Διανύουμε την Σαρακοστή, την πιο μακρά και αυστηρή νηστεία της παράδοσης μας, με τα τρόφιμα ζωικής προέλευσης να έχουν εκτοπιστεί από το οικογενειακό τραπέζι, όπου πλέον κυριαρχούν τα λαχανικά, τα όσπρια και τα θαλασσινά.
Μια νηστεία την οποία ολοένα και περισσότερος κόσμος ακολουθεί τα τελευταία χρόνια, για λόγους, θρησκευτικούς, οικονομικούς ή και για λόγους διατροφικής αποτοξίνωσης.
Μια νηστεία την οποία ολοένα και περισσότερος κόσμος ακολουθεί τα τελευταία χρόνια, για λόγους, θρησκευτικούς, οικονομικούς ή και για λόγους διατροφικής αποτοξίνωσης.
Άλλωστε, η συγκλίνουσα θέση εκκλησίας και επιστήμης για την τήρηση της νηστείας είναι ότι συντελεί στη σωτηρία της ψυχής και του σώματος. Κοινή συνισταμένη τους είναι η ψυχική, πνευματική και σωματική υγεία, η οποία επιτυγχάνεται με την αλλαγή της διατροφής και την προσευχή.
Εξάλλου, από τα αρχαιότατα χρόνια η νηστεία συνηθιζόταν ως μέσο κάθαρσης, εξιλασμού και δοκιμασία που βοηθούσε τους ανθρώπους να πλησιάσουν το θεό.
Σύμφωνα με τους ιστορικούς, οι αρχαίοι ασιατικοί λαοί νήστευαν για θρησκευτικούς λόγους. Οι Αιγύπτιοι και για λόγους υγιεινής. Οι Έλληνες θεωρούσαν τη νηστεία ως δοκιμασία, που συνέτεινε στην προσέγγιση του ανθρώπου στο «θείον». Κυρίως νήστευαν οι ιερείς, οι βασιλείς και οι στρατηγοί προκειμένου να θυσιάσουν. Όσοι συμμετείχαν στα «μυστήρια», όπως οι Αθηναίοι, κατά τις εορτές των «Ελευσινίων» και των Θεσμοφορίων, οι Λακεδαιμόνιοι πριν τις πολεμικές επιχειρήσεις. Οι ιερείς του Δία στην Κρήτη δια βίου από κρέας και ψάρι.
Ιδιότυπες νηστείες είχαν καθιερώσει σχολές και οργανώσεις, όπως οι Ορφικοί και οι Πυθαγόρειοι.
Σύμφωνα με την Εκκλησία, όπως εξηγεί στο ΑΠΕ - ΜΠΕ, ο εκπρόσωπος της Αρχιεπισκοπής Αθηνών, πατέρας Μάξιμος Παπαγιάννης «Η Νηστεία της Μεγάλης Τεσσαρακοστής, όπως και της Τετάρτης και Παρασκευής, ανάγονται στους αποστολικούς χρόνους, έχουν επικυρωθεί από Οικουμενική Συνοδό και θεσμοθετήθηκαν κατά μίμηση της σαραντάμερης νηστείας του Ιησού Χριστού στην έρημο, πριν την έναρξη του έργου του»
«Δεν νηστεύουμε για να χάσουμε κιλά ή για το καλό της υγείας μας, αλλά για το καλό της ψυχής μας. Ετυμολογικά η λέξη νηστεία -νη-εσθίω- σημαίνει δεν τρώγω. Επίσης, συναινεί αποχή από τα πάθη και τις αδυναμίες μας. Δεν περιορίζεται μόνο στην ποιότητα, αλλά και στην ποσότητα. Διαφορετικά, η λαιμαργία, αλλάζει υλικά για τον κορεσμό της», τονίζει.
Εξηγεί ότι η νηστεία είναι ένας συνδυασμός τροφής, ελεημοσύνης και προσευχής. «Με την ασκητική, το άτομο απαλλάσσεται από τα πάθη και τις εξαρτήσεις, ώστε να στρέψει την προσοχή του στο Θεό», λέει ο πατέρας Μάξιμος και προσθέτει: «Η ταπείνωση του εαυτού μας, έναντι του Θεού και η άσκηση των αρετών (φιλανθρωπία, αγάπη, κατανόηση των ασθενέστερων), είναι η θεραπευτική μέθοδος της εκκλησίας. Ο άνθρωπος που νηστεύει, δυναμώνει τη θέλησή του, επιβάλλεται στον εαυτό του και υποτάσσει το σώμα του στο πνεύμα, προσελκύοντας τη χάρη του Θεού» .
Η «κυρά Σαρακοστή» λοιπόν, η γυναίκα με τα σταυρωμένα χέρια, λόγω προσευχής, χωρίς στόμα και μύτη, λόγω νηστείας και με εφτά πόδια για τις επτά εβδομάδες της Μεγάλης Σαρακοστής, έχει εγκατασταθεί για τα καλά στα σπιτικά. Πρόκειται για ένα έθιμο, με την κλασική φιγούρα της λαογραφίας μας, κατασκευασμένη από χαρτί ή ζυμάρι στο ρόλο ενός ιδιόμορφου ημερολογίου για να μετρούν οι πιστοί τις βδομάδες της νηστείας.
Το έθιμο, της «Κυράς Σαρακοστής» θυμίζει στο ΑΠΕ - ΜΠΕ η Μαρίνα Γρηγοράκου, μητέρα τεσσάρων παιδιών. Όπως λέει: «Κάθε Καθαρά Δευτέρα, στο σπίτι μας, εμφανίζεται η "Κυρά Σαρακοστή", από την οποία κόβουμε ένα "ποδαράκι" κάθε Σάββατο, μαζί μ’ ένα μεγάλο πανέρι γεμάτο νηστίσιμα σνακς για τα μικρότερα παιδιά». Η νηστεία αυτή την περίοδο, η οποία είναι πολύ μεγάλη, επισημαίνει, τηρείται απαρέγκλιτα την Καθαρή Δευτέρα και τη Μεγάλη εβδομάδα, καθώς και τις Τετάρτες και Παρασκευές. «Τις άλλες ημέρες είμαστε περισσότερο ελαστικοί, παρόλο που τα μεγαλύτερα κορίτσια προσέχουν περισσότερο», τονίζει και προσθέτει ότι η οικογένεια ακολουθεί όλες τις νηστείες, κυρίως με την απουσία τροφών ζωικής προέλευσης και ότι ως νοικοκυρά δεν αντιμετωπίζει κανένα πρόβλημα επιλογής στη μαγειρική. «Τα παιδιά δεν διαμαρτύρονται διότι ξεκίνησαν να νηστεύουν οπό μικρά και έχουν συνηθίσει. Αντί για γάλα πίνουν φυσικό χυμό και ασβέστιο παίρνουν από τους ξηρούς καρπούς», λέει η κ. Γρηγοράκου, και σημειώνει πως «υπάρχουν πολλά άλλα "επιτρεπόμενα" είδη, υψηλής διατροφικής αξίας, όπως τα θαλασσινά, το λάδι, το ταχίνι κλπ, τα οποία είναι πολύ ωφέλιμα και αποτοξινώνουν και τον οργανισμό».
Η σημασία και ο ρόλος των φωτοχημικών ουσιών, που περιέχονται στα φρούτα, τα όσπρια και τα λαχανικά (μέταλλα, ιχνοστοιχεία, καροτινοειδείς ουσίες, βιταμίνες κ.α) για την υγεία του ανθρώπου, αποτελεί σημαντικό πεδίο έρευνας για την επιστημονική κοινότητα.
Τα πλεονεκτήματα της νηστείας, η οποία σημειώνει αυξητική τάση τελευταία, ιδίως από τους νέους, είναι πολλά, καθώς, αποτοξινώνει τον οργανισμό, βελτιώνει τη λειτουργία του εντέρου, περιορίζει την πρόσληψη επιβλαβών ουσιών.
Ταυτόχρονα «ξεκουράζει» το πεπτικό σύστημα και το ήπαρ, ελαττώνει τη χοληστερόλη και τα τριγλυκερίδια, βοηθάει στον «καθαρισμό» των αρτηριών, «ρίχνει», την αυξημένη αρτηριακή πίεση και βοηθάει στην καλύτερη ρύθμιση του σακχάρου.
Σε ό,τι αφορά στα παιδιά έχει καταρριφθεί, πλέον, η παλαιότερη άποψη για την αρνητική επιρροή της νηστείας στην ομαλή ανάπτυξή τους. Πρόσφατη μελέτη του Πανεπιστημίου Κρήτης καταδεικνύει πως 180 - 200 μέρες νηστείας τον χρόνο όχι μόνο δεν «φρενάρουν» την ανάπτυξη των παιδιών που απέχουν από την κατανάλωση ζωικών τροφίμων, αλλά βοηθούν και στη διατήρηση ενός φυσιολογικού βάρους, κόντρα στη διαρκώς αυξανόμενη παιδική παχυσαρκία.
Εξάλλου, από τα αρχαιότατα χρόνια η νηστεία συνηθιζόταν ως μέσο κάθαρσης, εξιλασμού και δοκιμασία που βοηθούσε τους ανθρώπους να πλησιάσουν το θεό.
Σύμφωνα με τους ιστορικούς, οι αρχαίοι ασιατικοί λαοί νήστευαν για θρησκευτικούς λόγους. Οι Αιγύπτιοι και για λόγους υγιεινής. Οι Έλληνες θεωρούσαν τη νηστεία ως δοκιμασία, που συνέτεινε στην προσέγγιση του ανθρώπου στο «θείον». Κυρίως νήστευαν οι ιερείς, οι βασιλείς και οι στρατηγοί προκειμένου να θυσιάσουν. Όσοι συμμετείχαν στα «μυστήρια», όπως οι Αθηναίοι, κατά τις εορτές των «Ελευσινίων» και των Θεσμοφορίων, οι Λακεδαιμόνιοι πριν τις πολεμικές επιχειρήσεις. Οι ιερείς του Δία στην Κρήτη δια βίου από κρέας και ψάρι.
Ιδιότυπες νηστείες είχαν καθιερώσει σχολές και οργανώσεις, όπως οι Ορφικοί και οι Πυθαγόρειοι.
Σύμφωνα με την Εκκλησία, όπως εξηγεί στο ΑΠΕ - ΜΠΕ, ο εκπρόσωπος της Αρχιεπισκοπής Αθηνών, πατέρας Μάξιμος Παπαγιάννης «Η Νηστεία της Μεγάλης Τεσσαρακοστής, όπως και της Τετάρτης και Παρασκευής, ανάγονται στους αποστολικούς χρόνους, έχουν επικυρωθεί από Οικουμενική Συνοδό και θεσμοθετήθηκαν κατά μίμηση της σαραντάμερης νηστείας του Ιησού Χριστού στην έρημο, πριν την έναρξη του έργου του»
«Δεν νηστεύουμε για να χάσουμε κιλά ή για το καλό της υγείας μας, αλλά για το καλό της ψυχής μας. Ετυμολογικά η λέξη νηστεία -νη-εσθίω- σημαίνει δεν τρώγω. Επίσης, συναινεί αποχή από τα πάθη και τις αδυναμίες μας. Δεν περιορίζεται μόνο στην ποιότητα, αλλά και στην ποσότητα. Διαφορετικά, η λαιμαργία, αλλάζει υλικά για τον κορεσμό της», τονίζει.
Εξηγεί ότι η νηστεία είναι ένας συνδυασμός τροφής, ελεημοσύνης και προσευχής. «Με την ασκητική, το άτομο απαλλάσσεται από τα πάθη και τις εξαρτήσεις, ώστε να στρέψει την προσοχή του στο Θεό», λέει ο πατέρας Μάξιμος και προσθέτει: «Η ταπείνωση του εαυτού μας, έναντι του Θεού και η άσκηση των αρετών (φιλανθρωπία, αγάπη, κατανόηση των ασθενέστερων), είναι η θεραπευτική μέθοδος της εκκλησίας. Ο άνθρωπος που νηστεύει, δυναμώνει τη θέλησή του, επιβάλλεται στον εαυτό του και υποτάσσει το σώμα του στο πνεύμα, προσελκύοντας τη χάρη του Θεού» .
Η «κυρά Σαρακοστή» λοιπόν, η γυναίκα με τα σταυρωμένα χέρια, λόγω προσευχής, χωρίς στόμα και μύτη, λόγω νηστείας και με εφτά πόδια για τις επτά εβδομάδες της Μεγάλης Σαρακοστής, έχει εγκατασταθεί για τα καλά στα σπιτικά. Πρόκειται για ένα έθιμο, με την κλασική φιγούρα της λαογραφίας μας, κατασκευασμένη από χαρτί ή ζυμάρι στο ρόλο ενός ιδιόμορφου ημερολογίου για να μετρούν οι πιστοί τις βδομάδες της νηστείας.
Το έθιμο, της «Κυράς Σαρακοστής» θυμίζει στο ΑΠΕ - ΜΠΕ η Μαρίνα Γρηγοράκου, μητέρα τεσσάρων παιδιών. Όπως λέει: «Κάθε Καθαρά Δευτέρα, στο σπίτι μας, εμφανίζεται η "Κυρά Σαρακοστή", από την οποία κόβουμε ένα "ποδαράκι" κάθε Σάββατο, μαζί μ’ ένα μεγάλο πανέρι γεμάτο νηστίσιμα σνακς για τα μικρότερα παιδιά». Η νηστεία αυτή την περίοδο, η οποία είναι πολύ μεγάλη, επισημαίνει, τηρείται απαρέγκλιτα την Καθαρή Δευτέρα και τη Μεγάλη εβδομάδα, καθώς και τις Τετάρτες και Παρασκευές. «Τις άλλες ημέρες είμαστε περισσότερο ελαστικοί, παρόλο που τα μεγαλύτερα κορίτσια προσέχουν περισσότερο», τονίζει και προσθέτει ότι η οικογένεια ακολουθεί όλες τις νηστείες, κυρίως με την απουσία τροφών ζωικής προέλευσης και ότι ως νοικοκυρά δεν αντιμετωπίζει κανένα πρόβλημα επιλογής στη μαγειρική. «Τα παιδιά δεν διαμαρτύρονται διότι ξεκίνησαν να νηστεύουν οπό μικρά και έχουν συνηθίσει. Αντί για γάλα πίνουν φυσικό χυμό και ασβέστιο παίρνουν από τους ξηρούς καρπούς», λέει η κ. Γρηγοράκου, και σημειώνει πως «υπάρχουν πολλά άλλα "επιτρεπόμενα" είδη, υψηλής διατροφικής αξίας, όπως τα θαλασσινά, το λάδι, το ταχίνι κλπ, τα οποία είναι πολύ ωφέλιμα και αποτοξινώνουν και τον οργανισμό».
Η σημασία και ο ρόλος των φωτοχημικών ουσιών, που περιέχονται στα φρούτα, τα όσπρια και τα λαχανικά (μέταλλα, ιχνοστοιχεία, καροτινοειδείς ουσίες, βιταμίνες κ.α) για την υγεία του ανθρώπου, αποτελεί σημαντικό πεδίο έρευνας για την επιστημονική κοινότητα.
Τα πλεονεκτήματα της νηστείας, η οποία σημειώνει αυξητική τάση τελευταία, ιδίως από τους νέους, είναι πολλά, καθώς, αποτοξινώνει τον οργανισμό, βελτιώνει τη λειτουργία του εντέρου, περιορίζει την πρόσληψη επιβλαβών ουσιών.
Ταυτόχρονα «ξεκουράζει» το πεπτικό σύστημα και το ήπαρ, ελαττώνει τη χοληστερόλη και τα τριγλυκερίδια, βοηθάει στον «καθαρισμό» των αρτηριών, «ρίχνει», την αυξημένη αρτηριακή πίεση και βοηθάει στην καλύτερη ρύθμιση του σακχάρου.
Σε ό,τι αφορά στα παιδιά έχει καταρριφθεί, πλέον, η παλαιότερη άποψη για την αρνητική επιρροή της νηστείας στην ομαλή ανάπτυξή τους. Πρόσφατη μελέτη του Πανεπιστημίου Κρήτης καταδεικνύει πως 180 - 200 μέρες νηστείας τον χρόνο όχι μόνο δεν «φρενάρουν» την ανάπτυξη των παιδιών που απέχουν από την κατανάλωση ζωικών τροφίμων, αλλά βοηθούν και στη διατήρηση ενός φυσιολογικού βάρους, κόντρα στη διαρκώς αυξανόμενη παιδική παχυσαρκία.