20 Οκτωβρίου 2009

Ζητήματα κενά σημασίας και ανάξια λόγου;

Από Κοινή Μοίρα:

Μοιάζει δύσκολο να καταλάβει κανείς για ποιο λόγο οι υποψήφιοι για την προεδρεία της Νέας Δημοκρατίας ασχολούνται με το Ιδεολογικό. Αυτό, έχει ξεκαθαρίσει τόσο από την ιδρυτική διακήρυξη που αναφέρει ότι...

«η Νέα Δημοκρατία είναι η πολιτική παράταξις του ταυτίζει το Έθνος με τον Λαόν, την Πατρίδα με τους Ανθρώπους της˙ την Πολιτεία με τους Πολίτες της˙ την Εθνική Ανεξαρτησία με την Λαϊκή Κυριαρχία˙ την Πρόοδο με το Κοινό Αγαθό˙ την Πολιτική Ελευθερία με την Έννομη Τάξη και την Κοινωνική Δικαιοσύνη», όσο και με την προφανή θέση των περισσοτέρων στελεχών υπέρ του Κοινωνικού Φιλελευθερισμού. Εύλογα λοιπόν, προκύπτει προβληματισμός σχετικά με το εάν και κατά πόσο, οι υποψήφιοι στέκουν στο Ιδεολογικό, επειδή διστάζουν ενδεχομένως να λάβουν θέση και να εκτεθούν δημόσια, αναφορικά με τρία ζητήματα, τα οποία θεωρούνται το ένα πιο κρίσιμο από το άλλο.

Το πρώτο ζήτημα αφορά στο το πως αναλύουν και εξηγούν τα αίτια μίας ήττας, το μέγεθος της οποίας επιβαρύνει και εκείνους προσωπικά, λαμβανομένου υπ’ όψιν ότι άπαντες, πλην του κου. Ψωμιάδη, διετέλεσαν υπουργοί των τελευταίων κυβερνήσεων.
Το δεύτερο ζήτημα αφορά στο εάν διατίθενται να παράσχουν ένα σαφές πλαίσιο εγγυήσεων με βάση το οποίο, εάν εκλεγούν, δεν θα στήσουν ένα προσωποπαγές μόρφωμα που θα αφήνει περιθώρια πολιτικής πρωτοβουλίας και δράσης αποκλειστικά και μόνο σε ελεγχόμενους μηχανισμούς και διορισμένους αξιωματούχους, αλλά αντιθέτως, θα ανοίξουν το «παιχνίδι» σε μία νέας μορφής συλλογικότητα και συμμετοχικότητα που θα περιλαμβάνει δυνάμεις, οι οποίες θα προέρχονται απευθείας από την κομματική βάση, αλλά και από το σύνολο της κοινωνίας.
Το τρίτο ζήτημα αφορά στο εάν και κατά πόσο βλέπουν ως πρόβλημα (ή όχι) την ύπαρξη μίας μόνιμης ανώτατης κομματικής ελίτ η οποία εν πολλοίς βασίζεται στον άτυπο θεσμό της οικογενειοκρατίας. Μίας ελίτ, που αποδίδει όχι τόσο ως κανόνα, αλλά ως αποτέλεσμα της κυριαρχίας της, αφενός την ανακύκλωση των ίδιων πάνω-κάτω προσώπων ή ομάδων μέσα στα κέντρα αποφάσεων και αφετέρου, τη χαοτική απόσταση στο επίπεδο της διαμόρφωσης μίας πολιτικής πλατφόρμας, ανάμεσα στα θεωρητικά σοφίσματα μίας κάστας που παράγει «υψηλή» πολιτική και στις πραγματικές ανάγκες μίας ευρείας λαϊκής βάσης που απαιτεί ρεαλιστικές λύσεις.

Θα ήταν ενδιαφέρον να δούμε τους κκ. Μπακογιάννη, Σαμαρά, Αβραμόπουλο, Ψωμιάδη, ή όποιον άλλον υποψήφιο βγει μπροστά έως την Πέμπτη, να τοποθετείται σε κάποιο, ή σε όλα, από τα παραπάνω. Εκτός κι αν τα θεωρούν ζητήματα κενά σημασίας και ανάξια λόγου.