Η ανεργία στη Γερμανία μειώθηκε περισσότερο του αναμενομένου τον Απρίλιο, με το προσαρμοσμένο συνολικό μέγεθος να βρίσκεται στο χαμηλότερο επίπεδο σχεδόν δύο δεκαετιών, έδειξαν δεδομένα που δημοσιοποιήθηκαν σήμερα Πέμπτη, δίνοντας άλλη μια ένδειξη ισχύος της μεγαλύτερης οικονομίας στην ΕΕ.
Τα εποχικά προσαρμοσμένα στοιχεία από το ομοσπονδιακό γραφείο απασχόλησης έδειξαν ότι ο αριθμός των ανέργων μειώθηκε κατά 37.000, με το σύνολο να ανέρχεται πλέον στα 2,97 εκατ., το χαμηλότερο από τον Ιούνιο του 1992.
"Η γερμανική αγορά εργασίας βελτιωνόταν ταχέως στην διάρκεια των περασμένων 18 μηνών και. . . έρευνες καταδεικνύουν συνεχιζόμενη ρωμαλέα ανάπτυξη της απασχόλησης και περαιτέρω μειώσεων της ανεργίας", δήλωσε η Αλίνε Σούιλινγκ, οικονομολόγος της τράπεζας ABN AMRO.
Το εποχικά προσαρμοσμένο ποσοστό ανεργίας βρισκόταν στο 7,1%, το χαμηλότερο καταγεγραμμένο αφότου άρχισαν να καταγράφονται σχετικά δεδομένα για την ενοποιημένη Γερμανία πριν από δύο δεκαετίες.
Δεδομένα από άλλες χώρες ωστόσο δείχνουν ότι η ανάκαμψη άλλων οικονομιών της ευρωζώνης συναντά πολύ μεγαλύτερες δυσκολίες. Στη Γαλλία, οι καταναλωτικές δαπάνες σε προϊόντα που παρήγαγε η βιομηχανία μειώθηκαν κατά 0,7% τον Μάρτιο από τον προηγούμενο μήνα, σύμφωνα με τη στατιστική υπηρεσία INSEE, καθώς οι αυξανόμενες τιμές των καυσίμων και τα υψηλότερα επιτόκια κράτησαν στα ίδια επίπεδα ή μείωσαν την αγοραστική δύναμη των νοικοκυριών.
Στην Ιταλία, η παραγωγή επιδεινώθηκε τον Απρίλιο, σύμφωνα με στατιστικά στοιχεία της ISTAT, γεγονός που προστίθεται στις ενδείξεις ότι η ανάκαμψη καθυστερεί.
Η γερμανική οικονομία στο μεταξύ, τονωμένη από την εγχώρια ζήτηση που αυξήθηκε καθώς η ανεργία μειώθηκε, ανέκαμψε με ταχύτερο ρυθμό του αναμενομένου μετά από την πιο βαθιά ύφεση που γνώρισε μετά τον Β' Παγκόσμιο Πόλεμο, σύμφωνα με αναλυτές.
Αντίθετα με την υφεσιακή εικόνα σε πολύ μεγάλο τμήμα της Ευρώπης η γερμανική οικονομία παραμένει σε αναπτυξιακή τροχιά, σύμφωνα με αυτή την ανάγνωση των στοιχείων, καθώς εταιρίες προσέλαβαν 39.000 υπαλλήλους τον Μάρτιο, σύμφωνα με χωριστά στοιχεία που δόθηκαν στην δημοσιότητα νωρίτερα σήμερα.
Το Βερολίνο, εν μέσω ενός ευφορικού κλίματος, αύξησε την πρόβλεψή του για την ανάπτυξη το 2011 στο 2,6%, λέγοντας ότι η αύξηση των καταναλωτικών δαπανών από τους εργαζόμενους που φοβούνται λιγότερο ότι θα χάσουν τη δουλειά τους σηματοδοτεί ένα σημείο καμπής.
"Η γερμανική αγορά εργασίας βελτιωνόταν ταχέως στην διάρκεια των περασμένων 18 μηνών και. . . έρευνες καταδεικνύουν συνεχιζόμενη ρωμαλέα ανάπτυξη της απασχόλησης και περαιτέρω μειώσεων της ανεργίας", δήλωσε η Αλίνε Σούιλινγκ, οικονομολόγος της τράπεζας ABN AMRO.
Το εποχικά προσαρμοσμένο ποσοστό ανεργίας βρισκόταν στο 7,1%, το χαμηλότερο καταγεγραμμένο αφότου άρχισαν να καταγράφονται σχετικά δεδομένα για την ενοποιημένη Γερμανία πριν από δύο δεκαετίες.
Δεδομένα από άλλες χώρες ωστόσο δείχνουν ότι η ανάκαμψη άλλων οικονομιών της ευρωζώνης συναντά πολύ μεγαλύτερες δυσκολίες. Στη Γαλλία, οι καταναλωτικές δαπάνες σε προϊόντα που παρήγαγε η βιομηχανία μειώθηκαν κατά 0,7% τον Μάρτιο από τον προηγούμενο μήνα, σύμφωνα με τη στατιστική υπηρεσία INSEE, καθώς οι αυξανόμενες τιμές των καυσίμων και τα υψηλότερα επιτόκια κράτησαν στα ίδια επίπεδα ή μείωσαν την αγοραστική δύναμη των νοικοκυριών.
Στην Ιταλία, η παραγωγή επιδεινώθηκε τον Απρίλιο, σύμφωνα με στατιστικά στοιχεία της ISTAT, γεγονός που προστίθεται στις ενδείξεις ότι η ανάκαμψη καθυστερεί.
Η γερμανική οικονομία στο μεταξύ, τονωμένη από την εγχώρια ζήτηση που αυξήθηκε καθώς η ανεργία μειώθηκε, ανέκαμψε με ταχύτερο ρυθμό του αναμενομένου μετά από την πιο βαθιά ύφεση που γνώρισε μετά τον Β' Παγκόσμιο Πόλεμο, σύμφωνα με αναλυτές.
Αντίθετα με την υφεσιακή εικόνα σε πολύ μεγάλο τμήμα της Ευρώπης η γερμανική οικονομία παραμένει σε αναπτυξιακή τροχιά, σύμφωνα με αυτή την ανάγνωση των στοιχείων, καθώς εταιρίες προσέλαβαν 39.000 υπαλλήλους τον Μάρτιο, σύμφωνα με χωριστά στοιχεία που δόθηκαν στην δημοσιότητα νωρίτερα σήμερα.
Το Βερολίνο, εν μέσω ενός ευφορικού κλίματος, αύξησε την πρόβλεψή του για την ανάπτυξη το 2011 στο 2,6%, λέγοντας ότι η αύξηση των καταναλωτικών δαπανών από τους εργαζόμενους που φοβούνται λιγότερο ότι θα χάσουν τη δουλειά τους σηματοδοτεί ένα σημείο καμπής.