Η ιστορία της μεταπολίτευσης (1974-2010) κυριαρχείται από μία κραυγαλέα αντίφαση: από την μια πλευρά, η Νέα Δημοκρατία έχει πλήρως δικαιωθεί για τις βασικές πολιτικές επιλογές της, όπως η αποκατάσταση και παγίωση του δημοκρατικού πολιτεύματος, η ελεύθερη αγορά, η ένταξη και συμμετοχή της Ελλάδας στην Ενωμένη Ευρώπη και ο εν γένει δυτικός προσανατολισμός της χώρας.
Από την άλλη πλευρά, κάτω από το βάρος των βιωμάτων και των εντυπώσεων, που διαμόρφωσε η επταετής δικτατορία των συνταγματαρχών και υπό την ανοχή και τον εφησυχασμό της παράταξής μας, η αριστερά (συμπεριλαμβανομένου και του αυτοτοποθετούμενου σ’ αυτήν ΠαΣοΚ) βρήκε την ευκαιρία να επιδοθεί στην αγαπημένη της τακτική: αφ’ ενός την υπονόμευση κάθε προσπάθειας, που δεν συμφωνούσε με την δική της «σοσιαλιστική» προοπτική και, αφ’ ετέρου, την ιδεολογική διάβρωση της ελληνικής κοινωνίας και, κυρίως, της νεολαίας, με κάθε μορφής μαρξιστικές και μαρξιστογενείς αντιλήψεις.
Στην πράξη, η κατάσταση αυτή οδήγησε, την δικαιωμένη από τα ιστορικά γεγονότα, Νέα Δημοκρατία, σε θέση άμυνας και απολογίας, τόσο για τις θέσεις της όσο και για τις επιλογές της. Πρόκειται για συμπεριφορά, στην κυριολεξία, αυτοκαταστροφική, αν αναλογισθεί κανείς ότι, αντί, με βάση τα επιτεύγματά μας, να αποστομώνουμε τους αντιπάλους μας, έχουμε αποδεχθεί το σύμπλεγμα «ενοχής» που, συστηματικά και μεθοδικά, καλλιέργησε η αριστερά σε βάρος μας.
Φθάσαμε, κατ’ αυτόν τον τρόπο, στο σημείο να απολογούμαστε μπροστά στους όψιμους ευρωπαϊστές του άλλοτε τριτοκοσμικού, πρόσφατα «εκσυγχρονιστικού» και σήμερα «πολυπολιτισμικού» ΠαΣοΚ, που, στο όχι πολύ μακρινό παρελθόν, λιποθυμούσε από θαυμασμό για καθεστώτα τύπου Καντάφι, Αμίν Νταντά και Εμβέρ Χότζα, προπαγάνδιζε παθιασμένα τον σοσιαλιστικό μετασχηματισμό της ελληνικής κοινωνίας και πολεμούσε λυσσωδώς την ευρωπαϊκή προοπτική της χώρας.
Ταυτόχρονα, η αριστερά, που οραματίσθηκε την πρόσδεση της χώρας στο άρμα των μπολσεβίκων και αποπειράθηκε βιαίως να σύρει τον καθημαγμένο, από τον πόλεμο και την κατοχή, ελληνικό λαό, στην υποταγή και τον ολοκληρωτισμό, παρουσιάζεται, σήμερα, ως «ηθική νικήτρια» και ως «ιστορικά δικαιωμένη»!
Την ίδια στιγμή, όλοι όσοι αγωνίστηκαν για να διατηρήσουν την χώρα ελεύθερη και να προστατεύσουν τα ιερά και τα όσια του τόπου από την ατίμωση και τον εξευτελισμό, αποδοκιμάζονται σκαιότατα, ως «φασίστες», «προδότες» και, στην καλύτερη περίπτωση, ως «αντιδραστικοί» ή «ακροδεξιοί»!
Χρόνο με τον χρόνο και παράλληλα με την σταδιακή επικράτηση των ιδεών μας, εμείς χαρακτηριζόμαστε, περιφρονητικά, ως «δεξιοί», ενώ οι «αγιοποιημένοι» αριστεροί τιμητές μας προσδίδουν σ’ αυτόν τον όρο, με εμφανή την συμπλεγματική και γι’ αυτό εκδικητική τους διάθεση, ο,τιδήποτε εγκληματικό και αποκρουστικό μπορεί να συλλάβει η ανθρώπινη σκέψη!
Και το χειρότερο: Υπό το κράτος και το αβάσταχτο βάρος αυτής της αστείρευτης πολεμικής, μεγάλο μέρος του ελληνικού πληθυσμού αισθάνεται την πιεστική ανάγκη να αποβάλει το «στίγμα» του δεξιού, να ζητήσει συγγνώμη για το… «σκοτεινό παρελθόν» των προγόνων του και να απολογηθεί, με συντριβή, για τα ανομήματα, που, εν τούτοις, δεν διέπραξε, προκειμένου να αποκτήσει ιδεολογική και πολιτική νομιμοποίηση εκ μέρους των αντιπάλων του …!
Με αυτά τα δεδομένα, η ιδεολογική ανασύνταξη της Νέας Δημοκρατίας, στην οποία προσβλέπει και την οποία προωθεί με συνέπεια ο νέος ηγέτης του κόμματος Αντώνης Σαμαράς, είναι φυσικό να προκαλεί προβληματισμό και νευρικότητα στις πάσης μορφής «δημοκρατικές» δυνάμεις.
Η μετά από 35 έτη προοπτική τερματισμού της ιδεολογική τους ασυδοσίας και αποκατάστασης του ιστορικού ρόλου και της προσφοράς της παράταξης, υποχρεώνει τους αντιπάλους μας στην επανάληψη των συνηθισμένων, όσο και ανιστόρητων, πρακτικών τους: Δαιμονοποίηση της Νέας Δημοκρατίας και ιδεολογικοπολιτικός στιγματισμός των στελεχών της. Αλλά, πλέον, «έχουν γνώσιν οι φύλακες» …
Στην πράξη, η κατάσταση αυτή οδήγησε, την δικαιωμένη από τα ιστορικά γεγονότα, Νέα Δημοκρατία, σε θέση άμυνας και απολογίας, τόσο για τις θέσεις της όσο και για τις επιλογές της. Πρόκειται για συμπεριφορά, στην κυριολεξία, αυτοκαταστροφική, αν αναλογισθεί κανείς ότι, αντί, με βάση τα επιτεύγματά μας, να αποστομώνουμε τους αντιπάλους μας, έχουμε αποδεχθεί το σύμπλεγμα «ενοχής» που, συστηματικά και μεθοδικά, καλλιέργησε η αριστερά σε βάρος μας.
Φθάσαμε, κατ’ αυτόν τον τρόπο, στο σημείο να απολογούμαστε μπροστά στους όψιμους ευρωπαϊστές του άλλοτε τριτοκοσμικού, πρόσφατα «εκσυγχρονιστικού» και σήμερα «πολυπολιτισμικού» ΠαΣοΚ, που, στο όχι πολύ μακρινό παρελθόν, λιποθυμούσε από θαυμασμό για καθεστώτα τύπου Καντάφι, Αμίν Νταντά και Εμβέρ Χότζα, προπαγάνδιζε παθιασμένα τον σοσιαλιστικό μετασχηματισμό της ελληνικής κοινωνίας και πολεμούσε λυσσωδώς την ευρωπαϊκή προοπτική της χώρας.
Ταυτόχρονα, η αριστερά, που οραματίσθηκε την πρόσδεση της χώρας στο άρμα των μπολσεβίκων και αποπειράθηκε βιαίως να σύρει τον καθημαγμένο, από τον πόλεμο και την κατοχή, ελληνικό λαό, στην υποταγή και τον ολοκληρωτισμό, παρουσιάζεται, σήμερα, ως «ηθική νικήτρια» και ως «ιστορικά δικαιωμένη»!
Την ίδια στιγμή, όλοι όσοι αγωνίστηκαν για να διατηρήσουν την χώρα ελεύθερη και να προστατεύσουν τα ιερά και τα όσια του τόπου από την ατίμωση και τον εξευτελισμό, αποδοκιμάζονται σκαιότατα, ως «φασίστες», «προδότες» και, στην καλύτερη περίπτωση, ως «αντιδραστικοί» ή «ακροδεξιοί»!
Χρόνο με τον χρόνο και παράλληλα με την σταδιακή επικράτηση των ιδεών μας, εμείς χαρακτηριζόμαστε, περιφρονητικά, ως «δεξιοί», ενώ οι «αγιοποιημένοι» αριστεροί τιμητές μας προσδίδουν σ’ αυτόν τον όρο, με εμφανή την συμπλεγματική και γι’ αυτό εκδικητική τους διάθεση, ο,τιδήποτε εγκληματικό και αποκρουστικό μπορεί να συλλάβει η ανθρώπινη σκέψη!
Και το χειρότερο: Υπό το κράτος και το αβάσταχτο βάρος αυτής της αστείρευτης πολεμικής, μεγάλο μέρος του ελληνικού πληθυσμού αισθάνεται την πιεστική ανάγκη να αποβάλει το «στίγμα» του δεξιού, να ζητήσει συγγνώμη για το… «σκοτεινό παρελθόν» των προγόνων του και να απολογηθεί, με συντριβή, για τα ανομήματα, που, εν τούτοις, δεν διέπραξε, προκειμένου να αποκτήσει ιδεολογική και πολιτική νομιμοποίηση εκ μέρους των αντιπάλων του …!
Με αυτά τα δεδομένα, η ιδεολογική ανασύνταξη της Νέας Δημοκρατίας, στην οποία προσβλέπει και την οποία προωθεί με συνέπεια ο νέος ηγέτης του κόμματος Αντώνης Σαμαράς, είναι φυσικό να προκαλεί προβληματισμό και νευρικότητα στις πάσης μορφής «δημοκρατικές» δυνάμεις.
Η μετά από 35 έτη προοπτική τερματισμού της ιδεολογική τους ασυδοσίας και αποκατάστασης του ιστορικού ρόλου και της προσφοράς της παράταξης, υποχρεώνει τους αντιπάλους μας στην επανάληψη των συνηθισμένων, όσο και ανιστόρητων, πρακτικών τους: Δαιμονοποίηση της Νέας Δημοκρατίας και ιδεολογικοπολιτικός στιγματισμός των στελεχών της. Αλλά, πλέον, «έχουν γνώσιν οι φύλακες» …
Διονύσης Κ. Καραχάλιος
Γραμματέας Σχέσεων Κοινωνίας – Κόμματος της Νέας Δημοκρατίας