Όπως μας ενημέρωσε "έγκυρα" τη Δευτέρα στην "Ανατροπή" ο Π. Τσίμας, ξέρετε αυτός που τον έστελνε ταξιδάκια ο Χριστοφοράκος για να το βουλώνει και να κάθεται στα 4, οι μόνες χρονιές που το ελληνικό Κράτος είχε πλεονασματικούς προυπολογισμούς, ήταν το 1994, το 1998 και το 2002... διαβάστε λοιπόν το παρακάτω για να δείτε τα πλεονάσματα που υπήρχαν... ειδικά το 2002, απ' όπου και το άρθρο είχαμε μεγάαααααλο πλεόοοοοονασμα.... Προσέξτε ο στόκος είπε ότι το 2002 ο προυπολογισμός είχε πλεόνασμα και η Ελευθεροτυπία του 2002 γράφει ότι "Το πρώτο τετράμηνο μόνο, το έλλεμμα ήταν 1,1 δις€ δηλ. 0,8%" και σύμφωνα με την Τράπεζα της Ελλάδος "διευρύνεται αντί να συρρικνώνεται"...
Προς αναθεώρηση οδηγείται το Πρόγραμμα Σταθερότητας της χώρας μας, καθώς οι πρόσφατες αποφάσεις της Eurostat για χρέος και έλλειμμα σε συνδυασμό με την «αιμορραγία» που προκαλούν οι «μαύρες τρύπες» του παρελθόντος δημιουργούν συνθήκες ασφυκτικής πίεσης.
Ετσι, την ίδια ώρα που το χρέος της Ελλάδος αναθεωρείται στο 105% του ΑΕΠ, γεγονός που δημιουργεί μεγαλύτερη ανάγκη για πρωτογενή πλεονάσματα, προκειμένου το χρέος να υποχωρήσει στο 90% του ΑΕΠ το 2004, πληθαίνουν «αφανή χρέη του παρελθόντος» που μετατρέπουν σε «σισσύφειο» την όλη προσπάθεια του Δημοσίου.
Σύμφωνα με στοιχεία που έχει στη διάθεσή της η Τράπεζα της Ελλάδος, το δημόσιο χρέος της χώρας μας επιβαρύνεται κάθε χρόνο με ένα ποσοστό της τάξεως του 4% με 6% του ΑΕΠ, δηλαδή με περίπου 8,5 δισ. ευρώ (3 τρισ. δρχ.) περίπου από χρέη του παρελθόντος (εγγυήσεις στην ΕΤΒΑ, χρέη συνεταιρισμών, Ολυμπιακής Αεροπορίας κ.λπ.) τα οποία ουδέποτε ενεγράφησαν στον προϋπολογισμό. Η πρακτική αυτή έχει δημιουργήσει ένα φαύλο κύκλο ο οποίος έχει παγιδεύσει τα δημόσια οικονομικά της χώρας μας, καθώς τα παλαιά χρέη δημιουργούν νέα τα οποία και αυτά με τη σειρά τους «τακτοποιούνται» με τον ίδιο τρόπο.
Είναι ενδεικτικό ότι τις προηγούμενες ημέρες το υπουργείο Οικονομίας «κεφαλαιοποίησε» στις τράπεζες τόκους άνω των 300 εκατ. ευρώ (104 δισ. δρχ.), εκ των οποίων τα 200 εκατ. ευρώ ήταν της Εθνικής. Πρόκειται για τα γνωστά «τοκομερίδια», δηλαδή ομόλογα ειδικού τύπου τα οποία είχε εκδώσει στο παρελθόν το Δημόσιο για να καλύψει τόκους που χρωστούσε στις τράπεζες, τα οποία βέβαια δεν ενεγράφησαν στο δημόσιο χρέος.
Ανεξάρτητα όμως από τις όποιες μεθοδεύσεις που χρησιμοποιούνται για τη βελτίωση της εικόνας που εμφανίζει ο προϋπολογισμός, η «επίσημη» τρέχουσα δημοσιονομική διαχείριση δεν αφήνει περιθώρια για εφησυχασμούς. Σύμφωνα με τα στοιχεία που δημοσιοποιεί η Τράπεζα της Ελλάδος, στο πρώτο τετράμηνο του έτους το έλλειμμα της γενικής κυβέρνησης έχει ξεπεράσει το 1,1 δισ. ευρώ ήτοι 0,8% του ΑΕΠ. Η ψαλίδα αυτή, όσο περνάει ο χρόνος και υπό την πίεση των αναγκών που προκαλεί η προεκλογική περίοδος διευρύνεται αντί να συρρικνώνεται. Βέβαια, σύμφωνα με το φετινό προϋπολογισμό, το ισοζύγιο της γενικής κυβέρνησης πρέπει να κλείσει με πλεόνασμα ίσο με το 0,8% του ΑΕΠ. Η κατάσταση για τα δημόσια οικονομικά γίνεται πιο πιεστική, καθώς η Eurostat προσανατολίζεται στο να μην επιτρέψει τη χρήση περίπου 200 δισ. δρχ., τα οποία προέρχονται από τη μετατροπή των δραχμικών κερμάτων σε ευρώ, για τη μείωση του ελλείμματος.
Σύμφωνα με στοιχεία που έχει στη διάθεσή της η Τράπεζα της Ελλάδος, το δημόσιο χρέος της χώρας μας επιβαρύνεται κάθε χρόνο με ένα ποσοστό της τάξεως του 4% με 6% του ΑΕΠ, δηλαδή με περίπου 8,5 δισ. ευρώ (3 τρισ. δρχ.) περίπου από χρέη του παρελθόντος (εγγυήσεις στην ΕΤΒΑ, χρέη συνεταιρισμών, Ολυμπιακής Αεροπορίας κ.λπ.) τα οποία ουδέποτε ενεγράφησαν στον προϋπολογισμό. Η πρακτική αυτή έχει δημιουργήσει ένα φαύλο κύκλο ο οποίος έχει παγιδεύσει τα δημόσια οικονομικά της χώρας μας, καθώς τα παλαιά χρέη δημιουργούν νέα τα οποία και αυτά με τη σειρά τους «τακτοποιούνται» με τον ίδιο τρόπο.
Είναι ενδεικτικό ότι τις προηγούμενες ημέρες το υπουργείο Οικονομίας «κεφαλαιοποίησε» στις τράπεζες τόκους άνω των 300 εκατ. ευρώ (104 δισ. δρχ.), εκ των οποίων τα 200 εκατ. ευρώ ήταν της Εθνικής. Πρόκειται για τα γνωστά «τοκομερίδια», δηλαδή ομόλογα ειδικού τύπου τα οποία είχε εκδώσει στο παρελθόν το Δημόσιο για να καλύψει τόκους που χρωστούσε στις τράπεζες, τα οποία βέβαια δεν ενεγράφησαν στο δημόσιο χρέος.
Ανεξάρτητα όμως από τις όποιες μεθοδεύσεις που χρησιμοποιούνται για τη βελτίωση της εικόνας που εμφανίζει ο προϋπολογισμός, η «επίσημη» τρέχουσα δημοσιονομική διαχείριση δεν αφήνει περιθώρια για εφησυχασμούς. Σύμφωνα με τα στοιχεία που δημοσιοποιεί η Τράπεζα της Ελλάδος, στο πρώτο τετράμηνο του έτους το έλλειμμα της γενικής κυβέρνησης έχει ξεπεράσει το 1,1 δισ. ευρώ ήτοι 0,8% του ΑΕΠ. Η ψαλίδα αυτή, όσο περνάει ο χρόνος και υπό την πίεση των αναγκών που προκαλεί η προεκλογική περίοδος διευρύνεται αντί να συρρικνώνεται. Βέβαια, σύμφωνα με το φετινό προϋπολογισμό, το ισοζύγιο της γενικής κυβέρνησης πρέπει να κλείσει με πλεόνασμα ίσο με το 0,8% του ΑΕΠ. Η κατάσταση για τα δημόσια οικονομικά γίνεται πιο πιεστική, καθώς η Eurostat προσανατολίζεται στο να μην επιτρέψει τη χρήση περίπου 200 δισ. δρχ., τα οποία προέρχονται από τη μετατροπή των δραχμικών κερμάτων σε ευρώ, για τη μείωση του ελλείμματος.
ΧΡ. ΖΙΩΤΗΣ