Ο τελευταίος καταζητούμενος από το Διεθνές Ποινικό Δικαστήριο της Χάγης για εγκλήματα πολέμου στην πρώην Γιουγκοσλαβία (ICTY), Γκόραν Χάτζιτς, ο οποίος συνελήφθη σήμερα, σύμφωνα με τα σερβικά ΜΜΕ, έγινε από αποθηκάριος, πρόεδρος της «Δημοκρατίας της Σερβικής Κράινα» και αποσύρθηκε από την πολιτική μετά τη Συμφωνία στο Ερντούτ της Κροατίας, το 1995.
Το 2004 απέφυγε τη σύλληψή του, όταν στο Βελιγράδι απεστάλη το σφραγισμένο κατηγορητήριο του ICTY σε βάρος του.
Γεννήθηκε το 1958 στην πόλη Βίνκοβτσι της Κροατίας.
Στις πρώτες πολυκομματικές εκλογές στην Κροατία, το 1990 ήταν υποψήφιος της Συμμαχίας Κομμουνιστών Κροατίας με το Κόμμα Δημοκρατικών Αλλαγών.
Πριν από τις συγκρούσεις στην Κροατία εργαζόταν ως αποθηκάριος σε εργοστάσιο στο χωριό Πάτσετιν κοντά στην πόλη Βούκοβαρ και ήταν πρόεδρος της εκεί μεικτής κοινότητας.
Το Μάρτιο του 1991 εξελέγη πρόεδρος του τοπικού συμβουλίου του Σερβικού Δημοκρατικού Κόμματος στο Βούκοβαρ. Μετά την ανακήρυξη της ανεξαρτησίας της Κροατίας, στις 25 Ιουνίου του 1991, ο Χάτζιτς, σε σύσκεψη που διεξήχθη στο χωριό Ντάλι, ορίστηκε πρωθυπουργός της αυτοανακηρυχθείσας "Σερβικής αυτόνομης περιοχής ανατολικής Σλαβονίας, Μπαράνια και Δυτικού Σρεμ" (SAO).
Το Φεβρουάριο του 1992, η Βουλή της πρώην Δημοκρατίας της Σερβικής Κράινα τον εξέλεξε πρόεδρο της αυτοανακηρυχθείσας "Δημοκρατίας της Σερβικής Κράινας" στη θέση του Μίλαν Μπάμπιτς. Διατήρησε το αξίωμα έως το Δεκέμβριο του 1993, όταν έχασε στις εκλογές για την ανάδειξη προέδρου της Σερβικής Δημοκρατίας της Κράινα.
Στις αρχές του 1995 έγινε μέλος του Συμβουλίου της περιοχής Σρεμ-Μπαράνια στο πλαίσιο της "Σερβικής Δημοκρατίας της Κράινα" και εξελέγη πρόεδρος της περιοχής. Από την υπογραφή της Συμφωνίας του Ερντούτ έως την απαγγελία κατηγοριών σε βάρος του από το ICTY, το καλοκαίρι του 2004, ζούσε και εργαζόταν στο Νόβι Σαντ της Σερβίας.
Ο Γκόραν Χάτζιτς κατηγορείται για συνέργια σε οργανωμένο εγκληματικό σχέδιο ως πρωθυπουργός της "αυτόνομης περιοχής ανατολικής Σλαβονίας, Μπαράνια και Δυτικού Σρεμ" και στη συνέχεια ως πρόεδρος της "Σερβικής Δημοκρατίας της Κράινα".
Στόχος του εγκληματικού σχεδίου, σύμφωνα με το κατηγορητήριο του ICTY, ήταν η βίαιη εκδίωξη της πλειοψηφίας των Κροατών και του μη σερβικού πληθυσμού από το 1/3 της επικράτειας της Κροατίας με στόχο η περιοχή να γίνει νέο κράτος υπό σερβική κυριαρχία.
Ο Χάτζιτς διέφυγε τη σύλληψη στις 16 Ιουλίου του 2004, πριν η σερβική δικαιοσύνη ζητήσει από την αστυνομία τη σύλληψή του. Το κατηγορητήριο σε βάρος του με την υπογραφή της τότε γενικής εισαγγελέως του ICTY, Κάρλα Ντελ Πόντε είχε παραδοθεί στις σερβικές αρχές στις 13 Ιουλίου με εντολή για τη σύλληψή του εντός 72 ωρών.
Η κ. Ντελ Πόντε υποστήριξε ότι ο Χάτζιτς έφυγε από το σπίτι του κρατώντας μία τσάντα και δύο ώρες αργότερα ο οδηγός του επέστρεψε μόνος του.
Το δικαστήριο του Βελιγραδίου το πρωί της 14ης Ιουλίου παρέδωσε στην αστυνομία το ένταλμα σύλληψης, αλλά ο Χάτζιτς είχε εξαφανιστεί 17 ώρες πριν από την παράδοση του εντάλματος, είχε τονίσει η κ. Ντελ Πόντε.
Η στρατιωτική αστυνομία και η χωροφυλακή αναζήτησαν πολλές φορές τον καταζητούμενο, μεταξύ άλλων στις 13 Ιουνίου του 2007 σε εγκαταλελειμμένες αποθήκες κοντά στη Σρέμσκα Καμένιτσα.
Στο Νόβι Σαντ, στις 9 Οκτωβρίου του 2009 διεξήχθη αστυνομική έρευνα βάσει στοιχείων που είχαν βρεθεί από παρακολούθηση φορητού υπολογιστή. Επίσης το Δεκέμβριο του 2010 διεξήχθησαν έρευνες σε σπίτια κοντινών συγγενών του στο Νόβι Σαντ.
Στο σπίτι ενός συγγενή του βρέθηκε και πίνκας του Ιταλού ζωγράφου Αμαντέο Μοντιλιάνι και τότε ορισμένα ΜΜΕ είχαν μεταδώσει ότι με την πώληση έργων τέχνης συνεργάτες του συγκέντρωναν χρήματα για να καλύπτονται τα έξοδά του, όσο διαφεύγει της σύλληψης.
Γεννήθηκε το 1958 στην πόλη Βίνκοβτσι της Κροατίας.
Στις πρώτες πολυκομματικές εκλογές στην Κροατία, το 1990 ήταν υποψήφιος της Συμμαχίας Κομμουνιστών Κροατίας με το Κόμμα Δημοκρατικών Αλλαγών.
Πριν από τις συγκρούσεις στην Κροατία εργαζόταν ως αποθηκάριος σε εργοστάσιο στο χωριό Πάτσετιν κοντά στην πόλη Βούκοβαρ και ήταν πρόεδρος της εκεί μεικτής κοινότητας.
Το Μάρτιο του 1991 εξελέγη πρόεδρος του τοπικού συμβουλίου του Σερβικού Δημοκρατικού Κόμματος στο Βούκοβαρ. Μετά την ανακήρυξη της ανεξαρτησίας της Κροατίας, στις 25 Ιουνίου του 1991, ο Χάτζιτς, σε σύσκεψη που διεξήχθη στο χωριό Ντάλι, ορίστηκε πρωθυπουργός της αυτοανακηρυχθείσας "Σερβικής αυτόνομης περιοχής ανατολικής Σλαβονίας, Μπαράνια και Δυτικού Σρεμ" (SAO).
Το Φεβρουάριο του 1992, η Βουλή της πρώην Δημοκρατίας της Σερβικής Κράινα τον εξέλεξε πρόεδρο της αυτοανακηρυχθείσας "Δημοκρατίας της Σερβικής Κράινας" στη θέση του Μίλαν Μπάμπιτς. Διατήρησε το αξίωμα έως το Δεκέμβριο του 1993, όταν έχασε στις εκλογές για την ανάδειξη προέδρου της Σερβικής Δημοκρατίας της Κράινα.
Στις αρχές του 1995 έγινε μέλος του Συμβουλίου της περιοχής Σρεμ-Μπαράνια στο πλαίσιο της "Σερβικής Δημοκρατίας της Κράινα" και εξελέγη πρόεδρος της περιοχής. Από την υπογραφή της Συμφωνίας του Ερντούτ έως την απαγγελία κατηγοριών σε βάρος του από το ICTY, το καλοκαίρι του 2004, ζούσε και εργαζόταν στο Νόβι Σαντ της Σερβίας.
Ο Γκόραν Χάτζιτς κατηγορείται για συνέργια σε οργανωμένο εγκληματικό σχέδιο ως πρωθυπουργός της "αυτόνομης περιοχής ανατολικής Σλαβονίας, Μπαράνια και Δυτικού Σρεμ" και στη συνέχεια ως πρόεδρος της "Σερβικής Δημοκρατίας της Κράινα".
Στόχος του εγκληματικού σχεδίου, σύμφωνα με το κατηγορητήριο του ICTY, ήταν η βίαιη εκδίωξη της πλειοψηφίας των Κροατών και του μη σερβικού πληθυσμού από το 1/3 της επικράτειας της Κροατίας με στόχο η περιοχή να γίνει νέο κράτος υπό σερβική κυριαρχία.
Ο Χάτζιτς διέφυγε τη σύλληψη στις 16 Ιουλίου του 2004, πριν η σερβική δικαιοσύνη ζητήσει από την αστυνομία τη σύλληψή του. Το κατηγορητήριο σε βάρος του με την υπογραφή της τότε γενικής εισαγγελέως του ICTY, Κάρλα Ντελ Πόντε είχε παραδοθεί στις σερβικές αρχές στις 13 Ιουλίου με εντολή για τη σύλληψή του εντός 72 ωρών.
Η κ. Ντελ Πόντε υποστήριξε ότι ο Χάτζιτς έφυγε από το σπίτι του κρατώντας μία τσάντα και δύο ώρες αργότερα ο οδηγός του επέστρεψε μόνος του.
Το δικαστήριο του Βελιγραδίου το πρωί της 14ης Ιουλίου παρέδωσε στην αστυνομία το ένταλμα σύλληψης, αλλά ο Χάτζιτς είχε εξαφανιστεί 17 ώρες πριν από την παράδοση του εντάλματος, είχε τονίσει η κ. Ντελ Πόντε.
Η στρατιωτική αστυνομία και η χωροφυλακή αναζήτησαν πολλές φορές τον καταζητούμενο, μεταξύ άλλων στις 13 Ιουνίου του 2007 σε εγκαταλελειμμένες αποθήκες κοντά στη Σρέμσκα Καμένιτσα.
Στο Νόβι Σαντ, στις 9 Οκτωβρίου του 2009 διεξήχθη αστυνομική έρευνα βάσει στοιχείων που είχαν βρεθεί από παρακολούθηση φορητού υπολογιστή. Επίσης το Δεκέμβριο του 2010 διεξήχθησαν έρευνες σε σπίτια κοντινών συγγενών του στο Νόβι Σαντ.
Στο σπίτι ενός συγγενή του βρέθηκε και πίνκας του Ιταλού ζωγράφου Αμαντέο Μοντιλιάνι και τότε ορισμένα ΜΜΕ είχαν μεταδώσει ότι με την πώληση έργων τέχνης συνεργάτες του συγκέντρωναν χρήματα για να καλύπτονται τα έξοδά του, όσο διαφεύγει της σύλληψης.