιώνα μετά τη δολοφονία του σταθμάρχη της CIA στην Αθήνα, η υπόθεση βρίσκεται ακόμα στο σκοτάδι και μάλλον θα μείνει εκεί για πάντα
Στα κεντρικά της CIA στο Λάνγκλεϊ της Βιρτζίνια ο φάκελος της εκτέλεσης του σταθμάρχη της υπηρεσίας στην Ελλάδα Ρίτσαρντ Γουέλς δεν έχει κλείσει αφού δεν έχουν απαντηθεί ακόμη πολλά ερωτήματα για την υπόθεση, κι ας συμπληρώνονται σε λίγες ημέρες 50 χρόνια από την ημέρα που η 17Ν τον εκτέλεσε στο Ψυχικό.

Αναπάντητα παραμένουν και τα πολλά μυστήρια που προέκυψαν από την πρώτη φορά που «μίλησε» το 45άρι της τρομοκρατικής οργάνωσης τον Δεκέμβριο του 1975, έχοντας ως στόχο υψηλόβαθμο αξιωματούχο της CIA.
Μετά από πέντε δεκαετίες δεν έχουν αποκαλυφθεί ακόμη ούτε ποιος ήταν αυτός που τον πυροβόλησε, ούτε η ταυτότητα της εντυπωσιακής γυναίκας που πήρε μέρος και απλώς παρακολουθούσε την επιχείρηση, ούτε ποια ήταν η κοπέλα που φέρεται να παρέδωσε την προκήρυξη της οργάνωσης στον Ζαν-Πολ Σαρτρ.
Επίσης, το ιστορικό 45άρι της οργάνωσης και η γραφομηχανή παραμένουν μέχρι σήμερα εξαφανισμένα, αφού παρά την εξάρθρωση της 17Ν κάποιο μέλος της -πιθανότατα ο Δημήτρης Κουφοντίνας- φρόντισε να μην καταλήξουν στις διωκτικές αρχές και τα έκρυψε.

Μετά από πέντε δεκαετίες δεν έχουν αποκαλυφθεί ακόμη ούτε ποιος ήταν αυτός που τον πυροβόλησε, ούτε η ταυτότητα της εντυπωσιακής γυναίκας που πήρε μέρος και απλώς παρακολουθούσε την επιχείρηση, ούτε ποια ήταν η κοπέλα που φέρεται να παρέδωσε την προκήρυξη της οργάνωσης στον Ζαν-Πολ Σαρτρ.
Επίσης, το ιστορικό 45άρι της οργάνωσης και η γραφομηχανή παραμένουν μέχρι σήμερα εξαφανισμένα, αφού παρά την εξάρθρωση της 17Ν κάποιο μέλος της -πιθανότατα ο Δημήτρης Κουφοντίνας- φρόντισε να μην καταλήξουν στις διωκτικές αρχές και τα έκρυψε.

Μία από τις πιο χαρακτηριστικές φωτογραφίες με οπλισμό της «17 Νοέμβρη»
Η «Αννα»
Η «Αννα»
Το βράδυ της Τρίτης 23 Δεκεμβρίου του 1975 τρεις μασκοφόροι βγαίνουν από ένα πράσινο Simca και περπατάνε με γρήγορο βήμα προς την είσοδο της κατοικίας του Ρίτσαρντ Γουέλς, που μόλις έχει επιστρέψει από ένα πάρτυ Χριστουγέννων μαζί με τη σύζυγό του Κίκα. Την ώρα που ο οδηγός τού ανοίγει την είσοδο, ένας εκ των τριών μελών της οργάνωσης ακινητοποιεί τη γυναίκα και τον οδηγό του σταθμάρχη της CIA στην Αθήνα. Ο δεύτερος φροντίζει να μην υπάρχει διαφυγή και ο τρίτος τον εκτελεί με ένα 45άρι Colt πυροβολώντας τον τρεις φορές.
Στο αυτοκίνητό τους, το οποίο είχαν «απαλλοτριώσει» για την επιχείρηση, υπάρχει άλλο ένα άτομο που παρακολουθεί τα τεκταινόμενα, σύμφωνα με κατοπινές μαρτυρίες, καταθέσεις και δημοσιεύματα. Πρόκειται για μια ιδιαίτερα εντυπωσιακή, όπως τη χαρακτήρισε γνωστό μέλος της οργάνωσης, ξανθιά γυναίκα, ύψους 1,70 μ., η οποία δεν βγήκε καθόλου από το αυτοκίνητο. Αυτή είναι η περιβόητη «Αννα», μέλος της πρώτης γενιάς της οργάνωσης, η παρουσία της οποίας χάνεται μέσα στην αχλή του μύθου που την περιβάλλει ακόμη και σήμερα τόσο γύρω από τη φιγούρα της όσο και για τα πεπραγμένα της τα πρώτα χρόνια της 17Ν. Φέρεται -αν και για πολλούς γνώστες της υπόθεσης είναι σχεδόν βέβαιο- ότι η «Αννα» έχοντας συγκεκριμένο ρόλο, όχι επιχειρησιακό, αλλά υποστηρικτικό, έμεινε στην οργάνωση έως τις αρχές της δεκαετίας του ’80. Τότε, όπως συνηγορούν πηγές και πλείστα δημοσιεύματα, φέρεται να αποχώρησε χωρίς να αφήσει κανένα στοιχείο της παρουσίας της ενώ, οι Αρχές μέχρι σήμερα δεν την έχουν εντοπίσει ή ταυτοποιήσει.
Εφόσον ζει, είναι πλέον άνω των 75 ετών και σίγουρα, πέρα από τις ελληνικές διωκτικές αρχές, οι Αμερικανοί θα ήθελαν πολύ να μάθουν ποια είναι η εντυπωσιακή ξανθιά που πήρε μέρος στην εκτέλεση του Γουέλς. Ο για πολλούς «αόρατος» εκτελεστής του σταθμάρχη της CIA, ο οποίος, σύμφωνα με όλα τα στοιχεία και τις ενδείξεις, ανήκει στην πρώτη γενιά της τρομοκρατικής οργάνωσης, παραμένει επίσης ένα μεγάλο μυστήριο, σίγουρα το μεγαλύτερο σε αυτή την υπόθεση, με την ταυτότητά του να μην έχει γίνει μέχρι σήμερα γνωστή. Ο Αλέξανδρος Γιωτόπουλος, τον οποίο ο Παύλος Σερίφης κατονόμασε στην απολογία του τον Αύγουστο του 2002 ως τον εκτελεστή του Γουέλς, το έχει αρνηθεί κατηγορηματικά.
Στην ίδια απολογία ο Σερίφης υποστήριξε ότι στο χτύπημα πήρε μέρος και ο ξάδελφός του, Γιάννης Σερίφης, τονίζοντας ότι και οι δυο τους ήταν πίσω από τον «Λάμπρο» (το ψευδώνυμο του Γιωτόπουλου). Επίσης, επιβεβαίωσε την ύπαρξη της «Αννας», την οποία περιέγραψε ως ψηλή, ξανθιά και καλλιεργημένη. Από τη στιγμή όμως που ο Γιωτόπουλος χαρακτήρισε «στημένη» την απολογία Σερίφη, το άλυτο μυστήριο σχετικά με τον εκτελεστή του Γουέλς παραμένει, όπως και αυτό με την πιθανή εμπλοκή του Χρήστου Τσουτσουβή στη δολοφονία Γουέλς.


Στο αυτοκίνητό τους, το οποίο είχαν «απαλλοτριώσει» για την επιχείρηση, υπάρχει άλλο ένα άτομο που παρακολουθεί τα τεκταινόμενα, σύμφωνα με κατοπινές μαρτυρίες, καταθέσεις και δημοσιεύματα. Πρόκειται για μια ιδιαίτερα εντυπωσιακή, όπως τη χαρακτήρισε γνωστό μέλος της οργάνωσης, ξανθιά γυναίκα, ύψους 1,70 μ., η οποία δεν βγήκε καθόλου από το αυτοκίνητο. Αυτή είναι η περιβόητη «Αννα», μέλος της πρώτης γενιάς της οργάνωσης, η παρουσία της οποίας χάνεται μέσα στην αχλή του μύθου που την περιβάλλει ακόμη και σήμερα τόσο γύρω από τη φιγούρα της όσο και για τα πεπραγμένα της τα πρώτα χρόνια της 17Ν. Φέρεται -αν και για πολλούς γνώστες της υπόθεσης είναι σχεδόν βέβαιο- ότι η «Αννα» έχοντας συγκεκριμένο ρόλο, όχι επιχειρησιακό, αλλά υποστηρικτικό, έμεινε στην οργάνωση έως τις αρχές της δεκαετίας του ’80. Τότε, όπως συνηγορούν πηγές και πλείστα δημοσιεύματα, φέρεται να αποχώρησε χωρίς να αφήσει κανένα στοιχείο της παρουσίας της ενώ, οι Αρχές μέχρι σήμερα δεν την έχουν εντοπίσει ή ταυτοποιήσει.
Εφόσον ζει, είναι πλέον άνω των 75 ετών και σίγουρα, πέρα από τις ελληνικές διωκτικές αρχές, οι Αμερικανοί θα ήθελαν πολύ να μάθουν ποια είναι η εντυπωσιακή ξανθιά που πήρε μέρος στην εκτέλεση του Γουέλς. Ο για πολλούς «αόρατος» εκτελεστής του σταθμάρχη της CIA, ο οποίος, σύμφωνα με όλα τα στοιχεία και τις ενδείξεις, ανήκει στην πρώτη γενιά της τρομοκρατικής οργάνωσης, παραμένει επίσης ένα μεγάλο μυστήριο, σίγουρα το μεγαλύτερο σε αυτή την υπόθεση, με την ταυτότητά του να μην έχει γίνει μέχρι σήμερα γνωστή. Ο Αλέξανδρος Γιωτόπουλος, τον οποίο ο Παύλος Σερίφης κατονόμασε στην απολογία του τον Αύγουστο του 2002 ως τον εκτελεστή του Γουέλς, το έχει αρνηθεί κατηγορηματικά.
Στην ίδια απολογία ο Σερίφης υποστήριξε ότι στο χτύπημα πήρε μέρος και ο ξάδελφός του, Γιάννης Σερίφης, τονίζοντας ότι και οι δυο τους ήταν πίσω από τον «Λάμπρο» (το ψευδώνυμο του Γιωτόπουλου). Επίσης, επιβεβαίωσε την ύπαρξη της «Αννας», την οποία περιέγραψε ως ψηλή, ξανθιά και καλλιεργημένη. Από τη στιγμή όμως που ο Γιωτόπουλος χαρακτήρισε «στημένη» την απολογία Σερίφη, το άλυτο μυστήριο σχετικά με τον εκτελεστή του Γουέλς παραμένει, όπως και αυτό με την πιθανή εμπλοκή του Χρήστου Τσουτσουβή στη δολοφονία Γουέλς.


Ο Αλέξανδρος Γιωτόπουλος (πάνω) έχει αρνηθεί ότι ήταν ο εκτελεστής του Γουέλς ή ότι συμμετείχε στη δολοφονία του, ενώ ο Δημήτρης Κουφοντίνας (κάτω) ήταν εκείνος που «κληρονόμησε» το περίφημο 45άρι της οργάνωσης, το οποίο κανείς δεν έμαθε πού βρίσκεται
Εννιά χρόνια και πέντε μήνες ύστερα από αυτή, ο Χρήστος Τσουτσουβής, παλιό μέλος του ΕΛΑ που είχε αποχωρήσει για να ιδρύσει την «Αντικρατική Πάλη», μπλέκεται σε συμπλοκή με αστυνομικούς μαζί με άγνωστο συνεργό του.
Είναι 15 Μαΐου του 1985 όταν η οδός Αμφίκλειας στου Γκύζη μετατρέπεται για αρκετά λεπτά σε πεδίο μάχης και ο Τσουτσουβής σκοτώνεται σε ανταλλαγή πυρών με αστυνομικούς, με τον συνεργό του να διαφεύγει. Λίγες ώρες μετά, κατά την έρευνα που πραγματοποιεί η ΕΛ.ΑΣ. στη γιάφκα του, ανακαλύπτεται ένα μπρελόκ με ιδιόχειρο σημείωμα του τρομοκράτη για τη δολοφονία του αστυνομικού Πέτρου Μπάμπαλη, καθώς και ένα κλειδί αυτοκινήτου.
Οι διωκτικές αρχές διαπιστώνουν τελικά ότι το κλειδί ανήκει στο πράσινο Simca που χρησιμοποίησαν οι τρεις εκτελεστές στη δολοφονία του Γουέλς και εγκατέλειψαν ενώ ειδοποίησαν την Αστυνομία προκειμένου να επιστραφεί στον ιδιοκτήτη του.
Αυτόματα γεννιούνται αναπόφευκτοι συνειρμοί για κάποιους, αφού ο Τσουτσουβής ήταν 22 ετών το 1975 και θα μπορούσε κάλλιστα να είναι αυτός που εκτέλεσε τον Γουέλς. Τελικά όμως η εξήγηση που δίνεται, όσο κι αν δεν φαντάζει πειστική, είναι ότι κατά την αποχώρησή του από τον ΕΛΑ έφυγε παίρνοντας διάφορα όπλα και τα δύο συγκεκριμένα ευρήματα της 17Ν - άγνωστο για ποιον λόγο.
Τα εξαφανισμένα «κειμήλια»
Η λέξη «άγνωστο» συνάδει απόλυτα και με ένα άλλο μυστήριο γύρω από την εκτέλεση Γουέλς εκείνο το κρύο χριστουγεννιάτικο βράδυ τον Δεκέμβρη του 1975, το οποίο ήταν και το πρώτο χτύπημα της 17Ν.
Παρά την εξάρθρωση της οργάνωσης και τα πάρα πολλά ευρήματα στις γιάφκες της Δαμάρεως και της πλατείας Κολιάτσου, η Αντιτρομοκρατική δεν μπόρεσε να βρει τρία εμφατικά αντικείμενα-κειμήλια της οργάνωσης. Πρώτο και καλύτερο είναι το ιστορικό 45άρι Κολτ της οργάνωσης, αυτό που χρησιμοποιήθηκε στο Ψυχικό, το οποίο δεν έχει βρεθεί μέχρι σήμερα από τις διωκτικές αρχές.
Θεωρείται βέβαιο ότι τουλάχιστον ένας άνθρωπος, ο Δημήτρης Κουφοντίνας, γνωρίζει πού βρίσκεται, αφού από τις 29 Ιουνίου του 2002, όταν έσκασε η βόμβα στα χέρια του Σάββα Ξηρού, παρέμεινε δύο μήνες ασύλληπτος. Ηταν αυτός που μπήκε πριν από την Αντιτρομοκρατική στις δύο κύριες γιάφκες της οργάνωσης για να «καθαρίσει» και να εξαφανίσει όσα περισσότερα στοιχεία μπορούσε. Ξέφυγε από διάφορα μπλόκα της Αστυνομίας, όμως το κυριότερο είναι ότι εξαφάνισε το 45άρι-μύθο της 17Ν, την ιστορική γραφομηχανή, που δεν έγραφε ολόκληρο το γράμμα «ρ» και στην οποία γράφτηκε η προκήρυξη για τη δολοφονία του Γουέλς και όχι μόνο, αλλά και τη σφραγίδα της οργάνωσης.
Τα σενάρια για το τι απέγιναν τα «κειμήλια» της οργάνωσης είναι δύο: το πρώτο θέλει τον «Λουκά» ή «Φαρμακοχέρη» να τα κρύβει σε μέρος που μόνο αυτός γνωρίζει. Σύμφωνα με το δεύτερο, οι Αρχές εικάζουν ότι επέλεξε κάποιο πάρα πολύ έμπιστο άτομο υπεράνω κάθε υποψίας για να τα κρύψει και να τα φυλάξει για όσα χρόνια χρειαστούν.
Οταν ρωτήθηκε στο δικαστήριο πού βρίσκεται το 45άρι ο «Λουκάς» της 17Ν απάντησε με στίχους από ένα κλέφτικο τραγούδι: «Του Ραμαντάνη τ’ άρματα δεν πρέπει να πουλιούνται, μόνο στα δικαστήρια τους πρέπει να κρεμιούνται. Να τα τηράν οι δικαστές, να βγάζουν αποφάσεις...».
Πολλά χρόνια ίσως περάσουν μέχρι να λυθεί και το άλλο μυστήριο για το ποιο ήταν το πρόσωπο που έδωσε στον Γάλλο φιλόσοφο Ζαν-Πολ Σαρτρ την παρθενική προκήρυξη της 17Ν, την οποία δεν δημοσίευσαν οι ελληνικές εφημερίδες. Σύμφωνα με τον Γάλλο δημοσιογράφο Ζαν Γκιλέν, πρόκειται για μια αινιγματική γυναίκα που ανέλαβε να φέρει σε πέρας τη συγκεκριμένη αποστολή και να παραδώσει το εν λόγω μανιφέστο στον συγγραφέα. Είναι η περίφημη Ελένη ή «Λένα των Παρισίων», όπως τη χαρακτήρισαν, αγνώστων λοιπών στοιχείων, η οποία φέρεται να προσέγγισε ή να γνώριζε προσωπικά τον Σαρτρ.
Ο Γκιλέν, εκτός από ρεπόρτερ της «Liberation», ανέλαβε να γράψει και την ιστορία της εφημερίδας που ίδρυσε ο Ζαν-Πολ Σαρτρ και μάλιστα αφιέρωσε ένα ολόκληρο κεφάλαιο στη σχέση της 17Ν με το έντυπο.
Οπως γράφει, στις αρχές του 1976 οι αμερικανικές και οι γαλλικές μυστικές υπηρεσίες είναι πεπεισμένες ότι υπάρχει ένας άνθρωπος που είναι ο σύνδεσμος των τρομοκρατών με την εφημερίδα. Γι’ αυτό ξεκινούν μικρές ομάδες πρακτόρων να παρακολουθούν συγκεκριμένους δημοσιογράφους προκειμένου να εντοπίσουν τον στόχο τους. Πρόκειται για μια γυναίκα ελληνικής καταγωγής με το όνομα Λένα ή Ελένη, φίλη του Γάλλου φιλοσόφου, φοιτήτρια τότε στη Σορβόννη, η οποία χρεώθηκε από τη CIA τον ρόλο του συνδέσμου της 17Ν με τη «Liberation».
Η φίλη του Ζαν-Πολ Σαρτρ
Παρά την εξάρθρωση της οργάνωσης και τα πάρα πολλά ευρήματα στις γιάφκες της Δαμάρεως και της πλατείας Κολιάτσου, η Αντιτρομοκρατική δεν μπόρεσε να βρει τρία εμφατικά αντικείμενα-κειμήλια της οργάνωσης. Πρώτο και καλύτερο είναι το ιστορικό 45άρι Κολτ της οργάνωσης, αυτό που χρησιμοποιήθηκε στο Ψυχικό, το οποίο δεν έχει βρεθεί μέχρι σήμερα από τις διωκτικές αρχές.
Θεωρείται βέβαιο ότι τουλάχιστον ένας άνθρωπος, ο Δημήτρης Κουφοντίνας, γνωρίζει πού βρίσκεται, αφού από τις 29 Ιουνίου του 2002, όταν έσκασε η βόμβα στα χέρια του Σάββα Ξηρού, παρέμεινε δύο μήνες ασύλληπτος. Ηταν αυτός που μπήκε πριν από την Αντιτρομοκρατική στις δύο κύριες γιάφκες της οργάνωσης για να «καθαρίσει» και να εξαφανίσει όσα περισσότερα στοιχεία μπορούσε. Ξέφυγε από διάφορα μπλόκα της Αστυνομίας, όμως το κυριότερο είναι ότι εξαφάνισε το 45άρι-μύθο της 17Ν, την ιστορική γραφομηχανή, που δεν έγραφε ολόκληρο το γράμμα «ρ» και στην οποία γράφτηκε η προκήρυξη για τη δολοφονία του Γουέλς και όχι μόνο, αλλά και τη σφραγίδα της οργάνωσης.
Τα σενάρια για το τι απέγιναν τα «κειμήλια» της οργάνωσης είναι δύο: το πρώτο θέλει τον «Λουκά» ή «Φαρμακοχέρη» να τα κρύβει σε μέρος που μόνο αυτός γνωρίζει. Σύμφωνα με το δεύτερο, οι Αρχές εικάζουν ότι επέλεξε κάποιο πάρα πολύ έμπιστο άτομο υπεράνω κάθε υποψίας για να τα κρύψει και να τα φυλάξει για όσα χρόνια χρειαστούν.
Οταν ρωτήθηκε στο δικαστήριο πού βρίσκεται το 45άρι ο «Λουκάς» της 17Ν απάντησε με στίχους από ένα κλέφτικο τραγούδι: «Του Ραμαντάνη τ’ άρματα δεν πρέπει να πουλιούνται, μόνο στα δικαστήρια τους πρέπει να κρεμιούνται. Να τα τηράν οι δικαστές, να βγάζουν αποφάσεις...».
Πολλά χρόνια ίσως περάσουν μέχρι να λυθεί και το άλλο μυστήριο για το ποιο ήταν το πρόσωπο που έδωσε στον Γάλλο φιλόσοφο Ζαν-Πολ Σαρτρ την παρθενική προκήρυξη της 17Ν, την οποία δεν δημοσίευσαν οι ελληνικές εφημερίδες. Σύμφωνα με τον Γάλλο δημοσιογράφο Ζαν Γκιλέν, πρόκειται για μια αινιγματική γυναίκα που ανέλαβε να φέρει σε πέρας τη συγκεκριμένη αποστολή και να παραδώσει το εν λόγω μανιφέστο στον συγγραφέα. Είναι η περίφημη Ελένη ή «Λένα των Παρισίων», όπως τη χαρακτήρισαν, αγνώστων λοιπών στοιχείων, η οποία φέρεται να προσέγγισε ή να γνώριζε προσωπικά τον Σαρτρ.
Ο Γκιλέν, εκτός από ρεπόρτερ της «Liberation», ανέλαβε να γράψει και την ιστορία της εφημερίδας που ίδρυσε ο Ζαν-Πολ Σαρτρ και μάλιστα αφιέρωσε ένα ολόκληρο κεφάλαιο στη σχέση της 17Ν με το έντυπο.
Οπως γράφει, στις αρχές του 1976 οι αμερικανικές και οι γαλλικές μυστικές υπηρεσίες είναι πεπεισμένες ότι υπάρχει ένας άνθρωπος που είναι ο σύνδεσμος των τρομοκρατών με την εφημερίδα. Γι’ αυτό ξεκινούν μικρές ομάδες πρακτόρων να παρακολουθούν συγκεκριμένους δημοσιογράφους προκειμένου να εντοπίσουν τον στόχο τους. Πρόκειται για μια γυναίκα ελληνικής καταγωγής με το όνομα Λένα ή Ελένη, φίλη του Γάλλου φιλοσόφου, φοιτήτρια τότε στη Σορβόννη, η οποία χρεώθηκε από τη CIA τον ρόλο του συνδέσμου της 17Ν με τη «Liberation».
Η φίλη του Ζαν-Πολ Σαρτρ
Οι παρακολουθήσεις όμως δεν είχαν κάποιο απτό αποτέλεσμα. Πολύ αργότερα, το 1997, σε συνάντηση του Γκιλέν με επιτελικό αξιωματούχο της CIA, ο τελευταίος τού λέει ότι ο σύνδεσμος ήταν τελικά μια Ελληνίδα γραμματέας του Ζαν-Πολ Σαρτρ. Ο δημοσιογράφος ψάχνει αλλά δεν εντοπίζει καμία γυναίκα με αυτή την ιδιότητα που να κατάγεται από την Ελλάδα, ενώ δεν είχε ρωτήσει τότε τον φιλόσοφο πώς έφτασε στα χέρια του η προκήρυξη, αφού ήταν ήδη πολύ άρρωστος.
Βρίσκει όμως ότι υπάρχει μια γυναίκα με το όνομα Ελένη, που είναι φίλη του Σαρτρ, και έτσι η «Λένα των Παρισίων» παραμένει μέχρι σήμερα ένα μεγάλο μυστήριο τόσο για τον ρόλο της όσο και για την όποια σχέση είχε με τα μέλη της 17Ν εκείνα τα χρόνια της θύελλας. Δεν είναι πάντως το μόνο.
Ενα άλλο μυστήριο είναι πώς οι Αμερικανοί υπέπεσαν σε σωρεία λαθών πριν από την εκτέλεση του Γουέλς, αφού δεν αντιλήφθηκαν καν ότι η 17Ν παρακολουθούσε σχεδόν από την αρχή τον σταθμάρχη της CIA στην Αθήνα. Το αποκάλυψε το «μαύρο πρόβατο» της Κεντρικής Υπηρεσίας Πληροφοριών των ΗΠΑ, Φίλιπ Εϊτζι, που συμπεριέλαβε αυτολεξεί την προκήρυξη της οργάνωσης από την αρχή μέχρι το τέλος στο βιβλίο του «Βρώμικη δουλειά: Η CIA στη Δυτική Ευρώπη».
Συγκεκριμένα, αναφέρει: «Ο απερχόμενος σταθμάρχης Στέισι Χαλς έφυγε από την Αθήνα στις 30 Μαΐου του 1975. Ζούσε στο ίδιο σπίτι (σ.σ.: εννοούν την κατοικία που έμενε ο εκάστοτε σταθμάρχης) στην οδό Βασιλίσσης Φρειδερίκης 5 στο Ψυχικό. Ο Γουέλς αφίχθη στην Αθήνα γύρω στις 15 Ιουνίου.
Εμεινε για τρεις εβδομάδες στη βίλα του υποσταθμάρχη Ρόναλντ Εστές στο Νο 12 της ίδιας οδού. Για περίπου έναν μήνα η βίλα ήταν κλειστή. Ο Γουέλς μετακόμισε σε αυτή την Τετάρτη 9 Ιουλίου. Μάθαμε το όνομα και την ιδιότητά του μέσω μιας εύκολης διαδικασίας, την οποία δεν θα αποκαλύψουμε τώρα».
Σύμφωνα με όσα αναφέρει ο συγγραφέας του πρώτου «μανιφέστου» της 17Ν σε άλλο σημείο, αποδεικνύεται ότι οι τρομοκράτες παρακολουθούσαν πολύ στενά τον σταθμάρχη. Ηξεραν το καθημερινό του πρόγραμμα, το πόσο συχνά έβγαινε έξω, τα αυτοκίνητα που οδηγούσε ο ίδιος και τις πινακίδες τους. Ο ίδιος μάλιστα εξέφρασε και μια έκπληξη σε ένα απόσπασμα που δεν είχε δει το φως της δημοσιότητας μέχρι να βγει το βιβλίο: «Αυτό που μας εξέπληξε ήταν ότι αυτοί οι επαγγελματίες δολοφόνοι θεωρούσαν την Ελλάδα τόσο ασφαλή χώρα που δεν λάμβαναν κανένα μέτρο για την ασφάλειά τους. Νομίζαμε ότι θα είχαν κάποιους σωματοφύλακες αλλά τίποτε. Ενιωθαν σαν στο σπίτι τους».
Ακολουθεί μια περιγραφή εξόδου του σταθμάρχη, που είναι ιδιαίτερα αποκαλυπτική για το εύρος της παρακολούθησης, η οποία δεν δημοσιεύτηκε στο άρθρο της «Liberation»: «Την Κυριακή 27 Ιουλίου ο Γουέλς γευμάτισε στη 1.30 το μεσημέρι στο ρεστοράν “Θεοξένια” της Κηφισιάς. Οδηγούσε ο ίδιος το αυτοκίνητό του. Δεν πήρε κανένα μέτρο ασφαλείας εκτός από το να κοιτάζει επίμονα τους ανθρώπους που περνούσαν δίπλα του. Φορούσε γκρι παντελόνι και ένα μπλε καλοκαιρινό πουκάμισο...».
Ηχεί τουλάχιστον περίεργο ότι οι Αμερικανοί δεν πήραν χαμπάρι το στενό μαρκάρισμα στον σταθμάρχη τους, τότε όμως πίστευαν ότι κανείς δεν θα ήθελε να δολοφονήσει έναν αξιωματούχο της CIA, ειδικά σε μια χώρα που δεν είχε ποτέ μέχρι τότε το λεγόμενο «αντάρτικο πόλης».
Ο Ρον Εστές, Νο2 στον σταθμό της CIA στην Αθήνα, δέχτηκε μια μέρα έναν νεαρό Αμερικανό πράκτορα που υπηρετούσε στην πρεσβεία της Αθήνας και ζήτησε εσπευσμένα να τον δει. Του ανέφερε λίγους μήνες πριν από το παρθενικό χτύπημα της 17Ν ότι είχε μάθει από διάφορες πηγές την ύπαρξη της νέας οργάνωσης, η οποία όμως δεν είχε προχωρήσει μέχρι τότε σε κάποια ενέργεια.
Οταν ρώτησε τον Εστές τι να κάνει, φέρεται να εισέπραξε ένα «τίποτε προς το παρόν», αφού τα ανοιχτά μέτωπα των Αμερικανών ήταν πολλά και δεν υπήρχε χρόνος, ούτε περίσσευαν πράκτορες για να ασχοληθούν με τη νεοσύστατη 17Ν. Γεγονός που σφράγισε οριστικά τη μοίρα του Γουέλς, που ήταν ήδη γνωστό ότι ήταν αξιωματούχος της CIA με προϋπηρεσία στην Κύπρο και τη Λατινική Αμερική.
Το όνομα του Γκαστ Αβράκωτου είχε διαρρεύσει σε δημοσίευμα του περιοδικού «Counter Spy» του Εϊτζι, όταν ο Γουέλς υπηρετούσε ως σταθμάρχης στη Λίμα του Περού. Ηταν σε μια λίστα που συμπεριελάμβανε και άλλους Αμερικανούς πράκτορες, αλλά παραδόξως η CIA δεν θεώρησε ότι κινδύνευαν, για να τους ανακαλέσει προσωρινά για κάποιο χρονικό διάστημα. Στην Ελλάδα, παρότι η 17Ν τον είχε ήδη βάλει στο στόχαστρό της, αρχικά η αγγλόφωνη εφημερίδα «Athens News» και ακολούθως η «Ελευθεροτυπία» δημοσιοποίησαν το όνομα και την ιδιότητά του τον Νοέμβριο του 1975.
Η διαρροή ήταν κάτι που ανησύχησε τον Εστές, ο οποίος πρότεινε στον Γουέλς να αλλάξει σπίτι, αλλά μετά από συζήτηση οι δύο άνδρες κατέληξαν στο συμπέρασμα ότι «οι πολιτικές δολοφονίες δεν αποτελούν μέρος του ιστού της Ελληνικής Ιστορίας και κουλτούρας». «Δεν εκτιμήσαμε καθόλου σωστά την κατάσταση», επισήμανε δεκαετίες μετά. Το επόμενο πρωί της εκτέλεσης στον σταθμό της CIA επικρατούσε αναβρασμός. Την ώρα που κάποιοι πράκτορες έκλαιγαν, ο μυθικός πράκτορας Γκαστ Αβράκωτος φέρεται να θεωρεί σίγουρο ότι ο Γουέλς δολοφονήθηκε από κλιμάκιο της ρωσικής KGB και έλεγε ότι θα σκοτώσει τον σταθμάρχη της Ρωσικής Υπηρεσίας Πληροφοριών στην Αθήνα.
Παράπλευρες απώλειες
Βρίσκει όμως ότι υπάρχει μια γυναίκα με το όνομα Ελένη, που είναι φίλη του Σαρτρ, και έτσι η «Λένα των Παρισίων» παραμένει μέχρι σήμερα ένα μεγάλο μυστήριο τόσο για τον ρόλο της όσο και για την όποια σχέση είχε με τα μέλη της 17Ν εκείνα τα χρόνια της θύελλας. Δεν είναι πάντως το μόνο.
Ενα άλλο μυστήριο είναι πώς οι Αμερικανοί υπέπεσαν σε σωρεία λαθών πριν από την εκτέλεση του Γουέλς, αφού δεν αντιλήφθηκαν καν ότι η 17Ν παρακολουθούσε σχεδόν από την αρχή τον σταθμάρχη της CIA στην Αθήνα. Το αποκάλυψε το «μαύρο πρόβατο» της Κεντρικής Υπηρεσίας Πληροφοριών των ΗΠΑ, Φίλιπ Εϊτζι, που συμπεριέλαβε αυτολεξεί την προκήρυξη της οργάνωσης από την αρχή μέχρι το τέλος στο βιβλίο του «Βρώμικη δουλειά: Η CIA στη Δυτική Ευρώπη».
Συγκεκριμένα, αναφέρει: «Ο απερχόμενος σταθμάρχης Στέισι Χαλς έφυγε από την Αθήνα στις 30 Μαΐου του 1975. Ζούσε στο ίδιο σπίτι (σ.σ.: εννοούν την κατοικία που έμενε ο εκάστοτε σταθμάρχης) στην οδό Βασιλίσσης Φρειδερίκης 5 στο Ψυχικό. Ο Γουέλς αφίχθη στην Αθήνα γύρω στις 15 Ιουνίου.
Εμεινε για τρεις εβδομάδες στη βίλα του υποσταθμάρχη Ρόναλντ Εστές στο Νο 12 της ίδιας οδού. Για περίπου έναν μήνα η βίλα ήταν κλειστή. Ο Γουέλς μετακόμισε σε αυτή την Τετάρτη 9 Ιουλίου. Μάθαμε το όνομα και την ιδιότητά του μέσω μιας εύκολης διαδικασίας, την οποία δεν θα αποκαλύψουμε τώρα».
Σύμφωνα με όσα αναφέρει ο συγγραφέας του πρώτου «μανιφέστου» της 17Ν σε άλλο σημείο, αποδεικνύεται ότι οι τρομοκράτες παρακολουθούσαν πολύ στενά τον σταθμάρχη. Ηξεραν το καθημερινό του πρόγραμμα, το πόσο συχνά έβγαινε έξω, τα αυτοκίνητα που οδηγούσε ο ίδιος και τις πινακίδες τους. Ο ίδιος μάλιστα εξέφρασε και μια έκπληξη σε ένα απόσπασμα που δεν είχε δει το φως της δημοσιότητας μέχρι να βγει το βιβλίο: «Αυτό που μας εξέπληξε ήταν ότι αυτοί οι επαγγελματίες δολοφόνοι θεωρούσαν την Ελλάδα τόσο ασφαλή χώρα που δεν λάμβαναν κανένα μέτρο για την ασφάλειά τους. Νομίζαμε ότι θα είχαν κάποιους σωματοφύλακες αλλά τίποτε. Ενιωθαν σαν στο σπίτι τους».
Ακολουθεί μια περιγραφή εξόδου του σταθμάρχη, που είναι ιδιαίτερα αποκαλυπτική για το εύρος της παρακολούθησης, η οποία δεν δημοσιεύτηκε στο άρθρο της «Liberation»: «Την Κυριακή 27 Ιουλίου ο Γουέλς γευμάτισε στη 1.30 το μεσημέρι στο ρεστοράν “Θεοξένια” της Κηφισιάς. Οδηγούσε ο ίδιος το αυτοκίνητό του. Δεν πήρε κανένα μέτρο ασφαλείας εκτός από το να κοιτάζει επίμονα τους ανθρώπους που περνούσαν δίπλα του. Φορούσε γκρι παντελόνι και ένα μπλε καλοκαιρινό πουκάμισο...».
Ηχεί τουλάχιστον περίεργο ότι οι Αμερικανοί δεν πήραν χαμπάρι το στενό μαρκάρισμα στον σταθμάρχη τους, τότε όμως πίστευαν ότι κανείς δεν θα ήθελε να δολοφονήσει έναν αξιωματούχο της CIA, ειδικά σε μια χώρα που δεν είχε ποτέ μέχρι τότε το λεγόμενο «αντάρτικο πόλης».
Ο Ρον Εστές, Νο2 στον σταθμό της CIA στην Αθήνα, δέχτηκε μια μέρα έναν νεαρό Αμερικανό πράκτορα που υπηρετούσε στην πρεσβεία της Αθήνας και ζήτησε εσπευσμένα να τον δει. Του ανέφερε λίγους μήνες πριν από το παρθενικό χτύπημα της 17Ν ότι είχε μάθει από διάφορες πηγές την ύπαρξη της νέας οργάνωσης, η οποία όμως δεν είχε προχωρήσει μέχρι τότε σε κάποια ενέργεια.
Οταν ρώτησε τον Εστές τι να κάνει, φέρεται να εισέπραξε ένα «τίποτε προς το παρόν», αφού τα ανοιχτά μέτωπα των Αμερικανών ήταν πολλά και δεν υπήρχε χρόνος, ούτε περίσσευαν πράκτορες για να ασχοληθούν με τη νεοσύστατη 17Ν. Γεγονός που σφράγισε οριστικά τη μοίρα του Γουέλς, που ήταν ήδη γνωστό ότι ήταν αξιωματούχος της CIA με προϋπηρεσία στην Κύπρο και τη Λατινική Αμερική.
Το όνομα του Γκαστ Αβράκωτου είχε διαρρεύσει σε δημοσίευμα του περιοδικού «Counter Spy» του Εϊτζι, όταν ο Γουέλς υπηρετούσε ως σταθμάρχης στη Λίμα του Περού. Ηταν σε μια λίστα που συμπεριελάμβανε και άλλους Αμερικανούς πράκτορες, αλλά παραδόξως η CIA δεν θεώρησε ότι κινδύνευαν, για να τους ανακαλέσει προσωρινά για κάποιο χρονικό διάστημα. Στην Ελλάδα, παρότι η 17Ν τον είχε ήδη βάλει στο στόχαστρό της, αρχικά η αγγλόφωνη εφημερίδα «Athens News» και ακολούθως η «Ελευθεροτυπία» δημοσιοποίησαν το όνομα και την ιδιότητά του τον Νοέμβριο του 1975.
Η διαρροή ήταν κάτι που ανησύχησε τον Εστές, ο οποίος πρότεινε στον Γουέλς να αλλάξει σπίτι, αλλά μετά από συζήτηση οι δύο άνδρες κατέληξαν στο συμπέρασμα ότι «οι πολιτικές δολοφονίες δεν αποτελούν μέρος του ιστού της Ελληνικής Ιστορίας και κουλτούρας». «Δεν εκτιμήσαμε καθόλου σωστά την κατάσταση», επισήμανε δεκαετίες μετά. Το επόμενο πρωί της εκτέλεσης στον σταθμό της CIA επικρατούσε αναβρασμός. Την ώρα που κάποιοι πράκτορες έκλαιγαν, ο μυθικός πράκτορας Γκαστ Αβράκωτος φέρεται να θεωρεί σίγουρο ότι ο Γουέλς δολοφονήθηκε από κλιμάκιο της ρωσικής KGB και έλεγε ότι θα σκοτώσει τον σταθμάρχη της Ρωσικής Υπηρεσίας Πληροφοριών στην Αθήνα.
Παράπλευρες απώλειες
Χρειάστηκαν ώρες για να τον μεταπείσουν, όμως η εκτέλεση του Γουέλς τον σημάδεψε για πάντα και από εκείνη την ημέρα άρχισε μέσω ενός δικτύου δικών του πηγών και όχι μόνο να αναζητά τους δολοφόνους.
Μετά από λίγους μήνες ο Γκαστ ενημέρωσε ότι συνέταξε μια λίστα με περίπου 300 ονόματα αριστερών από διάφορους χώρους, τους οποίους θεωρούσε ύποπτους για τη δολοφονία του σταθμάρχη. «Προτείνω να τους καθαρίσουμε όλους», είπε αρχικά και συνέχισε: «Θα είναι σίγουρα και κάποιοι αθώοι μέσα, αλλά αυτό δεν έχει καμία σημασία. Πάντα υπάρχουν παράπλευρες απώλειες»!
Οι ανώτεροί του έμειναν άφωνοι με την εισήγηση του φανατικού αντικομμουνιστή πράκτορα και του απαγόρευσαν ακόμη και να σκεφτεί το ενδεχόμενο να πλησιάσει κάποιον από τη συγκεκριμένη λίστα. Λίγο αργότερα φρόντισαν να μετατεθεί στα κεντρικά της CIA. Εκεί όπου ο φάκελος της δολοφονίας του Γουέλς και τα άλυτα μυστήρια που τον συνοδεύουν παραμένουν ανοιχτά μετά από 50 χρόνια.
Μετά από λίγους μήνες ο Γκαστ ενημέρωσε ότι συνέταξε μια λίστα με περίπου 300 ονόματα αριστερών από διάφορους χώρους, τους οποίους θεωρούσε ύποπτους για τη δολοφονία του σταθμάρχη. «Προτείνω να τους καθαρίσουμε όλους», είπε αρχικά και συνέχισε: «Θα είναι σίγουρα και κάποιοι αθώοι μέσα, αλλά αυτό δεν έχει καμία σημασία. Πάντα υπάρχουν παράπλευρες απώλειες»!
Οι ανώτεροί του έμειναν άφωνοι με την εισήγηση του φανατικού αντικομμουνιστή πράκτορα και του απαγόρευσαν ακόμη και να σκεφτεί το ενδεχόμενο να πλησιάσει κάποιον από τη συγκεκριμένη λίστα. Λίγο αργότερα φρόντισαν να μετατεθεί στα κεντρικά της CIA. Εκεί όπου ο φάκελος της δολοφονίας του Γουέλς και τα άλυτα μυστήρια που τον συνοδεύουν παραμένουν ανοιχτά μετά από 50 χρόνια.
Διονύσης Θανάσουλας
ΠΡΩΤΟ ΘΕΜΑ