Δημοσιογράφου – Συγγραφέα – Τουρκολόγου
Τυχαίνει ένεκα της δουλειάς μου να παρακολουθώ την Τουρκία και τους Τούρκους συστηματικά εδώ και είκοσι περίπου χρόνια ενώ παρακολουθώ τουρκική τηλεόραση τουλάχιστον τα τελευταία δεκαπέντε χρόνια. Αυτό μου δίνει ίσως το δικαίωμα να ισχυριστώ ότι γνωρίζω σε μεγάλο βαθμό την τουρκική νοοτροπία και την τουρκική κοινωνία, την οποία φυσικά γνώρισα επανειλημμένα και από κοντά.
Για τον λόγο αυτό μου κίνησε την μεγάλη περιέργεια, μετά και από τον θόρυβο που έχει γίνει, να παρακολουθήσω αυτά τα περίφημα τουρκικά σήριαλ που σαν επιδημία έχουν ενσκήψει τα τελευταία χρόνια στην ελληνική τηλεόραση. Κάθισα λοιπόν κάποια απογεύματα και άνοιξα το «χαζοκούτι». Ειλικρινά δεν πίστευα από αυτά που έβλεπα. Λες και βρισκόμουν όχι στην Αθήνα ή στην Θεσσαλονίκη, αλλά κάπου στην Άγκυρα, στην ασιατική ακτή της Κωνσταντινούπολης, στα Άδανα, ή στην Σμύρνη. Για εμένα βεβαία αυτό δεν ήταν κάτι το καινούργιο, αλλά εντυπωσιάστηκα όταν ενημερώθηκα ότι αυτά τα περίφημα τουρκικά σήριαλ σημείωναν ρεκόρ τηλεθέασης από ένα ελληνικό κοινό, άναυδο όπως συνήθως.
Φυσικά το ενδιαφέρων μου το τράβηξε το περίφημο τουρκικό σήριαλ που έχει τον τίτλο, «ΕΖΕΛ» και που έχει πιάσει κορυφή τηλεθέασης, αποκομίζοντας τεράστια οικονομικά οφέλη στο κανάλι που το προβάλει και το οποίο με την σειρά του έχει πληρώσει ακριβά τους Τούρκους για να το αγοράσει και να το εμφανίσει στην Ελλάδα.
Αμέσως κατάλαβα ότι το θέμα είναι πολύ σοβαρό, ίσως πολύ πιο σοβαρό από τις διαμαρτυρίες κάποιων προσφυγικών και κυπριακών συλλόγων προς το κανάλι, γιατί κάποιες σκηνές έχουν γυριστεί στην κατεχόμενη Κύπρο και γιατί, όπως τονίστηκε στια διαμαρτυρίες, προσβάλει βάναυσα την μεγάλη προσφυγική κοινότητα. Και κατ’ αρχή θέλησα να αναλύσω τους λόγους αυτής της τεράστιας τηλεθέασης από το ελληνικό κοινό, καθώς αυτό με απασχόλησε περισσότερο γιατί το θέμα έχει πολύ ενδιαφέρουσες όπως θα εξηγήσω παρακάτω προεκτάσεις.
Τρεις είναι οι διαστάσεις αυτού του τουρκικού «δημιουργήματος», που πληρώνετε πανάκριβα από τις ελληνικές τσέπες.
Α). Η πρώτη είναι η καθαρά κινηματογραφική- τηλεοπτική. Συγκρίνοντας τον ΕΖΕΛ με τα ελληνικά σήριαλ, (με τις λατινοαμερικάνικες σαπουνόπερες ούτε λόγος να γίνετε για κάποια σύγκριση, καθώς εκεί η ηλιθιότητα είναι ο κύριος πρωταγωνιστής), αμέσως διαπίστωσα ότι υπερέχει κατά πολύ σε ποιότητα. Η συνταγή μεγάλης και συνεχής δράσης με φοβερή πλοκή, άριστοι ηθοποιοί με φοβερό παίξιμο, έντεχνη και πράγματα ποιοτική μουσική, μια εικόνα πολυτελείας και χλιδής, (άσχετη με την τουρκική πραγματικότητα), πέτυχε να υπνωτίσει ένα ελληνικό κοινό που έχει βαρεθεί τις ελληνικές τηλεοπτικές βλακείες.
Β). Η δεύτερη διάσταση είναι η ψυχολογική. Εδώ θα ήθελα να σταθώ περισσότερο. Στο σήριαλ αυτό (όπως και στα άλλα τουρκικά σήριαλ), εμφανίζεται μια χαμένη διάσταση της ελληνικής κοινωνίας που έχει θαφτεί τα τελευταία χρόνια από ένα πολυδιαφημιζόμενο ελληνικό εκσυγχρονισμό. Ενώ στα ελληνικά κανάλια κυριαρχεί μια επιμονή στην σεξουαλικότητα και σε κάθε ευκαιρία το γυμνό είναι ο σημαντικότερος τηλεοπτικός παράγοντας τηλεθέασης, ενώ καθημερινά βομβαρδιζόμαστε από τηλεοπτικές σειρές που προάγουν την αποχαύνωση της ελληνικής κοινωνίας, εδώ έχουμε την προβολή μιας κοινωνίας που υποτίθεται ότι σέβεται την τιμή της γυναίκας, την οικογένεια με το κοινό τραπέζι, την μάννα, τον πατέρα, τις αδελφικές σχέσεις, την τιμή της φιλίας και όλα αυτά που ήταν το κύριο χαρακτηριστικό της ελληνικής κοινωνίας μέχρι ίσως και την δεκαετία του εβδομήντα. Το «ΕΖΕΛ» ξυπνάει στον σημερινό Έλληνα κάποια χαμένη του ταυτότητα και αυτό είναι ίσως ο κυριότερος λόγος της μεγάλης του επιτυχίας, (ούτε να το φανταστεί κανείς ότι θα μπορούσε να προβληθεί στην Γερμανία ή σε άλλη ευρωπαϊκή χώρα). Υπάρχει όμως και η τελευταία και πιο ενδιαφέρουσα διάσταση,
Γ). Χωρίς να το κάνουν συνειδητά, αλλά αυτό ήταν αναπόφευκτο, το «ΕΖΕΛ» δείχνει ακριβώς μια από τις σημαντικότερες διαστάσεις της σύγχρονης Τουρκιάς. Μια ασταμάτητη βία και μια αδίστακτη τουρκική μαφία. Το πιο επικίνδυνο είναι ότι εδώ ο Έλληνας εξοικειώνετε με κάτι το πρωτόγνωρο. Το έγκλημα, η εκδίκηση, το αίμα, τα πιστολίδια και οι δολοφονίες, προβάλλονται σαν κάτι το φυσιολογικό, κάτι το απαραίτητο, συχνά αναγκαίο για το ξέπλυμα της τιμής, για την απόδοση της δικαιοσύνης. Αυτή είναι η σύγχρονη Τουρκία. Ένας κόσμος βουτηγμένος στο αίμα, όπου οι «ήρωες» και οι «σοφοί» είναι οι μεγαλύτεροι εγκληματίες της τουρκικής μαφίας. Κάποτε ένα φίλος μου Γερμανός μου έλεγε ότι είναι πολύ σημαντικό που οι Έλληνες δεν ανέπτυξαν ποτέ μια αδίστακτη μαφία όπως αυτή υπάρχει και βασιλεύει στην Τουρκία, αλλά και στους Τούρκους της Γερμανίας, με ανυπολόγιστες συνέπειες για την ιδία την Ευρώπη.
Εδώ όμως βρίσκεται και το πιο επικίνδυνο σημείο για τους Έλληνες και τον ελληνισμό. Έχοντας υποφέρει επί αιώνιες από μια αφύσικη, συχνά πρωτόγνωρη βαρβαρότητα που πήγαζε ακριβώς από το ψυχολογικό υπόβαθρο μιας κοινότητας και μιας θρησκείας όπου δεν καταδικάζετε η βία όπως στον χριστιανισμό, αλλά αντίθετα συχνά εξυψώνετε σαν η απαραίτητη κάθαρση, σήμερα εξοικειωνόμαστε με τηλεοπτικό τρόπο και θαυμάζουμε αυτό το αιματοβαμμένο «δημιούργημα» που μπροστά του ακόμα και οι γκάκστερς του Σικάγο φαντάζουν μωρές παρθένες. Και παράλληλα, ο θαυμασμός αυτός μετατρέπεται σταδιακά, υποσυνείδητα αλλά σταθερά, σε ένα αίσθημα υποταγής μπροστά σε έναν αδίστακτο, όπως προβάλλετε, γείτονα, που είναι ικανός για όλα, ακόμα και να πιει το αίμα του εχθρού του σαν να πίνει δροσερή λεμονάδα.
Κάποτε ο Οζάλ είχε πει ότι δεν χρειάζεται η Τουρκία να κάνει πόλεμο για να κατακτήσει την Ελλάδα γιατί οι ίδιοι οι Έλληνες θα πέσουν σαν ώριμα φρούτα στις τουρκικές «αγκάλες». Βεβαία τότε δεν υπήρχαν τουρκικά σήριαλ και «ΕΖΕΛ» στα ελληνική κανάλια, αλλά σίγουρα ήξερε καλά τι έλεγε ο Τούρκος πρόεδρος. Η σημερινή Τουρκία προβάλλετε σαν η μεγάλη υπερδύναμη της περιοχής και οι… πτωχευμένοι και κακομοίρηδες Έλληνες φυσιολογικά θα πρέπει να σκύψουν το κεφάλι και να θυμηθούν την εποχή του Ραγιά. Αλλοίμονο μας αν φτάσαμε σε αυτό το σημείο γιατί η ψυχολογική υποταγή έχει πολύ μεγαλύτερη σημασία από την οικονομική, ακόμα και την εθνική.
Δεν θα πρέπει όμως να ξεχνάμε και κάτι τελευταίο που σίγουρα ανατρέπει όλα όσα περιγράψαμε παραπάνω. Αυτός ο περίφημος Οζάλ είχε οικτρό τέλος. Δολοφονήθηκε από τις ίδιες τις δίκες του μυστικές υπηρεσίες γιατί ήθελε να δώσει αυτονομία στους Κούρδους. Πραγματικά, η σύγχρονη Τούρκικα δεν είναι μόνο υπερδύναμη, είναι και ένα ηφαίστειο που ανά πάσα στιγμή μπορεί να εκραγεί και να γίνει χίλια κομματάκια που το ένα θα προσπαθεί να φάει τις σάρκες του άλλου. Αυτό δεν είναι δικιά μου εκτίμηση, αλλά των μεγαλυτέρων αμερικανικών ιδρυμάτων στρατηγικής έρευνας. Τότε πραγματικά θα ήθελα να δω που θα βρίσκονται οι διάφοροι ΕΖΕΛ, αλλά και οι Έλληνες θαυμαστές τους.
Φυσικά το ενδιαφέρων μου το τράβηξε το περίφημο τουρκικό σήριαλ που έχει τον τίτλο, «ΕΖΕΛ» και που έχει πιάσει κορυφή τηλεθέασης, αποκομίζοντας τεράστια οικονομικά οφέλη στο κανάλι που το προβάλει και το οποίο με την σειρά του έχει πληρώσει ακριβά τους Τούρκους για να το αγοράσει και να το εμφανίσει στην Ελλάδα.
Αμέσως κατάλαβα ότι το θέμα είναι πολύ σοβαρό, ίσως πολύ πιο σοβαρό από τις διαμαρτυρίες κάποιων προσφυγικών και κυπριακών συλλόγων προς το κανάλι, γιατί κάποιες σκηνές έχουν γυριστεί στην κατεχόμενη Κύπρο και γιατί, όπως τονίστηκε στια διαμαρτυρίες, προσβάλει βάναυσα την μεγάλη προσφυγική κοινότητα. Και κατ’ αρχή θέλησα να αναλύσω τους λόγους αυτής της τεράστιας τηλεθέασης από το ελληνικό κοινό, καθώς αυτό με απασχόλησε περισσότερο γιατί το θέμα έχει πολύ ενδιαφέρουσες όπως θα εξηγήσω παρακάτω προεκτάσεις.
Τρεις είναι οι διαστάσεις αυτού του τουρκικού «δημιουργήματος», που πληρώνετε πανάκριβα από τις ελληνικές τσέπες.
Α). Η πρώτη είναι η καθαρά κινηματογραφική- τηλεοπτική. Συγκρίνοντας τον ΕΖΕΛ με τα ελληνικά σήριαλ, (με τις λατινοαμερικάνικες σαπουνόπερες ούτε λόγος να γίνετε για κάποια σύγκριση, καθώς εκεί η ηλιθιότητα είναι ο κύριος πρωταγωνιστής), αμέσως διαπίστωσα ότι υπερέχει κατά πολύ σε ποιότητα. Η συνταγή μεγάλης και συνεχής δράσης με φοβερή πλοκή, άριστοι ηθοποιοί με φοβερό παίξιμο, έντεχνη και πράγματα ποιοτική μουσική, μια εικόνα πολυτελείας και χλιδής, (άσχετη με την τουρκική πραγματικότητα), πέτυχε να υπνωτίσει ένα ελληνικό κοινό που έχει βαρεθεί τις ελληνικές τηλεοπτικές βλακείες.
Β). Η δεύτερη διάσταση είναι η ψυχολογική. Εδώ θα ήθελα να σταθώ περισσότερο. Στο σήριαλ αυτό (όπως και στα άλλα τουρκικά σήριαλ), εμφανίζεται μια χαμένη διάσταση της ελληνικής κοινωνίας που έχει θαφτεί τα τελευταία χρόνια από ένα πολυδιαφημιζόμενο ελληνικό εκσυγχρονισμό. Ενώ στα ελληνικά κανάλια κυριαρχεί μια επιμονή στην σεξουαλικότητα και σε κάθε ευκαιρία το γυμνό είναι ο σημαντικότερος τηλεοπτικός παράγοντας τηλεθέασης, ενώ καθημερινά βομβαρδιζόμαστε από τηλεοπτικές σειρές που προάγουν την αποχαύνωση της ελληνικής κοινωνίας, εδώ έχουμε την προβολή μιας κοινωνίας που υποτίθεται ότι σέβεται την τιμή της γυναίκας, την οικογένεια με το κοινό τραπέζι, την μάννα, τον πατέρα, τις αδελφικές σχέσεις, την τιμή της φιλίας και όλα αυτά που ήταν το κύριο χαρακτηριστικό της ελληνικής κοινωνίας μέχρι ίσως και την δεκαετία του εβδομήντα. Το «ΕΖΕΛ» ξυπνάει στον σημερινό Έλληνα κάποια χαμένη του ταυτότητα και αυτό είναι ίσως ο κυριότερος λόγος της μεγάλης του επιτυχίας, (ούτε να το φανταστεί κανείς ότι θα μπορούσε να προβληθεί στην Γερμανία ή σε άλλη ευρωπαϊκή χώρα). Υπάρχει όμως και η τελευταία και πιο ενδιαφέρουσα διάσταση,
Γ). Χωρίς να το κάνουν συνειδητά, αλλά αυτό ήταν αναπόφευκτο, το «ΕΖΕΛ» δείχνει ακριβώς μια από τις σημαντικότερες διαστάσεις της σύγχρονης Τουρκιάς. Μια ασταμάτητη βία και μια αδίστακτη τουρκική μαφία. Το πιο επικίνδυνο είναι ότι εδώ ο Έλληνας εξοικειώνετε με κάτι το πρωτόγνωρο. Το έγκλημα, η εκδίκηση, το αίμα, τα πιστολίδια και οι δολοφονίες, προβάλλονται σαν κάτι το φυσιολογικό, κάτι το απαραίτητο, συχνά αναγκαίο για το ξέπλυμα της τιμής, για την απόδοση της δικαιοσύνης. Αυτή είναι η σύγχρονη Τουρκία. Ένας κόσμος βουτηγμένος στο αίμα, όπου οι «ήρωες» και οι «σοφοί» είναι οι μεγαλύτεροι εγκληματίες της τουρκικής μαφίας. Κάποτε ένα φίλος μου Γερμανός μου έλεγε ότι είναι πολύ σημαντικό που οι Έλληνες δεν ανέπτυξαν ποτέ μια αδίστακτη μαφία όπως αυτή υπάρχει και βασιλεύει στην Τουρκία, αλλά και στους Τούρκους της Γερμανίας, με ανυπολόγιστες συνέπειες για την ιδία την Ευρώπη.
Εδώ όμως βρίσκεται και το πιο επικίνδυνο σημείο για τους Έλληνες και τον ελληνισμό. Έχοντας υποφέρει επί αιώνιες από μια αφύσικη, συχνά πρωτόγνωρη βαρβαρότητα που πήγαζε ακριβώς από το ψυχολογικό υπόβαθρο μιας κοινότητας και μιας θρησκείας όπου δεν καταδικάζετε η βία όπως στον χριστιανισμό, αλλά αντίθετα συχνά εξυψώνετε σαν η απαραίτητη κάθαρση, σήμερα εξοικειωνόμαστε με τηλεοπτικό τρόπο και θαυμάζουμε αυτό το αιματοβαμμένο «δημιούργημα» που μπροστά του ακόμα και οι γκάκστερς του Σικάγο φαντάζουν μωρές παρθένες. Και παράλληλα, ο θαυμασμός αυτός μετατρέπεται σταδιακά, υποσυνείδητα αλλά σταθερά, σε ένα αίσθημα υποταγής μπροστά σε έναν αδίστακτο, όπως προβάλλετε, γείτονα, που είναι ικανός για όλα, ακόμα και να πιει το αίμα του εχθρού του σαν να πίνει δροσερή λεμονάδα.
Κάποτε ο Οζάλ είχε πει ότι δεν χρειάζεται η Τουρκία να κάνει πόλεμο για να κατακτήσει την Ελλάδα γιατί οι ίδιοι οι Έλληνες θα πέσουν σαν ώριμα φρούτα στις τουρκικές «αγκάλες». Βεβαία τότε δεν υπήρχαν τουρκικά σήριαλ και «ΕΖΕΛ» στα ελληνική κανάλια, αλλά σίγουρα ήξερε καλά τι έλεγε ο Τούρκος πρόεδρος. Η σημερινή Τουρκία προβάλλετε σαν η μεγάλη υπερδύναμη της περιοχής και οι… πτωχευμένοι και κακομοίρηδες Έλληνες φυσιολογικά θα πρέπει να σκύψουν το κεφάλι και να θυμηθούν την εποχή του Ραγιά. Αλλοίμονο μας αν φτάσαμε σε αυτό το σημείο γιατί η ψυχολογική υποταγή έχει πολύ μεγαλύτερη σημασία από την οικονομική, ακόμα και την εθνική.
Δεν θα πρέπει όμως να ξεχνάμε και κάτι τελευταίο που σίγουρα ανατρέπει όλα όσα περιγράψαμε παραπάνω. Αυτός ο περίφημος Οζάλ είχε οικτρό τέλος. Δολοφονήθηκε από τις ίδιες τις δίκες του μυστικές υπηρεσίες γιατί ήθελε να δώσει αυτονομία στους Κούρδους. Πραγματικά, η σύγχρονη Τούρκικα δεν είναι μόνο υπερδύναμη, είναι και ένα ηφαίστειο που ανά πάσα στιγμή μπορεί να εκραγεί και να γίνει χίλια κομματάκια που το ένα θα προσπαθεί να φάει τις σάρκες του άλλου. Αυτό δεν είναι δικιά μου εκτίμηση, αλλά των μεγαλυτέρων αμερικανικών ιδρυμάτων στρατηγικής έρευνας. Τότε πραγματικά θα ήθελα να δω που θα βρίσκονται οι διάφοροι ΕΖΕΛ, αλλά και οι Έλληνες θαυμαστές τους.