11 Μαΐου 2009

«Tάξη και Ασφάλεια»

Του Κωνσταντίνου Μπουλάμαντη, Υποστράτηγος εν αποστρατεία ΕΛ.ΑΣ
Εφημερίδα Εστία-8/5/09

« Τα σχόλια που γίνονται καθημερινώς για την αστυνομία δεν είναι πάντοτε αβάσιμα. Όμως διερωτώμεθα αν ο τρόπος που αντιμετωπίζονται από τους πολίτες, και ιδίως τους επωνύμους, οι αστυνομικές ενέργειες και οι σχολιασμοί τους από τα Μέσα Μαζικής Ενημερώσεως, βοηθούν στην βελτίωση της καταστάσεως και αν προάγεται με τον τρόπο αυτόν το πολιτιστικό επίπεδο του λαού μας.

Στις περισσότερες των περιπτώσεων μετά από επεισόδια ιδίως με σημαίνοντα πρόσωπα, ακολουθεί η κριτική και ο σχολιασμός των ενεργειών της Αστυνομικών στα διάφορα «παράθυρα» της τηλοψίας, αντί των προβλεπόμενων νομίμων ενεργειών, της καταγγελίας δηλαδή τυχόν παρανόμου συμπεριφοράς των οργάνων της Τάξεως, είτε στις δικαστικές αρχές, είτε στους ανωτέρους των. Με αυτόν τον τρόπο καταρρακώνεται ο θεσμός της Αστυνομίας, διαταράσσεται η ισχύς της επιβολής των Αστυνομικών και προκαλούνται οι πολίτες σε ανυπακοή στις επιταγές της Δημοσίας Δυνάμεως.

Ως παράδειγμα αναφέρουμε την προ καιρού, μετά από κάποιο συμβάν με ήρωα πολιτευτή κόμματος, υποβολή υπ’ αυτού ερωτήματος στο κεντρικό βραδινό δελτίο ειδήσεων γνωστού καναλιού. « Έχει δικαίωμα ο Αστυνομικός να ελέγξει κάποιον οδηγό οχήματος, όταν αυτός οδηγεί κανονικά και χωρίς παράβαση?» Επί τη βάσει δε, αυτού του ερωτήματος, εκφράστηκαν χίλιες απόψεις και σχολιασμοί, εναντίον των Αστυνομικών και της Αστυνομίας, για την εκπαίδευση της, τις ενέργειες της και για τα συναισθήματα που προκαλούνται στον πολίτη, όταν, ενώ δεν έχει κάνει τίποτα, τον σταματούν για να τον ελέγξουν… Ούτε ένας όμως από τους σχολιαστές δεν βρέθηκε να πει στον πολιτευτή: « Μα κύριε, πως θα γνωρίζει ο Αστυνομικός ότι ο διερχόμενος με το αυτοκίνητο του δεν έχει κάνει κάποια παράβαση, αν δεν τον σταματήσει να τον ελέγξει? Αν ο Αστυνομικός που σε ήλεγξε δεν έκανε καλά την δουλειά του, για ποιον λόγο δεν συμβουλεύτηκες έναν νομικό, ώστε να τον μηνύσεις για παραβίαση συγκεκριμένου Νόμου ή Κανονισμού του, παρά βγήκες στο «παράθυρο? Μήπως μόνο για να προβληθείς? Δεν σκέπτεσαι τι ζημιά είναι δυνατόν να προκαλέσεις με τα ερωτήματα σου στον Αστυνομικό θεσμό? Δεν υπολογίζεις τα επακόλουθα της συμπεριφοράς σου αυτής, αν σε μιμηθούν και άλλοι? »

Η διατήρηση του Αστυνομικού θεσμού σε υψηλά επίπεδα, πιστεύουμε ότι δεν είναι υποχρέωση μονάχα των εχόντων σχέση με την επιβολή της Τάξεως. Είναι και καθήκον του κάθε πολίτου και ιδιαιτέρως, θα λέγαμε, των Μέσων Μαζικής Ενημερώσεως και των υψηλά ισταμένων.

Είναι αξιομνημόνευτο, όταν την δεκαετία του 90’ συζητούσαμε για θέμα που αφορούσε τον Συνδικαλισμό των Αστυνομικών, με Ανωτέρους Αξιωματικούς Μητροπολιτικής Αστυνομίας του Λονδίνου (στα πρότυπα της οποίας είχε ιδρυθεί και λειτουργήσει επί 65 έτη η διαλυθείσα επί ΠΑΣΟΚ Αστυνομία Πόλεων) τι μας έλεγαν σχετικά με την υψηλή θέση που κατέχει ο Αστυνομικός στην Αγγλία.

«Η μοναδική συνταγματική θέση του ( Άγγλου) Αστυνομικού» διευκρίνιζαν, « Είναι σημαντική εν σχέσει προς την εργατική νομοθεσία. Ένας Αστυνομικός είναι υπεύθυνος απέναντι στο Στέμμα, αλλά η σχέση του με το Στέμμα δεν είναι εκείνη του κυρίου και του υπηρέτου, ούτε είναι ένας υπάλληλος της Αστυνομικής Αρχής, ούτε του Αρχηγού της Αστυνομίας. Η εξουσία του είναι αρχική, όχι μεταβιβασθείσα και αυτός είναι υπόλογος εις τα δικαστήρια για κάθε κατάχρηση ή κακομεταχείριση της εξουσίας αυτής… »

Και παρακάτω: «… Κάθε απόπειρα εφαρμογής της Εργατικής Νομοθεσίας, στους Αστυνομικούς, υποκρύπτει τον κίνδυνο να χάσει ο Αστυνομικός την μοναδική θέση που έχει στην Πολιτεία και που απορρέει από το Σύνταγμα, διότι θα τον καταστήσει υπάλληλο κάποιου εργοδότη, είτε αυτός λέγεται Αστυνομία, είτε Κράτος, είτε Κυβέρνηση.»

Aυτές είναι οι απόψεις για τους Αστυνομικούς σε ένα ευνομούμενο Κράτος, με συνειδητούς πολίτες και Άρχοντες, όπως το Ηνωμένο Βασίλειο. Επί τη βάσει των απόψεων αυτών, ουδείς, ούτε πολιτικός ούτε άλλος αξιωματούχος ή δημοσιογράφος, διανοείται να αρνηθεί στον Αστυνομικό ή να αμφισβητήσει το δικαίωμα του να πραγματοποιήσει ελέγχους στον δρόμο. Ούτε καταφεύγει σε ανώτερον του επιληφθέντος για να του χαρισθεί η παράβαση που του βεβαιώθηκε, ή να του ακυρωθεί η κλήση που του εδόθη, αφού « η εξουσία του Αστυνομικού είναι αρχική, απορρέουσα απ’ ευθείας από το Στέμμα και όχι μεταβιβασθείσα».

Και στην Ελλάδα, ο Αστυνομικός δεν υπάγεται στην εργατική Νομοθεσία, ίσως διότι και εμείς δεν τον εκλαμβάνομε ως υπάλληλο και την εξουσία του την θεωρούμε αρχική και απορρέουσα από το Σύνταγμα μας και αυτός είναι ο μόνος υπόλογος εις τα δικαστήρια για κάθε κατάχρηση εξουσίας, που θα ενεργήσει ή κακομεταχείριση που θα εφαρμόσει σε πολίτη. Επομένως αυτά ισχύουν και εδώ εν μέρει. Γιατί όμως δεν του επiτρέπομε να κάνει την δουλειά του, όταν θίγεται το «εγώ» μας και όταν, συνεπεία της εφαρμογής της κείμενης Νομοθεσίας, ζημιωνόμαστε οικονομικώς ή περιορίζεται η ελευθερία μας? Δεν αντιλαμβανόμεθα ότι αυτή η συμπεριφορά μας έχει γενικότερη επίδραση στην Τάξη και Ασφάλεια του τόπου?

Τελευταίως, πολλοί έχουν αναστατωθεί με την χρήση από την Αστυνομία στις περιπτώσεις ταραχών, των μηχανών παρακολουθήσεως(cameras) που έχουν τοποθετηθεί στους δρόμους. « Περιορίζουν την ελευθερία του πολίτου» φωνάζουν οι μεν. « Παραβιάζουν ευαίσθητα προσωπικά δεδομένα» λένε, ιδίως οι υπερευαίσθητοι των αριστερών κομμάτων.

Είναι ευρέως διαδεδομένο σε όλη την Ευρώπη ότι:
« Όσο μεγαλύτερη ελευθερία δίνεται σε κάποιο σύστημα διακυβερνήσεως, τόσο λιγότερη ασφάλεια αυτό παρέχει στους κυβερνώμενους ».

Για παράδειγμα αναφέρομε ότι οι πολίτες των Κρατών της Ανατολικής Ευρώπης, όταν σ’ αυτά επικρατούσε ο « Υπαρκτός Σοσιαλισμός» απελάμβαναν υψηλού βαθμού ασφαλείας, δεν είχαν πολλές όμως ελευθερίες. Αντιθέτως στις Φιλελεύθερες Χώρες, υπήρχαν μεν περισσότερες ελευθερίες, η εγκληματικότητα όμως ήταν υψηλότερη.

Στις περιπτώσεις των ελεύθερων και δημοκρατικών Κρατών για να διατηρηθεί ή να αυξηθεί η ασφάλεια των πολιτών χωρίς να μειωθεί η ελευθερία τους, χρειάζεται βεβαίως μια Αστυνομική Δύναμη, αλλά παραλλήλως απαιτείται και η ενσυνείδητη πειθαρχία στους Νόμους της Πολιτείας και στις επιταγές και στις οδηγίες της Αστυνομεύσεως από τους ίδιους τους πολίτες. Για την επιτυχία αυτού χρειάζεται η βοήθεια όλων των διαμορφωτών της κοινής γνώμης και γενικότερα των μορφωμένων και ανωτέρου πνευματικού επιπέδου ανθρώπων της κοινωνίας.

Όταν όμως τα μέσα μαζικής επικοινωνίας και οι ταγοί μας,
γίνονται σημαιοφόροι της αντιρρήσεως, της αντιστάσεως και της απορρίψεως, τότε είναι σίγουρο ότι η ασφάλεια και η τάξη δεν πρόκειται ποτέ να εμπεδωθούν.