Mε λίγα κόκκινα λουλούδια στον τάφο του (τα οστά του μεταφέρθηκαν από την τότε ΕΣΣΔ έπειτα από παρέμβαση του ΚΚΕ και μελών της οικογένειάς του και ετάφησαν στις 28 Δεκεμβρίου 1991) η σημερινή ηγετική ομάδα του ΚΚΕ «έκλεισε» και συμβολικώς τους «ανοιχτούς λογαριασμούς» του κόμματος με την πλέον αμφιλεγόμενη περίοδο της πολύχρονης ιστορίας του. Δύο εβδομάδες μετά τη σύγκληση της Πανελλαδικής Συνδιάσκεψης η οποία ενέκρινε το δοκίμιο Ιστορίας του ΚΚΕ (Β΄ τόμος 1949-1968) με το οποίο αποκαταστάθηκε ο Ν. Ζαχαριάδης, ο Περισσός «έλυσε», πάνω από τον τάφο του, μια μακρά υποβόσκουσα εσωκομματική «εκκρεμότητα», η οποία περιστρεφόταν γύρω από τον ρόλο που διαδραμάτισε ο άλλοτε κραταιός και δοξασμένος ηγέτης και κατόπιν «μαύρο πρόβατο» των σοβιετικών και ελλήνων «συντρόφων» του (ο Ζαχαριάδης υπήρξε για τους σοβιετικούς και προσωπικώς για τον Ιωσήφ Στάλιν επίλεκτο στέλεχος του διεθνούς κομμουνιστικού κινήματος, διορίστηκε γραμματέας του ΚΚΕ με απόφαση της Κομμουνιστικής Διεθνούς, ενώ ήταν και μέλος του Κομμουνιστικού Κόμματος της Σοβιετικής Ενωσης- ΚΚΣΕ). «Τιμάμε τη μνήμη, τη δράση και το έργο του ανυπόταχτου κομμουνιστή ηγέτη, γενικού γραμματέα της ΚΕ του ΚΚΕ, Νίκου Ζαχαριάδη. Συνεχίζουμε την πάλη, βγάζοντας συμπεράσματα από την πείρα του κινήματος και την ηρωική πάλη του ΚΚΕ για εννέα δεκαετίες,για να γίνουμε πιο ικανοί στην πάλη για τον σοσιαλισμό» δήλωσε ο κ. Παρασκευάς μετά τη λήξη της σεμνής τελετής.
Η νέα οπτική του κόμματος
Η Πανελλαδική Συνδιάσκεψη του ΚΚΕ, αν και ήταν προγραμματισμένη να διαρκέσει ένα διήμερο (16-17 Ιουλίου), ολοκληρώθηκε σε μία ημέρα, εγκρίνοντας το κείμενο της ΚΕ του κόμματος όπως αυτό διαμορφώθηκε μετά και τη συζήτηση που προηγήθηκε σε εσωκομματικό επίπεδο, καταλήγοντας στην «πλήρη αποκατάσταση του Νίκου Ζαχαριάδη από την ατιμωτική υποψία-συκοφαντία για συνεργασία με τον ταξικό αντίπαλο, παρά το γεγονός ότι επί της ουσίας το 1973 είχε απαλλαχθεί από αυτή την κατηγορία-υπόνοια». Το κείμενο που εγκρίθηκε είναι δεσμευτικό για τα μέλη και τα στελέχη του ΚΚΕ και συνιστά τη νέα οπτική του κόμματος για την ιστορία τουπροσαρμοσμένη στη σημερινή κυρίαρχη άποψη του Περισσού περί στρατηγικής για την εξουσία, αφού όπως επισημαίνεται στο επίμαχο κείμενο «διερευνούμε την ιστορία του κόμματός μας ως ιστορία της στρατηγικής του, από την οποία απορρέει όλη η πολιτική του δράση».
Ενώ τονίζεται με νόημα ότι η επανεξέταση επιλογών και θέσεων του παρελθόντος «δε συνιστά λαθολογία και δεν ανοίγει δρόμο στον αναθεωρητισμό και οπορτουνισμό, αλλά οδηγεί σε επαναστατικού χαρακτήρα διόρθωση λαθών». Ωστόσο, σύμφωνα με πληροφορίες υπήρξε σοβαρός προβληματισμός για προσεγγίσεις και ερμηνείες που γίνονται στο δοκίμιο, ενώ δεν άφησε αδιάφορη την ηγεσία του ΚΚΕ το γεγονός ότι κατά την εσωκομματική διαδικασία-συζήτηση καταγράφηκε ένα 10%-15% «λευκά» και «κατά» στις οργανώσεις. Σύμφωνα δε με τις ίδιες πηγές, το σώμα της Πανελλαδικής Συνδιάσκεψης δεν ήταν εξ ολοκλήρου εκλεγμένο κατά τη συνήθη πρακτική, αλλά σε ένα σεβαστό μέρος του ήταν κατ΄ επιλογή των οργανώσεων σε ανώτερο επίπεδο. Εντονες συζητήσεις υπήρξαν, σύμφωνα με τις πληροφορίες και στα Τμήματα της ΚΕ του ΚΚΕ, όπου ετέθη το ζήτημα του δοκιμίου. Σε κάθε περίπτωση «ο κύβος ερρίφθη» στη Συνδιάσκεψη και αυτό που επεδίωκε η ηγεσία του Περισσού επετεύχθη.
Τα λάθη, ο Αρης και ο Σιάντος
Υπενθυμίζεται ότι στο δοκίμιο, το οποίο είχε αποκαλύψει «Το Βήμα» και αναμένεται η επίσημη δημοσιοποίησή του, προτεινόταν «η αποκατάστασή του ως γενικού γραμματέα της ΚΕ του ΚΚΕ, δηλαδή η απαλλαγή του από όλες τις κατηγορίες που του καταλόγισαν και τις ποινές που του επέβαλαν η 6η και η 7η Πλατιά Ολομέλεια της ΚΕ με την επικύρωσή τους από το 8ο Συνέδριο» (για την καθαίρεσή του από το αξίωμα του γενικού γραμματέα και ακολούθως τη διαγραφή του και από μέλος του κόμματος), αναγνωρίζοντας «την ταξικότητα και ανιδιοτέλεια στη γενική κατεύθυνση της δράσης του Νίκου Ζαχαριάδη ως ΓΓ και τον κομμουνιστικό ηρωισμό του», παρά την «κριτική σε προβλήματα στρατηγικής και εσωκομματικής λειτουργίας, σε λαθεμένες πολιτικές ενέργειες, όπως μεταξύ άλλων ο χειρισμός του ως προς τον Γιώργη Σιάντο (σ.σ.: κατηγορήθηκε από τη ζαχαριαδική ηγεσία ως πράκτορας), η καταγγελία της εκτέλεσης του Νίκου Πλουμπίδη ως εικονικής, ο χειρισμός της υπόθεσης Καραγιώργη, η μη αποκατάσταση του Νίκου Βαβούδη (σ.σ.: υπόθεση αποκάλυψης του παράνομου δικτύου ασυρμάτων του ΚΚΕ στις αρχές της δεκαετίας του ΄50) και του Αρη Βελουχιώτη», για τον οποίο μάλιστα ο Περισσός επιφύλαξε την πολιτική αποκατάσταση, όχι όμως και την κομματική, θεωρώντας έτσι ότι η ανυπακοή και η απειθαρχία που επέδειξε ο πρωτοκαπετάνιος του ΕΛΑΣ έναντι της παράδοσης των όπλων (Συμφωνία της Βάρκιζας) συνιστούσε παραβίαση των αρχών λειτουργίας του κόμματος!
Ο άλυτος γρίφος
Μπορεί η ηγεσία του ΚΚΕ να δικαίωσε τον Ν. Ζαχαριάδη, ωστόσο δεν αποτόλμησε να απαντήσει στα καίρια ερωτήματα που ανέδειξε με δραματικό τρόπο η Ιστορία και αφορούν τη στάση, τις επιλογές και τις ενέργειες των σοβιετικών στην κατεύθυνση της επιρροής τόσο ως προς τις κορυφαίες επιλογές τού άλλοτε «αγαπημένου παιδιού» του Ιωσήφ Στάλιν (αποχή από τις εκλογές του 1946, επιλογή της εμφύλιας αναμέτρησης κ.λπ.), όσο και για τη μετέπειτα τύχη που του επεφύλαξε η πανίσχυρη σοβιετική μετασταλινική κομματική νομενκλατούρα, εξαναγκάζοντάς τον στην ταπείνωση και απομονώνοντάς τον πλήρως από τους υποστηριχτές του εντός του ΚΚΕ οι οποίοι ουδέποτε αποδέχθηκαν την ατιμωτική καθαίρεσή του με παρέμβαση των έξι «αδελφών» κομμάτων στην 6η Πλατειά Ολομέλεια της ΚΕ καθ΄ υπόδειξη, φυσικά, του ΚΚΣΕ. Στο δοκίμιο επισημαίνεται ότι η στάση αυτή «ήταν άδικη και λαθεμένη στην κατεύθυνσή της». Αλλά ως εκεί. Ο Ζαχαριάδης δεν αποδέχθηκε τη «νέα κατάσταση» και τους εκπροσώπους της, γι΄ αυτό και τον ίδιο χρόνο που διαγράφηκε από το ΚΚΕ οι σοβιετικοί τον έστειλαν στο Νόβγκοραντ, στην πόλη Μποροβίτσι, όπου εργάστηκε ως δασονόμος και το 1962 - ενώ οι συμπλοκές ανάμεσα σε «ζαχαριαδικούς» και «αντιζαχαριαδικούς» στην Τασκένδη μαίνονταν και ενώ σε μια ύστατη προσπάθεια να απεγκλωβιστεί από τον κλοιό των σοβιετικών επισκέφθηκε την ελληνική πρεσβεία στη Μόσχα για να καταθέσει αίτημα προς τις ελληνικές δικαστικές αρχές ώστε να του δοθεί η δυνατότητα να επιστρέψει στη χώρα του για να δικαστεί για όσα εκκρεμούσαν εις βάρος του, κάτι που απορρίφθηκε εκτοπίστηκε στο Σουργκούτ της Σιβηρίας, αφού οι Αρχές τού απέσπασαν τον μικρό γιο του, Σήφη.
«Γενικά επέδειξε συνέπεια»
Από εκεί δεν θα σταματήσει να καταγγέλλει ως άδικη και ατιμωτική την αποκαθήλωσή του προβαίνοντας ακόμη και σε απεργίες πείνας με κορυφαία εκδήλωση της πίστης στις αρχές του την αυτοκτονία του. Μάλιστα, στο δοκίμιο του ΚΚΕ η ενέργειά του να ζητήσει να δικαστεί στην Ελλάδα κρίνεται αρνητικά καθώς, όπως αναφέρεται, «με αυτή την ενέργειά του μετέφερε σε έδαφος του εχθρού την αντιπαράθεσή του με την ηγεσία του ΚΚΕ». Παρά ταύτα ο Περισσός απεφάνθη ότι «γενικά επέδειξε συνέπεια, υπέμεινε ταλαιπωρίες, υπέβαλε τον εαυτό του σε πολυήμερες απεργίες πείνας και αρνήθηκε να συμβιβαστεί». Ωστόσο, δεν φωτίζονται τα βαθύτερα αίτια της υπόθεσης αυτής όσον αφορά κυρίως τη στάση των σοβιετικών, γεγονός βεβαίως το οποίο έχει κάποια αντικειμενική βάση- τα αρχεία του ΚΚΣΕ σε ό,τι αφορά την Ελλάδα και το ΚΚΕ κρατούνται μέχρι σήμερα ως επτασφράγιστο μυστικό. Ετσι ο Περισσός αρκείται στην ερμηνεία ότι η καθαίρεση και η διαγραφή του Ζαχαριάδη «ήταν πράξεις άδικες, συνέπεια της επικράτησης του δεξιού οπορτουνισμού στο ΚΚΕ και στο ΚΚΣΕ». Οσον αφορά τον εξορισμό του στη Σιβηρία, θεωρείται ότι «ήταν η πιο ακραία άδικη ενέργεια σε βάρος του μετά από τη διαγραφή του από μέλος του ΚΚΕ». Πάντως οι συντάκτες του δοκιμίου δεν ασχολήθηκαν με τις συνθήκες και τα γεγονότα που αφορούν το τραγικό τέλος του «αφού η σχετική έρευνα και τα συμπεράσματα από αυτή υπερβαίνουν το χρονικό πλαίσιο (του δοκιμίου)», όπως αναφέρεται.
«Τα τσογλάνια θα μπουν στη θέση τους»
Το προσωπικό δράμα του εκτοπισμένου Ν. Ζαχαριάδη αποτυπώνεται και στο προσφάτως εκδοθέν (Καστανιώτης) βιβλίο του επιστήθιου φίλου και συντρόφου του, ποιητή και συγγραφέα Αλ. Πάρνη, υπό τον τίτλο «Γεια χαρά, Νίκος», μια λυρική αυτοβιογραφία με άξονα την αλληλογραφία μεταξύ τους. «Από υγεία είμαι καλά. Ομως, επειδή τελεφταία εντάθηκαν κάτι μικροενοχλήσεις, θάθελα να ξαίρω, αν χρειαστεί, θα μπορούσες να αναλάβεις το Σηφάκο (σ.σ.: τον μικρό γιο του), ωσότου μετά τον δώσεις στη Ρούλα (σ.σ.:Κουκούλου, ηγετικό στέλεχος αργότερα του ΚΚΕ, που ήταν η δεύτερη σύζυγός του) ή στη γιαγιά του; Αφτό, φυσικά, μονάχα σαν προοπτική, και έτσι, για κάθε ενδεχόμενο. Εχε το νου σου. Γεια- χαρά, Νίκος» του έγραφε το ΄56 από το Μποροβίτσι, ενώ σε άλλη επιστολή προς τον Πάρνη του αναφέρει: «Κάτω απτη σκέπη του ΧΧ Συνεδρίου του ΚΚΣΕ, με την εγκληματική επιπολαιότητα των σ. Κούουσινεν και Ντεζ (σ.σ.: πρωταγωνιστές της διεθνούς επιτροπής των έξι «αδελφών» κομμάτων που αποκαθήλωσε τον Ζαχαριάδη), πήγε να δολοφονηθεί στο ΚΚΕ η μεγαλύτερη κατάκτησή του, που του επέτρεψε να γίνει λαϊκό μαζικό κίνημα: η εθνική επαναστατική, λαϊκή, κουκουέδικη πολιτική του!». Ενώ παραμονές Πρωτοχρονιάς του ΄56 του γράφει: «Ειδοποίησή σου δεν πήρα και δεν ξαίρω θαρθείτε ή όχι, οπότε πρέπει για τον καινούργιο χρόνο να σου εφχηθώ κομματική δικαίωση και την πιο δημιουργική δουλειά. Τα τσογλάνια θα μπουν στη θέση τους τούτο το χρόνο. Αλλοιώς τα πράματα δε σηκώνουν».
ΤΟ ΜΥΣΤΙΚΟ ΤΗΣ ΑΥΤΟΚΤΟΝΙΑΣ
«Ο Λουλές το ΄χασε το στοίχημα»
Η αυτοκτονία του Ζαχαριάδη κρατήθηκε από τις σοβιετικές αρχές μυστική, ενώ ο θάνατός του αποδόθηκε τότε σε καρδιακή ανακοπή και μάλιστα με τη «βούλα» του ιατροδικαστή. Πολλά χρόνια αργότερα, στα τέλη του 1990 και ενώ ο άνεμος της «περεστρόικα» και της «γκλάσνοστ» έπνεε στη Σοβιετική Ενωση, το γεγονός της αυτοκτονίας ήλθε μέσα από μια σειρά περίεργων συμπτώσεων, με την ανάμειξη της ΚGΒ, της διαβόητης επιτροπής κρατικής ασφαλείας, στο φως της δημοσιότητας. Ετσι έγινε γνωστό ότι ο Ζαχαριάδης δεν είχε πεθάνει από παθολογικά αίτια, αλλά γιατί κρεμάστηκε στο αγροτόσπιτο που του είχαν παραχωρήσει, υπό το άγρυπνο μάτι της ΚGΒ και της «Μιλίτσια». Στην τελευταία του επιστολή ο ίδιος ανέφερε ότι μετά τις αλλεπάλληλες απεργίες πείνας που είχε κάνει από το 1966- και είχαν θορυβήσει εντόνως τις ηγεσίες του ΚΚΣΕ και του ΚΚΕ που προσπάθησαν επανειλημμένως να τις σταματήσουν με απεσταλμένους τους- τα «παράνομα και επαίσχυντα μέτρα εναντίον του συνεχίζονταν». Και προειδοποιούσε ότι «αν δεν αρθούν όλα τα μέτρα περιορισμού, εξορίας, στέρησης, ελευθερίας μετακίνησης και αναχώρησης από τη Σοβιετική Ενωση κτλ., κτλ.», τότε «την 1η Αυγούστου 1973, σαν έκφραση έσχατης διαμαρτυρίας, θ΄ αφτοκτονήσω». Ομως δεν τον πήραν στα σοβαρά...
Η τελευταία πράξη του δράματος
Στις 26 Ιουλίου 1973 ταξίδεψε στο Σουργκούτ ο Κώστας Λουλές, μέλος του νεοεκλεγέντος τότε Πολιτικού Γραφείου ως απεσταλμένος του ΠΓ και του Χαρίλαου Φλωράκη που είχε ήδη (Δεκέμβριος 1972) εκλεγεί γραμματέας του κόμματος. Ηταν μία από τις πολλές επισκέψεις που είχε δεχθεί ο Ζαχαριάδης από στελέχη του κόμματος στην προσπάθειά τους να τον συνετίσουν. Σύμφωνα με κάποιες πηγές, οι Σοβιετικοί δεν άφησαν τον Φλωράκη να πάει ο ίδιος στο Σουργκούτ. Στη συνεδρίαση του Πολιτικού Γραφείου που έγινε δύο ημέρες πριν στη Βουδαπέστη παρουσία του Μπορίς Πονομαριόφ, ηγετικού στελέχους του ΚΚΣΕ και υπευθύνου των διεθνών σχέσεων του κόμματος, ο ίδιος απέτρεψε τον νεοεκλεγέντα γραμματέα να επισκεφθεί τον Ζαχαριάδη. Ετσι επελέγη να ταξιδέψει στη Σιβηρία ο Κ. Λουλές για να του προτείνει να συνεργαστεί με τη νέα ηγεσία και να μεταφερθεί για τον σκοπό αυτόν στη Βουδαπέστη, όπου ήταν η έδρα της ΚΕ, εν είδει συμβούλου. Ωστόσο, απεδείχθη ότι ο Λουλές ίσως και να μην ήταν «ο καταλληλότερος για την αποστολή που του ανέθεσαν», όπως αναφέρεται στην πολιτική βιογραφία του Χ. Φλωράκη.
Από γραπτά του Ζαχαριάδη προκύπτει ότι η συνάντηση ήταν εξαιρετικά βασανιστική. Ο ίδιος διαφώνησε σε πολλά με τον Λουλέ, ενώ τρεις μέρες προτού κρεμαστεί από τον σωλήνα θέρμανσης που περνούσε σε κάποιο σημείο της οροφής, θα γράψει έπειτα από παρότρυνση του Λουλέ ένα σημείωμα, το «Μήνυμα από την άλλη μεριά» που προοριζόταν «μονάχα για τους Φλωράκη, Λουλέ, Πλάτανο (σ.σ.: Ν. Γκένιος)». Είναι το κείμενο που θα παραλάμβανε άνθρωπος του κόμματος, σύμφωνα με τη συνεννόηση που έγινε. «Το γραφτό είναι έτοιμο, κανένας όμως δεν ήρθε να το πάρει...» θα γράψει ο Ζαχαριάδης με πικρία, ενώ αναφερθείς στον «απεσταλμένο» του κόμματος θα σημειώσει: «Του ζήτησα να μείνει μαζί μου ακόμα μια μέρα. Βιάζονταν και μου ΄πε ότι τον περιμένουν κάπου». «Δεν ξέρεις ότι παντού ζητάν το Χαρίλαο ή εμένα;» του είχε πει ο Λουλές. Φεύγοντας ο εκπρόσωπος του κόμματος του είπε, όπως κατέγραψε ο Ζαχαριάδης στο «Μήνυμά» του: «Εγώ πιστεύω ότι δεν θα το κάνεις» (σ.σ.: να αυτοκτονήσει). Και ο Ζαχαριάδης θα γράψει: «Του εύχομαι να μην ξανακάνει τέτοιο λάθος...»! Στο τέλος του ίδιου σημειώματος, ένα λεπτό μετά τα μεσάνυχτα ώρα Αθήνας και λίγη ώρα προτού κρεμαστεί, θα γράψει: «Βγαίνει ότι ο Λουλές το ΄χασε το στοίχημα»!
*Άρθρο του Λ. Σταυρόπουλου για το "Βήμα", Κυριακή 07/08/2011