29 Μαΐου 2008

«Η Πόλις Εάλω!» Αλλοίμονο όμως αν την αφήσουμε να αλωθεί και εντός μας.»

«Η των πόλεων άνασσα, η Πόλις, η Βασιλίς των Πόλεων, της Θεοτόκου η Πόλις, ο Φάρος της Ορθοδοξίας, η Νέα Ρώμη, η Θεοσκέπαστη Πόλις» έγινε πρωτεύουσα της Αυτοκρατορίας και μετονομάστηκε σε Κωνσταντινούπολη στις 11 Μαΐου 330 μ.Χ. από τον ιδρυτή της, τον Α’ Χριστιανό Αυτοκράτορα, Μέγα Κωνσταντίνο.

Υπό έναν άλλο Κωνσταντίνο, τον Παλαιολόγο, τον «Θεοφιλέστατο Μεγαλομάρτυρα και Εθνομάρτυρα Βασιλέα, επί των επάλξεων της Βασιλίδος των πόλεων» έμελλε στις 29 Μαΐου 1453 μ.Χ., να πέσει στο σκοτάδι της μουσουλμανικής ημισελήνου.

Κατά την διάρκεια των 1123 χρόνων, ενδόξου βίου της, στηριγμένη στην Ρωμαϊκή παράδοση, την Ελληνική Παιδεία και το Χριστιανισμό, δημιούργησε δικό της πολιτισμό και εδραίωσε την Ορθοδοξία και την Παράδοση. Η Πόλη έγινε το κέντρο του «Ευαγγελισμού» των βαρβάρων λαών, πνευματικός ηγέτης της Δύσεως και ακοίμητος φρουρός της από τον εξ ανατολών εχθρό. Δημιούργησε τη Ρωμιοσύνη, που είναι το αντίθετο του σημερινού Γραικυλισμού.

Σαν σήμερα λοιπόν στις 29 Μαΐου 1453, ώρα 2.30 μ.μ., την αποφράδα μέρα Τρίτη, ο Κωνσταντίνος Παλαιολόγος, ο τελευταίος Αυτοκράτορας των Ελλήνων, αναφώνησε:

«Η Πόλις εάλω και εγώ έτι ζω; Δεν υπάρχει Χριστιανός να κόψει την κεφαλή μου;».

«Κανείς δε δεχόταν να το κάνει. Δεν το ’θελε ο Θεός. Δεν ήθελε ν’ αφήσει των Χριστιανών το Γένος αιώνια δίχως βασιλιά κι ελευθεριάς ελπίδα» όπως λέει ο Βιζυηνός.

Σύμφωνα με τον θρύλο, Άγγελος άρπαξε τον «Θεοφιλέστατο Μεγαλομάρτυρα και Εθνομάρτυρα Βασιλέα, επί των επάλξεων της Βασιλίδος των πόλεων, του φάρου της Ορθοδοξίας» και τον πήγε σε σπηλιά κάτω από την Χρυσή Πύλη της Αγιάς Σοφιάς. Εκεί, κάτω από την Κλειστή Πύλη, όπως την αποκαλούν οι Τούρκοι μιας και την έχτισαν φοβούμενοι τον θρύλο, είναι μαρμαρωμένος και περιμένει το Άγγελο να του ξαναφέρει το σπαθί του, να ζωντανέψει, για να ξαναμπεί στην Πόλη από τη Χρυσή Πύλη και να διώξει την Τουρκιά μέχρι την Κόκκινη Μηλιά, τον τόπο καταγωγής τους, όπως λέει η προφητεία του Κοσμά του Αιτωλού.

Το παρακάτω απόσπασμα είναι από το βιβλίο του Λ. Κουμάκη «Το Θαύμα» και αφορά την αφήγηση του Κυρίου Κλεόπα, του ανάπηρου δασκάλου, προς ένα παιδί, σχετικά με τους Μύθους του Μαρμαρωμένου Βασιλιά και της Κόκκινης Μηλιάς:

«Από το 1071, αγαπητό μου παιδί, που οι Σελτσούκοι κέρδισαν τη μάχη του Μαντζικέρτ της Μικράς Ασίας και άρχισε η αντίστροφη μέτρηση για την διάλυση της Βυζαντινής αυτοκρατορίας, ο ελληνισμός της Μικράς Ασίας δημιούργησε, με το αλάθητο ένστικτο ενός λαού που έβλεπε την επερχόμενη συμφορά, το μύθο της Κόκκινης Μηλιάς. Σύμφωνα με το μύθο, οι Τούρκοι αφού θα πολιορκούσαν με κάθε μέσο την Κωνσταντινούπολη, θα νικούσαν την άμυνα των υπερασπιστών της και θα άρχιζαν να την κυριεύουν.

Τη στιγμή ακριβώς εκείνη με θεϊκή παρέμβαση οι κατακτητές θα ετρέπονταν σε φυγή και θα καταδιώκονταν μέχρι το Μονοδένδρι, δηλαδή την Κόκκινη Μηλιά.

Αργότερα, όταν έγινε η άλωση της Κωνσταντινούπολης το 1453, ο τελευταίος αυτοκράτορας του Βυζαντίου, ο Κωνσταντίνος Παλαιολόγος, χάθηκε κάτω από μυστηριώδεις συνθήκες. Πολλοί έλεγαν πως πέθανε στη μάχη κοντά στην Πύλη του Αγίου Ρωμανού και ο σουλτάνος έβαλε να ψάξουν στους σωρούς των πτωμάτων χωρίς όμως αποτέλεσμα. Το πτώμα του Κωνσταντίνου Παλαιολόγου δε βρέθηκε ποτέ και ετάφη ένα ακέφαλο πτώμα, που θεωρήθηκε πως ήταν ο Κωνσταντίνος Παλαιολόγος, επειδή στα πόδια του είχε πέδιλα με ζωγραφισμένους χρυσούς αετούς που ήταν συνήθεια αυτοκρατορική.

Όλα αυτά δημιούργησαν το μύθο του μαρμαρωμένου Βασιλιά, σύμφωνα με τον οποίο ο Κωνσταντίνος Παλαιολόγος δεν σκοτώθηκε στην μάχη αλλά μαρμαρώθηκε και βρίσκεται στην Κλειστή Πύλη της Αγίας Σοφίας μέχρι τη μέρα που άγγελος Κυρίου θα τον ζωντανέψει και θα του παραδώσει το σπαθί του ώστε να εκδιώξει τους κατακτητές Τούρκους μέχρι την Κόκκινη Μηλιά. Ακόμα και σήμερα, αγαπητό μου παιδί, πολλοί λένε πως σαν πλησιάσουν στην Κλειστή Πύλη της Αγιάς Σοφιάς ακούνε ψαλμωδίες και ύμνους για τον μαρμαρωμένο βασιλιά. Οι μύθοι αυτοί που άντεξαν στο χρόνο και μεταδίδονται, εδώ και αιώνες, από γενεά σε γενεά, χώρεσαν μέσα στους λιτούς στίχους του Εθνικού Ποιητή της Ελλάδας, του Κωστή Παλαμά, στη «Φλογέρα του Βασιλιά»:

«Μαρμαρωμένος Βασιλιάς και θα ξυπνώ απ' το μνήμα το μυστικό και το άβρετο που θα με κλιή, θα βγαίνω και τη χτιστή Χρυσόπορτα ξεχτίζοντας θα τρέχω και καλιφάδων νικητής και τσάρων κυνηγάρης πέρα στην Κόκκινη Μηλιά, θα παίρνω την ανάσα».

Επίκαιρη λοιπόν όσο ποτέ η φωνή του καθηγητού κ. Ν. Τωμαδάκη:

«Η Πόλις Εάλω! Αλλοίμονον όμως αν την αφήσωμεν να αλωθεί και εντός μας.

Μην αφή­νετε να σβήση εις την ψυχήν των νεωτέρων Ελλήνων η ανάμνησις της Βασιλίδος.

Διατηρείτε τον πυρσόν ανημμένον μέχρι συντελείας του αίωνος.

Τίποτε δεν χάνεται οριστικώς, παρά μόνον εάν δεν υπάρχουν άν­θρωποι να ενθυμούνται!».