Τη δύσκολη για τη Σοβιετική Ένωση δεκαετία του 1980, σε μια περίοδο κατά την οποία η κατάρρευση του συστήματος είχε αρχίσει να χτυπά την "πόρτα" της άλλοτε υπερδύναμης, μια Ελληνίδα, με τη μελωδική φωνή και το μεσογειακό της μπρίο, "ζέσταινε" τις καρδιές των απλών πολιτών, που έμελλε να γίνουν οι πρωταγωνιστές των μετέπειτα ιστορικών αλλαγών.
Ο λόγος για τη Σούζη Θεοχαρίδου, που μαζί με το συγκρότημά της "Ελλάδα", ήταν την εποχή εκείνη η μοναδική, διάσημη μουσική "παρέα" σε όλη τη χώρα, με καθαρά ελληνικό ρεπερτόριο, αφού η έτερη φημισμένη Ελληνίδα τραγουδίστρια, Ξένια Γεωργιάδη, είχε ως βάση του ρεπερτορίου της ρωσικά ποπ τραγούδια.
"Οι ρομαντικές, εμψυχωτικές μελωδίες των Θεοδωράκη, Χατζιδάκι, Χατζηνάσιου, Κουγιουμτζή, Σπανού, έδιναν μια 'ανάσα' ζωής στους χιλιάδες θεατές, που μας χειροκροτούσαν θερμά, εκφράζοντας το θαυμασμό τους για το ελληνικό τραγούδι", λέει στο ΑΠΕ-ΜΠΕ η Σούζη Θεοχαρίδου, η οποία ζει και εργάζεται, σήμερα, στη Θεσσαλονίκη.
Η ίδια, μαζί με το συγκρότημά της, ήρθαν στην Ελλάδα πριν από περίπου μια εικοσαετία, με μια "βαλίτσα" όνειρα για μια νέα ζωή.
Για τα χρόνια που μεσουρανούσε στις μουσικές σκηνές της πρώην ΕΣΣΔ, θυμάται: "Στη Σοβιετική Ένωση, ως τραγουδίστρια είχα γνωρίσει και τη δόξα και το χρήμα, καθώς τόσο εγώ όσο και το υπόλοιπο συγκρότημα, που ανήκε στη Φιλαρμονική Τιφλίδας, ήμασταν αναγνωρισμένοι από το κράτος", σημειώνει η Σούζη Θεοχαρίδου. Και προσθέτει: "Την περίοδο της παρακμής της ΕΣΣΔ, μέσα στην οικονομική κρίση και την κατάρρευση του συστήματος , μέσα στο πολιτικό ψέμα και τη λογοκρισία, ο κόσμος αντιδρούσε με … δίψα για το θέαμα, για διασκέδαση. Το ελληνικό τραγούδι προσέφερε στους ταλαιπωρημένους ανθρώπους το βασικό: την αισιοδοξία για το μέλλον, την ελπίδα".
Στις συναυλίες του σε όλη τη χώρα, το συγκρότημα "Ελλάδα" έδινε "χρώμα" στη ζωή των εγκλωβισμένων στα πολλά προβλήματα Σοβιετικών. "Μέσα από τα ελληνικά τραγούδια, ένιωθαν τη ζέστη του ελληνικού ήλιου, ένιωθαν ελεύθεροι μέσα στην ελληνική θάλασσα", λέει χαρακτηριστικά στο ΑΠΕ-ΜΠΕ η Σούζη Θεοχαρίδου.
"Η ελληνική μουσική- αφηγείται- άνοιγε τα 'φτερά' των θεατών και το βλέπαμε, γι' αυτό και ήμασταν περιζήτητο συγκρότημα. Ως δημόσιοι υπάλληλοι, ήμασταν στην υπηρεσία του κράτους και μας έστελναν παντού. Υπήρχαν στιγμές, που στο πλαίσιο κάποιας περιοδείας, δίναμε από δύο έως πέντε συναυλίες την ημέρα. Ξεκινούσαμε από το μεσημέρι και τελειώναμε αργά τη νύχτα".
Σχεδόν όλα τα μέλη του συγκροτήματος, πλην του Εβραίου Γκρ. Μπράντους, ο οποίος ζει σήμερα το Ισραήλ, είναι ελληνικής καταγωγής: ο Πέτρος Πανιτσίδης (μπουζούκι) και ο αδελφός του Χρήστος (πιάνο), ο Αλέξης Τσακαλίδης (μπάσο, κιθάρα), ο Μανόλης Μενελίδης (μπουζούκι), ο Παύλος Σαμανίδης (βιολί), ο Παύλος Τσαντεκίδης και ο τραγουδιστής Μανόλης Αποστολίδης. Μάλιστα, οι περισσότεροι ζουν πλέον στην Ελλάδα.
Στις περιοδείες του συγκροτήματος, τα εισιτήρια ήταν ανάρπαστα. "Διασχίζαμε την ΕΣΣΔ και παντού βρίσκαμε έστω κι έναν θεατή ελληνικής καταγωγής", θυμάται η Σούζη, η οποία δεν κατάφερε να συνεχίσει στην Ελλάδα τη μεγάλη καλλιτεχνική πορεία που είχε χαράξει στη Σοβιετική Ένωση, αφού δεν άντεξε τη σκληρή πραγματικότητα της νύχτας.
"Έμαθα να τραγουδώ την ημέρα, σε αίθουσες συναυλιών, σε θέατρα, ακόμη και σε γήπεδα και να έχω μπροστά μου θεατές και όχι πελάτες", εξηγεί και μας λέει πως σήμερα εργάζεται ως οικιακή βοηθός ενός ηλικιωμένου ζευγαριού.
Αυτοδίδακτη, από μικρή, τραγουδούσε σε διάφορα μουσικά σχήματα στην Τιφλίδα, τη σημερινή πρωτεύουσα της Γεωργίας, όπου γεννήθηκε και μεγάλωσε.
Τα ελληνικά τραγούδια, τα έμαθε από μικρή ηλικία, καθώς στη γειτονιά της υπήρχαν πολλοί Έλληνες, που έβρισκαν στη "μαύρη αγορά" δίσκους με ελληνικά τραγούδια, τα οποία και άκουγαν στη συνέχεια στις συναντήσεις τους, στις αυλές, τα "γλυκά" καλοκαιρινά βράδια.
Το ταλέντο της ανακάλυψαν οι αδελφοί Πανιτσίδη. "Έπιανα αμέσως τους ήχους και τα λόγια, μάθαινα να τραγουδώ ελληνικά, χωρίς να ξέρω τη νεοελληνική, αφού στην οικογένειά μου μιλούσαν μόνο ρωσικά, γεωργιανά και ποντιακά", λέει η ίδια στο ΑΠΕ-ΜΠΕ και εξηγεί πως στην καλλιτεχνική της πορεία, το ταλέντο της να μαθαίνει ακουστικά νέα τραγούδια, τη βοηθούσε πολύ. "Σε δύο ημέρες μπορούσα να μάθω όποιο νέο τραγούδι μας έφερναν από την Ελλάδα, μέσω Μόσχας. Και χωρίς να έχουμε τις νότες ή τους στίχους", σημειώνει.
Από τα πολλά ταξίδια που έκανε, χαραγμένη ακόμη στη μνήμη της είναι η ιστορία μ' έναν θαυμαστή της, ο οποίος δεν δίστασε να ρισκάρει τη ζωή του για να της προσφέρει ένα λουλούδι. Ήταν σε κάποιες φυλακές της βόρειας Σιβηρίας, όπου ένας κρατούμενος πήδηξε τα κάγκελα για να κόψει ένα τριαντάφυλλο και να της το προσφέρει. Αμέσως, σήμανε συναγερμός και οι φρουροί πυροβόλησαν τον παράτολμο κρατούμενο, που για καλή του τύχη τραυματίστηκε μόνο στο πόδι.
Άλλωστε, όπως λένε και πολλοί συμπατριώτες της από την ΕΣΣΔ, που έχουν και αυτοί εγκατασταθεί πλέον μόνιμα στην Ελλάδα, "η Σούζη ήταν σολίστ, πρωταγωνίστρια με καταπληκτική φωνή, με εξαιρετική σκηνική παρουσία. Μια καλλονή, που θύμιζε αρχαία Ελληνίδα!".
"Οι ρομαντικές, εμψυχωτικές μελωδίες των Θεοδωράκη, Χατζιδάκι, Χατζηνάσιου, Κουγιουμτζή, Σπανού, έδιναν μια 'ανάσα' ζωής στους χιλιάδες θεατές, που μας χειροκροτούσαν θερμά, εκφράζοντας το θαυμασμό τους για το ελληνικό τραγούδι", λέει στο ΑΠΕ-ΜΠΕ η Σούζη Θεοχαρίδου, η οποία ζει και εργάζεται, σήμερα, στη Θεσσαλονίκη.
Η ίδια, μαζί με το συγκρότημά της, ήρθαν στην Ελλάδα πριν από περίπου μια εικοσαετία, με μια "βαλίτσα" όνειρα για μια νέα ζωή.
Για τα χρόνια που μεσουρανούσε στις μουσικές σκηνές της πρώην ΕΣΣΔ, θυμάται: "Στη Σοβιετική Ένωση, ως τραγουδίστρια είχα γνωρίσει και τη δόξα και το χρήμα, καθώς τόσο εγώ όσο και το υπόλοιπο συγκρότημα, που ανήκε στη Φιλαρμονική Τιφλίδας, ήμασταν αναγνωρισμένοι από το κράτος", σημειώνει η Σούζη Θεοχαρίδου. Και προσθέτει: "Την περίοδο της παρακμής της ΕΣΣΔ, μέσα στην οικονομική κρίση και την κατάρρευση του συστήματος , μέσα στο πολιτικό ψέμα και τη λογοκρισία, ο κόσμος αντιδρούσε με … δίψα για το θέαμα, για διασκέδαση. Το ελληνικό τραγούδι προσέφερε στους ταλαιπωρημένους ανθρώπους το βασικό: την αισιοδοξία για το μέλλον, την ελπίδα".
Στις συναυλίες του σε όλη τη χώρα, το συγκρότημα "Ελλάδα" έδινε "χρώμα" στη ζωή των εγκλωβισμένων στα πολλά προβλήματα Σοβιετικών. "Μέσα από τα ελληνικά τραγούδια, ένιωθαν τη ζέστη του ελληνικού ήλιου, ένιωθαν ελεύθεροι μέσα στην ελληνική θάλασσα", λέει χαρακτηριστικά στο ΑΠΕ-ΜΠΕ η Σούζη Θεοχαρίδου.
"Η ελληνική μουσική- αφηγείται- άνοιγε τα 'φτερά' των θεατών και το βλέπαμε, γι' αυτό και ήμασταν περιζήτητο συγκρότημα. Ως δημόσιοι υπάλληλοι, ήμασταν στην υπηρεσία του κράτους και μας έστελναν παντού. Υπήρχαν στιγμές, που στο πλαίσιο κάποιας περιοδείας, δίναμε από δύο έως πέντε συναυλίες την ημέρα. Ξεκινούσαμε από το μεσημέρι και τελειώναμε αργά τη νύχτα".
Σχεδόν όλα τα μέλη του συγκροτήματος, πλην του Εβραίου Γκρ. Μπράντους, ο οποίος ζει σήμερα το Ισραήλ, είναι ελληνικής καταγωγής: ο Πέτρος Πανιτσίδης (μπουζούκι) και ο αδελφός του Χρήστος (πιάνο), ο Αλέξης Τσακαλίδης (μπάσο, κιθάρα), ο Μανόλης Μενελίδης (μπουζούκι), ο Παύλος Σαμανίδης (βιολί), ο Παύλος Τσαντεκίδης και ο τραγουδιστής Μανόλης Αποστολίδης. Μάλιστα, οι περισσότεροι ζουν πλέον στην Ελλάδα.
Στις περιοδείες του συγκροτήματος, τα εισιτήρια ήταν ανάρπαστα. "Διασχίζαμε την ΕΣΣΔ και παντού βρίσκαμε έστω κι έναν θεατή ελληνικής καταγωγής", θυμάται η Σούζη, η οποία δεν κατάφερε να συνεχίσει στην Ελλάδα τη μεγάλη καλλιτεχνική πορεία που είχε χαράξει στη Σοβιετική Ένωση, αφού δεν άντεξε τη σκληρή πραγματικότητα της νύχτας.
"Έμαθα να τραγουδώ την ημέρα, σε αίθουσες συναυλιών, σε θέατρα, ακόμη και σε γήπεδα και να έχω μπροστά μου θεατές και όχι πελάτες", εξηγεί και μας λέει πως σήμερα εργάζεται ως οικιακή βοηθός ενός ηλικιωμένου ζευγαριού.
Αυτοδίδακτη, από μικρή, τραγουδούσε σε διάφορα μουσικά σχήματα στην Τιφλίδα, τη σημερινή πρωτεύουσα της Γεωργίας, όπου γεννήθηκε και μεγάλωσε.
Τα ελληνικά τραγούδια, τα έμαθε από μικρή ηλικία, καθώς στη γειτονιά της υπήρχαν πολλοί Έλληνες, που έβρισκαν στη "μαύρη αγορά" δίσκους με ελληνικά τραγούδια, τα οποία και άκουγαν στη συνέχεια στις συναντήσεις τους, στις αυλές, τα "γλυκά" καλοκαιρινά βράδια.
Το ταλέντο της ανακάλυψαν οι αδελφοί Πανιτσίδη. "Έπιανα αμέσως τους ήχους και τα λόγια, μάθαινα να τραγουδώ ελληνικά, χωρίς να ξέρω τη νεοελληνική, αφού στην οικογένειά μου μιλούσαν μόνο ρωσικά, γεωργιανά και ποντιακά", λέει η ίδια στο ΑΠΕ-ΜΠΕ και εξηγεί πως στην καλλιτεχνική της πορεία, το ταλέντο της να μαθαίνει ακουστικά νέα τραγούδια, τη βοηθούσε πολύ. "Σε δύο ημέρες μπορούσα να μάθω όποιο νέο τραγούδι μας έφερναν από την Ελλάδα, μέσω Μόσχας. Και χωρίς να έχουμε τις νότες ή τους στίχους", σημειώνει.
Από τα πολλά ταξίδια που έκανε, χαραγμένη ακόμη στη μνήμη της είναι η ιστορία μ' έναν θαυμαστή της, ο οποίος δεν δίστασε να ρισκάρει τη ζωή του για να της προσφέρει ένα λουλούδι. Ήταν σε κάποιες φυλακές της βόρειας Σιβηρίας, όπου ένας κρατούμενος πήδηξε τα κάγκελα για να κόψει ένα τριαντάφυλλο και να της το προσφέρει. Αμέσως, σήμανε συναγερμός και οι φρουροί πυροβόλησαν τον παράτολμο κρατούμενο, που για καλή του τύχη τραυματίστηκε μόνο στο πόδι.
Άλλωστε, όπως λένε και πολλοί συμπατριώτες της από την ΕΣΣΔ, που έχουν και αυτοί εγκατασταθεί πλέον μόνιμα στην Ελλάδα, "η Σούζη ήταν σολίστ, πρωταγωνίστρια με καταπληκτική φωνή, με εξαιρετική σκηνική παρουσία. Μια καλλονή, που θύμιζε αρχαία Ελληνίδα!".