Εν αναμονή των οποιονδήποτε εξελίξεων στο εγχώριο τραπεζικό τομέα, γυρνάμε το ρολόι του χρόνου στο Φεβρουάριο του 2000, προκειμένου μεταξύ άλλων να αντλήσουμε συμπεράσματα για το σήμερα.
Μια ιστορική αναδρομή για το που βρισκόταν έντεκα χρόνια πριν το ελληνικό τραπεζικό σύστημα, ακριβώς μετά από μια περίοδο μεγάλων κινήσεων που είχαν πραγματοποιηθεί στην τραπεζική σκακιέρα και είχαν δημιουργήσει το νέο τραπεζικό χάρτη της χώρας, που από τότε παραμένει επί της ουσίας αναλλοίωτος.
Επιτελικά στελέχη μεγάλων τραπεζών σε συνεργασία με εξειδικευμένα στελέχη εταιριών συμβούλων επιχειρήσεων βρισκόντουσαν εκείνη την χρονική περίοδο σε έναν αγώνα δρόμου ώστε να ολοκληρωθεί η ενοποίηση δικτύων τραπεζών, τον έλεγχο των οποίων είχαν αποκτήσει στη διάρκεια των προηγούμενων δύο ετών.
Πιο συγκεκριμένα, η Alpha Bank, βρισκόταν ακόμη στη φάση ολοκλήρωσης της ενοποίησης με την Ιονική Τράπεζα. Αμέσως μετά την εξαγορά του πλειοψηφικού πακέτου της Ιονικής Τράπεζας από την Εμπορική, το Μάρτιο του 1999, η διοίκηση της Alpha Τράπεζας Πίστεως με επικεφαλής τον Γιάννη Κωστόπουλο είχε ξεκινήσει τις εργασίες πλήρους συγχώνευσης των δύο τραπεζικών ομίλων οι είχαν προγραμματισθεί να ολοκληρωθούν τον Μάρτιο του 2000. H νέα Αlpha Τράπεζα Πίστεως, όπως ήταν τότε η επωνυμία της, θα είχε δίκτυο 450 καταστημάτων και μερίδιο αγοράς όσον αφορά το Ενεργητικό που θα προσέγγιζε το 20% και θα κατείχε τη δεύτερη θέση μετά την Εθνική Τράπεζα.
Η διοίκηση της Eurobank αλλά και ο προσωπικά ο διευθύνων σύμβουλος της τράπεζας Νικόλαος Νανόπουλος, είχαν θέσει το στοίχημα της επιτυχούς ολοκλήρωσης της συγχώνευσης με την Τράπεζα Εργασίας, τον έλεγχο της οποίας απέκτησε το 1999. Υπήρχε άλλωστε η σχετική εμπειρία καθώς είχαν προηγηθεί τα προηγούμενα χρόνια η συγχώνευση με την Interbank, την Τράπεζα Αθηνών και την Τράπεζα Κρήτης που είχαν δώσει στα ανώτατα στελέχη της τράπεζας την απαραίτητη εμπειρία για την επιτυχή ολοκλήρωση της νέας, τότε, συγχώνευσης.
Ταυτόχρονα, ο Όμιλος Λάτση έκανε την έκπληξη καθώς με δηλώσεις του στη Θεσσαλονίκη τον Φεβρουάριο του 2000, ο κ. Νανόπουλος εξέφραζε το ενδιαφέρον της Eurobank για τη συμμετοχή της στις διαδικασίες για την απόκτηση του 10% της Εμπορικής Τράπεζας αλλά και γενικότερα για τις προοπτική συνεργασίας των δύο τραπεζών. Το γεγονός αυτό είχε εκτιμηθεί ότι μπορούσε να αποτελέσει το έναυσμα για την εκδήλωση ενδιαφέροντος για την Εμπορική και από άλλους μεγάλους τραπεζικούς ομίλους, αν και το αρχικό τουλάχιστον σχέδιο της διοίκησης της τελευταίας ήταν η αναζήτηση ξένου στρατηγικού επενδυτή. Η "μάχη" της Εμπορικής είχε αρχίζει νωρίτερα από ό,τι είχε προβλεφθεί, για να περάσει αρκετά αργότερα στα μέσα της δεκαετίας του νέου αιώνα στον γαλλικό τραπεζικό όμιλος της Credit Agricole.
Η τράπεζα του Ομίλου Λάτση πάντως με την ολοκλήρωση της συγχώνευσης της με την Εργασίας θα επιτύγχανε κάτι σημαντικό: από μια μικρή τράπεζα που ιδρύθηκε το 1991 - το 1996 είχε δίκτυο μικρότερο των δέκα καταστημάτων - θα μετεξελισσόταν στον τρίτο ισχυρότερο τραπεζικό όμιλο με περίπου 330 καταστήματα και μερίδιο αγοράς όσον αφορά το ενεργητικό περίπου 11%, έχοντας τότε στρατηγικό σύμμαχο έναν από τους μεγαλύτερους τραπεζικούς ομίλους σε παγκόσμιο επίπεδο, την Deutshe Bank.
Ο Όμιλος της Τράπεζας Πειραιώς, με επικεφαλής τον Μιχάλη Σάλλα, βρισκόταν εκείνη την εποχή μπροστά στο δύσκολο αλλά φιλόδοξο σχέδιο της ταυτόχρονης σχεδόν συγχώνευσης τριών τραπεζικών ιδρυμάτων: της Τράπεζας Πειραιώς, της Μακεδονίας Θράκης, που είχε εξαγοράσει το 1998 και της Xiosbank, τον έλεγχο της οποίας απέκτησε το 1999. Οι τρεις τράπεζες είχαν ήδη προχωρήσει με σταδιακά βήματα στη λειτουργική τους ενοποίηση. Οι διαδικασίες για την πλήρη συγχώνευση βρισκόντουσαν σε πλήρη εξέλιξη με στόχο να ολοκληρωθούν το καλοκαίρι του 2000. Το δίκτυο της ενιαίας πλέον τράπεζας ξεπερνούσε τα 170 καταστήματα, με μερίδιο αγοράς, βάσει του συνολικού ενεργητικού, που θα άγγιζε το 7%, αποτελώντας τότε τον πέμπτο μεγαλύτερο ελληνικό τραπεζικό Όμιλο και την τρίτη σε μέγεθος ιδιωτική τράπεζα στην Ελλάδα.
Επιτελικά στελέχη μεγάλων τραπεζών σε συνεργασία με εξειδικευμένα στελέχη εταιριών συμβούλων επιχειρήσεων βρισκόντουσαν εκείνη την χρονική περίοδο σε έναν αγώνα δρόμου ώστε να ολοκληρωθεί η ενοποίηση δικτύων τραπεζών, τον έλεγχο των οποίων είχαν αποκτήσει στη διάρκεια των προηγούμενων δύο ετών.
Πιο συγκεκριμένα, η Alpha Bank, βρισκόταν ακόμη στη φάση ολοκλήρωσης της ενοποίησης με την Ιονική Τράπεζα. Αμέσως μετά την εξαγορά του πλειοψηφικού πακέτου της Ιονικής Τράπεζας από την Εμπορική, το Μάρτιο του 1999, η διοίκηση της Alpha Τράπεζας Πίστεως με επικεφαλής τον Γιάννη Κωστόπουλο είχε ξεκινήσει τις εργασίες πλήρους συγχώνευσης των δύο τραπεζικών ομίλων οι είχαν προγραμματισθεί να ολοκληρωθούν τον Μάρτιο του 2000. H νέα Αlpha Τράπεζα Πίστεως, όπως ήταν τότε η επωνυμία της, θα είχε δίκτυο 450 καταστημάτων και μερίδιο αγοράς όσον αφορά το Ενεργητικό που θα προσέγγιζε το 20% και θα κατείχε τη δεύτερη θέση μετά την Εθνική Τράπεζα.
Η διοίκηση της Eurobank αλλά και ο προσωπικά ο διευθύνων σύμβουλος της τράπεζας Νικόλαος Νανόπουλος, είχαν θέσει το στοίχημα της επιτυχούς ολοκλήρωσης της συγχώνευσης με την Τράπεζα Εργασίας, τον έλεγχο της οποίας απέκτησε το 1999. Υπήρχε άλλωστε η σχετική εμπειρία καθώς είχαν προηγηθεί τα προηγούμενα χρόνια η συγχώνευση με την Interbank, την Τράπεζα Αθηνών και την Τράπεζα Κρήτης που είχαν δώσει στα ανώτατα στελέχη της τράπεζας την απαραίτητη εμπειρία για την επιτυχή ολοκλήρωση της νέας, τότε, συγχώνευσης.
Ταυτόχρονα, ο Όμιλος Λάτση έκανε την έκπληξη καθώς με δηλώσεις του στη Θεσσαλονίκη τον Φεβρουάριο του 2000, ο κ. Νανόπουλος εξέφραζε το ενδιαφέρον της Eurobank για τη συμμετοχή της στις διαδικασίες για την απόκτηση του 10% της Εμπορικής Τράπεζας αλλά και γενικότερα για τις προοπτική συνεργασίας των δύο τραπεζών. Το γεγονός αυτό είχε εκτιμηθεί ότι μπορούσε να αποτελέσει το έναυσμα για την εκδήλωση ενδιαφέροντος για την Εμπορική και από άλλους μεγάλους τραπεζικούς ομίλους, αν και το αρχικό τουλάχιστον σχέδιο της διοίκησης της τελευταίας ήταν η αναζήτηση ξένου στρατηγικού επενδυτή. Η "μάχη" της Εμπορικής είχε αρχίζει νωρίτερα από ό,τι είχε προβλεφθεί, για να περάσει αρκετά αργότερα στα μέσα της δεκαετίας του νέου αιώνα στον γαλλικό τραπεζικό όμιλος της Credit Agricole.
Η τράπεζα του Ομίλου Λάτση πάντως με την ολοκλήρωση της συγχώνευσης της με την Εργασίας θα επιτύγχανε κάτι σημαντικό: από μια μικρή τράπεζα που ιδρύθηκε το 1991 - το 1996 είχε δίκτυο μικρότερο των δέκα καταστημάτων - θα μετεξελισσόταν στον τρίτο ισχυρότερο τραπεζικό όμιλο με περίπου 330 καταστήματα και μερίδιο αγοράς όσον αφορά το ενεργητικό περίπου 11%, έχοντας τότε στρατηγικό σύμμαχο έναν από τους μεγαλύτερους τραπεζικούς ομίλους σε παγκόσμιο επίπεδο, την Deutshe Bank.
Ο Όμιλος της Τράπεζας Πειραιώς, με επικεφαλής τον Μιχάλη Σάλλα, βρισκόταν εκείνη την εποχή μπροστά στο δύσκολο αλλά φιλόδοξο σχέδιο της ταυτόχρονης σχεδόν συγχώνευσης τριών τραπεζικών ιδρυμάτων: της Τράπεζας Πειραιώς, της Μακεδονίας Θράκης, που είχε εξαγοράσει το 1998 και της Xiosbank, τον έλεγχο της οποίας απέκτησε το 1999. Οι τρεις τράπεζες είχαν ήδη προχωρήσει με σταδιακά βήματα στη λειτουργική τους ενοποίηση. Οι διαδικασίες για την πλήρη συγχώνευση βρισκόντουσαν σε πλήρη εξέλιξη με στόχο να ολοκληρωθούν το καλοκαίρι του 2000. Το δίκτυο της ενιαίας πλέον τράπεζας ξεπερνούσε τα 170 καταστήματα, με μερίδιο αγοράς, βάσει του συνολικού ενεργητικού, που θα άγγιζε το 7%, αποτελώντας τότε τον πέμπτο μεγαλύτερο ελληνικό τραπεζικό Όμιλο και την τρίτη σε μέγεθος ιδιωτική τράπεζα στην Ελλάδα.