Είθε να μην αποδειχθούν μοιραίοι για την Ελλάδα, οι υπεύθυνοι της σημερινής οικονομικής πολιτικής της κυβερνήσεως. Μιας πολιτικής στείρας και χωρίς προοπτική. Όταν τον παρελθόντα Ιανουάριο προσεφέρθησαν στην Ελλάδα ως δάνειο 25 περίπου δις ευρώ, αντί των 5 δις, που είχε ζητήσει, οι αρμόδιοι κυβερνητικοί «φωστήρες» πήραν μόνον τα 7 δις ευρώ και αρνήθηκαν να λάβουν και τα υπόλοιπα. Αν και ήταν βέβαιο, ότι πολύ σύντομα θα κατέφευγαν σε νέο δανεισμό.
Το γεγονός αυτό είναι κομβικό και αποτελεί απαρχή της τραγωδίας, που ακολούθησε. Πρέπει δε λογικώς να συσχετισθεί με όσα έλεγαν στα διεθνή φόρα, ο πρωθυπουργός και υπουργός των Οικονομικών, κατά της ελληνικής οικονομίας. Η απάντηση των τοκογλύφων προς αυτά ήταν η αναμενόμενη, κατά τη συνήθη πορεία των πραγμάτων. Η ραγδαία αύξηση των επιτοκίων για τα προσφερόμενα δάνεια.
Υπό το κράτος της αυξήσεως αυτών υποκύψαμε στις πιέσεις να υπαχθούμε στους όρους του μνημονίου, που επέβαλαν το Δ.Ν.Τ. και τα κράτη-μέλη της Ευρωζώνης, ήτοι η λεγόμενη τρόικα, για την κατοχύρωση των χρημάτων, τα οποία επρόκειτο να μας δώσουν. Όχι για μισθούς και συντάξεις, όπως ανακριβώς έλεγε ο κ. πρωθυπουργός, αλλά για την εξόφληση ληξιπροθέσμων παλαιοτέρων δανειακών οφειλών μας.
Αυτοί που πρώτοι υπέστησαν τις συνέπειες της υπαγωγής μας στο Δ.Ν.Τ. ήσαν οι μισθωτοί και οι συνταξιούχοι. Η άμεση και εύκολη λεία όλων των καπιταλιστικών κυβερνήσεων. Αν απελύοντο οι υπεράριθμοι, οι μη αναγκαίοι, οι φυγόπονοι και οι μη εργαζόμενοι υπάλληλοι, θα χαλούσε ο κόσμος από τους συνδικαλιστές, λέγουν οι προπαγανδιστές της κυβερνήσεως. Έτσι, το κράτος «τα πήρε» από τους μισθωτούς και τους συνταξιούχους, τους οποίους προδήλως θεωρεί αδύναμους πολιτικώς και ανίκανους να αντιδράσουν. Αυτό όμως δεν λέγεται κοινωνική οικονομική πολιτική, αλλά αντικοινωνική και άνανδρη.
Ο υπουργός των Οικονομικών έφθασε μέχρι του σημείου, να καταργήσει με απόφασή του, την δια νόμου υποχρέωση του κράτους, να καταβάλει σε ορισμένες ημερομηνίες οφειλόμενες διαφορές αποδοχών, που είχαν επιδικασθεί με αμετάκλητες δικαστικές αποφάσεις σε κάποιους δικαστές. Χωρίς να αναλογίζεται, ότι οι δικαιούχοι, βάσει της αξιώσεώς τους κατά του Δημοσίου, έχουν αναλάβει ισόποσες υποχρεώσεις, για τις οποίες περιέρχονται πλέον σε αδυναμία εκπληρώσεως και σε απόγνωση.
Σε ανάλογη περίπτωση, όταν ένας οφειλέτης πείθει τον δανειστή του να μην εκτελέσει δικαστική απόφαση και να δεχθεί την τμηματική εξόφληση της απαιτήσεώς του, στη συνέχεια δε αρνείται την πληρωμή της, χαρακτηρίζεται από το λαό ως αναξιόπιστος. Χάριν του δημοσίου συμφέροντος, γίνονται όλα αυτά, λέγουν οι κυβερνητικοί και τα φερέφωνά τους. Υπάρχει όμως μεγαλύτερο δημόσιο συμφέρον από την εντιμότητα του κράτους, έναντι των πολιτών του; Διότι αν το δημόσιο συμφέρον επιβάλλει την περικοπή μισθών και συντάξεων, τότε γιατί δεν επιβάλλει και την αναδιάρθρωση των απαιτήσεων των τοκογλύφων; Οι τελευταίοι είναι άξιοι μεγαλυτέρας προστασίας από τους καλοπίστους πολίτες μιας χώρας;
Και γιατί να προωθείται το σχέδιο «Καλλικράτης», όταν για την πραγματοποίησή του απαιτείται δαπάνη 4,5 δις ευρώ, ήτοι ποσό υπερδιπλάσιο εκείνου που εξοικονομεί το κράτος από τις περικοπές μισθών και συντάξεων; Εξάλλου η επιμονή της κυβερνήσεως για την επιβολή του άνω σχεδίου, σε συνδυασμό με τη χορήγηση εκλογικού δικαιώματος σε μετανάστες, ενισχύει την ανησυχία πολλών πολιτών, περί του ότι δημιουργείται κίνδυνος ομοσπονδοποιήσεως ορισμένων κρισίμων περιφερειών, δια τις εγκαταστάσεως σ΄αυτές μεταναστών, οι οποίοι, ενούμενοι με μειονότητες, θα ήταν δυνατόν να συγκροτήσουν πλειοψηφία.
Και βέβαια η ανησυχία αυτή προέρχεται από τη διαφαινόμενη προσπάθεια της υπερδυνάμεως να επιβάλει ανομολόγητα σχέδια εδαφικής ανασυνθέσεως κρατών στην Βαλκανική χερσόνησο. Τη σχετική υποψία εκτρέφει και η παρατήρηση, πως το αυτό μοντέλο πολιτικής αποσταθεροποίησης παρατηρείται σε πολλά κράτη, που αποτολμούν να συνάψουν διακρατικές σχέσεις ανεπιθυμήτους σε κύκλους που επηρεάζουν την εξωτερική πολιτική των Η.Π.Α.
Χρειάζεται μεγάλη απειρία για να πιστεύσει κανείς, ότι η αύξηση της φορολογίας και του Φ.Π.Α. θα επιφέρουν αύξηση των εσόδων του δημοσίου. Φαίνεται ότι οι κυβερνώντες έχουν πλήρη άγνοια της συναλλακτικής ζωής. Ουδείς σχεδόν τεχνίτης ή εργολάβος δέχεται να δώσει απόδειξη για όλο το ποσό που εισπράττει ως αμοιβή. Και εάν επιμείνει ο εργοδότης, εκείνος θα αυξήσει το ποσό της καταβλητέας αμοιβής. Οπότε ο εργοδότης αναγκάζεται να υποχωρήσει. Η φορολόγηση της παραοικονομίας είναι αδύνατη δια της αυξήσεως της φορολογίας και του Φ.Π.Α. Μόνο μία λογική φορολογία, κάτω του 15%, θα ήτο δυνατόν να αυξήσει τα έσοδα του Κράτους.
Οι κυβερνώντες δίδουν την εντύπωση ότι εκτελούν εντολές που ανέλαβαν με την υπογραφή του μνημονίου. Ουδείς όμως έχει εξηγήσει στο λαό, γιατί είναι καλύτερα να οφείλουμε στο Δ.Ν.Τ. και τα κράτη της Ευρωζώνης και όχι στους διεθνείς τοκογλύφους, που διακινούν ίσως και μαύρο χρήμα. Ή μήπως δεν είναι αλήθεια, ότι τα κέρδη εκ της εμπορίας ναρκωτικών στο Αφγανιστάν, το Πακιστάν, τα Σκόπια, το Κόσσοβο και αλλαχού, όπου η κυριαρχία της υπερδυνάμεως είναι ανεξέλεγκτη, δεν κατευθύνονται σε ευαγή ιδρύματα, αλλά σε οργανισμούς οικονομικών συμφερόντων μεγιστάνων του πλούτου.
Δεν είναι κατόρθωμα η περικοπή μισθών και συντάξεων από αδύναμους πολίτες. Κατόρθωμα θα ήταν η ανάπτυξη της οικονομίας και η διαρκής αύξηση των εσόδων, δια λελογισμένης αυξήσεως της φορολογίας και του Φ.Π.Α. Αλλά αυτό προϋποθέτει έμπνευση, πίστη και ύπαρξη καταλλήλων στελεχών για να καταστρώσουν ένα σχέδιο αναπτύξεως.
Η υπαγωγή των δικαστών στο Ι.Κ.Α. αποτελεί μέγα ολίσθημα της κυβερνήσεως. Οι δικαστικοί λειτουργεί προστατεύονται από το Σύνταγμα ως άμεσα όργανα της δικαστικής εξουσίας. Ως εκ τούτου δεν είναι νοητό να ταυτίζονται με τους συνδεομένους δια συμβάσεως μισθώσεως εξαρτημένης εργασίας και υπαγομένους στην ασφάλιση του Ι.Κ.Α. Είναι περίεργο πώς δεν αντιλαμβάνονται οι κυβερνώντες, ότι η αντισυνταγματική αυτή συνταξιοδοτική ρύθμιση σε βάρος των δικαστικών λειτουργών προκαλεί την οργή και αγανάκτησή τους.
Είναι άκρως εντυπωσιακή η «ερώτηση και αίτηση καταθέσεως εγγράφων» προς τον υπουργό της Οικονομίας Γ. Παπακωνσταντίνου από τη βουλευτή και πρώην υπουργό Βάσω Παπανδρέου και 14 άλλους βουλευτές του ΠΑΣΟΚ. Δια της ερωτήσεως αυτής, στην ουσία αποδίδεται στους υπευθύνους της Τραπέζης της Ελλάδος, τελούσης υπό την εποπτεία και επίβλεψη του υπουργού των Οικονομικών, «λαμογιά» διαστάσεων αντεθνικής ενεργείας, την οποία η κυβέρνηση φαίνεται πως προσπαθεί να αντιπαρέλθει.
Είναι παρήγορο, ότι υπάρχουν ακόμη βουλευτές στο ΠΑΣΟΚ, που κήδονται των συμφερόντων της χώρας και του λαού, έστω και αν τούτο δυσαρεστεί την στενή ηγετική ομάδα του κυβερνώντος κόμματος!
ΠΗΓΗ: xronos.gr
Υπό το κράτος της αυξήσεως αυτών υποκύψαμε στις πιέσεις να υπαχθούμε στους όρους του μνημονίου, που επέβαλαν το Δ.Ν.Τ. και τα κράτη-μέλη της Ευρωζώνης, ήτοι η λεγόμενη τρόικα, για την κατοχύρωση των χρημάτων, τα οποία επρόκειτο να μας δώσουν. Όχι για μισθούς και συντάξεις, όπως ανακριβώς έλεγε ο κ. πρωθυπουργός, αλλά για την εξόφληση ληξιπροθέσμων παλαιοτέρων δανειακών οφειλών μας.
Αυτοί που πρώτοι υπέστησαν τις συνέπειες της υπαγωγής μας στο Δ.Ν.Τ. ήσαν οι μισθωτοί και οι συνταξιούχοι. Η άμεση και εύκολη λεία όλων των καπιταλιστικών κυβερνήσεων. Αν απελύοντο οι υπεράριθμοι, οι μη αναγκαίοι, οι φυγόπονοι και οι μη εργαζόμενοι υπάλληλοι, θα χαλούσε ο κόσμος από τους συνδικαλιστές, λέγουν οι προπαγανδιστές της κυβερνήσεως. Έτσι, το κράτος «τα πήρε» από τους μισθωτούς και τους συνταξιούχους, τους οποίους προδήλως θεωρεί αδύναμους πολιτικώς και ανίκανους να αντιδράσουν. Αυτό όμως δεν λέγεται κοινωνική οικονομική πολιτική, αλλά αντικοινωνική και άνανδρη.
Ο υπουργός των Οικονομικών έφθασε μέχρι του σημείου, να καταργήσει με απόφασή του, την δια νόμου υποχρέωση του κράτους, να καταβάλει σε ορισμένες ημερομηνίες οφειλόμενες διαφορές αποδοχών, που είχαν επιδικασθεί με αμετάκλητες δικαστικές αποφάσεις σε κάποιους δικαστές. Χωρίς να αναλογίζεται, ότι οι δικαιούχοι, βάσει της αξιώσεώς τους κατά του Δημοσίου, έχουν αναλάβει ισόποσες υποχρεώσεις, για τις οποίες περιέρχονται πλέον σε αδυναμία εκπληρώσεως και σε απόγνωση.
Σε ανάλογη περίπτωση, όταν ένας οφειλέτης πείθει τον δανειστή του να μην εκτελέσει δικαστική απόφαση και να δεχθεί την τμηματική εξόφληση της απαιτήσεώς του, στη συνέχεια δε αρνείται την πληρωμή της, χαρακτηρίζεται από το λαό ως αναξιόπιστος. Χάριν του δημοσίου συμφέροντος, γίνονται όλα αυτά, λέγουν οι κυβερνητικοί και τα φερέφωνά τους. Υπάρχει όμως μεγαλύτερο δημόσιο συμφέρον από την εντιμότητα του κράτους, έναντι των πολιτών του; Διότι αν το δημόσιο συμφέρον επιβάλλει την περικοπή μισθών και συντάξεων, τότε γιατί δεν επιβάλλει και την αναδιάρθρωση των απαιτήσεων των τοκογλύφων; Οι τελευταίοι είναι άξιοι μεγαλυτέρας προστασίας από τους καλοπίστους πολίτες μιας χώρας;
Και γιατί να προωθείται το σχέδιο «Καλλικράτης», όταν για την πραγματοποίησή του απαιτείται δαπάνη 4,5 δις ευρώ, ήτοι ποσό υπερδιπλάσιο εκείνου που εξοικονομεί το κράτος από τις περικοπές μισθών και συντάξεων; Εξάλλου η επιμονή της κυβερνήσεως για την επιβολή του άνω σχεδίου, σε συνδυασμό με τη χορήγηση εκλογικού δικαιώματος σε μετανάστες, ενισχύει την ανησυχία πολλών πολιτών, περί του ότι δημιουργείται κίνδυνος ομοσπονδοποιήσεως ορισμένων κρισίμων περιφερειών, δια τις εγκαταστάσεως σ΄αυτές μεταναστών, οι οποίοι, ενούμενοι με μειονότητες, θα ήταν δυνατόν να συγκροτήσουν πλειοψηφία.
Και βέβαια η ανησυχία αυτή προέρχεται από τη διαφαινόμενη προσπάθεια της υπερδυνάμεως να επιβάλει ανομολόγητα σχέδια εδαφικής ανασυνθέσεως κρατών στην Βαλκανική χερσόνησο. Τη σχετική υποψία εκτρέφει και η παρατήρηση, πως το αυτό μοντέλο πολιτικής αποσταθεροποίησης παρατηρείται σε πολλά κράτη, που αποτολμούν να συνάψουν διακρατικές σχέσεις ανεπιθυμήτους σε κύκλους που επηρεάζουν την εξωτερική πολιτική των Η.Π.Α.
Χρειάζεται μεγάλη απειρία για να πιστεύσει κανείς, ότι η αύξηση της φορολογίας και του Φ.Π.Α. θα επιφέρουν αύξηση των εσόδων του δημοσίου. Φαίνεται ότι οι κυβερνώντες έχουν πλήρη άγνοια της συναλλακτικής ζωής. Ουδείς σχεδόν τεχνίτης ή εργολάβος δέχεται να δώσει απόδειξη για όλο το ποσό που εισπράττει ως αμοιβή. Και εάν επιμείνει ο εργοδότης, εκείνος θα αυξήσει το ποσό της καταβλητέας αμοιβής. Οπότε ο εργοδότης αναγκάζεται να υποχωρήσει. Η φορολόγηση της παραοικονομίας είναι αδύνατη δια της αυξήσεως της φορολογίας και του Φ.Π.Α. Μόνο μία λογική φορολογία, κάτω του 15%, θα ήτο δυνατόν να αυξήσει τα έσοδα του Κράτους.
Οι κυβερνώντες δίδουν την εντύπωση ότι εκτελούν εντολές που ανέλαβαν με την υπογραφή του μνημονίου. Ουδείς όμως έχει εξηγήσει στο λαό, γιατί είναι καλύτερα να οφείλουμε στο Δ.Ν.Τ. και τα κράτη της Ευρωζώνης και όχι στους διεθνείς τοκογλύφους, που διακινούν ίσως και μαύρο χρήμα. Ή μήπως δεν είναι αλήθεια, ότι τα κέρδη εκ της εμπορίας ναρκωτικών στο Αφγανιστάν, το Πακιστάν, τα Σκόπια, το Κόσσοβο και αλλαχού, όπου η κυριαρχία της υπερδυνάμεως είναι ανεξέλεγκτη, δεν κατευθύνονται σε ευαγή ιδρύματα, αλλά σε οργανισμούς οικονομικών συμφερόντων μεγιστάνων του πλούτου.
Δεν είναι κατόρθωμα η περικοπή μισθών και συντάξεων από αδύναμους πολίτες. Κατόρθωμα θα ήταν η ανάπτυξη της οικονομίας και η διαρκής αύξηση των εσόδων, δια λελογισμένης αυξήσεως της φορολογίας και του Φ.Π.Α. Αλλά αυτό προϋποθέτει έμπνευση, πίστη και ύπαρξη καταλλήλων στελεχών για να καταστρώσουν ένα σχέδιο αναπτύξεως.
Η υπαγωγή των δικαστών στο Ι.Κ.Α. αποτελεί μέγα ολίσθημα της κυβερνήσεως. Οι δικαστικοί λειτουργεί προστατεύονται από το Σύνταγμα ως άμεσα όργανα της δικαστικής εξουσίας. Ως εκ τούτου δεν είναι νοητό να ταυτίζονται με τους συνδεομένους δια συμβάσεως μισθώσεως εξαρτημένης εργασίας και υπαγομένους στην ασφάλιση του Ι.Κ.Α. Είναι περίεργο πώς δεν αντιλαμβάνονται οι κυβερνώντες, ότι η αντισυνταγματική αυτή συνταξιοδοτική ρύθμιση σε βάρος των δικαστικών λειτουργών προκαλεί την οργή και αγανάκτησή τους.
Είναι άκρως εντυπωσιακή η «ερώτηση και αίτηση καταθέσεως εγγράφων» προς τον υπουργό της Οικονομίας Γ. Παπακωνσταντίνου από τη βουλευτή και πρώην υπουργό Βάσω Παπανδρέου και 14 άλλους βουλευτές του ΠΑΣΟΚ. Δια της ερωτήσεως αυτής, στην ουσία αποδίδεται στους υπευθύνους της Τραπέζης της Ελλάδος, τελούσης υπό την εποπτεία και επίβλεψη του υπουργού των Οικονομικών, «λαμογιά» διαστάσεων αντεθνικής ενεργείας, την οποία η κυβέρνηση φαίνεται πως προσπαθεί να αντιπαρέλθει.
Είναι παρήγορο, ότι υπάρχουν ακόμη βουλευτές στο ΠΑΣΟΚ, που κήδονται των συμφερόντων της χώρας και του λαού, έστω και αν τούτο δυσαρεστεί την στενή ηγετική ομάδα του κυβερνώντος κόμματος!
ΠΗΓΗ: xronos.gr