Για άλλη μια φορά καταρρίπτεται ο μύθος των καλών-συμμάχων Άγγλων και των κακών-εχθρών Γερμανών καθώς οι Άγγλοι έχουν γράψει περισσότερα επικριτικά άρθρα...
παρόλα αυτά η εικόνα που πουλάει στην Ελλάδα είναι η διπλανή
Την πλέον αρνητική περίοδο για την εικόνα της στα διεθνή Μέσα Ενημέρωσης διανύει τους τελευταίους τρεις μήνες η χώρα μας, όπως προκύπτει από τα εξαιρετικά ενδιαφέροντα στοιχεία που παρουσίασαν εχθές η Ένωση Ακολούθων Τύπου και ο ερευνητής και μεταδιδακτορικός υπότροφος του Ιδρύματος Μποδοσάκη, κ. Γιώργος Τζογόπουλος σε ειδική εκδήλωση του Ελληνικού Ιδρύματος Ευρωπαϊκής και Εξωτερικής Πολιτικής.
παρόλα αυτά η εικόνα που πουλάει στην Ελλάδα είναι η διπλανή
Την πλέον αρνητική περίοδο για την εικόνα της στα διεθνή Μέσα Ενημέρωσης διανύει τους τελευταίους τρεις μήνες η χώρα μας, όπως προκύπτει από τα εξαιρετικά ενδιαφέροντα στοιχεία που παρουσίασαν εχθές η Ένωση Ακολούθων Τύπου και ο ερευνητής και μεταδιδακτορικός υπότροφος του Ιδρύματος Μποδοσάκη, κ. Γιώργος Τζογόπουλος σε ειδική εκδήλωση του Ελληνικού Ιδρύματος Ευρωπαϊκής και Εξωτερικής Πολιτικής.
Σύμφωνα με δημοσίευμα του Ελεύθερου Τύπου, το ενδιαφέρον του ξένου Τύπου για την Ελλάδα αυξήθηκε κατακόρυφα από τις αρχές του 2010 και με την πάροδο του χρόνου οι αναφορές, οι οποίες εστιάζονταν ως επί το πλείστον στην κρίση, γίνονταν όλο και πιο επικριτικές. Είναι χαρακτηριστικό ότι σύμφωνα με τις καταγραφές των 33 ελληνικών γραφείων Τύπου και Επικοινωνίας σε 28 χώρες του κόσμου, τις οποίες παρουσίασε εκ μέρους της Ένωση Ακολούθων Τύπου η κ. Ειρήνη Αναστοπούλου, τα σχετικά δημοσιεύματα έφτασαν συνολικά τα 57.000. Από αυτά, τα 34.000 αφορούσαν την οικονομία.
Πρώτοι οι Βρετανοί
Τη μεγαλύτερη «αδυναμία» στη χώρα μας έδειξαν τα βρετανικά έντυπα (6.200 δημοσιεύματα) και ακολούθησαν τα γερμανικά (5.600), τα κινεζικά (5.100), τα γαλλικά (4.700) και τα αμερικανικά (3.600). Σε επίπεδο μέσου, τα περισσότερα ρεπορτάζ και αναλύσεις καταγράφηκαν σε τρεις εφημερίδες: Financial Times(1.300), Wall Street Journal και Suddeutsche Zeitung (1.000 δημοσιεύματα η καθεμία) [Τα δημοσιεύματα της Suddeutsche Zeitung είναι συνήθως υπέρ μας λόγω σοσιαλΗστικού προσανατολισμού της εφημερίδας και αντιπολιτευτικής τακτικής στη Μέρκελ].
Όπως επεσήμανε ο κ. Τζογόπουλος, η Ελλάδα εξακολουθεί να εμφανίζεται με αμείωτη συχνότητα στις ξένες εφημερίδες και τη φετινή χρονιά, γεγονός στο οποίο έχουν παίξει ρόλο μεταξύ άλλων και οι άστοχες δηλώσεις της ελληνικής πολιτικής ελίτ σε ξένους δημοσιογράφους.
«Το πρόβλημα μας δεν είναι επικοινωνιακό, αλλά πολιτικό και επικοινωνιακό», τόνισε χαρακτηριστικά ο ερευνητής του ΕΛΙΑΜΕΠ. Σύμφωνα με τον ίδιο, από τον περασμένο Μάρτιο μεταδίδεται μια εικόνα παράλυσης και αναπαράγονται κυρίως καυστικά σχόλια για τη μη λήψη των μέτρων.
Πιο επιθετικές από όλες τις εφημερίδες είναι στα δημοσιεύματά τους οι: Wall Street Journal, Financial Times και Frankfurter Allgemeine Zeitung. Ξεχωριστή περίπτωση αποτελεί η ταμπλόιντ γερμανική εφημερίδα “Bild” με τις λαϊκιστικές προσεγγίσεις του απεσταλμένου της στην Αθήνα. Όλα αυτά «διανθίζονται» από «συχνές υπεραπλουστεύσεις, υπερβολές, κακεντρεχείς αναφορές και παραγωγή στερεοτύπων για την ελληνική κοινωνία, ενώ παράλληλα απουσιάζει το ενδιαφέρον για θετικές ειδήσεις, όπως η πορεία της ελληνικής ναυτιλίας».
Ευθύνες κυβέρνησης και Ε.Ε.
Ευθύνες τόσο στους κόλπους των Ελλήνων αξιωματούχων όσο και των συναδέλφων τους στην Ευρωπαϊκή Ένωση εντόπισε επίσης ο καθηγητής Οικονομικών και γενικός διευθυντής του Ιδρύματος Οικονομικών και Βιομηχανικών Ερευνών (ΙΟΒΕ), κ. Γιάννης Στουρνάρας, ο οποίος έκανε λόγο για «ατυχείς δηλώσεις» κατά καιρούς και από τις δύο πλευρές.
Ωστόσο, διέβλεψε μια αλλαγή στάσης τις τελευταίες μέρες προς το θετικό στις Βρυξέλλες και την Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα. Εκτίμησε δε πως η μεταστροφή αυτή σταδιακά θα γίνει αισθητή και στο διεθνή Τύπο. Επιπλέον επέρριψε ευθύνες στους ξένους δημοσιογράφους για αποσιώπηση σημαντικών πληροφοριών: «Γιατί δεν λένε με τι έλλειμμα μπήκαν στην ΟΝΕ η Γαλλία, η Ισπανία, η Πορτογαλία το 1997, μετά τις αναθεωρήσεις;» και κατέληξε: «Έχουμε κάνει σημαντικότατα λάθη, αλλά δεν είμαστε εμείς που θα καταστρέψουμε το ευρώ».
Στη διαχρονική διάσταση πολλών γερμανικών στερεοτύπων για τους Έλληνες και ελληνικών για τους Γερμανούς στάθηκε ο γενικός διευθυντής του Ελληνογερμανικού Εμπορικού και Βιομηχανικού Επιμελητηρίου, κ. Μάρτιν Κναπ, ο οποίος ανέφερε πως ορισμένα Μέσα Ενημέρωσης «παίζουν με τη φωτιά μπλέκοντας χοντροειδή ψέματα με ημιαλήθειες και καταλήγοντας σε φθηνή δημαγωγία».
Τις παθογένειες της τηλεόρασης, η οποία καλείται να παρουσιάσει τα προβλήματα της χώρας ενώ έχει συμβάλει και η ίδια σε αυτά, υπογράμμισε στην τοποθέτησή της η δημοσιογράφος κ. Μαρία Χούκλη.
Ωστόσο, υποστήριξε πως σε γενικές γραμμές οι εξελίξεις της εγχώριας κρίσης καλύφθηκαν καλά, χωρίς να αποκρυφτούν στοιχεία. Για φάση προβληματισμού των γαλλικών Μέσων Ενημέρωσης απέναντι στο ελληνικό ζήτημα έκανε λόγο από την πλευρά της η ανταποκρίτρια, κ. Αλεξία Κεφαλά, σημειώνοντας ότι σήμερα τα media της Γαλλίας προσεγγίζουν τη χώρα μας περισσότερο με άγχος ως προς το τι μέλλει γενέσθαι παρά με επικριτική διάθεση.
Τα δημοσιεύματα σε αριθμούς έτσι όπως τα παρουσιάζει ο Ελεύθερος Τύπος:
-57.000 δημοσιεύματα συνολικά μέσα στο 2010
-34.000 από αυτά αφορούσαν στην οικονομία (ποσοστό 60%)
-15% του συνόλου των δημοσιευμάτων αναφερόταν στην ελληνική επικαιρότητα
-6.200 ήταν τα δημοσιεύματα για τη χώρα μας στον βρετανικό Τύπο
-1.300 ήταν τα ρεπορτάζ και τα σχόλια των Financial Times που ήταν και η εφημερίδα με τις περισσότερες αναφορές στην Ελλάδα
-659 είναι το ρεκόρ δημοσιευμάτων σε μια μέρα και σημειώθηκε στις 6 Μαΐου, την επόμενη μέρα της μεγάλης απεργιακής διαδήλωσης που σημαδεύτηκε από την τραγωδία στη Marfin.
Πρώτοι οι Βρετανοί
Τη μεγαλύτερη «αδυναμία» στη χώρα μας έδειξαν τα βρετανικά έντυπα (6.200 δημοσιεύματα) και ακολούθησαν τα γερμανικά (5.600), τα κινεζικά (5.100), τα γαλλικά (4.700) και τα αμερικανικά (3.600). Σε επίπεδο μέσου, τα περισσότερα ρεπορτάζ και αναλύσεις καταγράφηκαν σε τρεις εφημερίδες: Financial Times(1.300), Wall Street Journal και Suddeutsche Zeitung (1.000 δημοσιεύματα η καθεμία) [Τα δημοσιεύματα της Suddeutsche Zeitung είναι συνήθως υπέρ μας λόγω σοσιαλΗστικού προσανατολισμού της εφημερίδας και αντιπολιτευτικής τακτικής στη Μέρκελ].
Όπως επεσήμανε ο κ. Τζογόπουλος, η Ελλάδα εξακολουθεί να εμφανίζεται με αμείωτη συχνότητα στις ξένες εφημερίδες και τη φετινή χρονιά, γεγονός στο οποίο έχουν παίξει ρόλο μεταξύ άλλων και οι άστοχες δηλώσεις της ελληνικής πολιτικής ελίτ σε ξένους δημοσιογράφους.
«Το πρόβλημα μας δεν είναι επικοινωνιακό, αλλά πολιτικό και επικοινωνιακό», τόνισε χαρακτηριστικά ο ερευνητής του ΕΛΙΑΜΕΠ. Σύμφωνα με τον ίδιο, από τον περασμένο Μάρτιο μεταδίδεται μια εικόνα παράλυσης και αναπαράγονται κυρίως καυστικά σχόλια για τη μη λήψη των μέτρων.
Πιο επιθετικές από όλες τις εφημερίδες είναι στα δημοσιεύματά τους οι: Wall Street Journal, Financial Times και Frankfurter Allgemeine Zeitung. Ξεχωριστή περίπτωση αποτελεί η ταμπλόιντ γερμανική εφημερίδα “Bild” με τις λαϊκιστικές προσεγγίσεις του απεσταλμένου της στην Αθήνα. Όλα αυτά «διανθίζονται» από «συχνές υπεραπλουστεύσεις, υπερβολές, κακεντρεχείς αναφορές και παραγωγή στερεοτύπων για την ελληνική κοινωνία, ενώ παράλληλα απουσιάζει το ενδιαφέρον για θετικές ειδήσεις, όπως η πορεία της ελληνικής ναυτιλίας».
Ευθύνες κυβέρνησης και Ε.Ε.
Ευθύνες τόσο στους κόλπους των Ελλήνων αξιωματούχων όσο και των συναδέλφων τους στην Ευρωπαϊκή Ένωση εντόπισε επίσης ο καθηγητής Οικονομικών και γενικός διευθυντής του Ιδρύματος Οικονομικών και Βιομηχανικών Ερευνών (ΙΟΒΕ), κ. Γιάννης Στουρνάρας, ο οποίος έκανε λόγο για «ατυχείς δηλώσεις» κατά καιρούς και από τις δύο πλευρές.
Ωστόσο, διέβλεψε μια αλλαγή στάσης τις τελευταίες μέρες προς το θετικό στις Βρυξέλλες και την Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα. Εκτίμησε δε πως η μεταστροφή αυτή σταδιακά θα γίνει αισθητή και στο διεθνή Τύπο. Επιπλέον επέρριψε ευθύνες στους ξένους δημοσιογράφους για αποσιώπηση σημαντικών πληροφοριών: «Γιατί δεν λένε με τι έλλειμμα μπήκαν στην ΟΝΕ η Γαλλία, η Ισπανία, η Πορτογαλία το 1997, μετά τις αναθεωρήσεις;» και κατέληξε: «Έχουμε κάνει σημαντικότατα λάθη, αλλά δεν είμαστε εμείς που θα καταστρέψουμε το ευρώ».
Στη διαχρονική διάσταση πολλών γερμανικών στερεοτύπων για τους Έλληνες και ελληνικών για τους Γερμανούς στάθηκε ο γενικός διευθυντής του Ελληνογερμανικού Εμπορικού και Βιομηχανικού Επιμελητηρίου, κ. Μάρτιν Κναπ, ο οποίος ανέφερε πως ορισμένα Μέσα Ενημέρωσης «παίζουν με τη φωτιά μπλέκοντας χοντροειδή ψέματα με ημιαλήθειες και καταλήγοντας σε φθηνή δημαγωγία».
Τις παθογένειες της τηλεόρασης, η οποία καλείται να παρουσιάσει τα προβλήματα της χώρας ενώ έχει συμβάλει και η ίδια σε αυτά, υπογράμμισε στην τοποθέτησή της η δημοσιογράφος κ. Μαρία Χούκλη.
Ωστόσο, υποστήριξε πως σε γενικές γραμμές οι εξελίξεις της εγχώριας κρίσης καλύφθηκαν καλά, χωρίς να αποκρυφτούν στοιχεία. Για φάση προβληματισμού των γαλλικών Μέσων Ενημέρωσης απέναντι στο ελληνικό ζήτημα έκανε λόγο από την πλευρά της η ανταποκρίτρια, κ. Αλεξία Κεφαλά, σημειώνοντας ότι σήμερα τα media της Γαλλίας προσεγγίζουν τη χώρα μας περισσότερο με άγχος ως προς το τι μέλλει γενέσθαι παρά με επικριτική διάθεση.
Τα δημοσιεύματα σε αριθμούς έτσι όπως τα παρουσιάζει ο Ελεύθερος Τύπος:
-57.000 δημοσιεύματα συνολικά μέσα στο 2010
-34.000 από αυτά αφορούσαν στην οικονομία (ποσοστό 60%)
-15% του συνόλου των δημοσιευμάτων αναφερόταν στην ελληνική επικαιρότητα
-6.200 ήταν τα δημοσιεύματα για τη χώρα μας στον βρετανικό Τύπο
-1.300 ήταν τα ρεπορτάζ και τα σχόλια των Financial Times που ήταν και η εφημερίδα με τις περισσότερες αναφορές στην Ελλάδα
-659 είναι το ρεκόρ δημοσιευμάτων σε μια μέρα και σημειώθηκε στις 6 Μαΐου, την επόμενη μέρα της μεγάλης απεργιακής διαδήλωσης που σημαδεύτηκε από την τραγωδία στη Marfin.